Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 13 Μάρ 2023
Τα της Παιδείας στoυς θεσμούς της Παιδείας
Κλίκ για μεγέθυνση

 


 

Η πρόσφατη νομοθετική υποβάθμιση των καλλιτεχνικών σπουδών συνδέεται με τη δομική δυσανεξία της κυβέρνησης προς τους ανθρώπους του Πολιτισμού και με την επιδίωξη να αποτελέσουν τα κολέγια αποκλειστική δίοδο εξασφάλισης επαγγελματικών δικαιωμάτων σε όσους περισσότερους κλάδους γίνεται. Η περίπτωση της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης φέρνει όμως στην επιφάνεια χρόνια ζητήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. οφείλει να απαντήσει σε αυτά όχι μόνο δηλώνοντας τι θα καταργήσει και τι διορθωτικά θα θεσμοθετήσει αλλά και εξηγώντας το συνολικότερο σχέδιο ανάπτυξης των εκπαιδευτικών θεσμών.

Το ζήτημα καταρχήν τίθεται αναφορικά με εκπαιδευτικές δομές που δεν εποπτεύονται αποκλειστικά από το υπουργείο Παιδείας, αλλά ποικιλοτρόπως αφορούν τα υπουργεία Εργασίας, Αγροτικής Ανάπτυξης, Τουρισμού, Ναυτιλίας, Υγείας και Πολιτισμού. Σε αρκετές περιπτώσεις όσοι και όσες φοιτούν σε αυτές τις δομές έχουν δικαιώματα και παροχές που υπολείπονται των μαθητών και των φοιτητών. Πολλές από αυτές τις εκπαιδευτικές δομές έχουν μια σημαντική προσφορά στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων του τόπου. Το θεσμικό τους τοπίο συνδέεται με διαφορετικές αντιλήψεις που αναπτύχθηκαν τους τελευταίους δύο αιώνες ως προς το τι συνιστά ακαδημαϊκή γνώση, επαγγελματική κατάρτιση, τεχνική ή/και τεχνολογική εκπαίδευση, ακαδημαϊκό τίτλο σπουδών, βεβαίωση επαγγελματικής επάρκειας κ.λπ. Όλες αυτές οι αντιλήψεις αναπαράγουν ποικίλες κοινωνικές ανισότητες: ταξικές, έμφυλες, ηλικιακές, πολιτισμικές, κοινωνικού κεφαλαίου.

Η θεσμική δυσλειτουργία ύπαρξης εκπαιδευτικών δομών εκτός της εποπτείας του υπουργείου Παιδείας επιτείνεται από τις αλλαγές που επιβάλλει ο νεοφιλελευθερισμός ως προς το τι συνιστά γνώση, ως προς τη σχέση της με την αγορά και ως προς την οργάνωση και τη λειτουργία των εκπαιδευτικών θεσμών. Πολλά στελέχη της Ν.Δ. έχουν υποστηρίξει τη μεταφορά των ΕΠΑ.Λ. στο υπουργείο Εργασίας, την αύξηση του ρόλου των ΟΤΑ στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση («όπως στη Βρετανία, όπου οι εκπαιδευτικοί προσλαμβάνονται από τους δήμους»), την περαιτέρω αποδέσμευση των ιδιωτικών σχολείων από το υπουργείο Παιδείας, τη φοίτηση των προσφυγόπουλων μόνο στην άτυπη εκπαίδευση των ΜΚΟ και των διεθνών οργανισμών ή αποκλειστικά εντός των δομών φιλοξενίας του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, τη μετάβαση της αρμοδιότητας των Ειδικών Σχολείων στο υπουργείο Υγείας, τη δημιουργία «πανεπιστημιακών σχολών του υπουργείου Τουρισμού» αλλά και «πανεπιστημιακού επιπέδου σπουδών στην τέχνη της μουσικής» (άρα τμήματα εκτός των πανεπιστημίων).

Πρόσφατα παραδείγματα (2020) διατύπωσης τέτοιων αντιλήψεων βρίσκουμε στην αναφορά της δεξαμενής σκέψης διαΝΕΟσις με τίτλο «Επαγγελματική Εκπαίδευση και κατάρτιση στην Ελλάδα» καθώς και στις «42 προτάσεις για την Παιδεία» της επιτροπής σοφών που διόρισε ο πρωθυπουργός. Στην αναφορά της διαΝΕΟσις προτείνεται αλλαγή του τρόπου διοίκησης όλων των θεσμών Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και κατάρτισης, των ΕΠΑ.Λ. συμπεριλαμβανομένων, ώστε να υπάρξει «αντιπροσωπευτική εκπροσώπηση των δυο συναρμόδιων υπουργείων (Παιδείας και Εργασίας), των κοινωνικών εταίρων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης». Η καθυστέρηση υλοποίησης αυτών των προτάσεων δεν πρέπει να μας καθησυχάζει. Η Ν.Δ. άλλωστε ακολουθεί ένα σχέδιο κλιμακούμενων μεταβολών του εκπαιδευτικού συστήματος. Είναι βέβαια ενδιαφέρον ότι το μοντέλο νεοφιλελεύθερων αλλαγών που προτείνει η Ν.Δ. έρχεται από το εκπαιδευτικό παρελθόν δεκαετιών, πριν από το 1960, το οποίο δοκιμάστηκε διεθνώς, απέτυχε και εγκαταλείφθηκε.

Βρισκόμαστε σήμερα ενώπιον μιας κατάστασης όπου πολιτικές επιλογές προηγούμενων δεκαετιών και πρόσφατες νεοφιλελεύθερες στρατηγικές συνηγορούν στην απαξίωση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Επιπλέον αυτών, η ψηφιακή συνθήκη θέτει νέες προκλήσεις. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική προσπαθεί να εργαλειοποιήσει τον ψηφιακό κόσμο, τον υποβάλλει αυστηρά σε αγοραίο πλαίσιο και επιδιώκει μεταβολές που προωθούν την αποσύνδεση της γνώσης από τους εκπαιδευτικούς θεσμούς. Η υπέρβαση αυτής της κατάστασης απαιτεί κεντρικές πολιτικές επιλογές. Δεν υποστηρίζουμε ότι αυτές οι επιλογές θα είναι θέσφατα. Βασικό χαρακτηριστικό της ιστορίας των εκπαιδευτικών θεσμών είναι οι δυναμικές μεταβολές. Μια προοδευτική κυβέρνηση οφείλει να προσαρμόσει αυτές τις δυναμικές προς όφελος της νέας γενιάς στην εκάστοτε συγκυρία.

Απαιτούνται συνέργειες όλων των υπουργείων με στόχο οι εκπαιδευτικές δομές να συμπεριληφθούν και να παραμείνουν στους κύριους πυλώνες της Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας, Μεταλυκειακής και Ανώτατης Εκπαίδευσης. Η επιλογή αυτή συνιστά αναθεώρηση της πρόσληψης της γνώσης ως πακέτου δεξιοτήτων που προσαρμόζεται στις ανάγκες της αγοράς και αξιολογείται βάσει αυτών των αναγκών. Η επιλογή του καθορισμού της εκπαίδευσης με βάση μόνο τις ανάγκες της αγοράς καθηλώνει τους νέους ανθρώπους στις εκάστοτε δεσμεύσεις της αγοράς εργασίας και δεν τους εξασφαλίζει την απαραίτητη ευρύτητα της μόρφωσης ώστε να είναι οικονομικά παραγωγικοί και κοινωνικά ενεργοί. Επιπλέον, υπονομεύει την ανάπτυξη: το παραγωγικό δυναμικό υποβάλλεται σε επιλογές μεγέθυνσης του ΑΕΠ και της κερδοφορίας, χωρίς εγγυήσεις για τη βελτίωση του εισοδημάτων του, τον σεβασμό του περιβάλλοντος και τη θετική αλλαγή του αναπτυξιακού παραδείγματος της χώρας. Η μετάβαση ορισμένων, σίγουρα όχι όλων (όπως οι στρατιωτικές σχολές), εκπαιδευτικών δομών άλλων υπουργείων προς την πλήρη ένταξή τους στους πυλώνες της Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας, Μεταλυκειακής και Ανώτατης Εκπαίδευσης θα χρειαστεί χρόνο και δεν θα πρέπει να θίξει τα επαγγελματικά δικαιώματα.

Το πρόταγμα «τα της Παιδείας στους θεσμούς της Παιδείας» δεν είναι απλώς μια πρόταση θεσμικού εξορθολογισμού του εκπαιδευτικού συστήματος. Συνιστά οδικό χάρτη ταυτοτικών αλλαγών διεύρυνσης του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης, διασφάλιση των δικαιωμάτων όσων φοιτούν και όσων την υπηρετούν και τοποθέτηση της γνώσης ως δημόσιου αγαθού.

Το πρόταγμα γίνεται ακόμα πιο επίκαιρο δεδομένων των πρόσφατων εξελίξεων στην Τεχνητή Νοημοσύνη. Η Αριστερά μπορεί να αξιοποιήσει τις εξελίξεις αυτές υπό την προϋπόθεση πρόσληψης της γνώσης όχι ως αθροίσματος πληροφοριών και αλγοριθμικών κανόνων, αλλά ως μιας συλλογικής, συνεργατικής και ανακαλυπτικής πορείας δόμησης της κατανόησης του κόσμου, μιας πορείας που απαιτεί την κοινωνική αλληλεπίδραση εντός των εκπαιδευτικών θεσμών.

Τέλος, το πρόταγμα «τα της Παιδείας στους θεσμούς της Παιδείας» θα πρέπει να συνδυαστεί με το πρόταγμα που υποστηρίζει «τα της έρευνας στους θεσμούς της έρευνας και Παιδείας» (π.χ., επαναφορά ΓΓΕΤ σε ένα υπουργείο Παιδείας και Έρευνας) και με το πρόταγμα τα «των της καθημερινής λειτουργίας των σχολείων και των πανεπιστημίων στις εσωτερικές τους υπηρεσίες, δεδομένης της πλήρους κάλυψης από κρατικούς πόρους» (π.χ., μείωση εργολαβιών, κατάργηση πανεπιστημιακής αστυνομίας και επαναφορά της φύλαξης στα διοικητικά όργανα των πανεπιστημίων). Η δεύτερη φορά Αριστερά έχει τη δυνατότητα να θεμελιώσει μια τέτοια πορεία.

Ο Γιώργος Αγγελόπουλος διδάσκει στο ΑΠΘ

πηγη: https://www.avgi.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου