Λίστα αντικειμένων
Του Δημήτρη Σταθακόπουλου
Είναι γνωστό στους ερευνητές - και δυστυχώς όχι στο ευρύ κοινό, ή στους μουσικούς που κατέχουν μόνο την κλασική μουσική - , ότι το μπουζούκι προέρχεται από τα αρχαία και μεσαιωνικά νυκτά έγχορδα μουσικά όργανα με μπράτσο / μάνικο και ταστιέρα με δεσμούς ( μπερντέδες), που γενικώς ονομαζόντουσαν Pandur – Pantur Πανδουρίδες - Θαμπούρες - Φάνδουροι - Ταμπουράδες.
Ελληνική πλάκα 5ου π.Χ αι. (Buchner, Alexander. Colour Encyclopedia of Musical Instruments. Prague, 1980 )
Μία παραλλαγή αυτού του οργάνου έλαβε το όνομα Bozuk ή Bozurg ή Μπουζούκι. Ο νέος αυτός ονοματολογικός προσδιορισμός επ' ουδενί του στερεί την παλαιότερη καταγωγή , ούτε φυσικά χαρίζεται αβασάνιστα σε έναν και μόνο πολιτισμό.
Αν το νέο όνομα προέρχεται από το τουρκικό Bozuk/ σπασμένο , μάλλον έχει να κάνει με το είδος κουρδίσματος , ότι δηλαδή το όργανο "έσπαγε/άλλαζε" κουρδίσματα. Αν το όνομα προέρχεται από το Περσικό Bozurg τότε σημαίνει Μεγάλο και έχει να κάνει με το μέγεθος, διότι όντως το μπουζούκι είναι ο μεγαλύτερος σε μέγεθος ταμπουράς. ( Σημ.: υπάρχει και μία ασθενής και όχι επαληθευμένη άποψη ότι προέρχεται από βυζαντινό " βυζίον" ή Μπουζίον, λόγω του σχήματος του ηχείου του ).
Πανδουρίς Φάνδουρος
Θαμπούρα Ταμπουράς/μπουζούκι
Περαιτέρω:
Τέτοια όργανα που ονόμαζαν Μπουζούκια έπαιζαν πολλοί αγωνιστές του '21 , ενώ χάρις στον οργανοποιό Νικ. Φρονιμόπουλο, γνωρίζουμε τουλάχιστον έναν επώνυμο κατασκευαστή, αυτόν του Ταμπουρά του Μακρυγιάννη , που ήταν ο Λεωνίδας Γαϊλας.
Όργανα της ομάδας του Μπουζουκιού ( από το γένος των ταμπουράδων ) είχαν και έχουν οι Κούρδοι, οι Σύριοι και οι Λιβανέζοι, εσχάτως δε οι Ιρλανδοί το Irish Bouzouki , με διακριτά ξεχωριστά τεχνικά χαρακτηριστικά από το ελληνικό μπουζούκι , καθώς και διαφορετικά κουρδίσματα !!!
Σε κάθε περίπτωση ο ταμπουράς που ονομάστηκε μπουζούκι και χρησιμοποιείτο από τους Έλληνες ( αρχικά για δημοτικό ρεπερτόριο ),στα τέλη του 19ου αιώνα ( απροσδιόριστο πού και πότε ακριβώς ), δανείστηκε και ενσωμάτωσε τα χαρακτηριστικά του μαντολίνου ή μαντόλας στο σκάφος/ ηχείο, καθώς και την συγκερασμένη ταστιέρα με μεταλλικά πλέον χωρίσματα διαστημάτων ( αφήνοντας οριστικά τους δεσμούς/μπερντέδες ) , όπως και τα μηχανικά/τροχαλίες κλειδιά κουρδίσματος ( αφήνοντας οριστικά τα ξύλινα στριφτάρια κουρδίσματος ) , ενώ δεν υιοθέτησε το κοντό μάνικο του μαντολίνου, αντιθέτως κράτησε το μακρύ μάνικο του ταμπουρά. Αυτό το νέο υβρίδιο μεταξύ ταμπουρά και μαντολίνου μας έδωσε κατασκευαστικά το ΔΙΑΚΡΙΤΟ από όλα τα άλλα ταμπουροειδή/ μπουζουκοειδή ( Συρίας , Λιβάνου, Κουρδιστάν ) , μουσικό όργανο που λέγεται νεοελληνικό μπουζούκι.
Ενίοτε είχε 3 διπλές χορδές ή 4 διπλές χορδές ( σύστημα unisono ) με ποικίλα κουρδίσματα και συνδυασμούς που σταθεροποιήθηκαν στο RE LA RE στην τρίχορδη μορφή του, ενώ η έρευνα δεν έχει καταλήξει για τα κουρδίσματα της αρχικής τετράχορδης μορφής του.
Οι κατασκευαστές / οργανοποιοί που αποδεδειγμένα εργάστηκαν επάνω σε αυτό το νέο μουσικό ελληνικό όργανο, ουσιαστικά υβρίδιο μαντολίνου και ταμπουρά που κράτησε το όνομα Μπουζούκι , το οποίο υπηρέτησε και υπηρετεί διακριτό ελληνικό μουσικό ρεπερτόριο ( λιγότερο παραδοσιακό , περισσότερο ρεμπέτικο και αποκλειστικά λαϊκό και έντεχνο ) είναι ενδεικτικά και όχι περιοριστικά οι εξής:
Λ.Γαϊλας, Εμμ. Βελούδιος, Κ.Βεντούρας, Εμμ. Βενιός, Εμμ. Κοπελιάδης,Δ.Μούρτζινος, Α.Σταθόπουλος, Ηλ.Κανάκης, Βασίλης ο Μάστορας ( Vasil Usta ),Φ.Αυγέρης, Β.Δεκαβάλας, Ν.Αρμάος, , Ε.Σταθόπουλος, Μ.Σκεντερίδης, Εμμ. Βλαχάκης( Μαλλιώτης ) , Ι.Παλαιολόγος, Ν.Κοπελιάδης, Α.Τσακιριάν, Γ.Παναγής, Β.Παναγής, Ζοζέφ Τερζιβασιάν, Ο.Τσακιριάν και ευτυχώς έχουμε πολλούς νέους άριστους κατασκευαστές σαν τον Νικ. Φρονιμόπουλο, το Σπουρδαλάκη, το Μπρά κ.ά
Αν αφαιρέσουμε τον Λ.Γαϊλα που ουσιαστικά έφτιαχνε μπουζουκοταμπουράδες τη δεκαετία του 1830 ( στην Αθήνα ), τον Εμμ. Βενιό που έφτιαχνε τα καλύτερα ούτια της Τουρκίας ( Κων/πολη ) , τον Αρμάο που έφτιαχνε λατέρνες στην Πόλη, και τον Ε.Σταθόπουλο που έφτιαχνε μουσικά όργανα και μπουζούκια στην Νέα Υόρκη ( ΗΠΑ ), σχεδόν όλοι οι άλλοι Ελλαδίτες κατασκευαστές έδρασαν στο κέντρο της Αθήνας και του Πειραιά και συγκεκριμένα στην οδό Κολοκοτρώνη ( Αθήνα ) και Αλιπέδου ( Πειραιά). Αυτοί είναι που έφτιαξαν και επέβαλαν τεχνικά κατασκευαστικά το σύγχρονο διακριτό και μοναδικό νεοελληνικό μπουζούκι που υπηρέτησε αρχικά λιγότερο το παραδοσιακό τραγούδι και περισσότερο το ρεμπέτικο, με αρωγό του την λαϊκή κιθάρα και αργότερα και άλλα μουσικά όργανα.
Τέλος ο Στεφανάκης Σπιτάμπελος με τη βοήθεια του οργανοποιού Ζοζέφ Τερζιβασιάν έφτιαξαν ένα νέο υβρίδιο το λεγόμενο Εριβάν που έφερε 4 διπλές χορδές, το οποίο αργότερα υιοθέτησε και απογείωσε οργανοπαικτικά ο Μανώλης Χιώτης και άλλοι βιρτουόζοι ως 4χορδο μπουζούκι κουρδισμένο σε τόνους RE LA FA DO υπηρετώντας λαϊκό τραγούδι, έντεχνο, συνθέσεις Μ.Θεοδωράκη, Χατζηδάκι κ.λ.π , αλλά ακόμα και μουσικούς πειραματισμούς με διεθνή σχήματα σε Εthnic μοτίβα ( κυρίως στις ΗΠΑ ).
Επειδή όλοι οι ασχολούμενοι με το είδος πιστεύουν και είναι πεπεισμένοι ότι το νεοελληνικό μπουζούκι είτε ως μπαγλαμάς, είτε ως τζουράς, είτε ως τρίχοδρο, είτε ως τετράχορδο, τουλάχιστον τα τελευταία 120 χρόνια είναι διακριτά ξεχωριστό κατασκευαστικά από τα ξαδέλφια του της Συρίας, του Λιβάνου, του Κουρδιστάν και φυσικά της Ιρλανδίας.
Επειδή υπηρέτησε και υπηρετεί αμιγώς ελληνικό ρεπερτόριο,
Επειδή έχει πλέον ξεχωριστά και διακριτά μουσικά κουρδίσματα σε RE LA RE και RE LA FA DO ,
Επειδή έχει ξεχωριστή και διακριτή κατασκευαστική δομή,
Επειδή δεν υπάρχει καμία αμφιβολία και ένσταση σε παγκόσμιο επίπεδο ότι κατασκευαστικά , χορδιστικά και από πλευράς ρεπερτορίου το συγκεκριμένο μουσικό όργανο που λέγεται νεοελληνικό μπουζούκι, 3χορδο, 4χορδο, τζουράς και μπαγλαμάς είναι διακριτά ξεχωριστό από τα συγγενή του μουσικά όργανα που φέρουν το ίδιο όνομα.
Επειδή μπορούμε να το ορίσουμε / ξεχωρίσουμε , όχι μόνον τεχνικά / κατασκευαστικά, ή εθνικά ( ως ελληνικό ), αλλά μπορούμε να το προσδιορίσουμε και τοπικά ως νεοελληνικό μπουζούκι με καταξιωμένους πλέον κατασκευαστές σε όλη την Ελλάδα και χιλιάδες παίκτες, εκατοντάδες πολύ καλούς, δεκάδες άριστους και αρκετούς μοναδικούς σολίστες, καιρός είναι όπως , εκτός της διασκεδαστικής του αποδοχής, να σταματήσουμε να το «κοιτάμε λίγο ενοχικά», - σαν να είναι μην είναι κομμάτι της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας -, αλλά να το αποδεχθούμε ηθικά και πλήρως στη συνείδησή μας ως ελληνικό όργανο ασχέτως του ενδεχομένως τουρκοπερσικού ονόματος που κουβαλάει τους τελευταίους αιώνες .
*Σημ.: ( π.χ: το τηλέφωνο ως κατασκευή και εργαλείο, χρηστικό όργανο επικοινωνίας, φέρει σύνθετο ελληνικό όνομα μέσω αντιδανείου από το τήλε =μακριά και φωνή, télé + phone= téléphone , όπως το καθιέρωσε ο Graham bell από το 1876, αν και η ονομασία προϋπήρχε ήδη από το 1828-1835 ( Sudré) , το 1844 σε επικοινωνίες μεταξύ πλοίων κ.λ.π εν τούτοις το τηλέφωνο ως κατασκευή δεν είναι ελληνικό και άς έχει ελληνικό μέσω αντιδανείου όνομα , γι’ αυτό μην συγχέουμε υποχρεωτικά τα ονόματα με τις κατασκευές διότι συχνά άλλα δηλώνουν και άλλα εννοούν στην πράξη. Έτσι και με το μπουζούκι . Είναι ιστορικά παλαιότερο του ονόματός του και φυσικά σε διάφορες παραλλαγές του το έχουν πολλοί λαοί σε χρήση , μεταξύ των οποίων και οι Έλληνες ήδη από την αρχαιότητα εξελίσσοντάς το από την Πανδουρίδα σε αυτό που ο μέσος άνθρωπος σήμερα γνωρίζει και αντιλαμβάνεται ) .