Απόσπασμα από το βιβλίο Mad World: The Politics of Mental Health (Pluto Press, 2023). H Micha Frazer-Carroll είναι αρθρογράφος και ακτιβίστρια.
Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας
Δημοσιεύθηκε την 24 Αυγούστου, 2023
Ο εργάτης βρίσκει τον εαυτό του μόνο έξω από την εργασία του. Την ώρα της εργασίας του αισθάνεται έξω από τον εαυτό του. Νιώθει άνετα όταν δε βρίσκεται στη δουλειά του και δε νιώθει άνετα όταν βρίσκεται στη δουλειά του. – Karl Marx
Το να είσαι άνθρωπος είναι μια παράλογη και γελοία καριέρα, και η λογική είναι ο επικεφαλής τυπολάτρης – Dolly Sen
Από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, η γραμμή παραγωγής είναι επικίνδυνη. Το 18ο και 19ο αιώνα, καθώς οι διαδικασίες κατασκευής άλλαξαν σε φύση και απαιτήσεις, οι κοινωνίες βίωσαν τη διάδοση νέων ασθενειών που ήταν ιδιαίτερες προς τις συνθήκες εργασίας: πνευμονοπάθεια, δερματίτιδα και «σιαγόνα φωσφόρου», το θάνατο των κυττάρων στο σαγόνι λόγω της έκθεσης σε φώσφορο στη βιομηχανία σπίρτων. Φωτογραφίες της Βικτωριανής Βρετανίας είναι πάντα διανθισμένες με εικόνες αναπηρίας – άνθρωποι που ήταν τραυματισμένοι σε εκρήξεις σε ανθρακωρυχεία, παιδιά που έχασαν άκρα ή δάχτυλα σε υψηλής ταχύτητας και ανεξέλεγκτες μηχανές, ανθρώπους σακατεμένους από το νέφος και την αρρώστια σε πυκνοκατοικημένες πόλεις οργανωμένες γύρω από το εργοστάσιο. Οι αποικιοκρατημένοι λαοί, που η καταναγκαστική τους εργασία χρηματοδοτούσε την επανάσταση που υλοποιούνταν στην ενδοχώρα της Βρετανίας, ζούσαν τις ζωές τους σε διαρκή εγγύτητα με την αρρώστια και το θάνατο, αρρωσταίναν, αποκτούσαν αναπηρίες και σημαδεύονταν μέσα από τις απάνθρωπες συνθήκες ζωής και βάρβαρες τιμωρίες.
Ωστόσο, κατά τα μέσα του 19ου αιώνα, ο θεωρητικός Karl Marx άρχισε επίσης να στρέφει την προσοχή του στις ψυχικές και σχεσιακές βλάβες που ήταν αποτέλεσμα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, στη θεωρία του για την «αλλοτρίωση». Ο Marx παρατήρησε πως οι εργάτες ήταν αποξενωμένοι από τη δουλειά τους, τα πράγματα που παρήγαγαν, από τους συναδέρφους τους και από τους εαυτούς τους. Υπό το καπιταλιστικό σύστημα, οι εργάτες παρήγαγαν μόνο επειδή θα πέθαιναν αν δεν το έκαναν, και οι όροι με τους οποίους συμμετείχαν στην εργασία ορίζονταν από εξωτερικές δυνάμεις – το αφεντικό, το αφεντικό του αφεντικού, το διοικητικό συμβούλιο και τις αγορές. Με το τρόπο αυτό οι εργάτες ουσιαστικά αποσυνδέονταν από την ικανότητα για χαρά και σύνδεση, μια ψυχική πληγή που συνόδευε την κάθε μια από τις σωματικές που αποκτούσαν κατά την εργασία. Αν και οι δυο τελευταίοι αιώνες είδαν τις συνθήκες παραγωγής να αλλάζουν στο χρόνο και το χώρο, παραμένει πραγματικότητα ότι η καπιταλιστική εργασία βλάπτει ολόκληρη την οντότητα (ΣτΜ: στο αγγλικό κείμενο χρησιμοποιείται η αμετάφραστη λέξη bodymind) μέσα από την εκμετάλλευση και το κυνήγι του κέρδους.
Σήμερα, πολλές από τις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις του κόσμου δημιουργούν συνθήκες εργασίας που είναι καταστροφικές για την υγεία στην άμεση κοντινή περίοδο. Στην Amazon, μια από τις πιο πλούσιες εταιρείες στο κόσμο, οι συνθήκες για τους φτωχούς και φυλετικοποιημένους εργαζόμενους τους μοιάζουν με την ταχύτητα και το μηχανισμό της γραμμής παραγωγής· εργάτες αποθηκών και οδηγοί υπόκεινται σε αυστηρό έλεγχο χρόνου, με ένα αριθμό εργαζόμενων να αναφέρει πως ανέπτυξαν ουρολοιμώξεις επειδή δεν έχουν χρόνο να πάνε στη τουαλέτα στη δουλειά τους. Στο μεταξύ, το 40% των υπαλλήλων της Amazon έχει βιώσει πόνο ή τραυματισμό στη δουλειά, και από αυτούς τους εργάτες που ανέφεραν πως υπέστησαν σοβαρό τραυματισμό, το 80% είπε πως σχετίζονταν με την ταχύτητα παραγωγής ή τη πίεση. Το 2021, 159 εργαζόμενοι της Apple στην Ινδία πήγαν στο νοσοκομείο με τροφική δηλητηρίαση, όταν ανακαλύφθηκε πως είχαν αναγκαστεί να ζουν με σκουλικιασμένη τροφή, σε γεμάτους ποντίκια κοιτώνες δίχως τρεχούμενο νερό.
Πολλές επιχειρήσεις παίρνουν αυτά τα υγειονομικά ρίσκα με την αντίληψη πως όταν τα σώματα των εργαζόμενων τους φθαρούν και καταστραφούν μπορούν να αντικατασταθούν, όπως κάθε άλλο εργαλείο. Ακόμη και πριν την πανδημία, η Amazon αντικαθιστούσε πάνω από 150% των ωρομίσθιων εργαζόμενων τους κάθε χρόνο – που σημαίνει ο μεγάλος αριθμός ισόβιων τραυματισμών που συμβαίνουν στην εταιρεία έχουν μικρή επίπτωση στα περιθώρια κέρδους. Η Wal-Mart, μητρική των Asda και μια από τις πιο κερδοφόρες εταιρείες στο κόσμο, ακολουθεί παρόμοιο επιχειρηματικό μοντέλο – με τουλάχιστον το 3% των εργαζόμενων να τραυματίζονται κάθε χρόνο, και ετήσιο δείκτη αντικατάστασης προσωπικού στο 70%. Η «gig economy», που έχει γνωρίσει απότομη άνοδο στην επισφαλή εργασία τις τελευταίες δεκαετίες, επέτρεψε αυτή τη προσέγγιση στην υγεία των εργαζομένων για να αναπτυχθεί ακόμη περισσότερο – με υψηλό κίνδυνο επαγγελματικού πόνου και τραυματισμού. Λόγω μιας «υπερπροσφοράς» εργατικών χεριών, ορισμένοι εργοδότες δεν είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν – μπορούν απλά να αλλάξουν τους εργαζόμενους τους. Το κέρδος τελικά μπαίνει πάνω από την υγεία.
Το Ψυχικό Κόστος της Εργασίας
Όπως έλεγε ο Marx, η εργασία δεν έχει κόστος μόνο με τη μορφή σωματικών τραυμάτων, πόνων και τοξινών. Ως η δραστηριότητα που καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος των ωρών που είμαστε ξύπνιοι, είναι φυσικά συνδεδεμένη με την συναισθηματική και ψυχική μας εμπειρία του κόσμου. Το 2020-21, 822000 Βρετανοί εργαζόμενοι ανέφεραν στρες σχετιζόμενο με την εργασία, κατάθλιψη και νευρικότητα. Την προηγούμενη χρονιά 17,9 εκατομμύρια εργατοημερών χάθηκαν εξαιτίας αυτών μορφών εργογενών ασθενειών, το μεγαλύτερο μέρος χαμένων εργατοημερών που χάθηκαν από κάθε είδους πρόβλημα υγείας σχετικό με την εργασία. 79% των εργατών του ΗΒ αναφέρουν πως έχουν υποφέρει από εξουθένωση (burnout). Παρόλα αυτά, οι στατιστικές αυτές αναμφίβολα υποβαθμίζουν τη πραγματική κλίμακα του προβλήματος – επειδή όλοι υποφέρουμε υπό τις τωρινές εργασιακές μας συνθήκες, με τρόπους που δεν είναι πάντα εύκολα μετρήσιμοι στατιστικά.
Η επισφαλής εργασία σχετίζεται στενά με τη ψυχική αγωνία. Οι εργαζόμενοι τη φιλοξενία βιώνουν τα υψηλότερα αναφερόμενα επίπεδα άγχους εργασίας από κάθε άλλη βιομηχανία· και όσοι βασίζονται σε φιλοδωρήματα διατρέχουν ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο κατάθλιψης και προβλημάτων ύπνου. Οι εργασιακοί αυτοί κίνδυνοι επιδεινώνονται από την «συναισθηματική εργασία» – τη διαδικασία του να έχουν τον έλεγχο, να κρύβουν και να αποκόπτουν ορισμένα συναισθήματα όταν είναι αντιμέτωποι με επιθετικότητα από το πελάτη ή ακόμη και σεξουαλική παρενόχληση – που πλήττει δυσανάλογα τις γυναίκες στις βιομηχανίες υπηρεσιών. Η εργασία τις αποξενώνει και αποσυνδέει από τα συναισθήματα τους, που πλέον δεν είναι δικά τους.
Πολλοί από τους μεγαλύτερους και πιο επικίνδυνους σωματικά κατασκευαστές έχουν εξίσου επιβαρυντικές επιδόσεις για την ψυχική υγεία των εργαζόμενων. Στο εργοστάσιο της Foxconn στο Σενζέν της Κίνας, όπου κατασκευάζονται τα iPhone της Apple, 17 εργάτες αφαίρεσαν τις ζωές τους σε μια περίοδο 5 ετών, με απόπειρες αυτοκτονίες να αναφέρονται. «Δεν είναι καλό μέρος για ανθρώπινα όντα» είπε ένας πρώην εργαζόμενος στον Guardian. Στη διάρκεια μιας άλλης περιόδου πέντε ετών στις ΗΠΑ, υπήρξαν τουλάχιστον 189 κλήσεις στην άμεση βοήθεια σχετικά με «απόπειρες αυτοκτονίας, αυτοκτονικό ιδεασμό και επεισόδια ψυχικής υγείας» από τις αποθήκες της Amazon. Η Jace Crouch, μια εργαζόμενη που είχε συναισθηματική κρίση κατά την εργασία, είπε στο Daily Beast: «είναι ψυχικά κοστοβόρο να κάνουμε το ίδιο πράγμα υπερβολικά γρήγορα για δεκάωρες βάρδιες, τέσσερις ή πέντε μέρες την βδομάδα», λέγοντας πως οι καταρρεύσεις των εργαζόμενων ήταν συνηθισμένο φαινόμενο.
Ενώ η αυτοκτονία είναι ξεκάθαρη εκδήλωση της επίπτωσης του ψυχικού πόνου πάνω στο φυσικό σώμα· σε άλλες περιπτώσεις, το στρες μπορεί να εντυπωθεί πιο διακριτικά στο σώμα με τη μορφή σωματικής ασθένειας. Μυοσκελετικές παθήσεις (από την ένταση) και καρδιαγγειακές παθήσεις έχουν σταθερά συνδεθεί με το εργασιακό στρες, στο μεταξύ το στρες έχει επίσης συνδεθεί με την κόπωση, γαστρεντερικά προβλήματα, το ανοσοποιητικό σύστημα, το αναπαραγωγικό σύστημα και πλήθος άλλων σωματικών λειτουργιών. Μια ανάλυση από τον θεωρητικό της εργασίας Jeffrey Pfeffer βρήκε πως το εργασιακό στρες ήταν η Πέμπτη κυριότερη αιτία θανάτου στις ΗΠΑ, πάνω από το αλτσχάιμερ και την νεφροπάθεια. Για αυτό και ο σχετικός με την εργασία σωματικός και ψυχικός πόνος μπορεί να εξελιχθεί σε φαύλο κύκλο, με τον ένα να τροφοδοτεί τον άλλο.
Χαμηλότερες Βαθμίδες, Μεγαλύτερο Στρες
Οι περισσότεροι χώροι εργασίας είναι ιεραρχικοί, και η έρευνα σε βάθος χρόνου έχει δείξει πως η ψυχική και σωματική υγεία επηρεάζει ομάδες εργασίας στο πάτο της σκάλας. Αυτό ισχύει σε εργαζόμενους γραφείου όσο και σε εκείνους που στέκονται όρθιοι στη γραμμή παραγωγής στο εργοστάσιο. Οι «Μελέτες Γουάιτχολ», μια συνεχιζόμενη μελέτη που αξιολόγησε την υγεία των Βρετανών δημόσιων υπαλλήλων από τη δεκαετία του 1960, βρήκαν πως όσο πιο χαμηλή η βαθμίδα ενός ατόμου στην δημόσια υπηρεσία, τόσο μικρότερο το προσδόκιμο ζωής του και πιο πιθανό να πεθάνουν από ασθένειες όπως στεφανιαία νόσος. Η δουλειά μας αρρωσταίνει, είναι όμως η χαμηλά αμειβόμενη, χαμηλόβαθμη εργασία που μας αρρωσταίνει περισσότερο. Η θεωρία της αλλοτρίωσης του Marx – που επίσης επέκρινε την έλλειψη αυτονομίας που επιβάλλεται στους εργάτες υπό το καπιταλισμό – μπορεί να ενισχύσει την κατανόηση μας για τις λεπτότερες λεπτομέρειες αυτών των μελετών. Για παράδειγμα, εργάτες που ελεγχόταν πιο στενά από τους διευθυντές τους πήραν περισσότερες μέρες αναρρωτικής άδειας, και ανέφεραν περισσότερα περιστατικά ψυχικής ασθένειας, καρδιακής νόσου και πόνου στην μέση. Ο Marx επίσης είπε πως οι εργαζόμενοι αποξενώνονται μεταξύ τους ως αποτέλεσμα του ότι μπαίνουν σε εξαναγκαστικό ανταγωνισμό με τους συναδέρφους τους. Αυτό είναι πιο επίκαιρο από ποτέ για το υπερβολικά ανταγωνιστικό περιβάλλον των χαμηλά αμειβόμενων εργαζόμενων της gig economy στη Βρετανία – 7 εκατομμύρια από τους οποίους μπορούν να χάσουν τη δουλειά τους με σύντομη ή και χωρίς καθόλου προειδοποίηση.
Οι επιπτώσεις στην ψυχική και σωματική υγεία που εντοπίστηκαν στους χαμηλόβαθμους, χαμηλόμισθους και επισφαλείς εργασιακούς ρόλους αναμφίβολα αντικατοπτρίζουν το εργασιακό βάρος που εναποτίθεται στους ανθρώπους σε αυτές τις θέσεις· συχνά αναμένεται να εκτελέσουν την πιο επίπονη, εξειδικευμένη εργασία, συχνά σε εχθρικές, επικίνδυνες και ανταγωνιστικές εργασιακές συνθήκες. όμως θα πρέπει επίσης να αναλογιστούμε τις παράπλευρες συνέπειες του έξω από την εργασία, για παράδειγμα, αυτοί οι χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι που πρέπει να κάνουν πολλές δουλειές για να τα βγάλουν πέρα, πολλαπλασιάζοντας έτσι το εργασιακό τους στρες. Το προκαλούμενο από την εργασία στρες επίσης μιλά και για τις τρομερές πραγματικότητες απέναντι στις οποίες υπάρχει η εργασία: πιθανή ανεργία, ανέχεια, έλλειψη στέγης και διαχείριση από το κράτος πρόνοιας. Το σύστημα επιδομάτων, που επιτηρεί την οικονομική ζωή τα άνεργα μέλη της «πλεονασματικής» τάξης, μπορεί να χρησιμεύει ως θανατική καταδίκη. Για το λόγο αυτό το ψυχικό φορτίο της εργασίας δεν περιορίζεται στη βάρδια ενός ατόμου και δεν σταματά όταν φεύγουμε. Συνεχίζει, επεκτεινόμενο στη φαντασία τις άυπνες νύχτες, στα αν-όμως και σε άλλες μορφές αγωνίας. Για πολλούς από εμάς, μπορεί να μοιάζει σαν ο μόνος τρόπος που μπορούμε ίσως να απομακρύνουμε αυτές τις εφιαλτικές καταλήξεις είναι με το να δουλεύουμε σκληρότερα, γρηγορότερα, αποδεχόμενοι χειρότερους όρους και συνθήκες, και αποδεχόμενοι την αποξένωση.
Πριν από μισό αιώνα, η ριζοσπαστική ομάδα ασθενών, η Σοσιαλιστική Κολεκτίβα Ασθενών (Sozialistisches Patientenkollektiv, SPK), έλεγε πως η διαδικασία της καπιταλιστικής παραγωγής ήταν ουσιαστικά καταστροφική – πως μεταμόρφωνε την ζωντανή εργασία σε νεκρή ύλη, και πως η διάδοση της ασθένειας υπό τον καπιταλισμό ήταν έκφραση της ίδιας διαδικασίας. Σήμερα οι ολότητες μας παραμένουν παράπλευρη απώλεια στη διαδικασία της καπιταλιστικής παραγωγής. Μπορούν να φθαρούν, να χαλάσουν ακόμη και να πεθάνουν. Ωστόσο, αυτό είναι σημαντικό μόνο στο βαθμό που επηρεάζει τα περιθώρια κέρδους. Όπως έλεγε ο Marx, υπό το σύστημα αυτό, οι εργαζόμενοι ελαχιστοποιούνται σε μηχανές δίχως εσωτερική φιλοδοξία, ικανοποίηση ή αυτενέργεια. Αν είσαι σε θέση να αντικαταστήσεις με ευκολία την εργατική σου δύναμη, το κίνητρο κέρδους δεν προσφέρει μια ξεκάθαρη αιτιολογία για να γίνει κάτι διαφορετικό· οι εργοδότες μπορούν να συνεχίσουν να εκμεταλλεύονται την ολότητα μας μέχρι να μη μπορούν να υποστούν άλλη εκμετάλλευση. Μετά αφηνόμαστε αν μαζέψουμε τα κομμάτια – να βρούμε το δικό μας δρόμο πίσω στην «υγεία».
Υγεία Προς Εκμετάλλευση
Θα ήταν υπεραπλούστευση να πούμε πως η εσκεμμένη εργατική ασθένεια, εξουθένωση και ψυχολογική αγωνία είναι η μόνη πραγματικότητα σήμερα στους χώρους εργασίας. Ενώ η άσχημη υγεία υπολογίζεται στα επιχειρηματικά μοντέλα στα οποία οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζονται ως απόλυτα αναλώσιμοι, σε άλλες περιπτώσεις, είναι πιο οικονομικό να θεραπευτεί το στρες και η ασθένεια των αργαζόμενων. Κατά συνέπεια, τους τελευταίους αιώνες, επιστήμονες, κυβερνήσεις και εργοδότες έχουν δείξει αυξανόμενο ενδιαφέρον στη διατήρηση της ανθρώπινης ολότητας, όπως και για κάθε άλλη εκμεταλλεύσιμη πηγή.
Το πεδίο των Ανθρώπινων Πόρων μπορεί να εντοπιστεί πίσω τουλάχιστον στον 19ο αιώνα. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Αμερικάνος μηχανικός Fred W. Taylor ανέπτυξε ένα σύνολο από αρχές που ονόμασε «επιστημονική διαχείριση», με την οποία σκόπευε να κάνει την εργασία στο εργοστάσιο όσο το δυνατόν πιο εμπειρική, γρήγορη και αποτελεσματική. Έκανε πειράματα όπου στέκονταν με ένα χρονόμετρο, όπως ένας σύγχρονος χρονομέτρης της Amazon, και ανέλυε τις κινήσεις των εργατών, κοιτώντας να βελτιστοποιήσει την ολότητα τους για καλύτερη εκμετάλλευση. Στη Βρετανία, το πεδίο των Ανθρώπινων Πόρων αναπτύχθηκε και τυποποιήθηκε τον 20ο αιών, στη διάρκεια του οποίου οι Rowntree και οι Cadbury, δυο οικογένειες φιλάνθρωπων Κουακέρων, άρχισαν να εφαρμόζουν προνόμια και να εγκαθιστούν στελέχη πρόνοιας στα εργοστάσια τους. Η κυβέρνηση στη συνέχεια ενδιαφέρθηκε για την ευημερία των εργατών στη διάρκεια του 1ου ΠΠ, καθώς οι εργάτες πυρομαχικών ήταν όλο και πιο κουρασμένοι, άρρωστοι και μη παραγωγικοί ενώ κατασκεύαζαν ποσότητες πυρομαχικών δίχως προηγούμενο. Ακολούθησαν διάφορες παρόμοιες κρατικές πρωτοβουλίες. Διερευνώντας τις λεπτομέρειες της παραγωγικότητας: τις βέλτιστες εργάσιμες ώρες, τον εξαερισμό, το φωτισμό, τα διαλλείματα, ή τη διαρρύθμιση των χώρων εργασίας που μπορεί να προλάβουν την εξουθένωση, και ως εκ τούτου να ενισχύσουν την παραγωγικότητα.
Είναι αναμενόμενο πως, στη διάρκεια του 20ου αιώνα, οι Ανθρώπινοι Πόροι θα προσανατολίζονταν όλο και περισσότερο και αυτοί προς το πεδίο της ψυχολογίας, που κέρδιζε σταδιακά δύναμη και αξιοπιστία. Οι «Μελέτες Χόουθορν», μια σειρά από πειράματα που έγιναν κατά τις δεκαετίες του 1920 και 1930, έδειξαν πως οι εργάτες είναι πιο παραγωγικοί όταν είχαν μεγαλύτερη αυτονομία, κοινωνική συνοχή, ανθρωποκεντρική διεύθυνση και συναίσθηση αξίας – παράγοντες που θα μπορούσαν να ελέγχονται σε κάποιο βαθμό από τους εργοδότες. Μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, οι εργοδότες άρχισαν επίσης να εισάγουν ψυχομετρικές δοκιμασίες ως μέρος των διαδικασιών πρόσληψης. Υπήρχε μια ξεκάθαρη επίγνωση πως τα συναισθήματα των εργατών και τα μυαλά χρειάζονταν να είναι προσεκτικά ευθυγραμμισμένα για αποτελεσματική εκμετάλλευση, όπως και τα σώματα τους.
Σήμερα, μια στις δέκα μέρες αναρρωτικής άδειας παίρνονται ως αποτέλεσμα ψυχικής υγείας, και πολλές δουλειές δεν έχουν μόνο φυσικές απαιτήσεις, αλλά και ιδιαίτερα ειδικές γνωσιακές, διαπροσωπικές και συναισθηματικές. Παρά το ότι συχνά καταστρέφει την ψυχική μας ευημερία, η καπιταλιστική εργασία (εντελώς παραδόξως) επίσης δεν ήταν ποτέ τόσα εξαρτώμενη από το να είμαστε ψυχικά «καλά». Για αυτό, ενώ μερικοί εργοδότες αντιμετωπίζουν τους εργαζόμενους ως απολύτως αναλώσιμους, οι εταιρικοί εργασιακοί χώροι, συγκεκριμένα, όλο και περισσότερο επενδύουν στην συντήρηση των ολοτήτων των εργαζόμενων. Αυτό παίρνει την μορφή προνομίων όπως ασφάλιση υγείας, αλλά και επίσης ένα όλο και μεγαλύτερο αριθμό από πρωτοβουλίες στον εργασιακό χώρο όπως δωρεάν ψυχοθεραπεία, ενσυνειδητότητα, δωμάτια ύπνου, μασάζ, μέρες άδειας για ψυχική υγεία, εργαστήρια ευημερίας και ενδυνάμωσης, διακοπές για το προσωπικό και εκπαίδευση σε ψυχικές πρώτες βοήθειες,
Εστιάζοντας στην ευθυγράμμιση των ολοτήτων μας με τις απαιτήσεις της αγοράς, οι τεχνικές αυτές εξυπηρετούν να καλύψουν και να νομιμοποιήσουν ταυτόχρονα τις πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις που μας οδηγούν στο πόνο εξαρχής. Η ενσυνειδητότητα δεν είναι υποκατάστατο ενός σωματείου στην εργασία. Τα δωμάτια ύπνου δεν μας αποτρέπουν από το να εργαστούμε υπερωρίες – αντίθετα, μας βοηθούν αν το κάνουμε. Η δωρεάν ψυχοθεραπεία μπορεί να κάνει ένα κύκλο απολύσεων λιγότερο ψυχικά αγωνιώδη, αλλά δεν τις αποτρέπει από το να συμβούν. Οι πρωτοβουλίες εργασίας στον ατομικοποιημένο χώρο εργασίας μπορούν να μας βοηθήσουν να υπομείνουμε τις επιθέσεις του καπιταλισμού με χαμόγελο, αλλά δεν μπορούν να λύσουν τις βασικές αιτίες της αγωνίας που σχετίζεται με την εργασία. Δεν αγγίζουν καν την υποβόσκουσα αρχή πως κάθε πρόσωπο πρέπει να δουλεύει για ένα μισθό για να επιβιώσει· ένα «γεγονός της ζωής» που κανονικοποιεί το μαζικό θάνατο και μας αποξενώνει από το τρόμο του. Παρεμβάσεις για τη ψυχική υγεία στο χώρο εργασίας επίσης δεν έχουν εσωτερική πολιτική – η θεραπεία μπορεί να βοηθήσει τον εργαζόμενο να διαχειριστεί τα συναισθήματα του σχετικά με το να απολυθούν, ή μπορεί να βοηθήσει στο να ηρεμήσει η συνείδηση του αφεντικού που κάνει τις απολύσεις. Με δεδομένη αυτή την ικανότητα ενίσχυσης της παραγωγικότητας και καθησυχασμούτων συναισθημάτων που σχετίζονται με τις πρακτικές εκμετάλλευσης, δεν είναι αποτελεί έκπληξη που η ενσυνειδητότητα, για παράδειγμα, μπήκε στο χώρο εργασίας των ΗΠΑ από τον CEO της Apple, τον Steve Jobs· συνεχίζει να επιλέγεται από CEO που θέλουν την διάλυση σωματείων, και για τους ίδιους και για τους υπαλλήλους τους.
Το 2010, μετά από το κύμα αυτοκτονιών στο εργοστάσιο της Foxconn στη Σενζέν, ο κατασκευαστής πρόσφερε συμβουλευτική στους εργαζόμενους ως «λύση» στις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας, όπως και τη κατασκευή «διχτυών κατά της αυτοκτονίας» κάτω από τη στέγη του κτιρίου για να αποτρέψει και άλλους θανάτους. Το 2021, μετά από χρόνια αρνητικού τύπου, η Amazon εισήγαγε νέα επιδόματα ψυχικής υγείας για όλους τους εργαζόμενους στις ΗΠΑ. Τα παραδείγματα αυτά είναι σπάνια και ακραία, αλλά ακόμη δείχνουν στο κυρίαρχο καπιταλιστικό ήθος πως ο πόνος των εργαζόμενων είναι αναπόφευκτος και πως είναι τέτοιο που μπορεί να αντιμετωπιστεί πάνω σε μια ατομική, αναδρομική βάση μέσα από το φακό της «στήριξης ψυχικής υγείας». Οι εργοδότες κρατούν την ολότητα μας υγιή και καλά για να επιτύχουν καλύτερη εκμετάλλευση μέσα στο ίδιο το σύστημα που μας βλάπτει. Εν τω μεταξύ, δημιουργούν την εντύπωση πως το κέρδος έχει ηθική πυξίδα, πως νοιάζεται για εμάς.
Η Εργασία Κατασκευάζει «Υγεία»
Η εργασία δεν είναι μόνο καταστροφική για την ψυχική μας υγεία. Θα μπορούσαμε επίσης να πάμε παραπέρα για να σκεφτούμε πως η ίδια μας η ιδέα της «ψυχικής υγείας» είναι κατασκευασμένη σε σχέση με την καπιταλιστική εργασία. Ιστορικά, αλλαγές στις συνθήκες της παραγωγής έχουν φέρει αλλαγές στην αντίληψη της κοινωνίας για την τρέλα, την ασθένεια και την αναπηρία. Η βιομηχανική επανάσταση και η εμφάνιση του καπιταλισμού έφερε μια κοινωνική μετατόπιση από βραδύτερη, αυτόνομη εργασία στο σπίτι σε γρήγορη, πειθαρχημένη εργασία στο εργοστάσιο. Η διαδικασία απέκλεισε πολλούς ανθρώπους που πριν μπορούσαν να συμμετάσχουν στην παραγωγική διαδικασία, ή παρείχαν φροντίδα στο σπίτι.
Ερευνητές της αναπηρίας έχουν πει πως οι κωφοί άνθρωποι συχνά μάθαιναν αγροτικές δεξιότητες μέσω παρατήρησης πριν το επίσημο εκπαιδευτικό σύστημα, και οι τυφλοί και με προβλήματα όρασης άνθρωποι είχαν μεγαλύτερη αυτονομία και ασφάλεια στο οικείο οικογενειακό περιβάλλον. Οι στενές, αποξενωμένες και βάναυσες συνθήκες που δημιουργήθηκαν κατά την βιομηχανική επανάσταση, ωστόσο, έσπρωξε τους άρρωστους, τρελούς και ανάπηρους ανθρώπους στο πάτο της αγοράς, δημιουργώντας μια τάξη μη απασχολήσιμων ανθρώπων. Η έλλειψη παραγωγικότητας έγινε πρόβλημα για επίλυση από θεσμούς όπως φυλακή, άσυλα, πτωχοκομεία, νοσοκομεία και σχολεία. Η εμπλοκή με θεσμούς καθόρισε εκείνους που δεν εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα του κεφαλαίου σε κατηγορίες όπως εγκληματίας, ζητιάνος, ανάπηρος, τρελός ή άρρωστος.
Ως προεκτάσεις του καπιταλιστικού κράτους, η γραμμή που χαράζουν αυτοί οι θεσμοί μεταξύ κανονικού και ανώμαλου, παραγωγικού και μη παραγωγικού, άλλαζε πάντοτε σύμφωνα με τις συνθήκες παραγωγής. Σε όλη την ιστορία, έχουμε δει μια σειρά από αλλαγές σε εκείνους που είναι χαρακτηρισμένοι ως ψυχικά «αποκλίνοντες» που υποστηρίζουν αυτή την ιδέα. Στις επικίνδυνες συνθήκες του εργοστασίου της δεκαετίας του 1920, ιατρικοί και ψυχικοί ερευνητές άρχισαν να κοιτούν τη παθολογία της «τάσης για ατυχήματα» – μια «ασθένεια» που τοποθετούσε τον εργαζόμενο ως υπεύθυνο για τα τραύματα του, αντί για το εργοστάσιο. Η δυσλεξία, μια διάγνωση που μου έγινε, επίσης άρχισε να αναγνωρίζεται ευρέως και να ρυθμίζεται κατά τον 20ο αιώνα, καθώς εμφανίστηκαν οι μεσαίες τάξεις και η αγορά άρχισε να απομακρύνεται από την χειρωνακτική εργασία. Οι αλλαγές αυτές σήμαιναν πως το κατά ηλικία χωρισμένο σχολείο έγινε υποχρεωτική απαίτηση για την είσοδο στην αγορά εργασίας και τα παιδιά αναμένονταν να αποκτήσουν συγκεκριμένες δεξιότητες με τυποποιημένο ρυθμό. Είναι μόνο μέσα σε αυτό το πλαίσιο που η αναγνωστική ικανότητα ενός παιδιού μπορεί να διαγνωστεί σε ανακολουθία με την κοινωνική οργάνωση, ή «διαταραγμένη». Η δυσλεξία μου δεν διαγνώστηκε στη βάση της ορθογραφίας μου ή της ικανότητας μου να αναγνωρίζω λέξεις, αλλά επειδή η ταχύτητα ανάγνωσης μου ήταν «πολύ αργή». «Πολύ αργή» για ποιο πράγμα; Μπορούσα να είμαι δυσλεκτική σε ένα κόσμο δίχως σχολική αίθουσα ή ρολόι; Οι διαγνώσεις της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής/Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) έχουν ακολουθήσει μια παρόμοια τροχιά καθώς η εργασία και η εκπαίδευση έχει κάνει μεγαλύτερες απαιτήσεις στη προσοχή μας.
Οι προοδευτικές συζητήσεις σχετικά με την Τρέλα/Ψυχική Υγεία συχνά τη δέχονται ως οικουμενικό, εσωτερικό, φυσικό γεγονός, αλλά ο χαρακτηρισμός έχει παρόμοια διαμορφωθεί σε σχέση με την καπιταλιστική εργασία. Υπό το καπιταλισμό, το να είμαστε σε θέση να πουλάμε την εργασία μας είναι ο ορισμός της ψυχικής υγείας, με την «εργασία» να αναφέρεται σχεδόν 400 φορές στο DSM-5. Κατά συνέπεια, ο κοινός παρονομαστής μεταξύ σχεδόν όλες τις εμπειρίες που χαρακτηρίζονται ως Ψυχική Ασθένεια είναι πως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μειώνουν την παραγωγικότητα μας στην εργασία ή στην εκπαίδευση (ή είναι με διαφορετικό τρόπο αποδιοργανωτική για την κοινωνική τάξη στην καπιταλιστική κοινωνία). Αυτό φαίνεται στα στατιστικά εργασίας – η Τρέλα/Ψυχική Ασθένεια είναι ο πιο κοινός λόγος για αξίωση επιδομάτων, με σχεδόν 50%. Ενώ ο πόνος είναι συχνά συστατικό της Τρέλας/Ψυχικής Ασθένειας, δεν είναι πρόδρομος της. Ακόμη και όταν άνθρωποι με συγκεκριμένες ψυχικές εμπειρίες δεν βρίσκονται πρακτικά σε αγωνία – για παράδειγμα, κάποιος που ακούει φωνές και την βλέπει ως πνευματική εμπειρία – η ολότητα τους μπορεί ακόμη να κατηγοριοποιηθεί ως «ασθενής», επειδή αυτές οι εμπειρίες συχνά περιορίζουν την ικανότητα ενός ατόμου να εργαστεί υπό το καπιταλισμό. Ταυτόχρονα, δεν αναγνωρίζεται ως Ψυχική ασθένεια κάθε πόνος· όσοι από εμάς που υποφέρουν αλλά θεωρούνται «υψηλής λειτουργικότητας» και παραγωγικοί συχνά παλεύουμε για να αναγνωριστούν οι δυσκολίες μας ιατρικά. Ενώ υπάρχουν τόσες πολλές περίπλοκες ψυχικές στη διάγνωση, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε πως η ίδια μας η αντίληψη της Τρέλας/Ψυχικής ασθένειας συνδέεται με τις υλικές συνθήκες της κοινωνίας μας. Οι ταξινομήσεις αυτές συνδέονται πάντα με τα συμφέροντα του κεφαλαίου – και ποιος αντιμετωπίζεται ως κάποιος που συμβάλει ή βαραίνει την οικονομία.
Πίσω στη Διαδήλωση
Η επιδεινούμενη ψυχική και σωματική μας υγεία είναι ένα οικονομικό και πολιτικό πρόβλημα που απαιτεί οικονομικές και πολιτικές λύσεις. Το στρες και η ασθένεια, ως έννοιες, έχουν σταδιακά ιδιωτικοποιηθεί, τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1980, υπό το τωρινό ψυχιατρικό παράδειγμα, βλέπουμε το πόνο ως κάτι που λαμβάνει χώρα μέσα στη δική μας ολότητα – όταν, στη πραγματικότητα, τα τωρινά επίπεδα αγωνίας έχουν εμφανιστεί υπό την πίεση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Ο δημοσιογράφος Tim Adams περιγράφει αυτή την αλλαγή στην εστίαση ως μετατόπιση από τις «γραμμές της διαδήλωσης στις γραμμές της ανησυχίας». Ενώ είναι σημαντικό να σκεφτούμε την πολύ προσωπική επίπτωση της καπιταλιστικής εργασίας στις ολότητες μας, τελικά δεν θα πρέπει να επιτρέψουμε σ’ αυτό να αμβλύνει τα πολιτικά μας ένστικτα. Θα βρούμε τους τρόπους μας για να διαχειριστούμε ψυχολογικά το παρόν σύστημα, αλλά επίσης τελικά θα πρέπει να του αντισταθούμε.
Είναι κρίσιμο έτσι, να οργανωθούμε με τους άλλους εργαζόμενους, όπως και εκείνους που έχουν αποκλειστεί ή αποκτήσει αναπηρία από την εργασία. Αυτοί στη τελευταία ομάδα έχουν προσπαθήσει να αντισταθούν στις πρωτοβουλίες ψυχικής υγείας που εξυπηρετούν μόνο τους σκοπούς του κέρδους. Για παράδειγμα, το 2016, το Δίκτυο Αντίστασης Ψυχικής Υγείας κάλεσε σε μια διαδήλωση στο Στριτχαμ στο Λονδίνο, για να αντισταθούν την εισαγωγή γνωστικής συμπεριφορικής θεραπείας στο τοπικό τους γραφείο εύρεσης εργασίας. Το περιέγραψαν ως «υποχρεωτική θεραπεία» με σκοπό να αναγκάσουν Τρελούς/Ψυχικά Ασθενείς ανθρώπους να πάνε πίσω στη δουλειά. Σε μια ανοιχτή επιστολή, έγραψαν: «Δεν πρέπει να πιεζόμαστε να ψάξουμε για δουλειά εκτός και αν αισθανόμαστε ικανοί. Η ανταγωνιστική, κερδοσκοπική και εκμεταλλευτική φύση του σύγχρονου χώρου εργασίας δεν είναι κατάλληλη για ανθρώπους που η ψυχική τους υγεία είναι εύθραυστη». Η Βρετανική συλλογικότητα χρηστών υπηρεσιών, Recovery in the Bin, έχει αντισταθεί στην έννοια της «ανάρρωσης» πάνω σε παρόμοια βάση, γράφοντας: «Ο καπιταλισμός είναι στη ρίζα της κρίσης! Πολλοί από εμάς δεν θα μπορέσουμε ποτέ να ‘αναρρώσουμε’ ζώντας υπό αυτές τις ανυπόφορες κοινωνικές κι οικονομικές συνθήκες». Οι εργαζόμενοι, που έχουν οργανωθεί όλο και περισσότερο γύρω από την υγεία και την ασφάλεια μετά την πανδημία του Covid-19, έχουν επίσης δείξει πως μπορούμε να ανακτήσουμε την υγεία για εμάς. Το 2022, εξωτερικές καθαρίστριες στο ιδιωτικό Νοσοκομείο Λόντον Μπριτζ διαδήλωσαν και κινητοποιήθηκαν με επιτυχία ενάντια στους μισθούς πείνας, την έλλειψη αναρρωτικών αδειών και την έλλειψη προστατευτικών μέσων για τον Covid στη δουλειά.. αυτές οι μορφές αντίστασης είναι πρόβες για το μέλλον που θα θέλαμε να δούμε: ένα στο οποίο εργαζόμενοι και μη εργαζόμενοι έχουμε εξίσου αυτονομία στην υγεία μας, και είμαστε σε θέση να ορίσουμε πως πραγματικά είναι η «υγεία».
Η χειραφέτηση για τους Τρελούς/Ψυχικά Ασθενείς ανθρώπους, για όλους τους ανθρώπους με αναπηρία, απαιτεί ένα τέλος στη καπιταλιστική εργασία, η οποία, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, βλάπτει, αποξενώνει και μας αποκλείει όλους. Εσωτερικεύουμε τις σωματικές και ψυχικές βλάβες σε ένα βαθμό που δεν μπορούμε καν να αμφισβητήσουμε. όμως αξίζει να αναρωτηθούμε: σε ποιο βαθμό εκτιμάμε τις ολότητες μας σύμφωνα με την δυνατότητα τους να παράγουν κέρδος; Πως αλλιώς η εργασία θα μπορούσε να έχει οργανωθεί για να εξασφαλίσει πως η δουλειά δεν καθορίζει ποιος θεωρείται άξιος και ποιος ελλαττωματικός, ποιος ζει και ποιος πεθαίνει; Με μια μετατόπιση προς την κοινοτική εργασία και ζωή και κατανομή του πλούτου, μπορούμε να θέσουμε τις βάσεις για να απομακρύνουμε την αρρώστια από την εργασία, μπορεί να δουλεύουμε επειδή το θέλουμε, επειδή αγαπάμε ο ένας τον άλλο ή επειδή δεν μπορούν όλοι. Θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε συνθήκες που είναι αυτοδιευθυνόμενες και ευεργετικές για τη ζωή, τη χαρά, την ασφάλεια και την επαφή, αντί για το πόνο και τη καταστροφή. Αυτό θα μπορούσε να ισχύει σε όλους εκείνους που δούλεψαν, όσο και σε εκείνους που δεν το έκαναν. Όπως έγραψε ο Marx: «από το καθένα σύμφωνα με την [μη]ικανότητα του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του».
πηγη: https://geniusloci2017.wordpress.com