Τον Μάρτιο του 1991, ο πρόεδρος Τζωρτζ Χ. Γ. Μπους ανακοίνωνε θριαμβευτικά ότι «αρχίζει να διαφαίνεται μια νέα παγκόσμια τάξη στην οποία οι αρχές της δικαιοσύνης και του ευ αγωνίζεσθαι θα προστατεύουν τους αδύναμους από τους ισχυρούς [και] η ελευθερία και η ανθρωπιά θα εδραιωθούν μεταξύ των λαών. Η αποστολή μας πρέπει να είναι η διαρκής ειρήνη.»[1] Έντεκα χρόνια αργότερα και σε χαμηλότερους τόνους, η Στρατηγική για την Εθνική Ασφάλεια του προέδρου Τζωρτζ Γ. Μπους έβαζε απότομα τέλος στην ελπίδα για διαρκή ειρήνη: «Νέες θανάσιμες απειλές έχουν ξεπηδήσει από τα κράτη-ταραξίες και τους τρομοκράτες. Η φύση και τα κίνητρα των νέων αυτών αντιπάλων κάνουν το σημερινό περιβάλλον ασφαλείας πιο σύνθετο και επικίνδυνο [απ’ ό,τι κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου]. Δεν θα διστάσουμε να δράσουμε μόνοι μας, αν αυτό είναι απαραίτητο, και να ασκήσουμε το δικαίωμά μας στην αυτοάμυνα ενεργώντας προληπτικά.» [2]  Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας θα διαρκούσε πολύ· όσοι «δεν είναι μαζί μας είναι με τον εχθρό».

Ανάμεσα στις δύο αυτές στιγμές είχε δημοσιευτεί το βιβλίο μου Το τέλος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Γραμμένες το 2000, οι δύο τελευταίες προτάσεις ήταν προφητικές: « Όταν οι απολογητές του πραγματισμού αποφαίνονται για το τέλος της ιδεολογίας, της ιστορίας ή της ουτοπίας, δεν σηματοδοτούν το θρίαμβο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· αντίθετα, οδηγούν τα ανθρώπινα δικαιώματα σ’ ένα τέλος. Το τέλος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έρχεται όταν αυτά χάνουν το ουτοπικό τους τέλος (σκοπό).» [3] Σε μια εποχή που η αισιοδοξία της μετα-ψυχροπολεμικής εποχής βρισκόταν στο απόγειό της, η πρόβλεψη αυτή έμοιαζε τουλάχιστον απερίσκεπτη και οδήγησε τον εκφραστή της σε πολλές διενέξεις.

 

Κι αυτό γιατί το τέλος του προηγούμενου αιώνα συνοδεύτηκε από έντονες συζητήσεις για την παγκοσμιοποίηση, την υπαγωγή του κράτους σε αυστηρούς νομικούς και ηθικούς κανόνες, καθώς αυτό σταδιακά θα εξασθενίζει και η κρατική κυριαρχία και θα αντικαθίσταται από διεθνή θεσμικά όργανα και κοσμοπολιτική νομοθεσία. Στην εσωτερική πολιτική, η νέα τάξη σήμαινε το τέλος της ιστορίας και της ιδεολογίας, την υποχώρηση της αριστεράς και της κοινωνικής δικαιοσύνης, την στροφή της νεολαίας από τις ριζοσπαστικές ιδέες στα ανθρώπινα δικαιώματα.

Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά.  Οι απόψεις του βιβλίου του 2000, που έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, έχουν επιβεβαιωθεί θεμελιώνοντας την κριτική θεωρία των ανθρώπινων δικαιωμάτων ως παράδοξης πρακτικής μεταξύ πολιτικής ουτοπίας και νομιμοποιητικού εργαλείου για την της καθεστηκυίας τάξης. Και αυτό γιατί σε αντίθεση με τις προσδοκίες του Αμερικανικού φιλελεύθερου κατεστημένου, του Γερμανού Χάμπερμας ή του Άγγλου Γκίντενς και των Ελλήνων εκσυγχρονιστών για τον επερχόμενο νέο «κοσμοπολιτισμό», η αυτοκρατορία και το κράτος επέστρεψαν δυναμικά. Στο διεθνές πεδίο είχαμε την παράνομη επέμβαση στο Κόσοβο, την επίθεση στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, την Λιβύη και την Συρία μεταξύ άλλων. Μια εικοσαετία συνεχών πολέμων. Ονομάστηκαν «ανθρωπιστικοί πόλεμοι»: έχουν το παράδοξο χαρακτηριστικό ότι σκοτώνουν ανθρώπους για να «σώσουν» την ανθρωπότητα. Στην εσωτερική πολιτική, η «σωτηρία» του λαού που είχε ξεχαστεί με την έλευση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, της «διαρκούς ειρήνης» και του «τέλους» των ιδεολογιών, εμφανίζεται ξανά στο λεξιλόγιο της πολιτικής. Ζήσαμε και ζούμε είκοσι χρόνια  στα οποία ο τρόπος ζωής μας, η οικονομική επιβίωση και ο πολιτισμός μας διατρέχουν θανάσιμο κίνδυνο. Οι ακραίοι κίνδυνοι απαιτούν και ακραία μέτρα, ελευθερίες και δικαιώματα πρέπει να ανασταλούν προκειμένου να προστατευθούμε από τις θανάσιμες απειλές.

Αυτό έγινε με τα μνημόνια που μας «έσωσαν» από την χρεωκοπία. Αυτό γίνεται με τους πρόσφυγες που αντιμετωπίζονται ως «εισβολείς» και «υγειονομικές απειλές». Αυτό γίνεται με την πανδημία με την αναστολή βασικών ελευθεριών μας. Φιλελεύθεροι πολιτικοί και σχολιαστές υποστηρίζουν ότι η ασφάλεια υπερισχύει των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι πανεπιστημιακοί επέστρεψαν στους δυσοίωνους στοχασμούς του Καρλ Σμιτ και του σύγχρονου μαθητή του Τζόρτζιο Αγκάμπεν. Η αισιόδοξη εποχή της παγκοσμιοποιημένης ελπίδας μετατράπηκε σε σκοτεινή εποχή φόβου. Η «κατάσταση εξαίρεσης», η αναστολή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η συνεχής απειλή βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη. Η σειρά των άρθρων που ακολουθεί εξετάζει πως η περίοδος της «διαρκούς ειρήνης» έγινε ατέλειωτος πόλεμος και συνεχής παραβίαση των δημοκρατικών ελευθεριών των λαών, μια μόνιμη «κατάσταση εξαίρεσης».

 

Η νέα παγκόσμια τάξη

 

Η νέα παγκόσμια τάξη που ανακοινώθηκε μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού το 1989 και ολοκληρώθηκε με το τέλος του πολέμου του Ιράκ συνδύαζε τρεις πλευρές.  Παγκοσμιοποίηση για τους κοινωνιολόγους, νεοφιλελεύθερο καπιταλισμο για τους οικονομολόγους και κοσμοπολιτισμό,  που συνδυάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα με το διεθνές δίκαιο και τους θεσμούς για τους πολιτικούς επιστήμονες. Σε αυτό το πολύ-επίπεδο οικοδόμημα, το άτομο σύνδεει την ιδεολογία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις άπληστες καπιταλιστικές πολιτικές, που έχουν στο κέντρο την ατομική ιδιοκτησία και τον ανταγωνισμό, με την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, της επικοινωνίας και των επιχειρήσεων. Υπάρχουν εσωτερικές σχέσεις μεταξύ των τριών πλευρών την νέας παγκόσμιας τάξης. Αυτές θα εξετάσουμε στα άρθρα της σειράς.  

Τον Αύγουστο του 1998, δύο εβδομάδες μετά από βομβιστικές επιθέσεις της Αλ Κάιντα στις αμερικανικές πρεσβείες στην Κένυα και την Τανζανία, ο πρόεδρος Μπιλ Κλίντον επιτέθηκε με πυραύλους σε εργοστάσιο που ήταν ο μεγαλύτερος κατασκευαστής φαρμάκων στο Σουδάν.  Πυραύλοι Tomahawk  το κατέστρεψαν σκοτώνοντας έναν νυχτοφύλακα και τραυματίζοντας άλλους. Οι Αμερικάνοι ισχυρίστηκαν ότι το εργοστάσιο παρήγαγε κρυφά χημικά όπλα για την Αλ Κάιντα.  Σύντομα όμως Αμερικανοί αξιωματούχοι αναγκάστηκαν να παραδεχτούν ότι οι πληροφορίες τους ήταν λαθεμένες.  Η επίθεση ήταν πράξη αντεκδίκησης εναντίον ενός τυχαίου στόχου. Κανείς δεν ανέλαβε την ευθυνη, κανείς δεν τιμωρήθηκε.  Αυτή είναι η λογική του πολέμου κατά της τρομοκρατίας: ΗΠΑ και η Βρετανίας επιτίθενται και κάποιοι αθώοι υφίστανται τις συνέπειες. Το χάος στην Καμπούλ επανέλαβε την ιστορία μόνο που τα θύματα είναι πολύ περισσότερα.

Η Καμπούλ είναι το τελευταίο επεισόδιο σε ένα μακροχρόνιο και επαναλαμβανόμενο δράμα του οποίου οι πρωταγωνιστές δεν αλλάζουν. Ο γενικός τίτλος είναι «αποστολή εκπολιτισμού» ή «φέρνοντας την νεωτερικότητα στους απολίτιστους» ή η «ευθύνη του λευκού άνδρα». Η συζήτηση για το πικρό τέλος της επέμβασης στο Αφγανιστάν επαναλαμβάνει τα επιχειρήματα που πρωτο-ακούσαμε πριν είκοσι χρόνια με την εισβολή στην χώρα. Από την μια, η ευθύνη για την υπεράσπιση των «δυτικών αξιών». Από την άλλη, οι ρεαλιστικές γεωπολιτικές αναλύσεις και τα παράπονα για τις δυσκολίες, τις θυσίες και τις αποτυχίες της επέμβασης. Οι πρωταγωνιστές δεν φαίνεται να πήραν κανένα μάθημα, καμία ουσιαστική αξιολόγηση της περιόδου από το 2001 μέχρι σήμερα δεν έγινε.

Δεν έγινε απολογισμός γιατί ο σκοπός αυτού που ονομάστηκε «πολέμος κατά της τρομοκρατίας» συνεχώς άλλαζε ανάλογα με τις προτεραιότητες των Αμερικανών κυβερνήσεων.  Ο πόλεμος ξεκίνησε με μεγαλόφωνους ηθικούς ισχυρισμούς περί απελευθέρωσης των Αφγανών γυναικών και οικοδόμησης μιας συμπεριληπτικής δημοκρατίας. Η πρώτη κυρία Λόρα Μπους  έδωσε μια σειρά ραδιοφωνιων διαλέξεων το 2001 για την κατάσταση των γυναικών στο Αφγανιστάν. Αλλά τελείωσε με την ψυχρή και κοφτή δήλωση του Τζο Μπάιντεν ότι οι υποσχέσεις περί «διαμόρφωσης έθνους» (nation building) δεν αποτελούσαν μέρος της Αμερικανικής αποστολής. Το μόνο συνεπές χαρακτηριστικό των αντιφατικών δικαιολογιών για τον πόλεμο ήταν ο επιτακτικός τους τόνος. Ό, τι έγινε έπρεπε να γίνει, ο απολογισμός θα γίνει αργότερα. Αλλά για τον υπόλοιπο κόσμο ήρθε η ώρα για να εξετάσουμε τα τελευταία είκοσι χρόνια διεθνούς πολιτικής και να αξιολογήσουμε τις συνέπειες για την χώρα μας.

Στο επόμενο μια μικρή αναδρομή στην σχέση νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

 

[1] Από την ομιλία στο Κογκρέσο στις 6 Μαρτίου 2001, στο τέλος του Πολέμου του Κόλπου: http://millercenter.virginia.edu/scripps/diglibrary/prezspeeches/ghbush/ghb_1991/0306.html.

[2] Η Στρατηγική για την Εθνική Ασφάλεια εγκαινιάστηκε από τον πρόεδρο Τζορτζ Γ. Μπους στις 20 Σεπτεμβρίου 2002. Το έγγραφο υπάρχει στη διεύθυνση www.whitehouse.gov/nsc/nss.html.

[3] Κώστας Δουζίνας, The End of Human Rights (Οξφόρδη, Hart, 2000), 380 [Το τέλος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μτφρ. Ηλίας Νικολούδης (Αθήνα, Παπαζήσης, 2006), 533] (στο εξής οι αναφορές στην ελλ. εκδ.)· Κώστας Δουζίνας, “The End(s) of Human Rights”, 26/2 University of Melbourne Law Review 445 (2002).

πηγη: https://tvxs.gr