Loading...

Κατηγορίες

Πέμπτη 08 Φεβ 2024
Μισέλ Ο’Νιλ, η πρώτη πρωθυπουργός του Sinn Féin
Κλίκ για μεγέθυνση





 

 
Οι ιστορικές στιγμές που ζει η Βόρεια Ιρλανδία εδώ και λίγες ημέρες, με την άνοδο του αριστερού κόμματος στην κυβέρνηση και το σαφές άνοιγμα του δρόμου προς το κρίσιμο δημοψήφισμα για την επανένωση με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, φέρουν φαρδιά-πλατιά την υπογραφή μιας νέας πολιτικού που με υπομονή και αγωνιστικότητα ξεπέρασε όλα τα εμπόδια και έφτασε μέχρι εδώ

Η Μισέλ Ο’Νιλ έκανε πραγματικότητα αυτό που φαινόταν αδιανόητο στην ταραχώδη ιστορία της Βόρειας Ιρλανδίας. Για πρώτη φορά στα 103 χρόνια της ύπαρξής της γίνεται πρωθυπουργός μια αριστερή εθνικίστρια Ρεπουμπλικανή και καθολική, η Μισέλ Ο’Νιλ, που αμφισβητεί τη σημερινή συνθήκη της πατρίδας της ως τμήματος του Ηνωμένου Βασιλείου και επιδιώκει την ένωσή της με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας.

Η 47χρονη πολιτικός ανέλαβε στις 3 Φεβρουαρίου την πρωθυπουργία της Βόρειας Ιρλανδίας, δύο χρόνια μετά τη νίκη του Sinn Féin που της εξασφάλιζε αυτό το αξίωμα. Ο διορισμός της μπλοκαρίστηκε από το φιλοβρετανικό Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα (DUP). Βάσει της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής του 1998 πρέπει να μοιράζονται την εξουσία, αλλά οι υπερσυντηρητικοί επικαλέστηκαν διαφωνίες για τους εμπορικούς κανόνες μετά το Brexit. Τώρα, έπειτα από συμφωνία με τη βρετανική κυβέρνηση, επέτρεψαν επιτέλους την ορκωμοσία της Ο’Νιλ, που θα συγκυβερνήσει με αναπληρώτρια πρωθυπουργό την Εμα Λιτλ-Πενγκέλι από το DUP.

Η Ο’Νιλ έχει επιδείξει –κι όχι μόνο αυτή τη διετία της αναμονής- υπομονή και επιμονή για να πετύχει τους στόχους της, και ιδίως να καταφέρει να διεξάγει δημοψήφισμα για την επανένωση με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και μάλιστα μέσα στην επόμενη δεκαετία, όπως επανέλαβε στο δίκτυο Sky News την επομένη της ανάληψης των καθηκόντων της, κάνοντας τη βρετανική κυβέρνηση να φρίττει σε αυτή την προοπτική. Αλλωστε ήδη από το 2019, στο συνέδριο του Sinn Féin, είχε ξεκαθαρίσει τη θέση της: «το ερώτημα δεν είναι αν, αλλά πότε θα γίνει το δημοψήφισμα».

Οπως και η πρόεδρος του Sinn Féin, Μέρι Λου ΜακΝτόναλντ, ανήκει σε μια νέα γενιά πολιτικών του κόμματος που άλλοτε αποτελούσε την πολιτική πτέρυγα του (εκλιπόντος πλέον) Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (ΙRA) και δεν είχαν άμεση εμπλοκή στις Ταραχές: την 30ετή αιματηρή σύγκρουση ανάμεσα στους Ιρλανδούς εθνικιστές (κυρίως καθολικούς) και τους φιλοβρετανούς Ενωτικούς (κυρίως προτεστάντες) και τις βρετανικές δυνάμεις ασφαλείας.

Είναι Ρεπουμπλικανή από κούνια. Παιδί μιας εργατικής οικογένειας της κομητείας Τάιρον μεγάλωσε μέσα στη δίνη των συγκρούσεων. Ο πατέρας της Μπρένταν Ντόρις ήταν μέλος του IRA και φυλακίστηκε, ο θείος της είχε ένα δίκτυο συγκέντρωσης χρημάτων για τους μαχητές της οργάνωσης, ένας ξάδελφός της σκοτώθηκε σε ενέδρα των βρετανικών ειδικών δυνάμεων.

Πρόκειται για μια μαχητική παράδοση που δεν έχει απεμπολήσει, προκαλώντας πολλές αντιδράσεις από τους αντιπάλους της. Οπως έγινε πρόσφατα όταν δήλωσε στο BBC πως «δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική» από τη βία του IRA. Ή, όπως γίνεται κάθε φορά που τιμά πεσόντες της ένοπλης οργάνωσης, απαντώντας στους επικριτές της πως «είμαι μια Ιρλανδή Ρεπουμπλικανή και θα θυμάμαι και θα τιμώ πάντα τους νεκρούς μας πατριώτες».

Στα 15 της έμεινε έγκυος φέρνοντας στον κόσμο την πρώτη της κόρη (που την έχει κάνει ήδη γιαγιά). Παρά τον θρησκευτικό περίγυρο, ο σύντροφος και η οικογένειά της τη στήριξαν και η μητέρα της σταμάτησε να εργάζεται για να φροντίζει το μωρό ώστε η Μισέλ να επιστρέψει στα θρανία, όπου «με αντιμετώπιζαν σαν πανούκλα», έλεγε χρόνια μετά γι’ αυτή την εμπειρία που τη σημάδεψε, κάνοντάς την πιο δυνατή. «Ξέρω τι είναι να αγωνίζεσαι, ξέρω τι είναι να πηγαίνεις σχολείο και να έχεις ένα μωρό στο σπίτι. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή την εμπειρία και δεν θα επιτρέψω σε κανέναν να μου συμπεριφερθεί με τέτοιο τρόπο».

Στα 21 της, μετά τη Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, εντάχθηκε στο Sinn Féin, και σύντομα για τη δουλειά και τη συνέπειά της προσέλκυσε το ενδιαφέρον του Μάρτιν ΜακΓκίνες και του Τζέρι Ανταμς, ιστορικών ηγετών του κόμματος. Ξεκίνησε την πολιτική της καριέρα ως σύμβουλος άλλου ιστορικού στελέχους, του βουλευτή Φράνσι Μολόι. Το 2005 εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος στο Ντάνγκανον, καταλαμβάνοντας την έδρα που προηγούμενα κατείχε ο πατέρας της και το 2010 έγινε η πρώτη γυναίκα δήμαρχος της πόλης. Το 2007 εκλέχτηκε βουλεύτρια και μετέπειτα έγινε υπουργός Γεωργίας και αργότερα Υγείας στη βορειοϊρλανδική κυβέρνηση. Το 2017, μετά την παραίτηση του ΜακΓκίνες, ανέλαβε επικεφαλής του Sinn Féin στην Βόρεια Ιρλανδία. Και το 2022 στάθηκε καταλύτης για να κερδίσει το κόμμα της τοπικές εκλογές, κάτι που δεν είχε ποτέ συμβεί στην ιστορία αυτής της Βόριας Ιρλανδίας: εστιάζοντας στα καθημερινά προβλήματα των πολιτών, όπως η βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών και ιδίως της υγείας και μαγνητίζοντας τους νέους με τις προοδευτικές της θέσεις απέναντι στη συντήρηση των Ενωτικών σε θέματα όπως η άμβλωση ή τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, αλλά και της εργασίας και των κοινωνικών δικαιωμάτων.

Θύμα σεξισμού

Μαζί με τις επιθέσεις για τις πολιτικές της θέσεις έχει να αντιμετωπίσει κι έναν κυνικό σεξισμό, όπως έγραφε η Guardian, με πολλούς να την κρίνουν για την εμφάνισή της. Οπως έκανε η Συντηρητική πρωθυπουργός του DUP της Βόρειας Ιρλανδίας Αρλίν Φόστερ περιγράφοντάς την ως «ξανθιά». Ή όπως εκείνο το δημοσίευμα της Daily Mail που την παρουσίαζε ως «Ξανθά λαμπερά μαλλιά. Φωτεινό κραγιόν, πυκνές γυριστές βλεφαρίδες. Βαμμένα νύχια. Ρούχα που αγκαλιάζουν τη σιλουέτα. Η Μισέλ Ο’Νιλ σαφώς δεν είναι αυτό που περιμέναμε».

Εκείνη αποστρέφεται αυτές τις μισογυνικές εκφράσεις και ενθαρρύνει τις γυναίκες να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους. Οπως έκανε μετά την ανάληψη των καθηκόντων της δηλώνοντας «Πιστεύω πως αυτό [η επιτυχία της] λέει πολλά για τις νέες γυναίκες: μπορούν να πετύχουν όλα όσα θέλουν». Και προτιμά να απαντά με πράξεις στα άστοχα ή σεξιστικά σχόλια, όπως έκανε διαψεύδοντας όσους την έλεγαν «το πιόνι των boys» (των αντρών της ηγετικής ομάδας του Sinn Féin) και ξεχωρίζοντας για τη δική της προσωπικότητα και άποψη.

Τώρα η χαρισματική ηγέτιδα καλείται να εξισορροπήσει τις αντίρροπες δυνάμεις της πατρίδας της με μια κυβέρνηση που, έπειτα από δύο χρόνια παραλυσίας, έχει να αντιμετωπίσει πολλαπλές οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις, την κατάρρευση των δημοσίων υπηρεσιών και των υποδομών και την αυξανόμενη δυσαρέσκεια των πολιτών.

Πολλοί στοιχηματίζουν πως δεν θα τα καταφέρει. Εκείνη αντίθετα στοιχηματίζει, όπως δήλωσε μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας, πως μπορεί να είναι «η πρωθυπουργός όλων» αποφασισμένη να «οικοδομήσουμε το μέλλον μαζί». Ακόμη και αν δεν παύει να χαρακτηρίζει τον διαμελισμό της Ιρλανδίας ως «αποτυχία για όλους τους κατοίκους του νησιού». Εστω και αν το μέλλον που η ίδια οραματίζεται είναι εκτός Βρετανίας.

από:  https://www.efsyn.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου