Λίστα αντικειμένων
Μαυροζαχαράκης Μανόλης
Πολιτικός Επιστήμονας – Κοινωνιολόγος
Η οικονομική κρίση απέδειξε ότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν απέτυχε πολιτικά αλλά οικονομικά με την έννοια ότι δεν απέφερε τα αναμενόμενα οικονομικά αποτελέσματα.
Πολιτικά εντούτοις η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία συμπαρέσυρε τις προοδευτικές αφηγήσεις και ειδικότερα την σοσιαλδημοκρατική σε μια κοινή πορεία παρακμής..
Η σοσιαλδημοκρατική πρόταση εξουσίας αφομοιώθηκε λιγότερο ή περισσότερο από πολιτικά συστήματα που κυριαρχούνται από οικονομικά λόμπι ένα φαινόμενο που εύστοχα προσδιορίστηκε από τον Colin Crouch ως μεταδημοκρατία.
Ακριβώς επειδή η οικονομία απέκτησε δεσπόζουσα θέση έναντι της πολιτικής , βιώσαμε το φαινόμενο του "Lemon Socialism " με την συναίνεση και συμμετοχή της σοσιαλδημοκρατίας .
Ο όρος Lemon Socialism ( ψευτοσοσιαλισμός) αναφέρεται υποτιμητικά σε κυβερνήσεις που δήθεν στο όνομα της οικονομικής σταθερότητας, στηρίζουν τον ιδιωτικό τομέα και εκείνες τις εταιρείες που απειλούνται από μια επικείμενη κατάρρευση.
Οι πιο συχνές παρεμβάσεις των κυβερνήσεων περιλαμβάνουν ενισχύσεις κεφαλαίου και διασώσεις ( bailouts) και ορισμένο κυβερνητικό έλεγχο επί των εταιρειών, μέχρι και την κρατικοποίηση τους. .Στην πράξη αυτό μεταφράστηκε με την κοινωνικοποίηση των ζημιών που παρήγαγαν διάφορες επιχειρήσεις ή τράπεζες μετά από δεκαετίες ιδιωτικοποίησης των κερδών τους.
Η διαχειριστική αυτή λογική απέναντι στην κρίση εμποδίζει την σοσιαλδημοκρατία στην ιδεολογική και οργανωτική ανανέωση της..
Στο παρόν άρθρο θα προτείνουμε την στροφή της σοσιαλδημοκρατίας προς έναν νέο ριζοσπαστικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα..
Βασικά χαρακτηριστικά των μεταρρυθμιστικών προσεγγίσεων
Ο «Δημοκρατικός Σοσιαλισμός» , δεν διακηρύττει απόλυτες αλήθειες αλλά είναι ένα συνεχές καθήκον κατάκτησης και καθιέρωσης των αξιών της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης καθώς και μια προσπάθεια για την επιβεβαίωση του ατόμου μέσα από αυτές τις αξίες.. Οι θεμελιακές αρχές αυτές όπως ορίστηκαν το 1959 στο Πρόγραμμα του Godesberg των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατικών (SPD) συνοψίζουν τα βασικά δομικά στοιχεία των μεταρρυθμιστικών προσεγγίσεων. Ο δημοκρατικός σοσιαλισμός δεν ανακοινώνει τελεολογικές λύσεις., ακριβώς επειδή τα κεντρικά προβλήματα της κοινωνίας - της ελευθερίας , της ισότητας , της δικαιοσύνης – δεν επιλύονται οριστικά μια για πάντα.. Η μεταρρυθμιστική ατζέντα είναι πάντα μια άπειρη προσπάθεια επαλήθευσης και απόδειξης. Ένα εκλεκτικιστικό πρόγραμμα .
Από την μεταρρυθμιστική οπτική δεν υπάρχει "πριν " και "μετά " την επανάσταση.
Στο επίκεντρο όλων των προσπαθειών βρίσκεται πάντα η βελτίωση των συνθηκών στο «εδώ και τώρα» ειδικότερα για τις αδύναμες κοινωνικές ομάδες με σεβασμό ωστόσο απέναντι στις μελλοντικές γενιές..
Οι στόχοι αυτοί επιδιώκονται μέσα από την μεταρρύθμιση των υπαρκτών θεσμών και γιατί όχι και μέσα από τον πειραματισμό.
Μια κοινωνική δημοκρατία είναι εξίσου το μέσο όσο και ο στόχος της μεταρρυθμιστικής πολιτικής.
Ιστορικά προβλήματα της μεταρρύθμισης
Η συντριπτική πλειοψηφία των κοινωνικών και δημοκρατικών επιτευγμάτων της πολιτικής στον 20ο αιώνα παραπέμπει σε μεταρρυθμιστικές πολιτικές σοσιαλδημοκρατικής προέλευσης.
Εντούτοις, οι μεταρρυθμιστικές πολιτικές εισήλθαν σε έναν κύκλο κρίσεων πριν από την τελική πτώση του « υπαρκτού σοσιαλισμού », δηλαδή στον απόηχο της κρίσης του κεϋνσιανού φορντισμού στη δεκαετία του 1970 , συνεπεία των οποίων αφομοίωσαν ένα μεγάλο μέρος των νεοφιλελεύθερων ιδεών.
Αποκύημα της νεοφιλελεύθερης ιδεολογικής εισβολής στο σοσιαλδημοκρατικό προγραμματικό ρεπερτόριο είναι να αναδεικνύονται διάφορα δημοσιονομικά εγχειρήματα λιτότητας ως «μεταρρύθμιση» ενώ στην ουσία αντιπροσωπεύουν το ακριβώς αντίθετο.
Την αντιμεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους και του δημοκρατικού συμβολαίου εν είδει ποικίλων προγραμμάτων δημοσιονομικής εξυγίανσης που εκπόνησαν διάφοροι υπερεθνικοί θεσμοί όπως το ΔΝΤ.
Πέρα από την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού που στέρησε στο σοσιαλισμό σε όλες του τις εκδοχές από κάθε άλλοθι ιδεολογικής αναφοράς, ένας θεμελιακός λόγος για την ιδεολογική αφομοίωση της σοσιαλδημοκρατίας από τον νεοφιλελευθερισμό , είναι η θεωρητική ανεκτικότητα και ανοχή των προοδευτικών μεταρρυθμιστικών προσεγγίσεων. Η ανεκτικότητα δεν προστατεύει μόνο απέναντι στον δογματισμό , αλλά αφήνει επίσης πολλά περιθώρια για υποχωρήσεις.
Ιστορικά βέβαια συναντάμε μια σειρά από αδυναμίες της σοσιαλδημοκρατίας που δεν σχετίζονται με τη διείσδυση των νεοφιλελεύθερων ιδεών.
Από τουλάχιστον τέσσερις απόψεις ο ρεφορμισμός υπήρξε πολύ δυσκίνητος και με πολλές εμμονές σε ξεπερασμένες στρατηγικές :
Οι εμμονές αυτές είναι:
1. Η εμμονή στον φονρντιστικό κευνσιανισμό .
Η στενή της διασύνδεση με τον κυρίαρχο κεϋνσιανισμό της δεκαετίας του 1950 , η ρεφορμιστική σοσιαλδημοκρατία υιοθέτησε και τις αδυναμίες του όπως η παντελή έλλειψη μιας θεωρίας της καινοτομίας, ένα ιδιαίτερα μηχανιστικό μεθοδολογικό ρεπερτόριο που συγγενεύει κατά κάποιο τρόπο με τις νεοκλασσικές προσεγγίσεις καθώς και η υποτίμηση του ρόλου των κοινωνικών σχέσεων εξουσίας για την οικονομία και την πολιτική. Επιπλέον, η έμφαση που σχετίζεται με την εμμονή του Φορντισμού στην μαζική παραγωγή και στην παραδοσιακή εικόνα της οικογένειας.
2.Η εμμονή στο κράτος :
Η σοσιαλδημοκρατία της μεταπολεμικής περιόδου περιορίστηκε στη μεταρρύθμιση του κράτους και παρέλειψε την άμεση ενασχόληση με τον πληθυσμό και τις δυνάμεις αυτενέργειας του. Προέκυψε έτσι μια εμμονή στο έθνος -κράτος , η οποία αποδείχτηκε λόγω της παγκοσμιοποίησης και της ιδιωτικοποίησης ως αχίλλειο πτέρνα.
Πέραν τούτου, η εμμονή αυτή παρήγαγε μια προβληματική σχέση της σοσιαλδημοκρατίας με τη σημασία των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, τα οποίο μπορούν ανά πάσα στιγμή να απειληθούν τόσο από την οικονομία όσο και από το ίδιο το κράτος
3. Η εμμονή στην εργασία :
Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες τα κοινωνικά επιτεύγματα και ιδίως οι κοινωνικές υπηρεσίες συνδέθηκαν με την εργασία , σε συνδυασμό με τον κεντρικό στόχο της πλήρους απασχόλησης. Συνέπεια αυτής της εμμονής στην εργασία ήταν ότι κάθε κρίση της καπιταλιστικής δυναμικής οδηγούσε αυτόματα και σε μια κρίση νομιμοποίησης της σοσιαλδημοκρατίας διότι από την μια αυξανόταν η διαπραγματευτική δύναμη των εργοδοτών και από την άλλη μειωνόταν η χρηματοδοτική ικανότητα σοσιαλδημοκρατικών πολιτικών.
4 Εμμονή στην πράξη:
Οι σοσιαλδημοκρατικές στρατηγικές χαρακτηρίστηκαν συνήθως από έναν υπερβολικό πρακτικισμό ενώ αγνοήθηκε η θεωρητική επεξεργασία και η εκπόνηση πολιτικού λόγου. Μια απλή σύγκριση των σοσιαλδημοκρατικών προγραμμάτων της δεκαετίας του 1990 με τα προγράμματα προηγούμενων ετών αναδεικνύει αυτή την πορεία πνευματικής παρακμής. Αυτό το θεωρητικό κενό απέτρεψε την δημιουργία οραματικών προτάσεων σχεδιασμού του μέλλοντος με αποτέλεσμα την παντελή απώλεια πολιτικής πυξίδας και η απόλυτη νεοφιλελεύθερη κυριαρχία σε όλα τα πεδία του κοινωνικού διαλόγου.
Τι είναι η νέα « μεταρρυθμιστική » πολιτική σήμερα;
Μια νέα μεταρρυθμιστική πολιτική σήμερα μπορεί να εργαστεί στο πλαίσιο των υφιστάμενων συστημάτων ώστε να γίνουν σε συστηματική βάση πιο δημοκρατικά , πιο κοινωνικά δίκαια και πιο διαφανή. Με βάση αυτή την λογική έπεται για παράδειγμα η κριτική συγκατάβαση απέναντι στην ΕΕ και η μάχη για μια Μεταρρυθμιστική Συνθήκη της ΕΕ η οποία ασφαλώς θα μετριάζει τις νεοφιλελεύθερες συγκροτησιακές αρχές της ΕΕ. Στη βάση αυτή προκύπτει , επίσης, το αίτημα για μεταρρύθμιση των διεθνών οργανισμών , όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ( ΔΝΤ ) , τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου ( ΠΟΕ ) και τα Ηνωμένα Έθνη ( ΟΗΕ).
Η νέα μεταρρυθμιστική οπτική πρέπει να διαθέτει συγκεκριμένους και μετρήσιμους στόχους , όπως η δίκαιη κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου - σε εθνική όσο και σε παγκόσμια κλίμακα . Εισοδηματική ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών , η μείωση της σχετικής και απόλυτης φτώχειας και εν τέλει η καταστολή της οικονομικής ισχύος στην επιρροή που ασκεί πάνω στην λήψη πολιτικών αποφάσεων .
Τα μεθοδολογικά εργαλεία για την μετουσίωση της νέας μεταρρυθμιστικής οπτικής έχουν ήδη τεθεί στην δημόσια ατζέντα και εκφράζονται μέσα από τολμηρές συγκεκριμένες προτάσεις μέτρων όπως μεταξύ άλλων η εισαγωγή ευρωομολόγων , η εισαγωγή ενός φόρου Tobin , η εισαγωγή ενός φόρου της ΕΕ και συμπερίληψη των εσόδων από επενδύσεις στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης .
Ο νέα μεταρρύθμιση πρέπει να ξεφύγει από τα πολλαπλά ιστορικά στερεότυπα και να διαπεραστεί από νέους προσανατολισμούς:
1 Προσανατολισμός στα κοινωνικά ανθρώπινα δικαιώματα
Ο θεμελιακός αξιακός προσανατολισμός της προοδευτικής μεταρρυθμιστικής οπτικής στηρίζεται στα ανθρώπινα δικαιώματα
Σύμφωνα με αυτά οι άνθρωποι έχουν έννομο δικαίωμα στην ελευθερία από διακρίσεις στην ασφάλεια στα γηρατειά , στην κοινωνική ασφάλιση υπό την έννοια μιας καθολικής ασφάλισης των πολιτών καθώς επίσης στο δικαίωμα να μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες .
Η αναγνώριση των κοινωνικών δικαιωμάτων του ανθρώπου οδηγεί όχι μόνο στην ανάγκη σοβαρής ενασχόλησης με τα βασικά μοντέλα ελάχιστου βασικού εισοδήματος αλλά διανοίγει επίσης δυνατότητες προστασίας και αποσύνδεσης του ανθρώπου ως ατόμου από μηχανισμούς οικονομικού ελέγχου και κρατικής αυθαιρεσίας.
Οι πολίτες καθολικευμένων κοινωνικών κρατών πρόνοιας έχουν από τη γέννησή τους το δικαίωμα σε κοινωνικές παροχές και δεν είναι ικέτες στο κράτος ούτε βέβαια αποτελούν ελεύθερο θήραμα της αγοράς.
2 Διεθνής προσανατολισμός
Η διεθνής αλληλεγγύη είναι μια μεγάλη ανεκπλήρωτη υπόσχεση της μεταρρυθμιστικής σοσιαλδημοκρατίας. Συγκεκριμένα αυτό σημαίνει για την σοσιαλδημοκρατία την ετοιμότητα παράδοσης της εθνικής αυτονομίας, για να αυξηθεί το πεδίο δράσης της ΕΕ.
Ο στόχος πρέπει να είναι να τεθεί εκ νέου το κοινωνικό ζήτημα ηπειρωτικά και διεθνώς σε νέες βάσεις ώστε σε όλα τα πεδία πολιτικής να τεθούν θέματα κοινωνικής συνοχής, οικολογίας , δημοκρατίας και του χάσματος Βορά –Νότου.
Μόνο έτσι η παγκοσμιοποίηση δεν θα έχει νόημα μόνο για τους ισχυρούς αλλά για όλες τις πλευρές .
3. Προσανατολισμός με βάση μια ευρύτερη κατανόηση της πολιτικής :
Η νέα μεταρρυθμιστική πολιτική ατζέντα έχει νόημα σε όλα τα πεδία στα οποία ασκείται και λαμβάνει χώρα η πολιτική. Αυτό αφορά το έθνος - κράτος, τους διεθνείς οργανισμούς , αφορά όμως επίσης και τα λεγόμενα « ιδιωτικά καθεστώτα διακυβέρνησης «private governance regimes» δηλαδή τον τομέα ιδιωτικών ρυθμίσεων και κατ επέκταση τον τομέα μη κυβερνητικών οργανώσεων και κοινοτήτων.
4. Θεωρητικά συγκροτημένος προσανατολισμός
Ο κλασσικός ρεφορμισμός έχει τακτικά παρερμηνευθεί ως θεωρητικά απόμακρος πραγματισμός . Εντούτοις ειδικότερα οι μεταρρυθμιστικές πολιτικές βασίζονται σε πειράματα σκέψης και στην θεωρητική πολυφωνία, τόσο όσον αφορά εν γένει την μεταρρυθμιστική οπτική ως πολιτική προσέγγιση, όσο και συγκεκριμένα σχέδια και μέτρα μεταρρυθμιστικής πολιτικής.
Επίλογος
Μετά από μια ανθρώπινη γενιά υπό το στίγμα του νεοφιλελευθερισμού τα σημάδια των καιρών στέφονται προς μια εποχή της αλληλεγγύης . Τι οράματα θα μπορούσε να προσφέρει άραγε μια μεταρρυθμιστική σοσιαλδημοκρατία σήμερα;
Στον κόσμο του 19 ου αιώνα που βρισκόταν υπό την κυριαρχία της αριστοκρατίας και του κληρονομημένου πλούτου το όραμα της ισότητας των ευκαιριών και της απόδοσης ήταν εξίσου δίκαιο και ελκυστικό. Στην σημερινή παγκόσμια οικονομική πραγματικότητα του έντονου ανταγωνισμού ωστόσο, η οποία κυριαρχείται από φετίχ και μύθους της απόδοσης απαιτείται διόρθωση του αιτήματος της ισότητας με τη μορφή της οικονομίας της αλληλεγγύης και των παγκόσμιων κοινωνικών δικαιωμάτων ανεξαρτήτως αποδόσεως.
Συγκεκριμένα, στο επίκεντρο της νέας σοσιαλδημοκρατικής αφήγησης πρέπει να τεθεί η Ενοποίηση της Ευρώπης ως Κοινωνικής Ένωσης.
Η σοσιαλδημοκρατία δεν θα έπρεπε να είναι το σύμβολο της γραφειοκρατίας , αλλά η avantgarde της σύγχρονης πολιτικής συζήτησης . Πρώτο βήμα και σε αυτό χρειάζεται ένας ολικός επαναπροσανατολισμός και η προώθηση σε μόνιμη βάση μιας πραγματικής πολυφωνίας θεωριών , απόψεων και ανθρώπων. Η σοσιαλδημοκρατία πρέπει υπερβεί τις εμμονές της και να ανατρέξει στα επιτυχημένα μεταρρυθμιστικά της εγχειρήματα , να τα ενημερώσει και να μετασχηματίσει τις μεταρρυθμιστικές πολιτικές της στην βάση ενός ευρύτατου ταξικού μετώπου το οποίο συμπεριλαμβάνει τόσο τους εργαζόμενους, τους κοινωνικά αδύναμους και αποκλεισμένους, τους νεόπτωχους και τους μετανάστες, την νέα γενιά που είναι το κυρίαρχο θύμα της κρίσης όσο και την μεσαία τάξη η οποία συνεπεία της εφαρμογής του νεοφιλελεύθερου εγχειρήματος οδεύει προς τον αφανισμό. Δεν είναι δυνατόν η σοσιαλδημοκρατία σήμερα να συναινεί στην υλοποίηση νεοφιλελεύθερων δημοσιονομικών μνημονίων και δανειακών συμβάσεων, και να αγωνίζεται μόνο για την κατάκτηση ασήμαντων κοινωνικών παροχών και επιδομάτων. Η απλή στροφή σε έναν νέο πραγματισμό, σε έναν ρεαλισμό χωρίς ηθικό και δυναμικό ιδεολογικό περιεχόμενο δεν προσδίδει καμία υπόσταση στην σοσιαλδημοκρατία. Επειδή η οικονομική κρίση δεν επιτρέπει σε κανέναν πολιτικό χώρο να υποσχεθεί έναν παράδεισο επί της γης , αυτό δεν σημαίνει ότι το προοδευτικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο μπορεί να επιβιώσει χωρίς θετικές εικόνες και προβολές του μέλλοντος..
Η σοσιαλδημοκρατία οφείλει αλάνθαστα να ενεργεί ως πληρεξούσιος των εργαζομένων και των κοινωνικά αποκλεισμένων. Η ανακατανομή εισοδήματος ,η παροχή ευκαιριών επαγγελματικής σταδιοδρομίας και εκπαίδευσης, η δωρεάν υγεία αποτελούν σε αυτό το πλαίσιο παλιές συνταγές. Παραμένουν ωστόσο ζωτικές όσο ποτέ άλλοτε.