Loading...

Κατηγορίες

Παρασκευή 22 Απρ 2022
Η Γαλλία των τριών λαϊκισμών
Κλίκ για μεγέθυνση





Τα συμπεράσματα του αιρετικού Γάλλου ανθρωπολόγου και δημογράφου Εμανουέλ Τοντ για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών.

Του Κώστα Ράπτη, αναδημοσίευση από τον ιστότοπο Capital.gr

Ο πρώτος γύρος των γαλλικών προεδρικών εκλογών έφερε στο πολιτικό τοπίο της χώρας μεγαλύτερη σαφήνεια και σταθερότητα. Αυτό είναι το εκ πρώτης όψεως παράδοξο συμπέρασμα του Γάλλου ανθρωπολόγου και δημογράφου Εμανουέλ Τοντ (Emmanuel Todd), γνωστού για τις παρατηρήσεις του στην κοινωνική «βαθιά δομή» και στην ιστορική μακρά κλίμακα, που του επέτρεψαν λ.χ. να προβλέψει την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης με το βιβλίο του «Η τελική πτώση» το 1976.

Ο Τοντ αρέσκεται να εκφράζει αιρετικές απόψεις. Λ.χ. έχει καταγγείλει την Συνθήκη του Μάαστριχτ, έχει υποστηρίξει από το 2001 ότι η αμερικανική ηγεμονία εξαντλεί το προσδόκιμο επιβίωσής της, ότι ο μουσουλμανικός κόσμος, παρά τις προβλέψεις του «πολέμου των πολιτισμών», συγκλίνει προς το δυτικό πρότυπο ταχύτερα του νομιζόμενου κ.ο.κ.

Για την πολιτική κατάσταση της χώρας του εκφράζεται εξίσου τολμηρά, όσο και αν υιοθετεί ύφος αποστασιοποίησης.

Σε συνέντευξή του στο διαδικτυακό μέσο Élucid, o Τοντ περιγράφει μια κοινωνία περισσότερο ομογενοποιημένη απ’ όσο τη θέλει η τρέχουσα συζήτηση, με κύριο χαρακτηριστικό της την προϊούσα συγκριτική επιδείνωση της οικονομικής και εκπαιδευτικής κατάστασης όλων των κοινωνικών τάξεων, γεγονός το οποίο υποβαθμίζει τη σημασία των θρησκευτικών διαιρέσεων που προηγουμένως ήταν πάντοτε παρούσες, έστω και υπογείως – λ.χ. αυτήν την καθολικής από την αποχριστιανοποιημένη Γαλλία, που εξηγεί την δημιουργία το 1936 του Λαϊκού Μετώπου από δυνάμεις δίχως προγραμματική συμφωνία.

Στην παρούσα φάση, τα τρία μεγάλα εκλογικά μπλοκ τα οποία διαμορφώθηκαν στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών γύρω από τις υποψηφιότητες του Μακρόν, της Λεπέν και του Μελανσόν ο Τοντ τα ερμηνεύει με βάση αρχικά μια γεωγραφική διαίρεση.

Ο νυν πρόεδρος έχει τα μεγαλύτερα ποσοστά του στη δυτική Γαλλία, αυτή που βρίσκεται κυριολεκτικά και μεταφορικά μακρύτερα από τα αδιέξοδα της υπόλοιπης Ευρώπης, η ηγέτιδα του Εθνικού Συναγερμού στις επαρχίες που κατά το παρελθόν πρωταγωνίστησαν στη Γαλλική Επανάσταση και ούτως ειπείν αποτελούν την εστία ενός εξισωτικού ατομικισμού, ενώ ο επικεφαλής της Ανυπότακτης Γαλλίας, που οι επιδόσεις του αποτελούν το πραγματικά νέο στοιχείο, συγκεντρώνει τις δυνάμεις του στις πόλεις με τα μεγάλα πανεπιστήμια.

Οι δύο διαιρέσεις

Διασταυρώνονται έτσι δύο διαιρέσεις στο κοινωνικό επίπεδο, αυτές που αφορούν στο εισόδημα και αυτές που έχουν να κάνουν με το μορφωτικό επίπεδο. Ο ιδεότυπος του ψηφοφόρου του Μελανσόν είναι ο πτυχιούχος που βρίσκεται αντιμέτωπος με την οικονομική υποβάθμιση και έχει μια σχεδόν «αποκαλυψιακή» ευαισθητοποίηση για την κλιματική αλλαγή (που κατά τον Τοντ είναι η μετωνυμία για την κοινωνική του επισφάλεια), ενώ γύρω από τον ένοικο του Ελυζέ συσπειρώθηκαν όσοι έχουν λόγους να φοβούνται την αλλαγή, ήτοι οι ευπορότεροι και οι γηραιότεροι.

Το ότι απέναντι στην ανασυγκροτημένη συντηρητική παράταξη περί τον Μακρόν προβάλλουν δύο διαφορετικές αντίπαλες παρατάξεις, προκύπτει από το γεγονός ότι για τη Λεπέν κάποιοι Γάλλοι θεωρούνται, λόγω καταγωγής, “λιγότερο Γάλλοι” από τους άλλους, όπως αποδεικνύουν οι εμμονές της με την ισλαμική μαντίλα.

Σε αυτό έχει ως συνεργό της ένα μιντιακό σύστημα, το οποίο προβάλλει τις ανησυχίες ενός παρισινού μικρόκοσμου σε όλη την υπόλοιπη χώρα, προς την οποία είναι επί της ουσίας ξένο, αναλωνόμενο σε συζητήσεις «ταυτοτικές», που σταδιακά χάνουν την σημασία τους. (Τα δημοσκοπικά στοιχεία για τη «μουσουλμανική ψήφο» επιμένουν να ομαδοποιούν τις επιλογές τόσο των θρησκευόμενων όσο και των εκκοσμικευμένων πολιτών μεταναστευτικής προέλευσης).

Στο επίπεδο του οικονομικού προγράμματος, ασφαλώς δεν είναι τυχαίο ότι δύο στις τρεις μεγάλες παρατάξεις είναι ευρωσκεπτικιστικές, όσο και αν έχουν εγκαταλείψει τη συζήτηση περί εξόδου από την Ε.Ε. ή το ευρώ. Όμως όλα τα προγράμματα, συμπεριλαμβανομένου και αυτού του Μακρόν, είναι καταδικασμένα να μην αποδειχθούν ρεαλιστικά, δεδομένων των περιορισμών ουσιαστικής άσκησης πολιτικής που ορθώνει το ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Και αν οι προτάσεις του Μελανσόν για την απελευθέρωση από την πυρηνική ενέργεια ή τον έλεγχο των τιμών είναι οι λιγότερο ρεαλιστικές, οι άλλοι δύο υποψήφιοι, που αναμετρώνται με το ερώτημα της επαναβιομηχάνισης της Γαλλίας, δεν βρίσκονται σε καλύτερη θέση – ιδίως η Λεπέν, καθώς η παραγωγική ανασυγκρότηση προϋποθέτει μιαν επανένωση του λαού, την οποία η ίδια αποκλείει.

Υπό αυτήν την έννοια, επιμένει ο Τοντ, στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας κυριαρχούν τρεις λαϊκισμοί, δηλαδή τρεις πολιτικές προτάσεις που χαρακτηρίζονται από την έμφαση στο πρόσωπο του ηγέτη, χωρίς την πλαισίωση από ισχυρές κομματικές, καθώς και την δημαγωγία – αναγκαστικά λόγω ευρωπαϊκών περιορισμών.

Φυσικά ο χαρακτηρισμός αυτός ξενίζει σε ό,τι αφορά τον Εμανουέλ Μακρόν, τον οποίο ο Τοντ αντιμετωπίζει εμφανώς χωρίς συμπάθεια, υποστηρίζοντας ότι ο πρόεδρος εκπέμπει μηνύματα χωρίς συνοχή και πέρασε από το “αντι-Λεπέν” προγραμματικό κενό που τον έφερε το 2017 στην εξουσία σε έναν “λαϊκισμό των πλουσίων”.

Μάλιστα, ενόψει δεύτερου γύρου ο Γάλλος καθηγητής υποστηρίζει ότι θα δημιουργήσει πρόβλημα ουσιαστικής νομιμοποίησης στον νυν πρόεδρο η επανεκλογή του από την ψήφο κυρίως των οικονομικά μη ενεργών, δηλ. των νέων έως 25 ετών και ακόμη περισσότερο των συνταξιούχων.

Επιπλέον, επισημαίνει ότι η απαξιωτική αντιμετώπιση από τον κυρίαρχο λόγο όσων φλερτάρουν στον δεύτερο γύρο με την αποχή δεν δείχνει σωφροσύνη από μέρους του στρατοπέδου Μακρόν, διότι η ταλάντευση αυτών των ψηφοφόρων είναι μάλλον ανάμεσα στην μη προσέλευση και την ψήφο στη Λεπέν, παρά στον Μακρόν.

Σε κάθε περίπτωση, ο «παρισινός μιντιακός μικρόκοσμος» επιδεικνύει εκ νέου την «δικτατορική» ομοφωνία που είχε και κατά τα δημοψηφίσματα για το Μάαστριχτ το 1992 και το Ευρωσύνταγμα το 2005. Όμως η στάση του αυτή περισσότερο εξωθεί τους ψηφοφόρους προς την εκάστοτε αντίθετη επιλογή.

Χαρακτηριστικό τωρινό παράδειγμα είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία. Οι δύο στους τρεις ισχυρότερους υποψήφιους έχουν κατηγορηθεί για φιλορωσισμό, αλλά αυτό δεν επηρέασε τα πράγματα. Ένας λόγος είναι η μαζική στροφή του ενδιαφέροντος στα οικονομικά θέματα, αλλά ένας άλλος, υποστηρίζει προκλητικά ο Τοντ, είναι ότι δεν ισχύει πλέον το δίλημμα «Με την (Ενωμένη) Ευρώπη ή με τον Πόλεμο», διότι, δεδομένης της ιστορίας της ουκρανικής κρίσης και της απουσίας ειρηνευτικών προσπαθειών, «η Ευρώπη είναι ο Πόλεμος».

πηγη: https://kosmodromio.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου