Loading...

Κατηγορίες

Κυριακή 20 Φεβ 2022
Πάπας Πίος ΣΤ΄
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 
 

Ο Πάπας Πίος ΣΤ΄ (Papa Pio VI, πραγματικό όνομα: Giovanni Angelico Braschi, 25 Δεκεμβρίου 1717 – 29 Αυγούστου 1799) ήταν ο προκαθήμενος της Καθολικής Εκκλησίας από τις 15 Φεβρουαρίου 1775 έως το θάνατό του το 1799. Κινδύνευσε από τη Γαλλική Επανάσταση και από το Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Το κοσμικό του όνομα ήταν Τζοβάννι Άντζελο Μπράσκι. Τον διαδέχθηκε ο Πίος Ζ’.

Ο Τζιανάντζελο Μπράσκι προέρχεται από μια οικογένεια αριστοκρατών της Ρομανίας. Είναι ο μεγαλύτερος από τα οχτώ παιδιά του Κόμη Μάρκο Αουρέλιο Τομάζο Μπράσκι (1684-1759) και της Άννα Τερέζα Μπάντι (1690-1730).

Μεγαλωμένος από τους Ιησουίτες, πραγματοποιεί νομικές σπουδές in utroque jure, που σημαίνει σε αστικό δίκαιο και σε κανονικό δίκαιο, στο Πανεπιστήμιο της Φεράρα. Γίνεται στη συνέχεια γραμματέας του Καρδινάλιου Τομάζο Ρούφο, παπικού απεσταλμένου στην Φεράρα.

Ο Μπράσκι συνοδεύει τον Ρούφο στην Ρώμη για το κονκλάβιο που ακολουθεί τον θάνατο του πάπα Κλήμη ΙΒ’.

Όταν το αφεντικό του, διορίστηκε Πρύτανης του Ιερού Κολεγίου, γίνεται ελεγκτής, υπεύθυνος για την διοίκηση των επισκοπών του Βελέτρι και της Οστίας. Αποκτά τότε ισχυρούς δεσμούς φιλίας με τον διάδοχο Δον Κάρλος, όταν ο τελευταίος γινόταν ο πρώτος Βουρβόνος άρχοντας του Βασιλείου των Δύο Σικελιών. Η διπλωματική του ικανότητα του δίνει την θέση του μυστικού αρχιθαλαμήπολου.

Το 1753, με τον θάνατο του Καρδιναλίου Τομάζο Ρούφο, ο Μπράσκι γίνεται διωτικός γραμματέας του πάπα Βενέδικτου ΙΔ’. Γίνεται ιερέας το 1758.

Το 1766, υπό το ποντιφικάτο του Κλήμη ΙΓ’ (1758/1769), αναλαμβάνει θησαυροφύλακας της Αποστολικής Κάμαρας, που τον καθιστά κύριο της οικονομικής διοίκησης των Παπικών Κρατών.

Στις 26 Απριλίου 1773, προβιβάζεται στην θέση του καρδινάλιου-ιερέα του Αγίου Ονοφρίου από τον πάπα Κλήμη ΙΔ’.

Χάρη στην γαλλική υποστήριξη, το κονκλάβιο που ξεκινά μετά τον θάνατο του Κλήμη ΙΔ’ (1774) τον ψηφίζει στον θρόνο του Αγίου Πέτρου. Επιλέγει το όνομα του Πίου ΣΤ ως φόρο τιμής στον Πίο Ε’, πάπα της εφαρμογής του Συμβουλίου των Τριάντα και της Μάχης της Λεπάντου.

Εκλεγμένος στις 15 Φεβρουαρίου 1775, έγινε επίσκοπος και ταυτόχρονα στέφτηκε στις 22 Φεβρουαρίου. Ο Πίος ΣΤ’, ηλικίας 58 ετών εκείνη την εποχή, θέλει να αναβιώσει το μεγαλείο του Λέοντα Ι’, κάτι που θα επιφέρει την εις βάρος του κριτική του ποιητή Πασκουίνο.

Βρίσκεται αντιμέτωπος με τον αυστριακό ζοζεφισμό και θα πραγματοποιήσει ακόμη κι ένα ταξίδι με προορισμό την Βιέννη το 1782 με στόχο να πείσει τον Αυτοκράτορα Ιωσήφ Β’ να εγκαταλείψει την αντικληρική πολιτική του.

Ο Πίος ΣΤ’ και η Γαλλική Επανάσταση

Λίγο καιρό αργότερα, ο Πίος ΣΤ’ βρέθηκε αντιμέτωπος με τις συνέπειες της Γαλλικής Επανάστασης :

  • την εθνικοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας,
  • την κατάργηση από την Εθνική Συνέλευση των μοναστικών όρκων (νόμος της 13ης Φεβρουαρίου 1790) και την απομάκρυνση των θρησκευτικών ταγμάτων εκτός αυτών που δραστηριοποιούνται στην εκπαίδευση και τις αγαθοεργίες, οδηγώντας έτσι στην απομάκρυνση 100 000 κληρικών (μοναχών, κανόνων, κτλ.), είτις τα δύο τρίτα του κλήρου εκείνης της εποχής στην Γαλλία,
  • το σχέδιο πολιτικού συντάγματος για τον κλήρο (υιοθετήθηκε από την Εθνική Συνέλευση στις 12 Ιουλίου 1790),
  • όπως και και την κατάσταση σχίσματος που είχε ως επακόλουθο, ανάμεσα στους « υπέρ του συντάγματος » ιερείς και επισκόπους και τους “αντισυνταγματικούς” ιερείς και επισκόπους.

Ο Πίος ΣΤ΄ γνωστοποίησε, στις 9 Ιουλίου 1790, στο Βασιλιά της Γαλλίας, Λουδοβίκο ΙΣΤ΄ ότι αντιτίθετο στο σχέδιο εκλαΐκευσης του κλήρου. Έγραψε, επίσης, σχετικώς στους αρχιεπισκόπους του Μπορντό και της Βιέν στις 10 Ιουλίου 1790.

Στις 10 Μαρτίου 1791, ο Πίος ΣΤ΄ απέστειλε το σύντομο χειρόγραφό του « Quod Aliquantum » στον Καρδινάλιο της Λα Ροσφουκώ. Σε αυτό ανέλυε το περιεχόμενο της εκλαΐκευσης του κλήρου, καταδικάζοντάς την. Ωστόσο ανέφερε: « Δεν Έχουμε ακόμη, μέχρις αυτό το σημείο, κεραυνοβολήσει, ως Εκκλησία, τους δημιουργούς αυτής της ατυχούς αναδιάρθρωσης του κλήρου ». Οι απειλές αφορισμού και αναθέματος ήταν έμμεσες. Στην αποστολική του επιστολή « Caritas » της 13ης Απριλίου 1791, ο Πίος ΣΤ΄ άσκησε οξεία κριτική στις νέες εκλογές επισκόπων, και την ευλογία τους από τον επίσκοπο του Ωτάν. Ανακήρυξε σχισματικά τα παρακάτω λόγια του νέου επισκόπου του Κιμπέρ: « Η μεταρρύθμιση αυτή δεν αλλάζει σε τίποτα το δόγμα, του οποίου μεταρρυθμίζει μονάχα τον κανονισμό, και την ξανακαλεί στην αγνότητα των πρώτων αιώνων». Οι ιερατικές του ενέργειες κηρύχτηκαν ανορθόδοξες, ενώ απειλήθηκε με αναθεματισμό. Ωστόσο, ο Πίος ΣΤ΄ επαναδιατύπωσε μια πιο επιφυλακτική θέση απέναντι στην Γαλλική Εθνοσυνέλευση : « Ανακοινώσαμε ότι Αποφύγαμε, μέχρις εδώ, να Αποκηρύξουμε από την Εκκλησία τους συγγραφείς αυτής της ατυχούς μεταρρύθμισης ».

Ωστόσο, ένα από τα σημεία της ήγειρε ερωτήματα. Η αντίδραση του Πίου ΣΤ΄ σε σχέση με την εκλαΐκευση του κλήρου δεν έχει, ακόμη και σήμερα, διαλευκανθεί. Του καταλογίζεται συχνά η καθυστερημένη του αντίδραση σε σχέση με τα γεγονότα. Η καθυστέρηση αυτή άφησε ιερείς και επισκόπους στην αμφιβολία αναφορικά με την στάση τους απέναντι στον όρκο πίστης στο Έθνος, το νόμο, τον βασιλιά, προκαλώντας διχασμό στις γαλλικές επαρχίες στη διάρκεια των πρώτων έξι μηνών του έτους 1791, και δημιουργώντας ένα πραγματικό σχίσμα. Το ζήτημα αυτό αποτέλεσε αντικείμενο συζητήσεων μεταξύ των ιστορικών των θρησκειών. Υπάρχουν αρχεία επί αυτού του θέματος στη Γαλλία.

Το 1793, μετά την διακήρυξη της Δημοκρατίας ως πολίτευμα στη Γαλλία, μια επιτροπή αποφάσισε την παύση της χρήσης του γρηγοριανού ημερολογίου και την αντικατάστασή του από ένα δημοκρατικό ημερολόγιο με εβδομάδες διάρκειας δέκα ημερών, χωρίς την παρουσία Κυριακών.

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου