Πολιτική δραστηριότητα
Πρώτες εμφανίσεις στο Βερολίνο
Επικεφαλής της Προπαγάνδας
Υπονόμευση της Δημοκρατίας
Στόχος της δραστηριότητας του Γκαίμπελς ήταν να οδηγήσει το NSDAP στην εξουσία με κάθε μέσο που επέτρεπε το δημοκρατικό Κράτος δικαίου και να ακυρώσει κατόπιν τη δημοκρατική συνταγματική δομή του. Γράφει σχετικά, το 1928, στο άρθρο του στην εφημερίδα Der Angriff, 30 Απριλίου 1928, σελ. 1): “Was wollen wir im Reichstag” (Τι θέλουμε στην Βουλή):
- Wir gehen in den Reichstag hinein, um uns im Waffenarsenal der Demokratie mit deren eigenen Waffen zu versorgen. Wir werden Reichstagsabgeordnete, um die Weimarer Gesinnung mit ihrer eigenen Unterstützung lahm zu legen. Wenn die Demokratie so dumm ist, uns für diesen Bärendienst Freifahrkarten und Diäten zu geben, so ist das ihre Sache. … Uns ist jedes gesetzliche Mittel recht, den Zustand von heute zu revolutionieren. Wenn es uns gelingt, bei diesen Wahlen sechzig bis siebzig Agitatoren und Organisatoren unserer Partei in die verschiedenen Parlamente hineinzustecken, so wird der Staat selbst in Zukunft unseren Kampfapparat ausstatten und besolden. … Auch Mussolini ging ins Parlament. Trotzdem marschierte er nicht lange darauf mit seinen Schwarzhemden nach Rom. … Wir kommen als Feinde! Wie der Wolf in die Schafherde einbricht, so kommen wir. Jetzt seid Ihr nicht mehr unter Euch! Und so werdet Ihr keine reine Freude an uns haben!
- Θα μπούμε στο Ράιχσταγκ για να εφοδιαστούμε από το οπλοστάσιο της δημοκρατίας με τα όπλα της. Θα γίνουμε βουλευτές για να εξουδετερώσουμε το πνεύμα της Βαϊμάρης χρησιμοποιώντας το ίδιο. Εάν η δημοκρατία είναι τόσο ηλίθια ώστε να μας δώσει το ελεύθερο, και μάλιστα και βουλευτική αποζημίωση για αυτό, είναι θέμα δικό της. … Κάθε νομικό μέσο μάς είναι ευπρόσδεκτο για την ανατροπή των σημερινών καταστάσεων. Εάν πετύχουμε στις εκλογές να βάλουμε εξήντα έως εβδομήντα αγκιτάτορες του κόμματος στα διάφορα κοινοβούλια, μελλοντικά το ίδιο το κράτος θα εξοπλίσει και θα υποστηρίξει οικονομικά τον αγώνα μας. … Και ο Μουσολίνι είχε μπει στο κοινοβούλιο. Κι όμως δεν άργησε να οργανώσει την πορεία προς τη Ρώμη. … Ερχόμαστε ως εχθροί! Όπως ο λύκος που πέφτει σε κοπάδι προβάτων, έτσι ερχόμαστε. Τώρα δεν είστε πλέον μεταξύ σας! Και δε θα έχετε μεγάλη χαρά με εμάς!
Στις 27 Φεβρουαρίου 1933 πραγματοποιείται ο περίφημος “Εμπρησμός του Ράιχσταγκ” από πράκτορες του NSDAP. Σύμφωνα με την κατάθεση του Χανς Γκισέβιους (Hans Gisevius), αξιωματούχου του Πρωσσικού Υπουργείου Εσωτερικών, στη Δίκη της Νυρεμβέργης, “…η ιδέα του εμπρησμού του Ράιχσταγκ ανήκε στον Γιόζεφ Γκαίμπελς…”.
Υπουργός Προπαγάνδας
Ο Γκαίμπελς δεν ανέλαβε αμέσως υπουργικό θώκο, επειδή έτσι είχε συμφωνήσει ο νέος Καγγελάριος στις διαπραγματεύσεις του με τον Πρόεδρο και τα υπόλοιπα συντηρητικά Κόμματα. Ωστόσο, ένα Κόμμα με τις αρχές και τις πρακτικές του NSDAP δεν αναμενόταν να τηρήσει τις αρχικές συμφωνίες. Ο Χίτλερ γνώριζε πόσα όφειλε στην Προπαγάνδα για την άνοδό του στην εξουσία. Ο Γκαίμπελς είχε, άτυπα, ήδη εξουσιάσει την κρατική ραδιοφωνία, κάνοντας μια ραδιοφωνική περιγραφή της λαμπαδηδρομίας που οργανώθηκε για την ανάληψη της Καγκελαρίας από τον Χίτλερ. Στις 13 Μαρτίου του 1933 ο Χίτλερ, αδιαφορώντας για τις συμφωνίες του, ονόμασε τον Γκαίμπελς “Υπουργό Λαϊκής Διαφώτισης και Προπαγάνδας” (Volksaufklärung und Propaganda), κάνοντάς τον έτσι μέλος της Κυβέρνησης. Το νέο Υπουργείο στεγάστηκε στην Βίλχελμστράσσε (Wilhelmstrasse), στο παλαιό ανάκτορο του Λεοπόλδου, απέναντι από το γραφείο του Φύρερ στην Καγκελαρία. Στόχος του νέου Υπουργείου (και της ηγεσίας του) ήταν ο έλεγχος της πνευματικής και πολιτιστικής ζωής του Ράιχ. Πράγματι, το Υπουργείο ασκούσε απόλυτο έλεγχο στον Τύπο, το ραδιόφωνο, το θέατρο και τον κινηματογράφο. Ο Γκαίμπελς εκμεταλλεύθηκε τη νέα του θέση για να εκδώσει το μυθιστόρημά του “Michael”, το οποίο είχε μείνει ανέκδοτο, και να ανεβάσει το θεατρικό έργο “Ο Περιπλανώμενος” (με σαφείς αναφορές στον Ιησού Χριστό), με πολύ μικρή επιτυχία [4]. Αυτό δεν τον εμπόδισε να κάψει περίπου 20.000 βιβλία συγγραφέων Εβραϊκής καταγωγής στις 3 Μαΐου στην πλατεία της Όπερας. Ανάμεσα στα βιβλία που κάηκαν ήταν αυτά των Άλμπερτ Αϊνστάιν, Έριχ Μαρία Ρεμάρκ, Στέφαν Τσβάιχ, Τόμας Μαν (Γερμανοί), Τζακ Λόντον, Έλεν Κέλλερ, Η. Ουέλς, Αντρέ Ζιντ Εμίλ Ζολά κ. ά. (μη Γερμανοί). Σύντομα, το Υπουργείο δημιούργησε αντίστοιχα Επιμελητήρια για τον Τύπο, τις εκδόσεις, το ραδιόφωνο, τον κινηματογράφο, την μουσική, το θέατρο, τις εικαστικές τέχνες και την λογοτεχνία, με εντολές σχετικές με την εκκαθάριση “όλων των εβραϊκής προέλευσης έργων, την ατονική μουσική και την αφηρημένη τέχνη”. Συνέπεια αυτής της πολιτικής ήταν η μαζική μετανάστευση όλων των Εβραϊκής καταγωγής καλλιτεχνών και ενασχολούμενων με τα ΜΜΕ, οι οποίοι αντιμετώπιζαν ανοικτά πλέον το ενδεχόμενο εγκλεισμού τους σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Το ίδιο συνέβη και με πολλές προσωπικότητες της πνευματικής ζωής που δεν πρόσκεινταν στην Ναζιστική ιδεολογία: Είτε εξαναγκάσθηκαν να φύγουν είτε η “φωνή” τους, μέσω του έργου τους, φιμώθηκε ολοσχερώς: Κανείς πνευματικός άνθρωπος δεν μπορούσε να εκθέσει την τέχνη του ή να δημοσιεύσει τα έργα του, αν δεν ήταν μέλος του αντίστοιχου Επιμελητηρίου και η είσοδος σε αυτό εξασφαλιζόταν με την “επίδειξη καλής διαγωγής”, δηλ. δράσης αρεστής στο καθεστώς. Ο Γκαίμπελς είχε αναγκαστεί να λογοκρίνει ορισμένους δημιουργούς, όπως ο συνθέτης Πάουλ Χίντεμιτ, παρά το ότι ο ίδιος ήταν οπαδός της σύγχρονης τέχνης και μουσικής, υπακούοντας στις εντολές του Χίτλερ, ο οποίος απεχθανόταν τη μουσική του. Παρόλ’ αυτά, ο Γκαίμπελς άφησε σχετική ελευθερία σε ορισμένες κινηματογραφικές παραγωγές (κυρίως κωμωδίες), αναγνωρίζοντας ότι ο απλός πολίτης είχε ανάγκη να “ξεφεύγει” από την καθημερινότητα και τον κατακλυσμό προπαγανδιστικού υλικού που δεχόταν. Βοηθήθηκε σε αυτό από το γεγονός ότι στον Χίτλερ άρεσε πολύ ο Μίκυ Μάους. Παράλληλα και για να διαδώσει όσο το δυνατόν περισσότερο τις προπαγανδιστικές του καμπάνιες, πίεσε τη βιομηχανία να κατασκευάσει φθηνά ραδιόφωνα, κι έτσι όλες οι γερμανικές οικογένειες διέθεταν ραδιόφωνο – ιδιαίτερα χρήσιμη συσκευή για την προπαγάνδα του. Οργάνωνε, επίσης, δωρεάν συναυλίες σε εργασιακούς χώρους, εκθέσεις εικαστικών τεχνών και δημιούργησε κινητές κινηματογραφικές μονάδες που επισκέπτονταν τα μικρά μέρη. Με όλα αυτά εξυπηρετούσε τους σκοπούς της προπαγάνδας.
Στην κατάρρευση του καθεστώτος
- “Σας καλώ να πολεμήσετε για την πόλη σας. Πολεμήστε με ό,τι μέσο διαθέτετε, για χάρη των γυναικών και των παιδιών σας, των μητέρων και των πατέρων σας. Τα όπλα σας θα υπερασπίσουν ό,τι μέχρι σήμερα θεωρούμε αγαπημένο, αλλά και τις επερχόμενες γενεές. Να έχετε θάρρος και υπερηφάνεια: Να είστε επινοητικοί και επιδέξιοι! Ο Γκαουλάιτερ σας θα βρίσκεται ανάμεσά σας. Αυτός και οι σύντροφοί του θα παραμείνουν μαζί σας. Η σύζυγος και τα παιδιά του είναι κι αυτοί εδώ. Ο άνθρωπος που κάποτε άλωσε την πόλη με 200 μόνον άνδρες θα χρησιμοποιήσει τώρα όλα τα μέσα για να γαλβανίσει την άμυνα της πρωτεύουσας. Η Μάχη του Βερολίνου πρέπει να είναι το σινιάλο που θα ξεσηκώσει ολόκληρο το έθνος σε μάχη…”.