Όλοι οι πόλεμοι που έχουν διεξαχθεί μέχρι και σήμερα έχουν ιστορικές στιγμές ανάμεσα τους οι οποίες σήμαναν το τέλος τους όπως για παράδειγμα, η ανακωχή που τερμάτισε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι Liana Fix και ο Michael Kimmage αναλύουν στο «Foreign Affairs» την πιθανότητα μία ανάλογη στιγμή να βρίσκεται μακριά στον πόλεμο Ουκρανίας και Ρωσίας και πως μία μακρόχρονη σύγκρουση θα εξυπηρετούσε στην παρούσα κατάσταση τις δύο χώρες. Όπως αναφέρουν, στον ρωσικό πόλεμο στην Ουκρανία, μετά από οκτώ εβδομάδες πολέμου υπάρχει μια πραγματική πιθανότητα ότι καμία χώρα δεν θα επιτύχει αυτό που επιθυμεί. Εάν ο πόλεμος δεν καταλήξει σε μία επίλυση το ερώτημα που προκύπτει είναι: υπέρ ποιας πλευράς δουλεύει ο χρόνος;

Η Ρωσία

Η Ρωσία, όπως αναφέρει το Foreign Affairs δεν είναι καθόλου κοντά στο να επιτύχει τους βασικούς στόχους της. Μέχρι στιγμής, δεν έχει καταφέρει να υποχρεώσει την Ουκρανία σε συνθηκολόγηση,ενώ απέχει πολύ από το να ανατρέψει την ουκρανική κυβέρνηση. Ο Πούτιν, από την σκοπιά του, φαίνεται να θεωρεί πως οποιαδήποτε μελλοντική ειρηνευτική συμφωνία που δεν θα κερδίσει σημαντικές παραχωρήσεις από την Ουκρανία θα ήταν δυσανάλογη με την απώλεια ζωών, την απώλεια υλικού, και την διεθνή απομόνωση που έχει βιώσει η Ρωσία. 

Επιπλέον, ο πρόεδρος της Ρωσίας πιθανότατα θα έβλαπτε πολιτικά τον εαυτό του με το να παραδεχτεί ότι η απόφαση του για πόλεμο με την Ουκρανία έχει αποτύχει. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει καταστρέψει την σχέση της Ρωσίας με την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Με την πάροδο του χρόνου θα καταστρέψει, όπως αναφέρει το Foreign Affairs, την ρωσική οικονομία, ενώ θα ωθήσει την Ουκρανία περαιτέρω προς την Δύση. 

Ο Πούτιν μπορεί να καταφύγει σε έναν πόλεμο φθοράς, καθώς εάν πρόκειται να ηττηθεί, μπορεί να μεταθέσει την ήττα με έναν μακροχρόνιο πόλεμο και να παραδώσει την καταδικασμένη σύγκρουση σε έναν διάδοχο. Επίσης, ένας μακροχρόνιος πόλεμος θα έδινε στην Ρωσία τον χρόνο να στρατολογήσει και να εκπαιδεύσει εκατοντάδες χιλιάδες νέους στρατιώτες, κάτι που θα μπορούσε να αλλάξει την έκβαση των συγκρούσεων. Επιπλέον, με την Παγκόσμια Τράπεζα να έχει εκτιμήσει στο 45% τις απώλειες του ΑΕΠ της Ουκρανίας το 2022, η Ρωσία δεν θα χρειαστεί νίκες στο πεδίο της μάχης για να ασκήσει πιέσεις στο Κίεβο.

Ο πόλεμος φθοράς μπορεί να βοηθήσει τον Πούτιν να ασκήσει πίεση και στο ΝΑΤΟ, ειδικά εάν η υποστήριξη για την Ουκρανία αρχίσει να φθίνει στην Δύση. Όπως τονίζει το Foreign Affairs, ο ρώσος πρόεδρος μπορεί να ποντάρει σε πολιτικές μεταβάσεις στην Ευρώπη ή τις Ηνωμένες Πολιτείες π.χ. εάν ο Ντόναλντ Τραμπ επανεκλεγεί στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2024, μπορεί να προσπαθήσει ξανά να φτάσει σε συμφωνία με την Ρωσία.

Η Ουκρανία

Με τις ουκρανικές δυνάμεις να έχουν απωθήσει την Ρωσία στα βόρεια και στα βορειοανατολικά της χώρας, η Ουκρανία έχει δείξει ότι αντιστέκεται στην Ρωσική εισβολή. 

Θα ήταν δύσκολο για την κυβέρνηση στο Κίεβο να μην επιδιώξει καλύτερους όρους, μέσω της περαιτέρω προόδου στο πεδίο της μάχης και της απώθησης της επίθεσης της Ρωσίας στην ανατολική Ουκρανία. Μια πρόωρη κατάπαυση του πυρός με τους ρωσικούς όρους θα προέβλεπε ότι η Ουκρανία θα παραδώσει μέρος των εδαφών που έχει καταλάβει η Ρωσία από την έναρξη της εισβολής στις 24 Φεβρουαρίου. Η Ρωσία, επίσης, θα επιδίωκε μεγαλύτερες παραχωρήσεις για το στρατιωτικό καθεστώς της Ουκρανίας. Ο Ζελένσκι έχει ήδη συμφωνήσει να μην ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Αλλά ο αφοπλισμός και η αποστρατιωτικοποίηση των ουκρανικών δυνάμεων θα περιόριζε την ουκρανική κυριαρχία τόσο θεωρητικά όσο και επί του πεδίου. 

Επίσης, μια συμφωνία της Ουκρανίας με την Ρωσία μπορεί να εκληφθεί ως χειρότερη από τη μη συμφωνία. Ο Ζελένσκι πέτυχε να ενώσει τον ουκρανικό λαό και να συγκεντρώσει υποστήριξη για την Ουκρανία διεθνώς, έτσι εάν ο Ζελένσκι παρουσιάσει μια συμφωνία θα πρέπει να είναι υπό όρους που θα είναι αποδεκτοί από το κοινό. Για την Ρωσία, το να τερματίσει τον πόλεμο με τους όρους της Ουκρανίας διακινδυνεύει να βλάψει την υπερηφάνεια του Πούτιν. Για την Ουκρανία, το να σπεύσει να αποδεχτεί τους ρωσικούς όρους θέτει σε κίνδυνο την ευημερία των πολιτών της και την ύπαρξή της ως ανεξάρτητου κράτους.

Ωστόσο, ένας μακροχρόνιος πόλεμος δεν είναι εύκολη επιλογή για την Ουκρανία, καθώς θέτει πολιτικές προκλήσεις για το πολιτικό της σύστημα.

Οι παγκόσμιες συνέπειες 

Ένας παρατεταμένος πόλεμος στην Ουκρανία θα είχε βαθιές συνέπειες για την ευρωπαϊκή ήπειρο, καθώς εντός της θα περιείχε μια εμπόλεμη ζώνη, φορτισμένη με την απειλή της κλιμάκωσης, ενώ η έξοδος των Ουκρανών προσφύγων θα συνεχιστεί και με τον καιρό οι μετανάστες μπορεί να αποφασίσουν να εγκατασταθούν μόνιμα στην Ευρώπη.

Επιπλέον, θα υπάρξουν συνέπειες σε παγκόσμια κλίμακα. Αν εδραιωθεί ο πόλεμος, σίγουρα θα επιδεινώσει την παγκόσμια πείνα, δεδομένου ότι η Ουκρανία και η Ρωσία είναι σημαντικοί παραγωγοί τροφίμων. Στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή, πληθυσμοί φαινομενικά απομακρυσμένοι από την Ουκρανία ενδέχεται να βρεθούν σε πολιτικές κρίσεις που θα προκληθούν από τις παράπλευρες συνέπειες του πολέμου.  Πολλές χώρες βλέπουν δύο μέτρα και δύο σταθμά στην ενθουσιώδη υποδοχή των Ουκρανών προσφύγων από την Δύση και στην τιμωρία της Ρωσίας για έναν πόλεμο της επιλογής της, όταν, όπως έχουν ισχυριστεί ορισμένοι παρατηρητές, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πολεμήσει αρκετούς τέτοιους πολέμους τα τελευταία χρόνια. 

Καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται οι κυρώσεις θα συσσωρεύονται και οι τιμές για εμπορεύματα όπως το πετρέλαιο θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Οι οικονομικές επιπτώσεις, όπως τονίζει το Foreign Affairs, θα γίνουν αισθητές σε όλη την Ευρώπη και θα πληρωθούν κυρίως από τους Ευρωπαίους. Ως εκ τούτου, η υποστήριξη στην Ουκρανία μπορεί να εξασθενήσει όσο περισσότερο συνεχίζεται ο πόλεμος. 

Ο τελικός στόχος της Ουκρανίας είναι ξεκάθαρος, δηλαδή η διατήρηση της ουκρανικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας. Σε καμία περίπτωση οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη δεν θα πρέπει να πιέσουν το Κίεβο προς μια διευθέτηση μέσω διαπραγμάτευσης, ούτε όμως θα πρέπει να μπλοκάρουν μια διευθέτηση που θα είναι αποδεκτή από τον Ζελένσκι και τον ουκρανικό πληθυσμό. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το Κίεβο θα βιώσει πολλές αποτυχίες σε έναν πόλεμο που θα έχει εκτεταμένες στρατηγικές, πολιτικές, και ανθρωπιστικές συνέπειες. 

*Η Liana Fix είναι πρώην εσωτερική συνεργάτις στο German Marshall Fund, στην Ουάσιγκτον.

*Ο Michael Kimmage είναι καθηγητής Ιστορίας στο Catholic University of America και επισκέπτης συνεργάτης στο German Marshall Fund. Από το 2014 έως το 2016 υπηρέτησε στο προσωπικό του Σχεδιασμού Πολιτικής του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, όπου κατείχε το χαρτοφυλάκιο Ρωσίας/Ουκρανίας.
πηγη: https://tvxs.gr