Loading...

Κατηγορίες

Τρίτη 16 Φεβ 2021
Ιωάννης Παπάφης: Εθνικός Ευεργέτης
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 
 
 
 
Ο Ιωάννης Παπάφης ή Παπαφής ή Παππαφής (1792-1886), υπήρξε Εθνικός Ευεργέτης. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, γόνος εύπορης οικογένειας. Ο πατέρας του Νικόλαος Παπαφής ήταν έμπορος και η μητέρα του ανήκε στη γνωστή οικογένεια του Δημήτριου Αναστασιάδη. Αφού μορφώθηκε ικανοποιητικά, ασχολήθηκε με το εμπόριο μεταβαίνοντας στην Σμύρνη, κοντά στον πατέρα του. Έπειτα από δύο χρόνια παραμονής του στην πόλη, με τον ξαφνικό χαμό του πατέρα του (1810), θα αναζητήσει στήριγμα στον αδελφό της μητέρας του Ιωάννη Αναστάση, ο οποίος ζούσε στην Αλεξάνδρεια. Έτσι εργάστηκε για κάποιο διάστημα στο εμπορικό κατάστημα του θείου του, αναπτύσσοντας τις ικανότητές, ενώ στη συνέχεια έφυγε στη Μάλτα, όπου δημιούργησε τις δικές του επιχειρήσεις. Εκεί ασχολήθηκε μεταξύ άλλων και με την τροφοδοσία του αγγλικού στόλου της Μεσογείου.
 
Ο Ιωάννης Παπαφής παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του στη Μάλτα και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην πόλη Ραμπάτ. Πέθανε άτεκνος στις 16 Φεβρουαρίου 1886 σε ηλικία 94 ετών, έχοντας δημιουργήσει τεράστια περιουσία και λαμβάνοντας αρκετά δημόσια αξιώματα. Παράλληλα με τις εμπορικές του δραστηριότητες πραγματοποίησε σημαντικές δωρεές προς την πατρίδα του αλλά και προς την Μάλτα.
 
 
Διέθεσε σημαντικά χρηματικά ποσά για την Επανάσταση του 1821 και συνέχισε να βοηθά οικονομικά και κατά την εποχή του Ι. Καποδίστρια, τον οποίο και γνώρισε προσωπικά όταν ο δεύτερος μετέβη στην Μάλτα τον Δεκέμβρη του 1827. Εγγράφηκε από τους πρώτους στη αγορά μετοχών της πρώτης Εθνικής Τράπεζας δίνοντας τέσσαρις χιλιάδας ισπανικά δίστηλα. Προσέφερε πολλά χρήματα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Μάλιστα όταν ο Ιωακείμ ο Γ’ ίδρυσε στη νήσο Πρώτη Γηροκομείο “υπέρ των γεγηρακότων και απομάχων κληρικών” του Πατριαρχείου, θυμήθηκε τον Παπάφη, γνώριμό του από την αλληλογραφία που είχε μαζί του ως Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, όταν και του ζήτησε οικονομική βοήθεια. Ο Παπάφης ανταποκρίθηκε αμέσως στο αίτημα του Πατριάρχου και απέστειλε 1.000 φράγκα ενώ λόγω των σημαντικών δωρεών του προς το νεοσύστατο πανεπιστήμιο Αθηνών τιμήθηκε με το Μετάλλιο Εθνικής ευγνωμοσύνης. Προσέφερε επίσης 8000 λίρες για το Πολυτεχνείο Αθηνών. Για τα σχολεία και το νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης κληροδότησε ετήσιο εισόδημα από 12000 φράγκα. Τέλος με τη διαθήκη του διέθεσε την περιουσία του στη γενέτειρά του για την ίδρυση και συντήρηση Ορφανοτροφείου που θα έφερε το όνομα της χώρας που ήταν η δεύτερη πατρίδα του: “Ο Μελιτεύς”. Επίσης κληροδότησε με 10.000 λίρες Αγγλίας το Ορφανοτροφείο Χατζηκώστα στην Αθήνα. Ανωνύμως επίσης απέστειλε 15.000 χρυσά γαλλικά φράγκα προς το Ορφανοτροφείο Ελένης Tζάνη στον Πειραιά. Δωρέες προσέφερε και στους κατοίκος της Μάλτας: τα προερχόμενα από τα εκεί ακίνητά του εισοδήματά θα αποτελούσαν οικονομική βοήθεια των άρρενων άγαμων φτωχών από 18 έως 24 ετών, οι οποίοι θα ήθελαν να βρουν την τύχη τους εκτός της γεννέτειράς τους. Ακόμα δώρησε στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Μάλτας 25 λίρες και στους πιο φτωχούς από τους Έλληνες κατοίκους της 25 λίρες επίσης. Τέλος, παραχώρησε στη βιβλιοθήκη του νησιού την 45τομη Rees Cyclopaedia.
 
Στα Σχολεία και στο Νοσοκομείο της Ορθοδόξου Ελληνικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης κληροδοτούσε με την πρώτη διαθήκη ετήσιο εισόδημα 12.000 φράγκων και έδινε εντολή στους εκτελεστές της διαθήκης να εγγράψουν δια των Hottιnger & Co το εισόδημα αυτό σε γαλλικά χρεόγραφα.
 
Και αυτό όμως το κληροδότημα το τακτοποίησε ενώ ακόμη ζούσε, γιατί το Δεκέμβριο του 1879 και τον Απρίλιο του 1880 επέτυχε να εγγράψει στο δημόσιο χρέος της Γαλλίας υπέρ των ευαγών καταστημάτων της Θεσσαλονίκης ετήσιο εισόδημα 12.000 φράγκων.
 
Επιπλέον στη δεύτερη διαθήκη εκφράζει τη στοργή του προς τη Θεσσαλονίκη με την επιθυμία ιδρύσεως ασύλου, το οποίο θα ονομαζόταν “Γηροκομείο Μελίτη”. Σ’ αυτό θα κατέφευγαν προς συντήρηση τελείως γέροντες και των δυο φύλων, πτωχοί ή ανίκανοι για εργασία ανήκοντες στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία.
 
Για την ίδρυση του Γηροκομείου του προσδιόριζε τα τοκομερίδια εισοδήματος 4.000 φράγκων που είχε εγγράψει σε χρεώγραφα γαλλικού δημοσίου εκτός των προαναφερθέντων 12.000 φράγκων. Επί πλέον έδινε εντολή στους εκτελεστές της διαθήκης του, ό,τι θα έμενε από τις πληρωμές και υποχρεώσεις κατά την εκκαθάριση της περιουσίας του να το χρησιμοποιούσαν για πρόσθετη εγγραφή σε γαλλικά χρεώγραφα, των οποίων το εισόδημα θα προοριζόταν και πάλι υπέρ των ιδρυμάτων της Θεσσαλονίκης.
 
Οι έφοροι του μιλούσαν για τις οικονομικές δυσχέρειες εξαιτίας των οποίων κινδύνευε η λειτουργία των Εκπαιδευτηρίων και κατ’ επέκταση η ολεθρίως επαπειλουμένη προγονική γλώσσα. Περί των “αριπρεπών καί φωτιστικών” κέντρων όλης της πολυπαθούς Μακεδονίας του έγραφε και ο Θεσσαλονίκης Καλλίνικος. Όλοι δηλαδή του υποδείκνυαν τα Σχολεία ως τον αξιολογότατο χώρο πού έπρεπε να αρδεύει το πλήρωμα της αγάπης του. Και όντως έλαβε σοβαρά υπόψη του τις υποδείξεις και προτροπές.
 
Με επιστολή του που την απηύθυνε στις 10 Οκτωβρίου 1884 ΄΄προς τον αξιότιμον κύριον Πρόεδρον και τους κυρίους Αντιπροσώπους της Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος “Θεσσαλονίκης. Εξέφραζε “την εγκάρδιον ευχαρίστησίν” του για τις διαβεβαιώσεις που του παρείχαν γύρω από τις “ευνοϊκές” συνθήκες ιδρύσεως ορφανοτροφείου, γιατί έτσι πλέον του δινόταν η ευκαιρία να υλοποιήσει ό,τι ποθούσε η καρδιά του.
 
Εξουσιοδοτούσε τελικά τους γενικούς κληρονόμους του ό,τι είχε προορίσει για την ίδρυση γηροκομείου να το διαθέσουν για “την κατάρτισιν ορφανοτροφείου διαρκούς”. Η επιστολή επέχει θέση και ισχύ διαθήκης, διότι γράφηκε ιδιοχείρως και η γνησιότητα της υπογραφής, κατ’ επέκταση και της βουλήσεως, βεβαιώθηκε αυθημερόν από το συμβολαιογράφο Μάλτας Παύλο Βασάλου.
 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου