Βάσει των πληροφοριών η υπόθεση αναμένεται να εκδικαστεί εντός Ιουνίου και η σχετική απόφαση να εκδοθεί το Σεπτέμβρη, με τον δημοσιογράφο και το ελληνικό δημόσιο να καταθέτουν προηγουμένως τις θέσεις τους στα προκαταρκτικά ερωτήματα του ΕΔΔΑ.

Στη προσφυγή που έχει δημοσιευθεί στην ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου αναφέρονται τα εξής: «Ο αιτών είναι οικονομικός δημοσιογράφος που έχει πραγματοποιήσει δημοσιογραφική έρευνα στους τομείς των τραπεζών, των επιχειρήσεων και της πολιτικής. Καθώς υποψιαζόταν ότι οι τηλεφωνικές του συνομιλίες υποκλέπτονται από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, υπέβαλε στις 12 Αυγούστου 2020 καταγγελία ενώπιον της Ελληνικής Αρχής για την Ασφάλεια και το Απόρρητο των Επικοινωνιών ( Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, εφεξής «η Αρχή») ζητώντας να ενημερωθεί για το αν  υποκλέπτονται οι τηλεφωνικές του επικοινωνίες, που αφορούσαν δύο αριθμούς κινητής τηλεφωνίας και ενός σταθερού.

Στις 15 Απριλίου 2022 δημοσιεύτηκε άρθρο στο Reporters United που ανέφερε ότι την 1η Ιουνίου 2020 η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών είχε ζητήσει δίμηνη άρση του απορρήτου στον αριθμό κινητού τηλεφώνου του αιτούντος και στις 13 Ιουλίου 2020 δίμηνη παράταση του μέτρου, για λόγους εθνικής ασφάλειας. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, την ίδια ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας του αιτούντος, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών ζήτησε να τερματιστεί το μέτρο. Η άρση, η επέκτασή του και η λήξη του διατάχθηκε από εισαγγελέα αποσπασμένου στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών

Το άρθρο 5 § 9 του νόμου αριθ. 2225/1994, όπως ίσχυε τότε, υπό την προϋπόθεση ότι μετά τη λήξη του μέτρου άρσης του απορρήτου, η Αρχή μπορούσε να ενημερώσει τους ενδιαφερόμενους για το επιβληθέν μέτρο, εφόσον δεν διακυβευόταν έτσι ο σκοπός του.

Στις 10 Μαρτίου 2021 η Αρχή ρώτησε τον αποσπασμένο εισαγγελέα εάν πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις για την ενημέρωση του αιτούντος για το μέτρο. Στις 31 Μαρτίου 2021 το άρθρο 5 § 9 του νόμου αριθ. 2225/1994 τροποποιήθηκε ώστε η Αρχή να μπορεί να ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους μόνο σε περίπτωση που το μέτρο είχε επιβληθεί στο πλαίσιο σοβαρών αδικημάτων, αποκλείοντας τέτοια δυνατότητα για μέτρα που επιβάλλονται για λόγους εθνικής ασφάλειας. Η διάταξη αυτή ίσχυε και για μέτρα που είχαν λάβει χώρα πριν από τη δημοσίευση της τροποποιημένης διάταξης (Ν. 4790/2021).

Στις 29 Ιουλίου 2021 η Αρχή απάντησε στον αιτούντα ότι δεν υπήρξε παραβίαση της σχετικής νομοθεσίας. Στις 28 Μαρτίου 2022, ο αιτών ενημερώθηκε, μετά από ανάλυση που διεξήχθη από το Citizen Lab of Munk School of Global Affairs and Public Policy στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, ότι το κινητό του τηλέφωνο είχε μολυνθεί από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο του 2021 με το κατασκοπευτικό λογισμικό  Predator. Στις 6 Απριλίου 2022 υπέβαλε νέα καταγγελία ενώπιον της Αρχής ζητώντας διεξοδική έρευνα. Ο αιτών υπέβαλε περαιτέρω καταγγελία στις 4 Μαΐου 2022 ενώπιον της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και, ξανά, στις 13 Μαΐου 2022 ενώπιον της Αρχής για την Ασφάλεια και την Προστασία των Επικοινωνιών.

Στις 18 Απριλίου 2022 ο προϊστάμενος εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών διέταξε προκαταρκτική έρευνα. Στις 9 Ιουνίου 2022 ο αιτών υπέβαλε ποινική μήνυση τόσο για την υποκλοπή από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών όσο και για την παράνομη εγκατάσταση του spyware.

Στηριζόμενος στο άρθρο 8, ο αιτών καταγγέλλει ότι, σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο, είναι αδύνατον να ενημερωθεί επίσημα για την άρση του απορρήτου που επιβλήθηκε για λόγους εθνικής ασφάλειας, η οποία μπορεί να έχει αόριστη διάρκεια. δεν καθορίζονται ο τρόπος επιτήρησης και οι τεχνικές επιτήρησης που χρησιμοποιούνται, τα μέσα επικοινωνίας και οι κατηγορίες δεδομένων που αφορά η επιτήρηση·  Επίσης, δεν διευκρινίζεται ποιοι μπορεί να συνιστούν λόγους εθνικής ασφάλειας και οι κατηγορίες προσώπων που ενδέχεται να στοχοποιηθούν, ενώ επίσης δεν προβλέπεται αρμόδια αρχή και διαδικασία για τη χρήση, αποθήκευση και διαγραφή των συλλεγόμενων δεδομένων. Επιπλέον, κατήγγειλε βάσει των άρθρων 8 και 13 έλλειψη αποτελεσματικής ένδικης προστασίας και ότι δεν είχε δικαίωμα να ενημερωθεί για την παρακολούθηση».

από:https://thepressproject.gr