Άρθρο που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της εφημερίδας Daily Maverick. H Niki Moore είναι δημοσιογράφος.

Μετάφραση Δημητρης Πλαστήρας




Ο Nkululeko Gwala ήταν πιστό μέλος του ANC (Αφρικάνικο Εθνικό Κογκρέσο) στο Ντέρμπαν. Δεν ήξερε όμως πως να κρατά το στόμα του κλειστό. Αποβλήθηκε από το κόμμα επειδή μιλούσε ανοιχτά εναντίον της διαφθοράς. Και όταν αυτό δεν είχε αποτέλεσμα στο να τον φιμώσει, οι εχθροί του δοκίμασαν δώδεκα σφαίρες μια σκοτεινή χειμωνιάτικη νύχτα.

Ο S’bu Zikode ήταν το τελευταίο πρόσωπο που μίλησε με τον Nkululeko Gwala στις 2 Ιουνίου 2013. «Μου τηλεφώνησε πολλές φορές, λέει ο S’bu, «ήθελε να με δει επειγόντως εκείνη τη νύχτα. Είπε πως είχε αποδείξεις διαφθοράς και ήθελε να μου τις δώσει να τις κρατήσω σε ασφαλές μέρος. Ήξερε πως το σπίτι του δεν ήταν ασφαλές. Είπα όμως, ας συναντηθούμε αύριο. Νωρίς. Τίποτα δε μπορεί να συμβεί. Έλα στο γραφείο μου αύριο το πρωί».

Όμως κάτι έγινε. Ο Nkululeko (34) πυροβολήθηκε από πίσω εξ επαφής ενώ επέστρεφε  σπίτι από το τοπικό σιμπιν (shebeen, ένα είδος τοπικού άτυπου εστιατορίου/μπαρ) όπου παρακολουθούσε ποδόσφαιρο. Οι δυο ύποπτοι που συνέλαβε η αστυνομία και στη συνέχεια αφέθηκαν ελεύθεροι, απειλούν την κοινότητα με αντίποινα.

Ο φόνος του Gwala έγινε πρωτοσέλιδο επειδή μερικές ώρες προτού δολοφονηθεί, ένα ανώτερο μέλος του ANC είπε σε μια δημόσια συνάντηση πως ο Gwala ήταν ταραξίας, και έπρεπε να τον ξεφορτωθούν.

Λίγο περισσότερο από ένα μήνα πριν, το μέλος της κοινότητας Thembinkosi Qumbela είχε εκτελεστεί με παρόμοιο τρόπο. Στην περίπτωση του Qumbela δεν υπήρξαν συλλήψεις, και ούτε πρωτοσέλιδα.

Και οι δυο άντρες εργάστηκαν από κοινού με μέλη ενός κοινωνικού κινήματος που ονομάζεται Abahlali Basemjondolo (ABM, Οι Άνθρωποι των Παραγκών). Το ABM είναι μια ομάδα ενεργών ατόμων που ο βασικός τους σκοπός είναι να εξασφαλίσουν πως η κυβέρνηση θα χτίσει σπίτια σύμφωνα με την συνταγματική υποχρέωση της.

«Είναι γραμμένο στο Σύνταγμα πως όλοι στην Νότια Αφρική έχει το δικαίωμα σε κατάλληλη στέγη», αναφέρει ο πρόεδρος του ABM, Mzwakhe Mdlalose. «Αυτό όμως δεν συμβαίνει. Και ο βασικός λόγος που δεν συμβαίνει είναι εξαιτίας της διαφθοράς».

Το ABM δεν θέλει να είναι κομμάτι του πολιτικού φάσματος. Παρά την αύξηση του αριθμού των μελών, δεν επιδιώκουν ψήφους ή κυβερνητική αντιπροσώπευση. Στην πραγματικότητα, ενθαρρύνουν τα μέλη τους να απέχουν πλήρως από τις εκλογές.

Όταν ρωτήθηκε γιατί, ο Mdlalose λέει πως έχει χάσει την πίστη του στο πολιτικό σύστημα.

«Πρέπει να παραμείνουμε ομάδα πίεσης για να εξασφαλίσουμε πως οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι παραμένουν ειλικρινείς και αποτελεσματικοί, και εκπληρώνουν την εντολή τους», αναφέρει, προσθέτοντας μάλλον ζοφερά, «Διαπιστώσαμε πως όποιος εκλέγεται διαφθείρεται αμέσως».

Από το 2007 έχουν εκτελεστεί περίπου 36 μάρτυρες εναντίον της διαφθοράς στο ΚουαΖούλου-Νατάλ (KZN). Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι άνθρωποι αυτοί ήταν άνθρωποι μέσα από το κυβερνών κόμμα του ANC που ήθελαν να μιλήσουν κατά της διαφθοράς. Και σε πολλές περιπτώσεις η διαφθορά αφορούσε την ανέγερση και διανομή σπιτιών.

Η στέγαση των μετακινούμενων φτωχών στην Νότια Αφρική είναι εξαιρετικά περίπλοκο ζήτημα. Σύμφωνα με το ABM, όταν καταπατητές εισβάλλουν σε ένα κομμάτι γης, οι πρώτοι που φτάνουν οικειοποιούνται το μέρος, ορίζοντας τις δικές τους περιοχές, και στη συνέχεια γίνονται «φαβελάρχες» – δηλ. υπενοικιάζουν τμήματα της γης «τους» σε νεοφερμένους «ενοικιαστές» (στο Ντέρμπαν, οι φαβελάρχες είναι κυρίως ντόπιοι, και οι «ενοικιαστές» είναι από το Ανατολικό Ακρωτήριο). Αν ο δήμος – συνήθως με καλή πίστη – αρχίσει να διαπραγματεύεται με αυτούς τους κατοίκους για την προσφορά στέγης, μιλάνε στους «φαβελάρχες» που ίσως και να αποτελούν  το ένα πέμπτο του συνολικού πληθυσμού  του οικισμού. Οι φαβελάρχες παροτρύνονται να διώξουν τους «ενοικιαστές» τους και να πάρουν τα σπίτια τους, αφήνοντας πάνω από το ένα τέταρτο των αρχικών κατοίκων πάλι στο σημείο από όπου ξεκίνησαν. Είναι ένα σύστημα εξυπηρέτησης με βάση την χρονική προτεραιότητα που είναι εγγενώς άδικο, καθώς ούτε οι φαβελάρχες, ούτε και οι ενοικιαστές έχουν πρακτικά αξίωση στη γη. Οδηγεί σε εσωτερική βία και διαμαρτυρίες και μια εντελώς αυθαίρετη κατανομή σπιτιών. Κατά συνέπεια, πολλά σπίτια καταλήγουν στην κατοχή πλούσιων, πολιτικά διασυνδεδεμένων επιχειρηματιών που τα νοικιάζουν.

Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα. Το δεύτερο πρόβλημα είναι πως ολόκληρη η στεγαστική διαδικασία είναι γεμάτη διαφθορά. Η υπέροχα εφήμερη Έκθεση Μανάσε, που μιλούσε για εκτεταμένη διαφθορά στο δήμο Εθεκίνι, ξεχώρισε το στεγαστικό τομέα ως το πιο προβληματικό. Και δεν είναι δύσκολο να δούμε γιατί.

Να πως λειτουργούν τα στεγαστικά ανταλλάγματα (και βασίζεται σε πραγματικό παράδειγμα, με λεπτομέρειες που έδωσαν μάρτυρες): ο δήμος εκδίδει ένα ομόλογο 300 εκατομμυρίων για 4500 σπίτια. Αυτό σημαίνει μια καλή τιμή των 65000 αν σπίτι. Το άτομο που παίρνει αυτό το ομόλογο, συνήθως πολιτικός φίλος, παίρνει 100 εκατομμύρια για το ίδιο, και ορίζει έναν υπο-εργολάβο. Που πλέον έχει προϋπολογισμό 45000 ανά σπίτι. Είναι πολύ πιθανό να βολευτεί και ο ίδιος με καμιά δεκαριά εκατομμύρια και να ορίσει και αυτός έναν υπο-εργολάβο, και ούτω καθεξής. Ο προμηθευτής, γνωρίζοντας πως έχει να κάνει με διάτρητο κρατικό ομόλογο, θα διπλασιάσει ή τριπλασιάσει τις τιμές του για τα υλικά. Και στο τέλος της μέρας, το σπίτι θα κοστίσει στη πραγματικότητα 20000 για να χτιστεί και θα έχει ετοιμόρροπους τοίχους και μια στέγη που στάζει. Μερικές δωροδοκίες έχουν πληρωθεί σε ελεγκτές δόμησης για να κοιτάξουν από την άλλη (ή απειληθεί για να κάτσουν ήσυχα), και σε πολλές περιπτώσεις η πλήρης εξόφληση έχει γίνει στον ομολογιούχο πολύ πριν ολοκληρωθούν καν τα σπίτια. Σημαντικά στοιχεία όπως η αποχέτευση, ο εξαερισμός και η απομάκρυνση των όμβριων συχνά αγνοούνται ή μένουν μισοτελειωμένα.

Είναι εξαιτίας αυτής της θεσμικής διαφθοράς που το ABM πιστεύει πως τα σπίτια που προσφέρει το κράτος δεν έχουν αποτέλεσμα.

«Πιστεύουμε πως οι άνθρωποι πρέπει να παίρνουν ένα κομμάτι γης, και να αποκτούν τίτλο για το κομμάτι αυτό», αναφέρει ο πρόεδρος του ABM, S’bu Zikode. «Το κράτος τότε μπορεί να δώσει τις απαραίτητες υπηρεσίες, αλλά οι άνθρωποι να χτίσουν το σπίτι που θέλουν. Δεν μπορεί να υπάρξει διαφθορά, καθώς θα χτίσουν ένα σπίτι που μπορούν και δεν γίνεται να κλέψουν γιατί θα κλέψουν τον εαυτό τους».

Η υπάρχουσα όμως διαφθορά δεν περιορίζεται μόνο στη διαδικασία της δόμησης καθαυτής. Η πιο επικίνδυνη διαφθορά περιλαμβάνει την παράδοση των τελειωμένων σπιτιών – που είναι στο σημείο επαφής κυβέρνησης και πολιτών – και εξαιτίας της που άνθρωποι χάνουν τις ζωές τους.

Ο Nkululeko Gwala είναι το τελευταίο θύμα. Ήταν πιστό μέλος του ANC μέχρι το 2010. Αν και μιλούσε εναντίον της διαφθοράς, έλεγε στο κόσμο πως δεν θα έφευγε ποτέ από το ANC, ήταν το σπίτι του. Το ANC όμως είχε διαφορετική γνώμη, και το 2010 η οργάνωση στο Εθεκίνι είπε στον Gwala πως δεν θα ανανέωναν την ιδιότητα μέλους του. Μόλις βρέθηκε στην πολιτική ερημιά, ο Gwala έγινε ανεξάρτητος και έγινε ηγέτης μέσα στην κοινότητα χάρη στις ικανότητες του στον ανεπίσημο οικισμό στο Κέιτο Κρεστ, στο προάστιο Μέιβιλ του Ντέρμπαν και – με κάποια ειρωνεία – στη σκιά του τεράστιου ακριβού εμπορικού κέντρου Παβίλιον. Ο Gwala ηγούνταν των διαμαρτυριών της κοινότητας στο Κέιτο Κρεστ, που είχε επιλεχθεί για ένα τεράστιο οικοδομικό σχέδιο.

Υπήρχαν δυο βασικά παράπονα: πρώτα ότι η διαδικασία της έξωσης και της επανεγκατάστασης δεν έγινε σύμφωνα με τους τύπους και εξηγηθεί κατάλληλα· και δεύτερο η απόδοση των σπιτιών (από τον σύμβουλο της δημοτικής ενότητας, Mzi Ngiba) ήταν παράτυπη.

«Ο Ngiba πουλάει τα σπίτια αυτά τη νύχτα, από το αυτοκίνητό του», κατήγγειλε ο Gwala. «Μερικές φορές πουλάει το ίδιο σπίτι τρείς φορές σε διαφορετικούς ανθρώπους. Στον ίδιο ανήκουν τρία σπίτια που τα νοικιάζει».

Αυτή δεν είναι καινούρια καταγγελία: παρόμοιας παράπονα έχουν υποβληθεί εναντίον του συμβούλου της Ενότητας 14, Mdu Ngcobo· τον σύμβουλο της Ενότητας 4, Dennis Shozi· και τον σύμβουλο της ενότητας 56, S’thembiso Gumede, μεταξύ πολλών άλλων. Παρά τις επίμονες αυτές καταγγελίες, δεν έχει ληφθεί ωστόσο καμμιά δράση.

«Αν οι άνθρωποι έχουν κατηγορίες διαφθοράς εναντίον συμβούλων, πρέπει να κάνουν μήνυση στην αστυνομία», αναφέρει ο εκπρόσωπος τύπου της πόλης, Thabo Mofokeng. «Όταν ακούμε για σπίτια που δίνονται παράτυπα, ή καταπατούνται από καταληψίες, κάνουμε μια εξακρίβωση της ιδιοκτησίας. Αν το λάθος άτομο μένει εκεί, πρέπει να πάμε μέσα από δικαστική διαδικασία για να τον διώξουμε».

«Κάποιοι άνθρωποι λένε πως τους πούλησαν τα σπίτια», συνεχίζει. «Αν αυτό είναι αλήθεια, τότε λέμε στους ανθρώπους να ξεκινήσουν ποινική διαδικασία».

Είναι ευκολότερο να το πει κανείς από το να γίνει. Ο νόμος μας θεωρεί τον καθένα αθώο μέχρις αποδείξεως της ενοχής του, και ένας έξυπνος εγκληματίας μπορεί να κωλυσιεργήσει μια νομική διαδικασία επ’ άπειρον ενώ διατηρούν τη θέση και το εισόδημα τους. Ο κυριαρχούμενος από το ANC δήμος του Ντέρμπαν, παρά την δηλωμένη δέσμευση στην μη ανοχή της διαφθοράς, δηλώνει επίσης πως δεν θα αναλάβουν δράση εναντίον ενός συμβούλου μέχρι να αποδειχτεί ένοχος ή ένοχη. Έτσι δεν υπάρχει κίνητρο για την επιτάχυνση της δικαιοσύνης, ιδιαίτερα αν ο δράστης μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτή την αδράνεια για να σκοτώσει ή να τρομοκρατήσει κάθε μάρτυρα.

Κάτι που μας φέρνει πίσω στον Nkululeko Gwala. Ο Gwala ήταν ηγέτης των κοινοτικών διαμαρτυριών στο Κέιτο Κρεστ από το 2010. Στις αρχές του 2013, έχοντας επίγνωση των έντοων εντάσεων στην περιοχή, ο δήμαρχος του Ντέρμπαν, James Nxumalo, είπε στην κοινότητα να επιλέξει μια επιτροπή δέκα ατόμων για να τους αντιπροσωπεύσει, και πως θα διαπραγματεύονταν με την επιτροπή αυτή. Ο Gwala ήταν μέρος αυτής της επιτροπής.

Την Δευτέρα, 24 Ιουνίου, κάτοικοι που είχαν διωχτεί από τις παράγκες τους από τους «φαβελάρχες» τους έκλεισαν αρκετούς βασικούς δρόμους στο Ντέρμπαν για να διαμαρτυρηθούν για τις εξώσεις τους. Την Τρίτη, έκαναν πορεία προς τα γραφεία των δυο συμβούλων της περιοχής, του Mzi Ngiba και της Zanele Ndzoyiya, και τα έκαψαν. Ο Gwala είπε πως οι άνθρωποι ήταν θυμωμένοι με τους συμβούλους επειδή έδωσαν σπίτια σε άτομα με πολιτικές διασυνδέσεις, και επειδή δεν υπηρετούσαν την κοινότητα τους.

«Οι άνθρωποι πρέπει να παίρνουν τα σπίτια με βάση την ανάγκη όχι τις πολιτικές διασυνδέσεις», είπε ο Gwala. «Αν λένε είμαι ένοχος για την διαμαρτυρία τότε είμαι εντάξει με αυτό γιατί το κάνω για τα δικαιώματα των ανθρώπων».

Την επόμενη Τετάρτη, μια επιτροπή του ANC συναντήθηκε με τους κατοίκους του Κέιτο Κρεστ στο Δημαρχείο. Ο Gwala είπε σε μια τοπική εφημερίδα, την Daily News, πως δεν θα συμμετείχε στην συνάντηση επειδή φοβόνταν πως θα τον σκότωναν. Υπήρχε ένα πραγματικό προηγούμενο σε αυτό: τις 15 Μαρτίου της ίδιας χρονιάς τέσσερις ένοπλοι εκτέλεσαν τον Πρόεδρο των κατοίκων του Κέιτο Κρεστ, Thembinkosi Qumbela. Έκανε από καιρό παρόμοιο έργο με του Gwala, και είχε κάνει παρόμοιες καταγγελίες. Ο φόνος του παρέμεινε άλυτος, αλλά από το θάνατό του, ο Gwala έπαιρνε παρόμοιες απειλές. Ίσως ήταν το ίδιο το ότι ο Gwala δεν πήγε στην συνάντηση: στο δημαρχείο, το μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου για την υγεία και πρόεδρος της περιφερειακής οργάνωσης του ANC, Sibongiseni Dhlomo, ξεχώρισε τον Gwala και είπε στους κατοίκους πως ήταν ταραξίας.

Είπε στο συγκεντρωμένο ακροατήριο των 2000 ατόμων πως ο Gwala ήταν ανεπιθύμητος στην περιοχή και πως «είτε θα φύγει από την περιοχή ή θα φύγει η κοινότητα. Πρέπει να φύγει. Είναι ανεπιθύμητος εδώ». Σε μια έντονη ομιλία 25 λεπτών, που καταγράφηκε από έναν ακτιβιστή της κοινότητας και που δόθηκε στην τοπική εφημερίδα Tribune, ο Dhlomo είπε πως ο Gwala θα έπρεπε να διωχτεί και  πως έπρεπε «να τρέξει γιατί θα φύγει σήμερα».

Είπε πως η Ενότητα 101ή «Ζώνη του Gedleyihlekisa» και άνηκε στον Zuma.

Πέντε ώρες αργότερα, στις 10:30 μμ, ο Gwala επέστρεφε σπίτι με τα πόδια από το μπάρ που παρακολούθούσε ένα αγώνα ποδοσφαίρου. Δυο άντρες τον πυροβόλησαν 12 φορές στο κεφάλι και στο θώρακα και μετά έφυγαν τρέχοντας. Τον έψαξαν βιαστικά για το τηλέφωνό του, αλλά ήταν σε μια τσέπη του μπουφάν και δεν το βρήκαν.

Όταν ρωτήθηκε από την Tribune για την εμπρηστική ομιλία του, ο Dhlomo απάντησε κατηγορώντας την εφημερίδα πως φύτεψε «πράκτορες» για να ηχογραφήσουν την συνάντηση και για αναφορά των λόγων του εκτός πλαισίου αναφοράς.

Συμπωματικά, ο Gwala δεν ζούσε στο Κέιτο Κρεστ, είχε δουλειά και σπίτι στην Ιντσάνγκα. «Πολεμάω όμως για τους ανθρώπους, που οι φωνές τους αγνοούνται από τους ηγέτες μας», είπε. Στην Ιντσάνγκα, του άνηκε μια ποδοσφαιρική ομάδα και ήταν στη διαδικασία δημιουργίας ενός προγράμματος για τη νεολαία. Είχε επίσης δημιουργήσει ένα  πρόγραμμα ανταμοιβών για υποσχόμενους μαθητές.

«Ήθελε από πάντα να φέρει αλλαγή στις ζωές των ανθρώπων», ανέφερε ο πατέρας του, Thembinkosi Ndokweni.

Ο εκπρόσωπος της αστυνομίας Συν. Vincent Ndungu είπε πως η αστυνομία ερευνούσε το φόνο, αλλά δεν την θεωρούσε – ακόμη – πολιτικό έγκλημα.

«Αυτό το πράγμα που μας ζητούν να ερευνήσουμε τον σύμβουλο Dhlomo για πρόκληση σε βία είναι ανοησία. Κανένας δεν έφερε στοιχεία για αυτό. Αν άνθρωποι δέχονται απειλές θανάτου πρέπει να κάνουν καταγγελία με την αστυνομία. Δεν απαντάμε σε ρεπορτάζ ή φήμες, μπορούμε να δράσουμε μόνο μόνο όταν οι άνθρωποι παρουσιάζουν στοιχεία».

Δεν είχε πληροφορίες για ακόμη τρεις ηγέτες από το Κέιτο Κρεστ που κρύβονταν ακόμη, ή τα στοιχεία διαφθοράς που ο Gwala είχε πει πως διέθετε.  «Κανένας δεν μας κατήγγειλε κάτι». Ωστόσο η αστυνομία δεν είχε μιλήσει ούτε με τον S’bu Zikode, αλλά ούτε και με τον δημοσιογράφο της Daily News με τον οποίο ο Gwala είχε μιλήσει λίγο πριν δολοφονηθεί. Οι αριθμοί τους ήταν στο κινητό του.

Το ίδιο το ANC μοιάζει να έχει μπερδεμένες θέσεις σχετικά με την κουλτούρα φόνου μέσα στον οργανισμό για την εξουδετέρωση πολιτικής αντίθεσης. Στην κηδεία ενός άλλου δολοφονημένου αξιωματούχου του ANC, του Wandile Mkhize, που δολοφονήθηκε στη Νότια Ακτή στις 2 Ιουνίου 2012, ο πρωθυπουργός του ΚΖΝ Zweli Mkhize είπε πως αν και το ANC δεν είχε ιδιαίτερη γνώση για τα κίνητρα πίσω από το θάνατο του, το κόμμα έπρεπε να κοιτάξει «στην συμβολή πολιτικής, εγκληματικότητας και δουλειάς, καθώς θα δημιουργούσε τεράστια προβλήματα μέσα στο κόμμα».

Δύο άνδρες συνελήφθησαν λίγο μετά το φόνο και ενέπλεξαν δύο άλλους. Από τότε όμως η υπόθεση έχει βαλτώσει σε καθυστερήσεις στο δικαστήριο και αστυνομική ανικανότητα, στο βαθμό που μοιάζει σχεδόν πως υπάρχει μια ατζέντα υπονόμευσης της δικαιοσύνης.

Συγκριτικά, ο φόνος του προέδρου του τοπικού παραρτήματος στο Οσαμπένι, Dumisani Malunga το Σεπτέμβριο του 2012 διαλευκάνθηκε μέσα σε ένα μήνα, καθώς ο δολοφόνος ομολόγησε – ένα άλλο μέλος του ANC που ήθελε τη θέση του Malunga.

Οι δολοφονίες είναι η απόλυτη μορφή λογοκρισίας, λέει η καθηγήτρια δημοσιογραφίας Jane Duncan. Και είναι αποτελεσματικές: υπήρξαν 59 πολιτικές δολοφονίες στη Νότια Αφρική τα τελευταία πέντε χρόνια (ΣτΜ: μεταξύ 2008 και 2013). Στην διάρκεια της ίδιας περιόδου, η Επιτροπή Δημοσίων Υπηρεσιών έχει αναφέρει μια αύξηση κατά δώδεκα φορές των σπάταλων και άσκοπων δαπανών, σε συνδυασμό με έντονη μείωση στις καταδίκες για διαφθορά.

Η εικόνα είναι ξεκάθαρη.

Ο ερευνητής δημοσιογράφος Sam Sole της Mail & Guardian έχει τονίσει πως το ANC έχει προωθήσει την ένωση της πολιτικής και των επιχειρήσεων μέσα από τις πολιτικές του για την Μαύρη Οικονομική Ενίσχυση. Αυτό οδήγησε στο να αναπτυχθεί μια στενή σχέση μεταξύ πολιτικής εξουσίας και υλικής αποθησαύρισης, όπου η εκλογή σε δημόσιο αξίωμα αντιμετωπίζεται ως ο πιο γρήγορος δρόμος για την επίτευξη πλούτου. Όπως σημειώνει ο Sole, «μέχρι η συμμαχία να αναγνωρίσει και να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα – να αντιμετωπίσει το δικό της εθισμό στην γρήγορη ικανοποίηση – η προοπτική λύσης θα παραμείνει απόμακρη».


Δημοσιεύθηκε την 13 Απριλίου, 2022
πηγη: https://geniusloci2017.wordpress.com