Loading...

Κατηγορίες

Παρασκευή 30 Απρ 2021
Κάλαντα της Μεγάλης Παρασκευής
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 

 

Τα Κάλαντα της Μεγάλης Παρασκευής, σε αντίθεση με τα λοιπά κάλαντα (Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς, Θεοφανείων, Λαζάρου και Βαΐων), έχουν θρηνητικό χαρακτήρα και αναφέρονται στη Σταύρωση του Χριστού.

Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής ομάδες παιδιών γυρνούν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούν το μοιρολόι «Σήμερα μαύρος ουρανός», γνωστό και ως «Μοιρολόι της Παναγίας». Σε πολλές περιοχές της χώρας τα κορίτσια της ομάδας κρατούν ένα στεφάνι, πλεγμένο με λουλούδια εποχής, το οποίο στη συνέχεια το εναποθέτουν είτε στον Επιτάφιο, είτε στον τάφο του προσφάτως αποβιώσαντος ενορίτη.

Στη Σκιάθο άδονται τη Μεγάλη Πέμπτη από ομάδες παιδιών, που γυρνούν από σπίτι σε σπίτι, κρατώντας καλαμένιους σταυρούς, στολισμένους με λουλούδια της άνοιξης. Τα Κάλαντα της Μεγάλης Παρασκευής τείνουν σήμερα να εκλείψουν.

Το Μοιρολόι της Παναγίας

Σήμερον μαύρος ουρανός, σήμερον μαύρη μέρα
σήμερον όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται,
σήμερον έβαλαν βουλή οι άνομοι Εβραίοι,
οι άνομοι και τα σκυλιά και οι τρισκαταραμένοι,
για να σταυρώσουν τον Χριστό, τον πάντων βασιλέα.
Ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι
να λάβει δείπνο μυστικό, να μην το λάβουν όλοι.

Η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της,
τας προσευχάς της έκανε για το Μονογενή της.
Φωνή εξήλθ’ εξ ουρανού υπ’ αρχαγγέλου στόμα
σώνουν Κυρά μου οι προσευχές, σώνουν και οι μετάνοιες
και τον Υιό Σου πιάσανε και στον φονιά τον πάνε.
Σαν κλέφτη τον επιάσανε και σαν φονιά τον πάνε
και στου Πιλάτου τις αυλές εκεί τον τυραννάνε.

- Χαλκιά, χαλκιά, φτιάσε καρφιά, φτιάσε τρία περόνια.
Και κείνος ο παράνομος βαρεί και φτιάνει πέντε.
Συ, φαραέ, που τα ’φτιασες, πρέπει να μας διδάξεις.
- Βάλτε τα δυό στα πόδια του, τ’ άλλα τα δυό στα χέρια,
το πέμπτο το φαρμακερό βάλτε το στην καρδιά Του
να τρέξει αίμα και νερό να λιγωθεί η καρδιά του.
Η Παναγιά πλησίασε και τα δεξιά κοιτάξει, κανένα δε γνωρίζει.

Κοιτά και δεξιότερα, βλέπει τον Αη Γιάννη:
- Αη Γιάννη, Αη Γιάννη Πρόδρομε και Βαπτιστά του Υιού μου,
μην είδες τον Υιόκα μου τον διδάσκαλό σου;
- Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σου μιλήσω
Δεν έχω χέρι, πάλαμο για να σου Τον εδείξω.
Βλέπεις εκείνον τον γυμνό τον παραπονεμένο
όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο;
Εκείνος είναι ο Γιόκα Σου και ο Διδάσκαλός Σου.

Η Παναγιά του μίλησε, η Παναγιά του λέει:
- Δε μου μιλείς παιδάκι μου, δε μου μιλείς παιδί μου;
- Τι να σου πω Μανούλα μου που διαφορά δεν έχεις;
Μόνο το Μέγα Σάββατο κοντά το μεσημέρι
που θα λαλήσει ο πετεινός, σημαίνουν οι καμπάνες.

Αρβανίτικα Κάλαντα

(περιοχής Θίσβης Βοιωτίας)

Ζότι ις σhουμ ιρί
ε δε κέι μeμeνe Σeρμeρί
ρι νάνι νe κρικj ε κλjα
μονομπίρeνe τσhe βρα
ε σταυρόσνe ε πεδέψeνe
ατά άπιστο οβρέτ.
ούθου ε ραντίσeνe
ε δε φαρμάκj ε ποτίσeνe
με πες περόνα ε καρφόσeνe
ντι νe ντούαρ,ντι νe κeμπe
μe τe μάδενe νe ζeμπρe
ρι νe κeμπe ε κλjα Σιρμeρία
με τe ντία κουσιρίρα.
τσh ρι μόι μeμe εδέ κλjα
σκε γκα μούα διαφορά.

Απόδοση στα Ελληνικά

Ο Κύριος ήταν πολύ νέος
και είχε μάνα την Παναγία.
Κάθεται τώρα στο σταυρό και κλαίει
το μοναχογιό της που σκοτώθηκε.
Τον σταυρώσανε τον παιδέψανε
αυτοί οι άπιστοι Εβραίοι.
Ξίδι τον ποτίσανε
με πέντε καρφιά τον καρφώσανε
δυο στα χέρια,δυο στα πόδια
το πιο μεγάλο στην καρδιά.
Κάθεται στα πόδια και κλαίει η Παναγία
με τις δύο ξαδέλφες.
Τι κάθεσαι καλέ μάνα και κλαις;
δεν έχεις από μένα διαφορά.

 

 

Κάλαντα των Βαΐων


Κάλαντα άδονταν παλαιότερα και την Κυριακή των Βαΐων, τα οποία εξέφραζαν τη χαρά για τη μεγάλη ημέρα της Ανάστασης που πλησιάζει:

Βάγια, βάγια τω βαγιώ
τρώνε ψάρια και κολιό
και την άλλη Κυριακή
τρώνε κόκκινο αβγό.

Κάλαντα του Πόντου

Βάια βάια το βαϊ,
τρώμε οψάρα και χαμψίν
και τ' απάν την Κερεκήν
τρώμε βούτορον, τυρίν


Κάλαντα του Λαζάρου

 

Το Σάββατο του Λαζάρου (το Σάββατο πριν από την Κυριακή των Βαΐων) τα παιδιά γυρίζουν τα σπίτια και τραγουδούν τα ειδικά κάλαντα (Λαζαρικά) σε διάφορες παραλλαγές, που εξιστορούν την «εκ νεκρών έγερση» του Λαζάρου.

Το Σάββατο του Λαζάρου (το Σάββατο πριν από την Κυριακή των Βαΐων) τα παιδιά γυρίζουν τα σπίτια και τραγουδούν τα ειδικά κάλαντα (Λαζαρικά) σε διάφορες παραλλαγές, που εξιστορούν την «εκ νεκρών έγερση» του Λαζάρου.

Τελειώνοντας το τραγούδι τους τα Λαζαράκια, όπως αποκαλούνται οι καλαντιστές της ημέρας, συνεχίζουν με ευχετικούς και επαινετικούς στίχους για το σπίτι και δέχονται ως φιλοδώρημα αυγά που τα τοποθετούν σ’ ένα στολισμένο καλαθάκι (σε κάποιες περιοχές φρούτα ή χρήματα). Τον Λάζαρο τραγουδούν κυρίως κορίτσια σχολικής ηλικίας, τα οποία αποκαλούνται λαζαρίνες, λαζαρίτσες, λαζαρούδισσες κ.α.

Γενικότερα, το Σάββατο του Λαζάρου λαμβάνει χαρούμενο χαρακτήρα, καθώς η έγερση του Λαζάρου προαναγγέλλει την Ανάσταση του Χριστού.

Τα κάλαντα του Λαζάρου

Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια,
ήρθε των Βαγιών η εβδομάδα.
Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι,
ήρθε η μέρα σου και η χαρά σου.

Πού ήσουν Λάζαρε; Πού ήσουν κρυμμένος;
Κάτω στους νεκρούς, σαν πεθαμένος.

Δε μου φέρνετε, λίγο νεράκι,
που 'ν' το στόμα μου πικρό φαρμάκι.

Δε μου φέρνετε λίγο λεμόνι,
Που 'ν' το στόμα μου, σαν περιβόλι.

Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια,
ήρθε η Κυριακή που τρων’ τα ψάρια.

Σήκω Λάζαρε και μην κοιμάσαι,
ήρθε η μάνα σου από την πόλη,
σου ’φέρε χαρτί και κομπολόι.

Γράψε Θόδωρε και συ Δημήτρη,
γράψε Λεμονιά και Κυπαρίσσι.

Το κοφνάκι μου θέλει αυγά,
κι η τσεπούλα μου θέλει λεφτά.

Βάγια, Βάγια και Βαγιώ.
τρώνε ψάρι και κολιό.
Και την άλλη Κυριακή,
τρώνε το ψητό τ’ αρνί.

Παραλλαγή 1

Ήρθε ο Λάζαρος ήρθαν τα Βάγια
Ήρθε κι ο Χριστός να πούμε τ’ Άγια

Ήρθε ο Χριστός απ’ την Καισαρία
Εκεί έβρισκε Μάρθα και Μαρία

Μάρθα, που ’ναι ο Λάζαρος ο αδερφός σας
φίλος του Χριστού και ιδικός μας;

Λένε αφέντη μου, που είναι απεθαμένος
Και με τους νεκρούς ανταμωμένους.

Ας υπάγουμε να τον ιδούμε
και στον τάφο του να λυπηθούμε.

Λέγε Λάζαρε, τι είδες στον Κάτω Κόσμο που επήγες;
Είδα φόβους, είδα τρόμους, είδα βάσανα και πόνους.

Όσα φύλλα έχει ο κίσσαρας και η πόλη παραθύρια
Τόσα καλά να δώσει ο Θεός εδώ που τραγουδούμε
και τη Λαμπρή, την Πασχαλιά καλόκαρδοι να βρούμε.

Παραλλαγή 2

Αν είναι με το θέλημα
και με τον ορισμό σας,
Λαζάρου την Ανάσταση
να πω στ’ αρχοντικό σας.

Έβγατε παρακαλούμε,
για να σας διηγηθούμε,
για να μάθετε τι εγίνη,
σήμερα στην Παλαιστίνη.

Σήμερον έρχεται ο Χριστός,
ο επουράνιος Θεός.
Εν τη πόλει Βηθανία,
Μάρθα κλαίει και Μαρία·

Λάζαρον τον αδερφό τους
τον γλυκύ και καρδιακό τους,
τρεις ημέρες τον θρηνούσαν
και τον εμοιρολογούσαν.

Την ημέρα την τετάρτη,
κίνησε ο Χριστός για να ’ρθη.
Και εβγήκεν κι η Μαρία
έξω από τη Βηθανία.

Και εμπρός του γόνυ κλει,
και τους πόδες του φιλεί.
-Αν εδώ ήσουν Χριστέ μου,
δεν θ’ απέθνησκε ο αδερφός μου.

Μα κι εγώ τώρα πιστεύω,
και καλότατα εξεύρω,
ότι δύνασ’ αν θελήσεις
και νεκρούς να αναστήσεις.

-Λέγε, πίστευε, Μαρία
άγωμεν εις τα μνημεία.
’Κείνοι παρευθύς επήγαν
και τον τάφο του εδείξαν.

Τον τάφο να μου δείξετε
και ’γω θε να πηγαίνω.
Τραπέζι να ’τοιμάσετε,
και ’γω τον ανασταίνω.

Επήγαν και του έδειξαν
τον τάφο του Λαζάρου.
Τους είπε και εκύλισαν
τον λίθο, πούχε απάνου.

Τότε κι ο Χριστός δακρύζει
και τον Άδη φοβερίζει:
-Άδη, Τάρταρε και Χάρο.
Λάζαρον θα σου τον πάρω.

Δεύρο έξω Λάζαρέ μου,
φίλε και αγαπητέ μου.

Παρευθύς από τον Άδη,
ως εξαίσιο σημάδι,
Λάζαρος απενεκρώθη,
ανεστήθη και σηκώθη.

Λάζαρος σαβανωμένος
και με το κηρί ζωσμένος.
Εκεί Μάρθα και Μαρία,
εκεί κι όλη η Βηθανία.

Μαθητές και Αποστόλοι
τότε ευρεθήκαν όλοι,
δόξα τω Θεώ φωνάζουν,
και το Λάζαρο εξετάζουν.

Παραλλαγή 3

-Λάζαρε, πες μας τι είδες,
εις τον Άδη που επήγες;
-Είδα φόβους, είδα τρόμους,
είδα βάσανα και πόνους.

Δώστε μου λίγο νεράκι,
να ξεπλύνω το φαρμάκι.
Της καρδούλας μου το λέω,
και μοιρολογώ και κλαίω.

Του χρόνου πάλι να ’ρθουμε,
με υγεία να σας βρούμε.
Στον οίκο σας χαρούμενοι,
τον Λάζαρο να πούμε.

Σε τούτο τ’ αρχοντόσπιτο
πέτρα να μη ραϊσει.
Και ο νοικοκύρης του σπιτιού,
χρόνια πολλά να ζήσει.

Να ζήσει χρόνια εκατό,
και να τα ξεπεράσει.

Το τραγούδι του Λαζάρου

(Παραδοσιακό Κυπριακό)

Έαρ ημίν επέφανεν, τοις πάσι το μηνύον
την του Λαζάρου έγερσιν, ξένον, φρικτόν σημείον.

Άνθη και ρόδα εύοσμα, κατάνυξις ψυχής τε,
και λέγω σας, ακροαταί, εις την χαράν να είσθε.

Ακούσατε την έγερσιν του τεταρταίου φίλου
και την χαράν, ην έλαβον αι αδελφαί εκείνου,

δια να καταλάβετε τι είναι θεία Αγάπη
και πώς ψυχή λυτρώννεται από πικρόν τον Άδην,

ως και αυτός ο Λάζαρος, όστις είχεν αγάπην
με τον Δεσπότην τον Χριστόν, πολλήν, καθαρωτάτην.

Αρχίζω την διήγησιν κι όλοι ακροασθείτε
με πόθον και με προσοχήν,για να ωφεληθήτε.

Ο Λάζαρος κατήγετο από την Βηθανίαν
και τον Χριστόν εδέχετο με περισσήν φιλίαν.

Είχεν και δύο αδελφάς, την Μάρθαν και Μαρίαν,
είχον αγάπην περισσήν και καθαράν καρδίαν.

Αυτός λοιπόν ησθένησεν ασθένειαν μεγάλην
και πυρετός τον έβαλεν, κι είχεν μεγάλην ζάλην.

Μα ο Χριστός ευρίσκετο εις μίαν άλλην πόλιν
με όχλον πολυάριθμον ομού και αποστόλοι.

Τοις μαθηταίς του έλεγεν με την βραχυλογίαν,
«σηκούτε να υπάγωμεν πάλιν στην Βηθανίαν,
ο Λάζαρος κεκοίμηται και θέλω να κινήσω,
δια να πάγω προς αυτόν και να τον εξυπνήσω.»

Οι μαθηταίς δεν εννοούν το τί ’θελεν να είπη,
ο Λάζαρος απέθανεν, κι είναι μεγάλη λύπη,
ημέρες είναι τέσσερεις, που είναι πεθαμμένος
και εις τον τάφον βρίσκεται κ’ είναι λαζαρωμένος.

Τότε λοιπὸν ξεκίνησαν να παν στην Βηθανίαν
οι αποστόλοι κι ο Χριστός και όλ’ η συνοδεία.

Η Μάρθα τους προϋπαντά με θρήνους και με γόους
και προσκυνούσα τον Χριστόν, λέγει αυτούς τους λόγους:
«Άν ήσο ώδε, Κύριε, o Λάζαρος, ο φίλος
ποτέ δεν θα απέθνησκεν το βέβαιον εκείνος.»

Κι ο Ιησούς μας ο Χριστός τότε συνεκινήθην:
«Μάρθα, Μαρία, μην κλαίτε, μόνον έχετε πίστιν
ο γαρ πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσει.»

Λεγ’ η Μαρία, «Κύριε, ξεύρω, όσ’ αν αιτήσης,
Σου τα χαρίζει ο Θεός, αν θέλης και ορίσης».
Της λέγει «που τεθήκατε τον Λάζαρον τον φίλον,
υπάγετε ουν έμπροσθεν και δείξατέ μοι εκείνον».

Και παρευθύς επρόσταξεν τούτον να ποιήσουν,
τον λίθον εκ του μνήματος να τον αποκυλίσουν.

Επάνωθεν του μνήματος εστάθην και δακρύζει.
Κι ως άνθρωπος εδάκρυσεν με ευσπλαχνίαν,
να δείξει την συμπάθειαν και την επιεικείαν,
και ως Θεός εφώναξεν μίαν φωνήν μεγάλην,
«Λάζαρε, δεύρο έξελθε», κι ηκούσθην εις τον Άδην.

Ο Άδης αναστέναξεν, έτρεμεν, εφοβείτον,
ως ήκουσεν του Ιησού την θεϊκήν φωνήν του
τον Λάζαρον απέλυσεν ευθύς και τον αφίνει
και τον βιάζει μάλιστα μήπως εκεί απομείνη.

Εξήλθεν ουν ο Λάζαρος έξω λαζαρωμένος,
κίτρινος, μαύρος και χλωμός και τεταπεινωμένος.
Επρόσταξεν κι ελύσαν του τας χείρας και τας πόδας,
και πήγεν εις τον oίκον του μονάχος...

Αρβανίτικα Κάλαντα του Λαζάρου

(περιοχής Θίσβης Βοιωτίας)

Τσιράν τσιράν γκιτόνεζα
ντιλj μόι νούσεζα ερέ
ιπι ντjάλjετe νj βε
πeρ τε βαπς νe κουκj μπογιά
τε χάι Πασχ τeμπeδά

Απόδοση στα Ελληνικά
Τσιράνι* τσιράνι γειτόνισσα
βγες καλέ νύφη μου καινούργια
και δώσε στο παιδί ένα αβγό
για να το βάψει σε κόκκινη μπογιά
να το φάει το Μεγάλο Πάσχα.

* τσιράνι=κίτρινα λουλουδάκια, με τα οποία τα παιδιά στόλιζαν τα καλαθάκια τους για να τραγουδήσουν τα κάλαντα.




 

 

 

 

 

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου