Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 26 Απρ 2021
Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράιερ (περίφημος Αυστριακός μισέλληνας)
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 

Ο Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράιερ (Jakob Philipp Fallmerayer 10 Δεκεμβρίου 1790, Τιρόλο – 26 Απριλίου 1861, Μόναχο) ήταν Αυστριακός περιηγητής, δημοσιογράφος, πολιτικός και ιστορικός, περισσότερο γνωστός για τις περιηγητικές αφηγήσεις του και τις θεωρίες του σχετικά με τη φυλετική καταγωγή των Νεοελλήνων.

Στα βιβλία του “Ιστορία της χερσονήσου της Πελοποννήσου κατά τους Μεσαιωνικούς Χρόνους” και “περί της καταγωγής των σημερινών Ελλήνων” που γράφτηκαν στη δεκαετία του 1830, διατυπώνει την άποψη πως οι Έλληνες της νεότερης εποχής δεν κατάγονται από τους αρχαίους Έλληνες, αλλά προέρχονται από Σλάβους που εισέβαλαν στην Ελλάδα κατά την περίοδο του Μεσαίωνα και Αλβανούς που εξαπλώθηκαν κατά τον ύστερο Μεσαίωνα και τους νεότερους χρόνους . Όλοι αυτοί αναμίχθηκαν με ελληνόφωνους, αλλά μη Έλληνες το γένος, Βυζαντινούς πρόσφυγες, δημιουργώντας τον λαό των νέων Ελλήνων.

Ο Φαλμεράιερ καταγόταν από φτωχούς γονείς και φέρεται ότι κατά την παιδική του ηλικία ήταν βοσκός. Αργότερα φοίτησε στην εκκλησιαστική σχολή του Μπρίξεν και στο Πανεπιστήμιο του Σάλτσμπουργκ, όπου σπούδασε θεολογία, ανατολικές γλώσσες και ιστορία. Αργότερα σπούδασε τη νομική επιστήμη στο Πανεπιστήμιο του Λάντσχουτ, για να αφοσιωθεί τελικά στην κλασική φιλολογία και τη γλωσσολογία. Ολοκληρώνοντας τη στρατιωτική του θητεία στο βαθμό του υπολοχαγού, έμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα στη Γαλλία με το σύνταγμά του, ως δάσκαλος στο Άουγκσμπουργκ. Αργότερα διετέλεσε καθηγητής στο φιλολογικό λύκειο του Λάντσχουτ.

Από το 1831 έως το 1834 περιηγήθηκε με τον Ρώσο στρατηγό Όστερμαν-Τολστόι την Αίγυπτο, τη Νουβία, την Παλαιστίνη, τη Συρία, τις Σποράδες, τις Κυκλάδες, την ηπειρωτική Ελλάδα – όπου φέρεται ότι συναντήθηκε με τον αρχαιολόγο Κυριάκο Πιττάκη – και αργότερα την Κωνσταντινούπολη.

Το 1835 έγινε μέλος της Ακαδημίας Επιστημών του Μονάχου και το 1836 εγκατέλειψε την πόλη για να περιηγηθεί τη νότια Γαλλία και την Ιταλία με τον φίλο του πλέον Όστερμαν-Τολστόι. Στην Ιταλία παρέμεινε τέσσερα χρόνια, συγκεκριμένα στη Γένοβα, και από εκεί επιχείρησε μια δεύτερη περιηγητική εκστρατεία στην Ανατολή, διαπλέοντας τον Δούναβη μέχρι τον Εύξεινο Πόντο και από εκεί στην Τραπεζούντα και την Κωνσταντινούπολη, το Άγιο Όρος, τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία.

 

 

Ο τάφος του Φαλμεράιερ στο Παλαιό Νότιο Νεκροταφείο του Μονάχου (Alter Südlicher Friedhof)

Στην τρίτη περιήγησή του στην Ανατολή επισκέφθηκε και πάλι την Κωνσταντινούπολη, τη Μικρά Ασία, τη Συρία και την Παλαιστίνη. Τις περιηγήσεις διέκοψε ο διορισμός του ως τακτικού καθηγητή της ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Επιστρέφοντας στο Μόναχο, πέραν της καθηγητικής του ιδιότητας, ο Φαλμεράιερ ασχολήθηκε και με την πολιτική, ως βουλευτής της Γερμανικής Εθνοσυνέλευσης της Φραγκφούρτης. Εξαιτίας των δεδηλωμένων αντιμοναρχικών του φρονημάτων εκδιώχθηκε από το Πανεπιστήμιο και αναγκάστηκε να καταφύγει στην Ελβετία. Επέστρεψε μόνον, όταν ψηφίστηκε αμνηστευτικός νόμος το 1850 για όλους τους αντιφρονούντες. Τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του τα έζησε μακριά από την πολιτική και το πανεπιστήμιο, ασκώντας βιοποριστικά το επάγγελμα του δημοσιογράφου.

Αν και ως ιστορικός δε θεωρείται εξέχων, τα έργα του – μείζονα και ελάσσονα – διακρίνονται για τη λογοτεχνική τους αξία, το κλασικό ύφος και τη γλώσσα τους. Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, ως πηγές έρευνας για τις αφηγήσεις τους, θεωρούνται τα απομνημονεύματά του. Ο αντίκτυπος της θεωρίας του για την καταγωγή των Νεοελλήνων ήταν και η γενεσιουργός αιτία της επιστήμης της Λαογραφίας στην Ελλάδα.

Θεωρία περί ελληνικής φυλετικής ασυνέχειας

Η θεωρία του Φαλμεράιερ περί των νεοελλήνων διατυπώθηκε κυρίως στο βιβλίο του “Ιστορία της χερσονήσου της Πελοποννήσου κατά τους Μεσαιωνικούς Χρόνους”, όπου – μεταξύ άλλων – συνοψίζει την ιστορία της περιοχής της Ελλάδας από την αρχαιότητα μέχρι και τα τέλη του Μεσαίωνα, ενώ λίγα χρόνια μετά κυκλοφόρησε και το βιβλίο “περί της καταγωγής των σημερινών Ελλήνων” το οποίο ουσιαστικά ήταν μια απάντηση στους επικριτές του πρώτου βιβλίου συμπληρωμένο με κάποια καινούργια στοιχεία που στήριζαν τη θεωρία του. Την εποχή της εμφάνισης της θεωρίας του περί της μη καταγωγής των Νεοελλήνων από τους αρχαίους ξέσπασε μεγάλος θόρυβος τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα, προκαλώντας αρνητικά-εν είδει αντιρρητικής φιλολογίας-αλλά και κάποια θετικά σχόλια. Οι Έλληνες λόγιοι προσπάθησαν να αποδείξουν αβάσιμους τους ισχυρισμούς του με συγκριτικές μελέτες της γλώσσας, των ηθών και των εθίμων των Ελλήνων διαχρονικά. Αρκετοί Έλληνες λόγιοι δημοσίευσαν έργα, ενώ οι εφημερίδες δημοσίευσαν πολεμικές και γελοιογραφίες εναντίον του. Φέρεται ότι διάφοροι ρήτορες τον απαξίωναν σε διαλέξεις, ενώ τα παιδιά τον αποδοκίμαζαν στο δρόμο. Χαρακτηριστικό της ανασφάλειας ή και της εχθρότητας με την οποία αντιμετωπίστηκε η θεωρία του Φαλμεράιερ μέσα στην Ελλάδα είναι ότι τα δύο επίμαχα βιβλία δεν μεταφράστηκαν στα Ελληνικά και δεν κυκλοφόρησαν στην αγορά παρά μόνο κατά τα έτη 2002 και 1984 αντίστοιχα.

Η θεωρία του, αν και περιέχει μεγάλη δόση υπερβολής, εμπεριέχει μερικά έγκυρα στοιχεία, ιδιαίτερα την άρνηση της ιδέας της φυλετικής καθαρότητας. Σύμφωνα με τις απόψεις του – που στηρίχθηκαν κυρίως σε έργα Βυζαντινών συγγραφέων, ιστορικά στοιχεία και σε αρκετά σλαβικής προέλευσης τοπωνύμια της Ελλάδας – η φυλή των αρχαίων Ελλήνων εξαφανίστηκε παντελώς εξαιτίας της καθόδου σλαβικών φύλων στην Πελοπόννησο και την υπόλοιπη Ελλάδα μεταξύ του 6ου και του 8ου αιώνα μ.Χ., ενώ αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να υπάρχουν μόνο κάποια μικρά αρχαιοελληνικά υπολείμματα κατοίκων στην Τσακωνία και στη Μάνη. Συγκεκριμένα αναφέρει:

Η ελληνική φυλή έχει τελείως εξολοθρευτεί από την Ευρώπη. Η φυσική ομορφιά, το μεγαλείο του πνεύματος, η απλότητα των συνηθειών, η καλλιτεχνική δημιουργία, οι αθλητικοί αγώνες, οι πόλεις, τα χωριά, το μεγαλείο των μνημείων και των αρχαίων ναών, ακόμα και το όνομα του λαού, έχουν εξαφανισθεί από την Ελλάδα

Για τον Φαλμεράιερ, πρόγονοι των συγχρόνων Ελλήνων είναι οι Σλάβοι, κατά κύριο λόγο, και οι Αλβανοί που μετανάστευσαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, εξαφανίζοντας την ελληνική φυλή, με αποτέλεσμα οι σύγχρονοι Έλληνες να αποτελούν στην ουσία μια σλαβική φυλή αναμεμειγμένη με Αλβανούς και ελληνόφωνους Βυζαντινούς πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία,τον Βόσπορο,τη Θράκη κλπ.:

Ούτε μία απλή σταγόνα αίματος, γνησίου ελληνικού αίματος, δεν τρέχει στις φλέβες των χριστιανών κατοίκων της σημερινής Ελλάδας. Μια τρομερή καταιγίδα διασκόρπισε έως την πιο απόμακρη γωνιά της Πελοποννήσου μια νέα φυλή, συγγενή προς την μεγάλη φυλή των Σλάβων. Οι Σκύθες-Σλάβοι, οι Ιλλυριοί-Αρβανίτες, οι συγγενικοί με τους Σέρβους και τους Βουλγάρους λαοί, είναι εκείνοι που τώρα ονομάζουμε Έλληνες. Ένας λαός με σλαβικά χαρακτηριστικά , τοξοειδείς βλεφαρίδες και σκληρά χαρακτηριστικά Αλβανών βοσκών του βουνού, που φυσικά δεν προέρχεται από το αίμα του Νάρκισσου, του Αλκιβιάδη και του Αντίνοου. Μόνο μια δυνατή ρομαντική φαντασία μπορεί να ονειρεύεται ακόμα μια αναγέννηση των αρχαίων Ελλήνων

Η θεωρία έχει την βάση της στην αναστροφή της εξιδανικευμένης εικόνας που κατασκεύασαν οι Ευρωπαίοι για τους σύγχρονους Έλληνες. Η σκληρή πραγματικότητα της Ελλάδας στη συγκεκριμένη περίοδο ήταν η εικόνα της εξαθλίωσης και της προσαρμογής στα “βάρβαρα”, κατά τους Ευρωπαίους διανοούμενους, ήθη της Ανατολής. Στο βαθμό που οι σύγχρονοι Έλληνες διέψευδαν τις προσδοκίες των ρομαντικών φιλελλήνων, άρχισε σταδιακά να αμφισβητείται και η ίδια τους η ταυτότητα, δηλαδή η αρχαιοελληνική καταγωγή, πάνω στην οποία αυτοί θεμελίωσαν τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό και την επανάστασή τους.

Ένα διπλό στρώμα από ερείπια και ο βόρβορος δύο νέων και διαφορετικών λαών σκεπάζει τους τάφους των αρχαίων Ελλήνων. Τα αθάνατα έργα του αρχαίου ελληνικού πνεύματος και μερικά ερείπια, που βρίσκονται στην Ελλάδα, αποτελούν τώρα την μόνη απόδειξη πως πριν από πολλά χρόνια υπήρχε ένας λαός σαν τους Έλληνες

Σύμφωνα με τις απόψεις του Φαλμεράιερ, ο εκσλαβισμός και ο εξαλβανισμός περιοχών της ελλαδικής επικράτειας νόθευσε και εξαφάνισε μέσω της φυλετικής επιμειξίας την αρχαιοελληνική φυλή και τον πολιτισμό της. Σύμφωνα με το επιχείρημα της φυλετικά ανόθευτης ιστορικής κοινότητας (χαρακτηριστικό της ρομαντικής ιστοριογραφίας), οι σύγχρονοι Έλληνες δεν είναι γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων και συνεπώς δεν είναι ορθό να αντιμετωπίζονται ως τέτοιοι. Την δε ελληνική γλώσσα που μιλούν οι νεοέλληνες την εξηγεί ως ένα κατάλοιπο της βυζαντινής κυριαρχίας επάνω στους σλαβικούς πληθυσμούς κατά τον Μεσαίωνα, αλλά και αποτέλεσμα προσφυγικών κυμάτων από ελληνόφωνες περιοχές της Ανατολής κατά την ίδια περίοδο. Αυτό το στηρίζει με το επιχείρημα πως η νεοελληνική γλώσσα δεν είναι αρχαϊζουσα, αλλά βυζαντινής χροιάς. Η άποψή του προκάλεσε σημαντική κρίση στη σχέση που δημιούργησαν οι σύγχρονοι Έλληνες με την ταυτότητά τους, το παρελθόν και την ιστορία τους. Η αμφισβήτηση της καταγωγής από τους αρχαίους προγόνους έθεσε ζήτημα επαναπροσδιορισμού της εθνικής ταυτότητας. Το ζήτημα της ιδιαιτερότητας και μοναδικότητας του ελληνικού έθνους τέθηκε υπό καθεστώς επαναδιαπραγμάτευσης.

Οι ιστορικοί που έγραψαν προκειμένου να αντικρούσουν τη θεωρία του υποστηρίζουν πως ο Φαλμεράιερ παρερμήνευσε χωρία Βυζαντινών ιστορικών. Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος υπήρξε από τους πιο σημαντικούς Έλληνες ιστορικούς οι οποίοι επέκριναν ως εσφαλμένη τη θεωρία του Αυστριακού, μέσα από τη μελέτη του περί της εποίκισης των Σλάβων στην Πελοπόννησο.

Το ζήτημα της καταγωγής των σύγχρονων Ελλήνων τέθηκε, ως ήταν φυσικό, στο επίκεντρο της έρευνας της ελληνικής και ξένης ιστοριογραφίας της περιόδου, σαφώς επηρεασμένης από τον ρομαντικό ιστορισμό. Το πλαίσιο μέσα στο οποίο έγινε αυτός ο προσδιορισμός ήταν καθαρά πολιτισμικό. Εφόσον ο ελληνικός πολιτισμός επιβιώνει ιστορικά, είναι διαχρονικός, ενιαίος και μοναδικός, καθώς παρουσιάζεται σε όλη την διάρκεια της ιστορικής του πορείας να έχει αφομοιωτικές δυνατότητες των εξωγενών στοιχείων, διατηρώντας τον πυρήνα της ταυτότητάς του. Αυτή ήταν η βασική ιδέα, μέσω της οποίας επιχειρήθηκε η αποκατάσταση της ιστορικής συνέχειας του ελληνικού έθνους ανά τους αιώνες και συνεπώς η αντίκρουση της θεωρίας Φαλμεράιερ.

Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι θεωρίες του Φαλμεράιερ απορρίφθηκαν ως υποκειμενικές και αντιεπιστημονικές από την Βαυαρική Ακαδημία Επιστημών και Κλασικών Μελετών, ενώ ο ίδιος δέχτηκε επικρίσεις και από αρκετούς Ευρωπαίους ιστορικούς. Για πολλούς από τους επικριτές του Φαλμεράιερ, το έργο του είναι βαθιά ιδεολογικό, οδηγούμενο από πολιτικά κίνητρα και φιλοδοξίες. Θεωρούν ότι γράφτηκε ως αντίβαρο στον επικρατούντα φιλλεληνισμό των Βαυαρών και υπό τον παρανοϊκό φόβο της ρωσικής επέκτασης στη Μεσόγειο, επιδιώκοντας της διατήρηση μιας ισχυρής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Κατά τον Νίκο Σβορώνο η «επιστημονική» αυτή θεωρία (τα εισαγωγικά δικά του) ήρθε την κατάλληλη στιγμή για να ενισχύσει τις αντιδραστικές δυνάμεις της Ευρώπης οι οποίες είχαν ανησυχήσει σοβαρά από την Ελληνική Επανάσταση και το φιλελληνικό κίνημα, εκφράσεις κυρίως του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού. Κατά τον ίδιο, οι επήλυδες Σλάβοι δεν κατάφεραν να εκτοπίσουν τους ελληνικούς πληθυσμούς Το νότιο βαλκανικό τμήμα της αυτοκρατορίας διέθετε στα μέσα του 8ου αιώνα αρκετούς ελληνικούς πληθυσμούς ώστε ο Κωνσταντίνος ο Ε’ να μεταφέρει «εκ των νήσων και Ελλάδος και των κατωτικών μερών» πληθυσμούς για να πυκνώσει τον πληθυσμό της Κωνσταντινούπολης που είχε αραιωθεί από τον λιμό του 746. Την ίδια εποχή άλλες πηγές μιλούν για ολόκληρα τμήματα του ελληνικού χώρου, κυρίως τα παράλια, που είχαν ξεφύγει εντελώς από τις σλαβικές επιδρομές. Γενικά αυτές οι πηγές ισχυρίζονται πως ο ελληνισμός που έμεινε επί τόπου ήταν αρκετός σε όγκο και συνοχή ώστε, βοηθούμενος από την πολιτική της κεντρικής εξουσίας να ανακτήσει τα χαμένα εδάφη και να αφομοιώσει τα ξένα στοιχεία και πως κάποιοι εκ των Σλάβων μεταφέρθηκαν στη Μικρά Ασία και αντικαταστάθηκαν από ελληνικούς ή εξελληνισμένους πληθυσμούς από την ίδια περιοχή και πως ταυτόχρονα, ελληνικοί πληθυσμοί που είχαν καταφύγει στα νησιά του Αιγαίου και στις οχυρές πόλεις επιστρέφουν στους τόπους τους.

Φυλογενετικές έρευνες

Από τις γενετικές έρευνες που διεξάγονται τα τελευταία χρόνια τα αποτελέσματα σε ότι αφορά τη θεωρία Φαλμεράιερ είναι μάλλον αμφιλεγόμενα. Για παράδειγμα σύγχρονη επιστημονική έρευνα, η οποία στηρίχθηκε στην ανάλυση του DNA, συμπεραίνει ότι το γενετικό υλικό των σημερινών κατοίκων της Πελοποννήσου διαθέτει ελάχιστα (ποσοστό 0,2 έως 14,4%) στοιχεία σλαβικής προέλευσης. Ιδιαίτερα για την περιοχή της Μάνης και της Τσακωνίας, οι οποίες κατά τον Φαλμεράιερ είχαν αποικιστεί από σλαβικές φυλές, η έρευνα έδειξε πολύ χαμηλά ποσοστά συσχέτισης με τους Σλάβους. Πρόκειται για γενετική έρευνα διεθνούς επιστημονικής ομάδας για την καταγωγή των Ελλήνων της Πελοποννήσου, η οποία δημοσιεύτηκε στο European Journal of Human Genetics στις 8 Μαρτίου 2017 και συμπεραίνει ότι οι Έλληνες της περιοχής έχουν ισχυρότερη γενετική σχέση με άλλους νοτιοευρωπαϊκούς πληθυσμούς (Σικελούς και Ιταλούς) παρά με τους Σλάβους. Κατά την έρευνα αυτή, ο σλαβικός εποικισμός φαίνεται να ήταν περιορισμένος σε σχέση με το μέγεθος του τοπικού μεσαιωνικού πληθυσμού ο οποίος δεν εξαφανίστηκε, όπως είχε υποστηρίξει ο Φαλμεράιερ. Σε μελέτη του περιοδικού Nature οι ερευνητές συμπέραναν ότι υπάρχει φυλετική σύνδεση των Ελλήνων της Μυκηναϊκής περιόδου με τους σύγχρονους Έλληνες, όχι όμως σε βαθμό “φυλετικής απομόνωσης” προς τους γειτονικούς πληθυσμούς.

Διεθνείς έρευνες που γίνονται-και χάρτες που σχηματίζονται με βάση το DNA του κάθε λαού φέρουν το Ελληνικό DNA πιο κοντά σε Ιταλούς, Σλάβικους λαούς (όπως Βούλγαρους, Σέρβους και Τσέχους), Αλβανούς και Τούρκους.

Υιοθέτηση των θέσεων στη ναζιστική Γερμανία

Kατά τη διάρκεια της Κατοχής της Ελλάδας από τον Άξονα (1941-1944) οι απόψεις του Φαλμεράιερ φέρεται να ήταν δημοφιλείς στους ναζιστικούς κύκλους και να χρησίμευαν, κατά κάποιο τρόπο, ως άλλοθι για όσα κακά διέπραξαν στην Ελλάδα. Μάλιστα για αυτό το λόγο θεωρήθηκε σκόπιμο να πειστούν οι μορφωμένοι στην κλασική παιδεία αξιωματικοί του Γερμανικού Στρατού ότι οι σύγχρονοι κάτοικοι της Ελλάδας δεν είχαν ουδεμία σχέση με την Αρχαία Ελλάδα ώστε να μπορέσουν να προβούν πιο εύκολα σε βιαιοπραγίες και δολοφονίες κατά Ελλήνων. Επίσης σημειώθηκαν και περιπτώσεις που ναζί ερευνητές πραγματοποίησαν έρευνες κατά τη διάρκεια της Κατοχής για τον ίδιο σκοπό.

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου