Κείμενο των Έλλη Βουγιούκα, Ανδρομάχη Κουτσουλέντη, Ηρώ Τσαρμποπούλου Φωκιανού, Άννα Μπιρμπιλοπούλου, Έλια Ψαρά

Το παρόν κείμενο έχει ως στόχο να αναδείξει την ανάδυση μιας νέας ακροδεξιάς ιδεολογίας η οποία χρησιμοποιεί προς όφελος της έναν λόγο περί έμφυλων πολιτικών ταυτότητας. 
Ξεκινώντας από την παραδοχή ότι το φύλο είναι πεδίο άσκησης εξουσίας και ότι στην Δύση πάνω στον στίβο του φύλου κατασκευάζονται πολιτικές και ιδεολογίες, προσπαθούμε να δούμε την κατάσταση στην Ελλάδα. Κεντρικός άξονας είναι δυο φαινόμενα που αρχικά έχουν παρατηρηθεί σε χώρες της Ευρώπης όπως η Γαλλία, η Ολλανδία, η Γερμανία και άλλες, τα οποία αναζητούμε στο ελληνικό πλαίσιο. Αυτά περιγράφονται ως Femonationalism και Homonationalism και μεταφράσαμε σε φεμοεθνικισμό και ομοεθνικισμό αντίστοιχα. Και τα δύο ουσιαστικά αφορούν την στροφή ενός λόγου φεμινιστριών και ΛΟΑΤΚΙ υποκειμένων προς την δεξιά αλλά και το πώς αντίστροφα πλην παράλληλα η ακροδεξιά οικειοποιείται τον λόγο περί ισότητας και δικαιωμάτων για να προτείνει τις ατζέντες της και να παρουσιάσει τον εαυτό της ως προοδευτικό για ψηφοθηρικούς λόγους.

Τέτοια παραδείγματα μπορούν να αναζητηθούν από τις εφόδους ‘’απελευθέρωσης των καταπιεσμένων γυναικών στο Αφγανιστάν’’, μέχρι τους πολέμους της Μαντίλας, γυναίκες της ακροδεξιάς με ψευδό-φεμινιστικό λόγο όπως η Μαριν Λεπέν, ή ΛΟΑΤΚΙ ακροδεξιοί και δεξιοί πολιτικοί. Εν πολλοίς παρατηρείται μια διεύρυνση του εθνικού σώματος, που μέσω αυτών των λόγων περιλαμβάνει τους παλαιότερα έκκεντρους. Τα φαινόμενα αυτά εντάσσουν αυτά τα ‘ανήκειν’ στο έθνος.

Στο πλαίσιο αυτό σχετικά με τον λόγο περί μαντίλας, ενδεικτικό είναι το πώς μπορεί να επιτευχθεί η σύγκλιση ενός φεμινιστικού λόγου με την Ισλαμοφοβία. Αναφορικά με τον πόλεμο της Μαντίλας στον Γαλλία το 2004 για παράδειγμα, ισλαμοφοβικός λόγος εκφράστηκε και από φεμινίστριες, με επιχείρημα την απελευθέρωση των Μουσουλμάνων γυναικών από τον Μουσουλμάνο άνδρα. Ενισχύοντας έτσι το δίπολο μιας υποτιθέμενα εξελιγμένης Δύσης και ενός συντηρητικού, καταπιεστικού Ισλάμ. Το επιχείρημα αυτό της προστασίας των γυναικών ενώ ξεκίνησε ως φαινομενικά φεμινιστική διεκδίκηση, χρησιμοποιήθηκε για να στιγματίσει και να περιθωριοποιήσει τον Μουσουλμάνο «Άλλο». Όπως αναφέρει η Christine Delphy στο άρθρο της «Φύλο και φυλή στην μεταποικιακή Γαλλία: Η μαντίλα και η απόρριψη του Ισλάμ», το Γαλλικό κράτος επιδίωξε την απελευθέρωση των Μουσουλμάνων γυναικών από τον καταπιεστή και παραδοσιακό Μουσουλμάνο άνδρα «λες και σε μια νύχτα οι πολιτικοί είχαν γίνει όλοι φεμινιστές και είχαν συνταχθεί ολόψυχα με τα δικαιώματα των γυναικών».
Αναφορικά με την μεθοδολογία μας, διεξήγαμε (20) ημιδομημένες συνεντεύξεις με φεμινιστικές και ΛΟΑΤΚΙ οργανώσεις αλλά και μεμονωμένους ακτιβιστές, με στόχο να ερευνηθούν οι σχέσεις των έμφυλων υποκειμένων με τον ακροδεξιό λόγο-οι τρόποι που αυτά τον ενσωματώνουν, αναπαράγουν ή και αντιστέκονται σε αυτόν- αλλά και να χαρτογραφηθεί η πορεία της ελληνικής δεξιάς προς το ευρωπαϊκό παράδειγμα. Και φυσικά παρότι μιλάμε για σχετικά πρόσφατα μελετημένα φαινόμενα –μετράνε περίπου μια εικοσαετία στη διεθνή βιβλιογραφία- υπάρχει πληθώρα μελετών πάνω σε αυτά, οπότε και προχωρήσαμε και σε σημαντική βιβλιογραφική έρευνα. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι αυτό που σε άλλες χώρες γίνεται με όρους ακροδεξιάς, στην Ελλάδα συμβαίνει με όρους της –φιλελεύθερης- δεξιάς. Για τον λόγο αυτό μελετήθηκε η θεμελιώδης σχέση των φεμινιστικών και ΛΟΑΤΚΙ κινημάτων με τον αριστερό χώρο, ο θεμελιακός ρόλος της εκκλησίας και την στενή της σχέση με το ελληνικό κράτος. Η σχέση αυτή έχει συμβάλλει στην μη αποδοχή των “άλλων” έμφυλων ταυτοτήτων και στην παραμονή αυτών στο περιθώριο.

Λόγω της ετεροχρονισμένης ανάδυσής του φεμοεθνικισμού και του ομοεθνικισμού, κρίθηκε ότι η Ελλάδα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ιδανικό πλαίσιο διερεύνησης των τρόπων και των συνθηκών υπό τις οποίες τα φαινόμενα αυτά αναδύονται και κανονικοποιούνται. Μολονότι ο φεμοεθνικισμός και ο ομοεθνικισμός παρατηρούνται εν τη γενέσει τους, έχει ενδιαφέρον το πώς συντελείται η εξέλιξή τους στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό. Πιο συγκεκριμένα, το ότι αυτά τα φαινόμενα έχουν μόλις αρχίσει να γίνονται αντιληπτά και να κατανοούνται στην Ελλάδα, μας δίνει την δυνατότητα μεν να τα εξετάσουμε ανεξάρτητα, παρόλα αυτά όμως θα έχει ερευνητικό ενδιαφέρον η παρακολούθηση της εξέλιξής τους. Το ζήτημα της ανάμειξης της εκκλησίας στην πολιτική, η εξέλιξη του φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα τόσο κινηματικά όσο και θεσμικά (και αναφορικά με την διαθεματικότητα) και φυσικά η θέση της Αριστεράς, αναδύονται ως σημαντικά ζητήματα που απαιτούν παραπάνω διερεύνηση.

Όπως προκύπτει και από την έρευνα, η σχέση των λόγων για το φύλο με την άκρα δεξιά- στην Ελλάδα δεξιά- αποτελεί ένα σημαίνον στοιχείο που μας αποκαλύπτει τους νέους τρόπους κατασκευής των πολιτικών μορφωμάτων. Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο η Δεξιά – αναφερόμαστε σε μία νέα Δεξιά, alt right, και όχι για την δεξιά όπως την ξέραμε ως τώρα- έχει ανανοηματοδοτεί το προφίλ της και έχει πλέον συμπεριλάβει πλέον πολιτικές ταυτότητας και λόγους για το φύλο, άλλοτε αμιγώς εργαλειοποιώντας τα και άλλωστε ενσωματώνοντάς τα ως θεμελιακό στοιχείο της ταυτότητάς της. Με την νέα συμπερίληψη των λόγων για το φύλο και από την άκρα δεξιά, θεωρούμε ότι συντελείται ένας ανασχηματισμός όλου του πολιτικού σκηνικού, όπως το γνωρίζουμε. Οι πολιτικές ταυτότητες, κερδίζοντας όλο και περισσότερο έδαφος, μοιάζουν να αποτελούν πλέον μια κανονικότητα και να αναπαράγονται από όλο και περισσότερους πολιτικούς χώρους. Κρίνουμε, πώς στα επόμενα χρόνια και η Ελλάδα θα ακολουθήσει αυτήν την γραμμή και θα αναδειχθεί ενδεχομένως και μια ακροδεξιά που θα ενσωματώσει τον λόγο για τον φύλο στην ατζέντα της.

Τα φαινόμενα αυτά έχουν σημασία για δυο λόγους. Αφενός μας αποδεικνύουν ότι η δικαιωματική πρόοδος δεν είναι μονοσήμαντη, αλλά πολιτικά σύνθετη. Η ισότητα των φύλων στην Ευρώπη έχει εργαλειοποιηθεί πολλές φορές και χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα στην ευρύτερη συζήτηση περί ισλαμοφοβίας και ξενοφοβίας στο παρελθόν -όπως και σήμερα-, με πολλαπλές ρητορικές να κατηγορούν τον Μουσουλμάνο Άλλο για πατριαρχικές αντιλήψεις, σεξισμό, μισογυνισμό και ξενοφοβία, ως εγγενή στοιχεία του πολιτισμού του.
Από την άλλη μας δείχνουν ότι η έμφυλη ταυτότητα καθόλου δεν συνεπάγεται συγκεκριμένες πολιτικές και δικαιωματικές βλέψεις, καθότι η δεξιά και η ακροδεξιά είναι ικανές να απορροφήσουν τους πάντες πανταχόθεν.

Η ακροδεξιά έχει καταφέρει να οικειοποιηθεί τις πολιτικές ταυτότητες προς όφελός της, στρέφοντας αυτόν τον λόγο έναντι κάποιας νέας μορφής ετερότητας, κάποιου νέου ‘εχθρού’.
Για την ώρα, μέσω της δεξιάς στην χώρα, τα φαινόμενα του φεμοεθνικισμού και ομοεθνικισμού κάνουν την δειλή εμφάνισή τους και κανονικοποιούνται μέσω του λόγου περι φύλου σε έναν βαθμό, μετατοπίζοντας την ετερότητα από τον έμφυλο στον μουσουλμάνο άλλο και εντάσσοντας- ως καθοριστική συνθήκη για την ανάδυση των φαινομένων εξαρχής- τα έμφυλα υποκείμενα στο εθνικό ανήκειν. Χωρίς να υποδεικνύεται ότι θα ακολουθηθεί η ίδια ακριβώς πορεία εξέλιξής τους όπως σε αντίστοιχες χώρες της Ευρώπης (π.χ. Γαλλία Ολλανδία κλπ), θεωρούμε ότι δειλά-δειλά και η Ελλάδα βαδίζει προς το ευρωπαϊκό αυτό συντηρητικό νεοφιλεύθερο παράδειγμά. Όλα αυτά ανοίγουν ένα ερευνητικό πεδίο ανάλυσης που μπορεί να μελετηθεί περαιτέρω και τα επόμενα χρόνια.

πηγη: https://thepressproject.gr