Τώρα που προσγειώθηκαν οι χαρταετοί, κάηκαν τα ομοιώματα του Κασσελάκη και μπαγιάτεψαν οι περίσσιες λαγάνες, σας εξομολογούμαι ότι απεχθάνομαι τις Απόκριες όσο καμία άλλη γιορτή – και έχουν και ισχυρό ανταγωνισμό, οι αφιλότιμες.
Αντιλαμβάνομαι ότι με κάποιον τρόπο πρέπει να ψυχαγωγηθούν οι «λιλιπούτειοι καρναβαλιστές», που έλεγε με την αμίμητη πατρινιά προφορά της η Ελίζα Καλλίτση, αλλά ο οίστρος των ενηλίκων που πασχίζουν να καταρρίψουν με τις μεταμφιέσεις τους τα ρεκόρ γελοιότητας χορεύοντας κετελαπόνγκο μου φαίνεται ανεξήγητος. Ο,τι και αν ντυθεί ο κυρ Παντελής, κυρ Παντελής θα είναι.
Ναι, ειδικά στη συγκυρία που ζούμε. Δεν γίνεται, ρε φίλε, να καίγεται η ζωή σου και εσύ να ξεφαντώνεις στα 50 σου ντυμένος καoυμπόης ή κολομπίνα . Το έκανα κι εγώ, εποχή Χούντας μάλιστα, αλλά ήμουν 5 χρονών και δεν με ρώτησε και κανείς. Εκείνη τη σκοτεινή εποχή, άλλωστε, το έλεγε ο συγχωρεμένος ο πατέρας μου που ήταν (δημοκρατικός) αξιωματικός και πάλευε με τα τέρατα, ήσουν υποχρεωμένος να εμφανίζεσαι πανευτυχής και ξένοιαστος και έξω καρδιά, ειδάλλως σ’ έπαιρνε ο διάολος και σε πήγαινε σούμπιτο στο Μακρονήσι ή στη Γυάρο.
Κι αν τύχαινε να είσαι και βαθμοφόρος, οικογενειάρχης, ταγμένος υποτίθεται στη δόξα της πατρίδος; Ούτε ψύλλος στον κόρφο σου. Όφειλες και να φαίνεσαι και να είσαι αισιόδοξος, ευθυτενής και κετελαπόνγκος. Και εσύ και η σύζυγος και τα κουτσούβελα και όλο σου το σόι. Εάν ο κανακάρης σου έπιανε την πλαστική μπλε κιθαρίτσα και έπαιζε κανένα αντάρτικο, ή «Πότε θα κάμει ξαστεριά», δεν σε έσωζε από τον ρουφιάνο της γειτονιάς ούτε ο βασιλιάς Καρνάβαλος. Τον οποίο τότε είχαμε κανονικό βασιλιά, σήμερα -με άλλο πολίτευμα- πρωθυπουργό.
Χθες, Καθαρά Δευτέρα, η Ελλάδα όφειλε να συντονιστεί σύσσωμη στο κανάλι του Ευρωκοινοβουλίου και να παρακολουθήσει ευλαβικά και με χαμηλωμένο βλέμμα την ομιλία της Μαρίας Καρυστιανού, που συζητήθηκε με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, μετά από αίτημα του ευρωβουλευτή του ΣυΡιζΑ Κώστα Αρβανίτη. Και πράγματι, είναι κατεπείγον το ζήτημα. Η χώρα γιορτάζει τα Κούλουμα κι έχει για σημαία της το κουκούλωμα.
Κατεπείγει να ματαιωθεί η εξοργιστική απόπειρα συγκάλυψης, την οποία καταγγέλλουν στις δημοσκοπήσεις και στα social media ακόμα και οι ήπιοι δεξιοί, ναι, προφανώς υπάρχουν και τέτοιοι μέσα στον υπόνομο του 41 τοις εκατό, μόνο που δεν έχουν δυνατή φωνή. Κατεπείγει να εισακουστεί ο θυμός 1,5 εκατομμυρίου πολιτών που προσυπογράφουν το σχετικό ψήφισμα, ώστε να πέσουν τα τείχη της ατιμωρησίας και να καταλογιστεί η (όχι μόνο πολιτική, αλλά και) ποινική ευθύνη υπουργών και του ίδιου του πρωθυπουργού.
Κατεπείγει να αφυπνιστούμε και να εναποθέσουμε στο τραπέζι τον πατριωτισμό στον οποίο αναφέρεται το ακροτελεύτιο άρθρο του κουρελιασμένου από την κυβέρνηση Μητσοτάκη και την ανύπαρκτη Προεδρία της ταλαίπωρης Δημοκρατίας μας Συντάγματος. Κατεπείγει να γίνει η φωνή της Μαρίας Καρυστιανού δική μας φωνή. Εάν περάσει ατιμώρητο (και) το έγκλημα των Τεμπών, με τους 57 νεκρούς που εξαερώθηκαν κάτω από τη βρωμερή ανάσα όσων παριστάνουν σήμερα τους ανήξερους, δεν υπάρχει πια καμία σωτηρία, καμία ελπίδα, καμία άμυνα.
«Το μεγαλύτερο θέλω και το καλύτερο μέλλον, να ξεπλύνουμε την ντροπή – Σύλλογος Τέμπη 2023», έγραφε (στα χρώματα όλων των μεγάλων κομμάτων ώστε να μην υπάρχει παρεξήγηση) το πανό που η Καρυστιανού και ο Παύλος Ασλανίδης ξεδίπλωσαν χθες στην είσοδο του Ευρωκοινοβουλίου.
Και πράγματι, το συναίσθημα που θα έπρεπε να μας κατακλύζει, όλους τους Έλληνες, καρναβαλιστές και μη, λιλιπούτειοι και μη, είναι ντροπή. Αισχύνη, που δηλώνουμε ενεργοί πολίτες αυτού του ασύδοτου κράτους, ένα έθνος κοιμισμένων που χασκογελάμε όσο χορεύουν γύρω μας δολοφόνοι, παιδοβιαστές, απατεώνες, κακοποιητές και μεσαιωνιστές.
Ντύνουμε τον καρνάβαλό μας Κασσελάκη με σκουπόξυλο στον πισινό και γυναικείες κιλότες, ενώ τα ρούχα της πόρνης τα φοράνε στην αληθινή ζωή η Δικαιοσύνη, η δημοσιογραφία, η Εκκλησία, η Αστυνομία, το πολιτικό προσωπικό της από κει πτέρυγας. Και δώσ’ του κετελαπόνγκο, αντί να βγάλουμε τουλάχιστον τον σκασμό σε ένδειξη σεβασμού στο αβάσταχτο πένθος και στον ηρωικό αγώνα των ανθρώπων που δίνουν τη μάχη για τη δικαίωση.
Θα μου πείτε, εδώ χορέψαμε σάμπα πέρυσι πάνω στα αίματα των Τεμπών και στα δάκρυα των μανάδων, τώρα που τα υγρά στέγνωσαν θα δείξουμε σεβασμό; Συγγνώμη για την πληθώρα των άγνωστων λέξεων, αλλά αυτές μου έμαθαν στα θρανία, αυτές χρησιμοποιώ. Τότε είχαμε ακόμη κανονικά Πανεπιστήμια, δημόσια, με κανονικούς δασκάλους, και όχι ιδιωτικά τσαρλατανεία σαν αυτά που θα πλημμυρίσουν τη χώρα, τώρα που άνοιξε ο ασκός του Αιόλου και του Άδωνη.
«Δεν είμαστε ικέτες, αλλά Έλληνες και Ευρωπαίοι πολίτες με αυτονόητα δικαιώματα», είπε με την πένθιμη αξιοπρέπειά της η Μαρία Καρυστιανού, χαροκαμένη μάνα της δολοφονημένης Μάρθης των Τεμπών, μια καινούρια Μάγδα Φύσσα με βλέμμα εξίσου καθάριο και νηφάλιο. «Βρίσκομαι ενώπιον σας, γιατί οι εγγυήσεις του κράτους δικαίου έχουν πάψει να λειτουργούν στην Ελλάδα. Απευθυνόμαστε με εμπιστοσύνη σε ανθρώπους που ΚΑΙ ενδιαφέρονται ΚΑΙ μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα.. Αυτό που μας οδήγησε σήμερα εδώ, είναι μια αλληλουχία κάκιστων χειρισμών και μεθοδεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης, που προσβάλλει τη μνήμη των νεκρών μας και την αξιοπρέπεια των θυμάτων που επιβίωσαν. Ουσιαστικά παραβιάζει κατάφωρα θεμελιώδεις αρχές του Κράτους Δικαίου. Με λίγα λόγια σήμερα μας έφερε εδώ η απελπιστική κατάρρευση της εμπιστοσύνης που βιώνουμε στην Ελλάδα, σε σχέση με την ορθή λειτουργία των θεσμών. Άνθρωποι απλοί, καλοπροαίρετοι και νομοταγείς δεν αντέχουμε τη νομιμοποίηση της ατιμωρησίας». Μόνο εκείνη η Άννα-Μισέλ Ασημακοπούλου ατύχησε να βρεθεί αντιμέτωπη με τη δικαιοσύνη της Εσπερίας και όχι της Μαρίας-Ελένης Νικολού. Ναι, και η Εύα Καϊλή, του γειτονικού με τη ΝΔ κόμματος.
«Κλείνω με την ευχή και το σκοπό στην Ελλάδα που αγαπάμε και πονάμε να ζουν πολίτες με ασφάλεια και αξιοπρέπεια», είπε στην κατακλείδα της συγκινητικής ομιλίας της η Μαρία Καρυστιανού, λίγο πριν ξεχυθεί καταπάνω της ο ακροδεξιός οχετός που λυμαίνεται τα social media και, εν πολλοίς, τη χώρα. «Το αίμα των παιδιών μας αρκεί με το παραπάνω για να αλλάξουν επιτέλους τα πράγματα».
από:https://www.koutipandoras.gr