Loading...

Κατηγορίες

Πέμπτη 03 Ιουλ 2025
James C. Scott: Homo Domesticus- Η Γεωργική Επανάσταση και οι απαρχές του κράτους
Κλίκ για μεγέθυνση












Μετάφραση: Βασίλης Γεργάκης, Προλεγόμενα Λεωνίδας Οικονομάκης, εκδ. Πλήθος, σελ. 339, Φεβρουάριος 2024

Περιεχόμενα

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ

Λεωνίδας Οικονομάκης: Ο James C. Scott, η ανθρωπολογία, η κοινωνιολογία, η πολιτική επιστήμη και η εθνογραφία … 9

ΠΡΟΛΟΓΟΣ … 21

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Υπονομεύοντας ένα αφήγημα: Όσα δεν γνώριζα … 31

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Η εξημέρωση της φωτιάς, των φυτών, των ζώων και… των ανθρώπων …73

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Αναπλάθοντας τον κόσμο: Το σύμπλεγμα του νοικοκυριού … 113

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Ζωονόσοι: Μια τέλεια επιδημιολογική καταιγίδα … 143

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Η αγροοικολογία του πρώιμου κράτους … 171

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Ο έλεγχος του πληθυσμού: Δεσμά και πόλεμος … 213

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Η ευαλωτότητα του πρώιμου κράτους: Η κατάρρευση ως αποσυναρμολόγηση … 253

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Η χρυσή εποχή των βαρβάρων … 295

«Πώς συνέβη και ο Homo sapiens, τόσο πρόσφατα στην ιστορία του είδους του, κατέληξε να ζει σε πολυπληθείς εδραίες κοινότητες, γεμάτες από εξημερωμένα ζώα και από μια πληθώρα δημητριακούς καρπούς, κυβερνώμενος από τους προπάτορες αυτού που αποκαλούμε σήμερα κράτος;» Στο βιβλίο αυτό, ο James C. Scott μελετά την ανάδυση των πρώτων σταθερών οικισμών στην ιστορία της ανθρωπότητας και τη σύνδεσή τους με τη Γεωργική Επανάσταση της Νεολιθικής περιόδου, για να εντοπίσει και να αναλύσει τις απαρχές του κράτους.

 

Αντλώντας από ένα ευρύ φάσμα επιστημονικών πεδίων, όπως η αρχαιολογία, η αρχαία ιστορία, η ανθρωπολογία, η βιολογία, η επιδημιολογία, η δημογραφία και η περιβαλλοντική ιστορία, ο συγγραφέας ασκεί κριτική στον θεσμό του κράτους, αναδεικνύοντας τις δυσμενείς συνέπειες που είχε η μετάβαση από τη νομαδική ζωή, το κυνήγι και την τροφοσυλλογή στη μόνιμη εγκατάσταση και στις αγροτικές εργασίες: επιδημίες λόγω συνωστισμού, καταναγκαστική εργασία και έλεγχος της παραγωγής και της αναπαραγωγής, μεταξύ άλλων. Με βάση αυτές τις διαπιστώσεις, ο Scott στρέφει το ενδιαφέρον του στους «βαρβάρους», δηλαδή στους πληθυσμούς εκείνους που κατάφεραν να αποφύγουν την εδραία ζωή και να αντισταθούν στον κρατικό έλεγχο για χιλιετίες, επιλέγοντας άλλους τρόπους ζωής και οργάνωσης.

από το οπισθόφυλλο του βιβλίου

[…] Η εντυπωσιακή ερευνητική πρόοδος των τελευταίων δεκαετιών έχει οδηγήσει σε δραστική αναθεώρηση ή και πλήρη ανατροπή αυτών που νομίζαμε πως γνωρίζαμε για τους πρώτους  «πολιτισμούς» στις αλλουβιακές αποθέσεις [ΣτΜ. – Οι αλλούβιες ή αλλουβιακές αποθεσεις ή προσχώσεις είναι οι αποθέσεις αργίλου, άμμου, χαλικιών και άλλων φερτών υλικών που δημιουργούνται εξαιτίας της ροής ύδατος σε ένα ποτάμιο περιβάλλον. Οι αποθέσεις εμφανίζονται σε πλημμυρικές πεδιάδες και δέλτα ποταμών, όπου η ταχύτητα ροής των υδάτων ελαττώνεται με αποτέλεσμα οι φερτές ύλες να κατακάθονται. Οι αλλουβιακές αποθέσεις είναι συνήθως εδάφη πλούσια σε οργανικές ύλες και κατάλληλα για καλλιέργειες.] της Μεσοποταμίας και αλλού. Πιστεύαμε (οι περισσότεροι από εμάς τέλος πάντων) πως η εξημέρωση των φυτών και των ζώων οδήγησε κατευθείαν σε μόνιμες εγκαταστάσεις και σταθερές καλλιέργειες. Αποδεικνύεται ότι οι μόνιμες εγκαταστάσεις προηγήθηκαν κατά πολύ της εξημέρωσης φυτών και ζώων και πως αμφότερες οι διαδικασίες, της μόνιμης εγκατάστασης και της εξημέρωσης, ήταν σε εξέλιξη τουλάχιστον τέσσερις χιλιετίες πριν εμφανιστεί οτιδήποτε που να μοιάζει με αγροτικό χωριό. Η μόνιμη κατοίκηση και η πρώτη εμφάνιση κωμοπόλεων ερμηνεύονταν εν γένει ως προϊόντα της άρδευσης και των κρατών. Αποδεικνύεται αντιθέτως πως και οι δύο έρχονται συνήθως ως παρεπόμενα της αφθονίας των υγρότοπων. Θεωρούσαμε πως η μόνιμη εγκατάσταση και οι καλλιέργειες οδήγησαν απευθείας στη διαμόρφωση κρατών, ωστόσο τα κράτη δεν προέκυψαν παρά μόνο πολύ καιρό μετά την εμφάνιση των σταθερών καλλιεργειών. Θεωρούταν πως η γεωργία αποτελούσε ένα μεγάλο βήμα για την ανθρώπινη ευζωία, τη διατροφή και την άνεση. Στην αρχή, ωστόσο, ίσχυε μάλλον το αντίθετο. Το κράτος και οι πρώιμοι πολιτισμοί συχνά απεικονίζονται σαν πόλος έλξης που μαγνήτιζε τους ανθρώπους λόγω της πολυτέλειας, της κουλτούρας και των ευκαιριών. Στην πραγματικότητα, τα αρχαία κράτη έπρεπε να αιχμαλωτίζουν και να διατηρούν δέσμια μεγάλα τμήματα του πληθυσμού τους, ενώ επίσης μαστίζονταν από επιδημίες που ήταν απόρροια του συνωστισμού. Τα πρώιμα κράτη ήταν εύθραυστα και διέτρεχαν τον κίνδυνο της κατάρρευσης, αλλά οι ακόλουθοι «σκοτεινοί αιώνες» ενδέχεται συχνά να σηματοδοτούσαν περιόδους πραγματικής βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης των ανθρώπων. […]

Από τον Πρόλογο του βιβλίου

Ο James C. Scott καταπιάνεται τεκμηριωμένα για άλλη μια φορά με τον σχηματισμό και τη σχέση των πρώιμων κρατών και των πληθυσμών της υπαίθρου, τις ανθρωπολογικές και οικολογικές συνέπειες που σήμανε η ανάδυσή του ως οργανωτικής δομής.

Ο συγγραφέας θέτει χαρακτηριστικά ζητήματα, λέγοντας ότι «αν συλλάβουμε την εξημέρωση με τον ευρύτερο δυνατό τρόπο ως μορφή ελέγχου την αναπαραγωγής, μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε όχι μόνο για τη φωτιά, τα φυτά και τα ζώα, αλλά και για τους δούλους, τους υποτελείς ενός κράτους και τις γυναίκες σε μια πατριαρχική οικογένεια». Επίσης, συμπληρώνει ότι «οι δημητριακοί καρποί διαθέτουν μοναδικά χαρακτηριστικά, τέτοια που τους καθιστούσαν, ουσιαστικά παντού, το κυριότερο φορολογήσιμο αγαθό στο πρώιμο κρατικό οικοδόμημα».

Στόχος του παρόντος βιβλίου είναι, κατά τον συγγραφέα, να θέσει υπό αμφισβήτηση το αφήγημα της «προόδου του πολιτισμού και της δημόσιας τάξης και βελτίωσης των συνθηκών υγιεινής και ευζωίας».

[…]Ένα βασικό ερώτημα που αφορά τα θεμέλια της διαμόρφωσης του κράτους είναι το πώς εμείς (οι Homo sapiens sapiens) καταλήξαμε να ζούμε εν μέσω αυτής της πρωτοφανούς συγκέντρωσης εξημερωμένων καλλιεργειών, ζώων και ανθρώπων, που συνιστά χαρακτηριστικό γνώρισμα του κράτους. Υπό αυτή την ευρεία οπτική, τα κρατικά μορφώματα αποτελούν κάθε άλλο παρά φυσική ή δεδομένη κατάσταση. Ο Homo sapiens εμφανίστηκε σαν υποείδος περίπου 200.000 χρόνια πριν και δεν μετανάστευσε από την Αφρική και την Συροπαλαιστίνη παρά πριν από 60.000 χρόνια. Οι πρώτες ενδείξεις καλλιέργειας φυτών και εδραίας ζωής εμφανίζονται περίπου 12.000 χρόνια πριν. Μέχρι τότε –και πρέπει να τονίσουμε πως αυτό αφορά το 95 τοις εκατό της ανθρώπινης ιστορίας– ζούσαμε στο πλαίσιο μικρών, νομαδικών, διασκορπισμένων, σχετικά εξισωτικών ομάδων κυνηγών-τροφοσυλλεκτών.

Ακόμη πιο αξιοσημείωτο, για όσους ενδιαφέρονται για τη φύση της κρατικής μορφής, είναι το γεγονός πως τα πρώτα μικρά, κοινωνικά διαστρωματωμένα, φοροεισπρακτικά και περιτειχισμένα κράτη ξεπηδούν στην πεδιάδα του Τίγρη και του Ευφράτη μόλις το 3.100 π.Χ., πάνω από τέσσερις χιλιετίες μετά τις πρώτες εξημερωμένες καλλιέργειες και τους πρώτους εδραίους οικισμούς. Αυτό το τεράστιο χρονικό κενό συνιστά πρόβλημα για εκείνους τους θεωρητικούς που βλέπουν την εμφάνιση κρατών ως φυσική εξέλιξη και υποθέτουν πως, εφόσον δηλαδή πληρούνται αντιστοίχως οι τεχνολογικές και δημογραφικές προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση κρατών, τότε αυτοκρατορίες και κράτη θα αναδυθούν αμέσως ως επακόλουθο, καθώς συνιστούν τις μοναδικές έλλογες και αποτελεσματικές δομές πολιτικής τάξης.[…]

Το 1ο Κεφάλαιο καταπιάνεται με τη Εξημέρωση της φωτιάς, των φυτών, των ζώων και … των ανθρώπων.

Ο James C. Scott τονίζει στο 2ο Κεφάλαιο (Αναπλάθωντας τον κόσμο: Το σύμπλεγμα του νοικοκυριού), πως «δεν υπάρχει μια μαγική στιγμή κατά την οποία ο Homo sapiens διέσχισε κάποια αποφασιστική γραμμή που διαχώριζε το κυνήγι και την τροφοσυλλογή από τη γεωργία – την προϊστορία από την ιστορία, τη βαρβαρότητα από τον πολιτισμό. Η στιγμή που ένας σπόρος ή βολβός εναποτίθεται σε προετοιμασμένο χώμα κανονικά θα πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν ένα γεγονός –από μόνο του όχι ιδιαίτερα σημαντικό για αυτούς που το κάνουν- το οποίο αποτελεί έναν ακόμη κρίκο σε μια μακριά και, από ιστορική άποψη, βαθιά αλυσίδα διαμόρφωσης του τοπίου, εκκινώντας από τον Homo erectus και τη φωτιά.

Φυσικά, δεν είμαστε σε καμία περίπτωση το μοναδικό είδος που τροποποιεί το περιβάλλον του προς όφελός του. Αν και οι κάστορες είναι ίσως το πιο προφανές παράδειγμα, οι ελέφαντες, οι κυνόμυες, οι αρκούδες –ουσιαστικά όλα τα θηλαστικά– επιδίδονται στην «κατασκευή προτιμητέας θέσης»,  που αλλάζει τις φυσικές ιδιότητες του τοπίου και τη διανομή άλλων χλωρίδας, πανίδας και μικροβιακής ζωής γύρω τους.[…]

Στο 3ο Κεφάλαιο, ο συγγραφέας εξετάζει τις Ζωονόσους, χαρακτηρίζοντας τες ως Μια τέλεια επιδημιολογική καταιγίδα.

Το 4ο Κεφάλαιο έχει τίτλο Η αγροοικολογία του πρώιμου κράτους. Εδώ ο Scott διατείνεται ότι «αν ο πολιτισμός θεωρείται επίτευγμα του κράτους και αν αρχαϊκός πολιτισμός σημαίνει μόνιμη εγκατάσταση, καλλιέργειες, οίκος, άρδευση και πόλεις, τότε κάτι έχει πάει πολύ λάθος στην ιστορική αλληλουχία. Όλα αυτά τα ανθρώπινα επιτεύγματα της Νεολιθικής περιόδου είχαν εμφανιστεί πολύ πριν συναντήσουμε οτιδήποτε που να θυμίζει κράτος στη Μεσοποταμία. Μάλλον το αντίθετο συνέβη. Βάσει όσων γνωρίζουμε τώρα, το κράτος στην αρχική μορφή του αναδύθηκε μέσω της εκμετάλλευσης των δομικών στοιχείων της ύστερης Νεολιθικής, των σιτηρών και του ανθρώπινου δυναμικού, αξιοποιώντας τα σαν βάση για τον έλεγχο και την κάρπωση πλεονάσματος. Αυτά τα δομικά στοιχεία, όπως θα δούμε, ήταν ο μόνος διαθέσιμος σκελετός για το σχεδιασμό ενός κράτους.[…]

Το 5ο Κεφάλαιο τιτλοφορείται Ο Έλεγχος του πληθυσμού: Δεσμά και πόλεμος. Ο συγγραφέας καταδεικνύει «τον βαθμό με τον οποίο η απόκτηση και ο έλεγχος πληθυσμού βρισκόταν πάντα στο επίκεντρο της πρώιμης οικοδόμησης κράτους. Ο έλεγχος επί ενός γόνιμου και καλά υδρευόμενου κομματιού γης στις αλλουβιακές αποθέσεις δεν σήμαινε τίποτα, αν αυτό δεν γινόταν παραγωγικό από έναν πληθυσμό καλλιεργητών που θα το δούλευαν. Δεν θα ήταν τόσο λάθος να δούμε τα αρχαία κράτη  σαν «μηχανές πληθυσμού», στον βαθμό που μπορούμε να αναγνωρίσουμε πως αυτή η «μηχανή» ήταν σε κακή κατάσταση και συχνά χαλούσε, και όχι μόνο εξαιτίας αβαριών της κρατικής διαχείρισης. Το κράτος παρέμενε τόσο προσηλωμένο στον αριθμό και στην παραγωγικότητα των «εξημερωμένων» υπηκόων του, όπως ακριβώς ένας βοσκός μεριμνούσε για το κοπάδι του και ένας αγρότης για τις σοδειές του.

Η βασική κινητήρια δύναμη της πρώιμης κρατικής διοίκησης ήταν η επεκτατική ανάγκη συγκέντρωσης ανθρώπων, εγκατάστασής τους κοντά στον πυρήνα της εξουσίας, συγκράτησης τους εκεί και εξώθησής τους στην παραγωγή ενός πλεονάσματος που να ξεπερνά τις δικές τους ανάγκες. Όπου δεν προϋπήρχε εγκατεστημένος πληθυσμός που μπορούσε να αποτελέσει τον πυρήνα του κρατικού σχηματισμού, ο πληθυσμός έπρεπε να συγκεντρωθεί επί τούτου. Αυτή ήταν η καθοδηγητική αρχή της ισπανικής αποικιοκρατίας στον Νέο Κόσμο, στις Φιλιππίνες και αλλού. Οι reducciones ή οι οικισμοί συγκέντρωσης (συχνά αναγκαστικής) ιθαγενών πληθυσμών, γύρω από ένα κέντρο από το οποίο διαχεόταν η ισπανική εξουσία, ήταν αντιληπτά ως κομμάτι ενός πολιτιστικού εγχειρήματος, αλλά εξυπηρετούσαν επίσης τον όχι επουσιώδη σκοπο της παροχής εκδουλεύσεων και τροφοδοσίας για τους κονκισταδόρες. Οι σταθμοί των χριστιανικών ιεραποστολών –οποιουδήποτε δόγματος– ανάμεσα σε διασκορπισμένους πληθυσμούς ξεκίνησαν με τον ίδιο σκοπό, συγκεντρώνοντας έναν παραγωγικό πληθυσμό γύρω από έναν σταθμό, από όπου διαχέονταν οι προσπάθειας προσηλυτισμού. […]

Είναι αδύνατον να παραβλέψουμε τον κεντρικό ρόλο των δεσμών, στις διάφορες μορφές τους, στην ανάπτυξη του κράτους μέχρι πολύ πρόσφατα. Όπως παρατηρεί ο Adam Hochschild, μέχρι και το 1800, μπορεί να ειπωθεί για τα τρία τέταρτα του παγκόσμιου πληθυσμού πως ζούσαν υπό δεσμά/ Στη νοτιοανατολική Ασία όλα τα πρώιμα κράτη ήταν δουλοκτητικά και δουλεμπορικά· το πιο πολύτιμο εμπόρευμα των Μαλαισιανών εμπόρων στη νησιωτική Νοτιοανατολική Ασία ήταν, μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα, οι σκλάβοι. […]  

Υπό την προϋπόθεση πως έχουμε κατά νου τις διάφορες μορφές που η δουλεία μπορεί να πάρει με τον καιρό, μπαίνουμε στον πειρασμό να αποφανθούμε: «Χωρίς δουλεία, δεν υπάρχει κράτος». Διάσημη είναι η περίπτωση του Moses Finley που αναρωτήθηκε εάν «ο ελληνικός πολιτισμός βασίστηκε στην εργασία δούλων» για να απαντήσει με ένα ηχηρό και καλά τεκμηριωμένο ναι. Οι δούλοι αντιπροσώπευαν την ξεκάθαρη πλειοψηφία –ίσως και τα δύο τρίτα– της αθηναϊκής κοινωνίας και ο θεσμός θεωρούταν εντελώς δεδομένος· δεν τέθηκε ουδέποτε θέμα κατάργησης. Όπως το κατανοούσε ο Αριστοτέλης, κάποιοι άνθρωποι ελλείψει διανοητικών ικανοτήτων ήταν εκ φύσεως δούλοι και αξιοποιούνταν καλύτερα, όπως και τα αροτριώντα ζώα, σαν εργαλεία.[…]

Η αυτοκρατορική Ρώμη, ένα πολιτικό μόρφωμα που ως προς την κλίμακα το συναγωνιζόταν μόνο η ανατολικότερη και σύγχρονη δυναστεία των Χαν στην Κίνα, μετέτρεψε τη μεσογειακή λεκάνη σε ένα τεράστιο σκλαβοπάζαρο.[…]  

Οι γυναίκες σκλάβες ήταν εξίσου σημαντικές για τις αναπαραγωγικές τους υπηρεσίες όσο και για την εργασία τους. Δεδομένων των προβλημάτων βρεφικής και μητρικής θνησιμότητας στο πρώιμο κράτος και της ανάγκης για αγροτική εργασία, οι σκλάβες ήταν ένα δημογραφικό δώρο.[…]

Εδώ δεν μπορώ να αντισταθώ στον προφανή παραλληλισμό με την εξημέρωση των ζώων, που απαιτεί τον έλεγχο επί της αναπαραγωγικής τους διαδικασίας. Τα εξημερωμένα κοπάδια προβάτων έχουν πολλές προβατίνες και λίγα κριάρια, καθώς αυτό μεγιστοποιεί τις αναπαραγωγικές δυνατότητες. Υπό την ίδια έννοια, οι δούλες σε αναπαραγωγική ηλικία ήταν πολύτιμες σε μεγάλο βαθμό σαν τροφοί, χάρη στη συνεισφορά τους στην αναπαραγωγική μηχανή του πρώιμου κράτους.[…]

Το 6ο Κεφάλαιο έχει τίτλο Η ευαλωτότητα του πρώιμου κράτους: Η κατάρρευση ως αποσυναρμολήγηση και αναφέρεται σε περιόδους κατάρρευσης πρώιμων κρατικών δομών, όπως π.χ. γύρω στο 6000 π.Χ. στην Κοιλάδα της Ιορδανίας, περίπου το 2000 π.Χ. η «κατάρρευση του Παλαιού Βασιλείου της Αιγύπτου», ή «η κατάρρευση του μινωικού ανακτορικού καθεστώτος «στην Κρήτη, περίπυο το 1450 π.Χ..

Το 7ο και τελευταίο Κεφάλαιο έχει τίτλο Η χρυσή εποχή των βαρβάρων.

Ο συγγραφέας μάς παροτρύνει να φανταστούμε ότι κοιτάζουμε τον πλανήτη Γη από το διάστημα το 2500 π.Χ. Τα αρχαιότερα κράτη (σε Μεσοποταμία, Αίγυπτο κ.α.) θα ήταν μετά βίας ορατά. […] Όσον αφορά τον πληθυσμό, η συντριπτική πλειοψηφία καθ’ όλη την περίοδο (και κατά γενική ομολογία μέχρι τουλάχιστον το 1600μ.Χ.) αποτελούταν από λαούς δίχως κράτος: κυνηγούς και τροφοσυλλέκτες, αλιείς, εμφυτευτές, μετακινούμενους καλλιεργητές, νομάδες ποιμένες και αρκετούς αγρότες που δεν ελέγχονταν αποτελεσματικά και δεν φορολογούνταν από κανένα κράτος. Η παραμεθόρια ζώνη, ακόμη και στον Παλαιό Κόσμο, ήταν ακόμη αρκετά ευρύχωρη για να προσελκύσει όλους όσους επιθυμούσαν να μείνουν μακριά από το κράτος.[…]  ο όρος «βάρβαροι» υποδηλώνει έναν εχθρικό ποιμενικό λαό που αποτελούσε στρατιωτική απειλή για τα κράτη αλλά που μπορούσε κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες να ενσωματωθεί· «άγριοι», από την άλλη, θεωρούνταν οι ομάδες τροφοσυλλεκτών και κυνηγών, που ήταν ακατάλληλες σαν πρώτη ύλη για τον πολιτισμό και που μπορούσαν να αγνοηθούν, να εξοντωθούν ή να υποδουλωθούν. […]

Θα κλείσουμε την παρουσίαση με την εύστοχη, κατά τη γνώμη μας, εισαγωγή του συγγραφέα στο 7ο Κεφάλαιο:

Η ιστορία των αγροτών έχει γραφτεί από τους κατοίκους των πόλεων

Η ιστορία των νομάδων έχει γραφτεί από τους μόνιμα εγκατεστημένους

Η ιστορία των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών έχει γραφτεί από τους καλλιεργητές

Η ιστορία των λαών δίχως κράτος έχει γραφτεί από τους αυλικούς

Όλες τους μπορούν να βρεθούν στα αρχεία υπό τον τίτλο «Βαρβαρικές ιστορίες»

Συσπείρωση Αναρχικών

Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.259, Μάιος 2025

από: https://anarchypress.wordpress.com

 
Copyright © 2011 - 2025 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου