Loading...

Κατηγορίες

Τετάρτη 18 Ιαν 2023
Τα εμβόλια, η ελεύθερη αγορά και η δημόσια υγεία
Κλίκ για μεγέθυνση


















Dreamstime.com





18.01.2023, 18:13
 
 
Στη δύση μιας πανδημίας, που απέδειξε τη σημασία ύπαρξης πρόσβασης σε ένα ισχυρό Εθνικό Σύστημα Υγείας, η ηγεσία νομοθετεί ενδυναμώνοντας την αντίληψη ότι η υγεία είναι εμπόρευμα, προσκολλημένη σε ιδεοληψίες που αναθεωρούνται.

Στις 9 Νοεμβρίου 2022 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ανακοίνωσε, μέσω του Γενικού Γραμματέα του, τη δημοσίευση μιας μελέτης για τις συνθήκες που επικρατούν στην παγκόσμια αγορά εμβολίων. Η μελέτη καταδεικνύει μεγάλες ανισότητες στην πρόσβαση σε εμβόλια μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών, αναφέρεται στο μοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς μεταξύ λίγων φαρμακευτικών και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για ένα δημόσιο αγαθό, το οποίο δεν θα έπρεπε να διέπεται ασυλλόγιστα από τους νόμους της ελεύθερης αγοράς.1

Eκπληξη; Καμία. Η COVID-19 απλά έκανε γνωστά προβλήματα στην πρόσβαση που υπάρχουν εδώ και δεκαετίες. Προβλήματα που ήρθαν στο προσκήνιο γιατί οι ανεπτυγμένες δυτικές κοινωνίες κινδύνεψαν. Και η απόκριση ήταν καταιγιστική, αποδεικνύοντας πως λύσεις βρίσκονται όταν υπάρξει ανάγκη. Η ανάγκη, βέβαια, ορίζεται από και για αυτούς που έχουν την ισχύ και τους πόρους να την ορίσουν. Οι Herman και Chomsky, στο βιβλίο τους "Manufacturing Consent: The Political Economy of the Mass Media", κάνουν τη διάκριση μεταξύ "ανάξιων" και "άξιων" θυμάτων (unworthy and worthy victims). Στο πλαίσιο ενός πολέμου, υπάρχουν θύματα που αξίζουν τη συμπόνια και την αναφορά μας, και τα θύματα από τις τάξεις του εχθρού, τα οποία δεν είναι άξια αναφοράς. Η διάκριση μπορεί εύκολα να γενικευτεί και σε άλλες καταστάσεις. Η Αφρική, δέυτερη σε μέγεθος και πληθυσμό ήπειρος είχε λάβει το 3% των διανεμόμενων δόσεων εμβολίων COVID-19 στις 28 Νοεμβρίου 2021. Η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική, με σημαντικά μικρότερο πληθυσμό, είχαν λάβει το 12% και 9.5%, αντίστοιχα.2 Αυτό δεν έπαιξε ιδιαίτερα στα δυτικά μέσα, καθώς είχαμε τα δικά μας προβλήματα να λύσουμε.

Η τεράστια ανισότητα στην πρόσβαση σε εμβόλια κατά τη διάρκεια της πανδημίας μπορεί να αποδοθεί σε πολλούς παράγοντες, από τον «εμβολιαστικό εθνικισμό», δηλαδή την πλήρη αποτυχία των ανεπτυγμένων κρατών να δείξουν αλληλεγγύη στα αναπτυσσόμενα, μέχρι τη σθεναρή αντίσταση της φαρμακευτικής βιομηχανίας στην άρση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στα εμβόλια, φοβούμενες πως, αν δημιουργηθεί τέτοιο προηγούμενο, θα ανοίξει η κερκόπορτα για αντίστοιχους χειρισμούς σε μελλοντικές καταστάσεις, με αντίκτυπο στα μελλοντικά τους κέρδη. Αν λοιπόν υπήρξε τόση ανισότητα στην διαχείριση μιας πανδημίας που οφειλόταν σε έναν εξαιρετικά μεταδοτικό ιό (όπου η πλειοψηφία κατανοεί πως είναι προς όφελος όλων να εμβολιαστεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού) φανταστείτε τι θα συνέβαινε στην περίπτωση πανδημιών που πλήττουν μόνο τις αναπτυσσόμενες χώρες. Δε χρειάζεται να φανταστείτε για πολύ, καθώς τα στοιχεία επιβεβαιώνουν τη φαντασία σας. Νωρίτερα το 2022, μια έξαρση του Ebola στην Uganda έχει ήδη 48 θύματα. Η έρευνα για το εμβόλιο είχε ήδη γίνει από το 2000 από ερευνητές στο Εθνικό Εργαστήριο Μικροβιολογίας του Καναδά, στη Winnipeg. Καμία φαρμακευτική δεν έχει ενδιαφερθεί να αναπτύξει το προϊόν έκτοτε.3 

Γιατί, λοιπόν, μετά από δεκαετίες και εκατομμύρια θυμάτων, το πρόβλημα της πρόσβασης δεν λύνεται; Γιατί το κέρδος είναι το λάθος κίνητρο. Η πρόσβαση σε εμβόλια δεν θα πρέπει να διέπεται από κανόνες ελεύθερης αγοράς, τόσο από ηθικής, όσο και από οικονομικής σκοπιάς. Νομίζω πως το πρώτο σκέλος είναι αυταπόδεικτο, καθώς πρόκειται για καινοτόμα προϊόντα, συχνά χρηματοδοτούμενα από δημόσιους πόρους, με τεράστια οφέλη για τον ευρύτερο πληθυσμό, συμπεριλαμβανομένων αυτών που δεν εμβολιάζονται. Θα επεκταθώ περισσότερο πάνω στο δεύτερο σκέλος, που ίσως είναι λιγότερο εμφανές.

Τα εμβόλια είναι ένας από τους λιγότερο κερδοφόρους τομείς δραστηριότητας μιας φαρμακευτικής. Πώς εξηγείται αυτό; Ο χρόνος για την ανάπτυξη ενός εμβολίου, από τις πρώτες κλινικές δοκιμές μέχρι τη χρήση, είναι κατα μέσο όρο 5-10 χρόνια. Η πιθανότητα επιτυχίας των κλινικών δοκιμών είναι γενικά μικρή, οπότε οι φαρμακευτικές βιομηχανίες δεν θα επενδύσουν σε αύξηση της παραγωγής τους πριν το τέλος των δοκιμών, πριν δηλαδή να σιγουρευτούν ότι θα δουλέψει (και άρα θα πουλήσει). Ταυτόχρονα, το προϊόν απαιτεί προσωπικό υψηλής εξειδίκευσης, προστατεύεται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και επωφελείται από οικονομίες κλίμακας. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά δημιουργούν ολιγοπώλια.

Επιπλέον, η συνθήκες ζήτησης δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστικές. Οι τιμές των εμβολίων είναι χαμηλές (συγκριτικά με άλλα προϊόντα που θα μπορούσαν να παραχθούν), καθώς οι κύριοι αγοραστές είναι κυβερνήσεις που εκ των πραγμάτων έχουν μεγάλη διαπραγματευτική ισχύ και μπορούν να ρίξουν τις τιμές. Πέραν αυτού, η ζήτηση για εμβόλια είναι συχνά αβέβαιη, καθώς εξαρτάται από τις προτεραιότητες που έχει θέσει η κάθε χώρα στον προϋπολογισμό της. Με λίγα λόγια, με όρους ελεύθερης αγοράς, οι φαρμακευτικές θα έπρεπε να έχουν κλείσει προ πολλού τις γραμμές παραγωγής τους και να επικεντρωθούν σε blockbusters, όπως είναι το Viagra για τη Pfizer. Τέτοιες αγορές χαρακτηρίζονται ως «στρεβλωμένες» από τους οικονομολόγους, καθώς δεν δίνουν τα κατάλληλα κίνητρα στους παίκτες ώστε να συμμετέχουν. Έπρεπε λοιπόν να βρεθεί ένας τρόπος να συνεχίσουμε να έχουμε εμβόλια εντός του πλαισίου της αγίας ελεύθερης αγοράς. Η οποία όμως δεν μπορεί να είναι και τόσο ελεύθερη. Γιατί για να συνεχίσει να είναι ελεύθερη, πρέπει το κράτος να παρέμβει με κάποιες «διορθωτικές» κινήσεις. Ελπίζω να βλέπετε το παράδοξο.

Το στάδιο έρευνας και ανάπτυξης ενός εμβολίου χρηματοδοτείται σχεδόν αποκλειστικά από δημόσιους πόρους. Αυτό γίνεται με δυο τρόπους: Πρώτον, η επιστημονική γνώση που είναι η βάση για την ανάπτυξη οποιουδήποτε εμβολίου έχει παραχθεί σε κάποιο πανεπιστήμιο, μέ χρήματα φορολογούμενων.4 Δεύτερον, επιπλέον δημόσιοι πόροι δαπανώνται όταν η ανάγκη είναι επείγουσα. Μια ακραία περίπτωση ήταν η πανδημία COVID-19, όπου, από τα $5.9 δις δολάρια που επενδύθηκαν σε έρευνα μέχρι το Μάρτιο του 2021, πάνω από το 98% προήλθαν από δημόσιους πόρους 5 . Η Moderna, που επανειλημμένα αρνήθηκε να ανταποκριθεί στις εκκλήσεις του ΠΟΥ όταν ζητήθηκε η συνεργασία της για την ανάπτυξη της τεχνολογίας mRNA στην Αφρική, έλαβε περίπου $1 δις δολάρια για την ανάπτυξη του εμβολίου της από τους Αμερικανούς φορολογούμενους 6 . Όταν πρόκειται για μη-ελκυστικές αγορές εμβολίων, όπως για παράδειγμα ασθενειών που πλήττουν αποκλειστικά αναπτυσσόμενες χώρες,η επένδυση πρέπει να έρθει εξ ολοκλήρου από δημόσιου πόρους, καθώς το κίνητρο του ιδιώτη είναι μηδενικό.

Πάμε τώρα στην παραγωγή. Εδώ είναι που ο ρόλος των φαρμακευτικών είναι κρίσιμος, καθώς, όσο καλή και αν είναι η επιστήμη πίσω από ένα εμβόλιο, κάποιος πρέπει να το κατασκευάσει, και σε ποσότητες που να είναι επαρκείς για να καλύψουν τη ζήτηση. Το εμβόλιο του πανεπιστημίου της Οξφόρδης χρειαζόταν την AstraZeneca προκειμένου να παραχθεί. Συχνά όμως, δεν είναι προσοδοφόρο για μια φαρμακευτική να αυξήσει την παραγωγική της ικανότητα για να παράξει εμβόλια. Η αύξηση αυτή μεταφράζεται σε επενδύσεις σε εξοπλισμό, κτήρια, προσωπικό, ενέργεια. Δεδομένου ότι ένα εμβόλιο γίνεται πρώτα διαθέσιμο στις ανεπτυγμένες δυτικές αγορές πριν αρχίσει να πωλείται στις αναπτυσσόμενες, και μάλιστα σε πολύ υψηλότερη τιμή, η εταιρεία έχει ήδη αποσβέσει τα κόστη της πουλώντας στις πρώτες. Για ποιον λόγο, λοιπόν, να ασχοληθεί με χώρες όπου το περιθώριο κέρδους θα είναι ελάχιστο; Σε ένα περιβάλλον ελεύθερης αγοράς, δεν έχει κανένα νόημα αφού απλά βλάπτει την κερδοφορία της. Εδώ έρχεται λοιπόν ξανά το κράτος (ή τα κράτη) για να δώσει μια μικρή “ώθηση”. Το 2004 οι οικονομολόγοι Kremer και Glennerster πρότειναν ένα χρηματοδοτικό σχήμα, τις λεγόμενες “Εκ’ των προτέρων δεσμεύσεις αγοράς”, Advance Market Commitments 7.

Η ιδέα είναι απλή: Αφού η αγορά δεν έχει στηθεί έτσι ώστε να δίνει κίνητρα στις φαρμακευτικές να επενδύσουν σε εμβόλια, δεσμευόμαστε ότι θα δημιουργήσουμε εμείς τη ζήτηση για το προϊόν, με συνέπεια όποια φαρμακευτική καταφέρει να το παράξει, να αποζημιωθεί για όλες τις επενδύσεις που θα έχει κάνει σε έρευνα, ανάπτυξη και παραγωγή. Πώς θα γίνει αυτή η πληρωμή; Δεσμευόμαστε να αγοράσουμε τάδε αριθμό δόσεων στη δείνα τιμή, έτσι ώστε τα κόστη να καλυφθούν και η εταιρεία να έχει κέρδος. Και ποιοί είμαστε εμείς; Συνήθως κράτη ή ομοσπονδίες κρατών, σε συνεργασία με ιδιώτες χορηγούς. Πρόκειται για απευθείας επιδοτήσεις, με τη διαφορά ότι εκτελούνται μόνο αν το προιόν τελικά παραχθεί και είναι επιτυχές.

Τα παραπάνω θέτουν την εξής απλή ερωτήσει: Γιατί παραμένει εμπόρευμα ένα προϊόν στο οποίο δαπανώνται τόσοι δημόσιοι πόροι για την ανάπτυξη και παραγωγή του; Μήπως η κρατικοποίηση της ανάπτυξης και παραγωγής εμβολίων, τουλάχιστον σε περιπτώσεις πανδημίας, θα ήταν μια πιο αποδοτική λύση, τόσο από την οικονομική όσο και από την κοινωνική σκοπιά; Μήπως η COVID-19 έδειξε προς αυτή την κατεύθυνση, απλά δεν τολμάμε να προφέρουμε τη λέξη; Το 2008, η αμερικανική κυβέρνηση κρατικοποίησε τις τράπεζες που κατέρρεαν προκειμένου να σωθεί η οικονομία της. Φυσικά η λύση δεν παρουσιάστηκε ποτέ στο κοινό χρησιμοποιώντας αυτές τις λέξεις, καθώς θα κατέρρεε το νεοφιλελεύθερο αφήγημα στη γενέτειρά του. Αυτά είναι τα πράγματα που δεν μπορούν να ειπωθούν δημόσια.

Ερχόμενοι στο σήμερα, ακούγεται ειρωνικό να επιδιδόμαστε σε θεωρητικές ασκήσεις για κρατικοποίηση μιας παροχής υγείας όταν αποδυναμώνεται ο δημόσιος χαρακτήρας του Εθνικού Συστήματος Υγείας της χώρας. Είναι επίσης, θλιβερό, στη δύση μιας πανδημίας που απέδειξε τη σημασία ύπαρξης πρόσβασης σε ένα ισχυρό εθνικό σύστημα υγείας, η ηγεσία της χώρας σου να νομοθετεί ενδυναμώνοντας την αντίληψη ότι η υγεία είναι εμπόρευμα. Να νομοθετεί προσκολλημένη σε ιδεοληψίες που αναθεωρούνται. Δεν πρόκειται για έλλειψη αντίληψης, αλλά για την εκτέλεση προσχεδιασμένων πολιτικών, με βαθιές ιδεολογικές ρίζες. Μια διάσταση του νεοφιλελευθερισμού είναι η εμμονή στην ιδιωτικοποίηση αγαθών και υπηρεσιών, η οποία, μεθοδικά και μακροπρόθεσμα αποβλέπει στην κατάργηση της έννοιας του δημόσιου αγαθού. Η κατάργηση αυτή μεθοδεύεται μέσω της στρατηγικής απαξίωσης των δημόσιων παροχών, που χαρακτηρίζονται παρωχημένες. Σκοπός είναι να εγκαθιδρυθεί στην συνείδηση του πολίτη η αντίληψη ότι οτιδήποτε παρέχεται δωρεάν δεν μπορεί να είναι καλό.

Τι θα συμβεί όμως με όλους αυτούς που δεν έχουν πρόσβαση στο εμπόρευμα; Ποιός νοιάζεται; Έτσι κι αλλιώς, τα μελλοντικά ανάξια θύματα, εξ ορισμού, δεν είναι άξια αναφοράς. Εκτός αν γίνουν πολλά, τόσο πολλά που φωνή τους τελικά ακουστεί.

* Εργάζεται στα κεντρικά γραφεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στη Γενεύη, όπου εξειδικεύεται στις αγορές εμβολίων και στη βελτίωση της πρόσβασης σε αυτά. Από τις αρχές του 2022 διατελεί συν-επικεφαλής της επιχειρησιακής ομάδας διανομής εμβολίων Covid-19. Οι απόψεις που διατυπώνονται στο άρθρο είναι προσωπικές και δεν αντιπροσωπεύουν την επίσημη θέση του οργανισμού


1. https://www.who.int/publications/m/item/global-vaccine-market-report-2022
2. https://www.doctorswithoutborders.org/latest/covax-broken-promise-vaccine-equity
3. https://www.theglobeandmail.com/opinion/article-a-viable-vaccine-for-ebolas-latest-strain-is-shamefully-collecting-a/
4. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC8426978/
5. https://www.graduateinstitute.ch/vaccines-RD
6. We Don’t Need Government-Granted Patent Monopolies to Finance Drug Development - CounterPunch.org
7. Advance Market Commitments: Insights from Theory and Experience, MICHAEL KREMER, JONATHAN LEVIN, AND CHRISTOPHER M. SNYDER.

πηγη: https://www.efsyn.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου