Γιώργος X. Παπασωτηρίου
16.06.22
 
 

Για χρόνια, οι άνθρωποι που πεινούσαν σε όλο τον κόσμο φαινόταν να είναι όλο και λιγότεροι. Ο αριθμός των υποσιτισμένων μειώθηκε από 811 εκατομμύρια το 2005 σε 607 εκατομμύρια το 2014. Όμως από το 2015 και μετά η τάση αντιστράφηκε [σύμφωνα πάντα με τον ΟΗΕ], καθώς το 2019 υπήρχαν 650 εκατομμύρια άνθρωποι σε καθεστώς λιμοκτονίας, ενώ το 2020 το νούμερο έφτασε ξανά τα 811 εκατομμύρια. Μάλιστα, το 2022 αναμένεται να είναι ακόμα χειρότερο.

Για το φαινόμενο αυτό δεν ευθύνεται ούτε ο πόλεμος στην Ουκρανία ούτε η χρησιμοποίηση του σιταριού σαν «ψυχολογικό όπλο» από τον Βλαντιμίρ Πούτιν, όπως διατείνεται η Washington Post, αλλά η λυσσασμένη κερδοσκοπία των πολυεθνικών. Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, ο Ρώσος πρόεδρος απειλεί να περιορίσει τις ρωσικές εξαγωγές σιταριού (και να μπλοκάρει αυτές της Ουκρανίας), με συνέπεια οι περίφημες αγορές να πανικοβάλλονται! Έτσι ενθαρρύνεται η κερδοσκοπία. 

Σύμφωνα με την Washington Post: «Ο πραγματικός κίνδυνος δεν είναι ότι υπάρχει παγκόσμια έλλειψη(σίτου), αλλά ότι ο φόβος δημιουργεί ένα κλίμα πανικού που ανεβάζει τις τιμές και στερεί από τους πεινασμένους φαγητό»! Φταίει, με άλλα λόγια, ο Πούτιν που τρομοκρατεί τα χρηματιστήρια και αναγκάζει τις «φοβισμένες» (!) πολυεθνικές να καταφύγουν στην κερδοσκοπία! Μόνο που οι ισχυρισμοί αυτοί είναι απολύτως έωλοι, αφού η αύξηση των τιμών άρχισε πριν από την εισβολή στην Ουκρανία. Μάλιστα, έχουμε έκρηξη των τιμών σε μια περίοδο μεγάλης αφθονίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2021, η παγκόσμια συγκομιδή σιταριού έσπασε κάθε ρεκόρ. Κι όμως, όλο και περισσότεροι άνθρωποι υποφέρουν από υποσιτισμό.  

Οι αυξανόμενες τιμές των τροφίμων είναι πλέον ένας από τους κύριους μοχλούς του πληθωρισμού, ο οποίος έφτασε στο 9% στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Απρίλιο του 2022 [ 5,4% στη Γαλλία για τον εναρμονισμένο δείκτη ]. Το φαγητό γίνεται πλέον απρόσιτο και για πολλούς ανθρώπους στις πλούσιες χώρες, ενώ οι φτωχές χώρες απειλούνται άμεσα από τη λιμοκτονία.

«Τρώμε μόνο το πρωί και το βράδυ […]. Η μαργαρίνη, τα αυγά και τα cervelas έχουν αυξηθεί σημαντικά. Έτσι τρώμε σκέτο ψωμί». Αυτή είναι η ανατριχιαστική μαρτυρία από έναν κάτοικο του Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής που δημοσιεύτηκε στην Mail and Guardian. Η εφημερίδα δημοσίευσε παρόμοιες μαρτυρίες από την Κένυα, ενώ στο Τσαντ, οι αρχές κήρυξαν τη χώρα σε «κατάσταση διατροφικής έκτακτης ανάγκης».

«Σε όλη την αφρικανική ήπειρο, οι τιμές των αγαθών πρώτης ανάγκης εκτοξεύονται και γίνονται πολυτέλεια», γράφει η Mail and Guardian. Το ίδιο φαινόμενο ισχύει στη Μέση Ανατολή, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό, όπως η Αφρική, από τις εισαγωγές ουκρανικού και ρωσικού σίτου. Στην Αίγυπτο, λόγω των ανοδικών τιμών των δημητριακών, οι αρχές προσπαθούν να εξουδετερώσουν την κοινωνική βόμβα. Στον Λίβανο, το υψηλό κόστος του σιταριού επιδεινώνει περαιτέρω τον υπερπληθωρισμό. Η κατάσταση αυτή οδηγεί εκατομμύρια ανθρώπους σε λιμοκτονία, προειδοποίησε ήδη τον Μάρτιο ακόμα και ο Economist!

Οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 30% σε ένα χρόνο. Ωστόσο, παρά τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι πόροι είναι σταθεροί και δεν υπάρχει έλλειψη. Όμως τα funds παίζουν με τις τιμές των τροφίμων στα χρηματιστήρια.

Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), οι τιμές των τροφίμων είναι κατά μέσο όρο 30% υψηλότερες τώρα από ό,τι το 2021. Βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο από τότε που ο οργανισμός άρχισε να κρατά στατιστικά στοιχεία, το 1990. Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα ( Το WFP) αναμένει ότι ο προϋπολογισμός του που διατίθεται για την αγορά τροφίμων θα αυξηθεί κατά 50% φέτος.

Το χειρότερο είναι ότι η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων αυξήθηκε κατά την ίδια περίοδο. Επί του παρόντος, υπάρχουν 30% περισσότερα δημητριακά στα παγκόσμια αποθέματα από τις ποσότητες που απαιτούνται για τη διατροφή όλων των πληθυσμών, παρά την πολιτική αστάθεια και την κλιματική αλλαγή.

Ο George Monbiot, σε άρθρο του στον Guardian, καταγγέλλει τις πολυεθνικές που στραγγαλίζουν τον επισιτιστικό τομέα, ο οποίος απειλείται με κατάρρευση, όπως συνέβη με το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα το 2008. Σύμφωνα με τον Monbiot, η παγκόσμια τυποποίηση των μεθόδων παραγωγής και κατανάλωσης έχει κάνει το σύστημα εύθραυστο. Η απόδειξη σε αριθμούς: «Μόνο τέσσερις μεγάλες ομάδες(σ.σ. πολυεθνικές) θα κυριαρχούν στο 90% του παγκόσμιου εμπορίου σιτηρών […]. Μόλις τέσσερις καλλιέργειες – σιτάρι, ρύζι, καλαμπόκι και σόγια – αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 60% των θερμίδων που καλλιεργούνται στα αγροκτήματα». 

Η λύση για τον Βρετανό αρθρογράφο είναι η εξής: «Διαφοροποιήστε την παραγωγή, γεωγραφικά αλλά και τις καλλιέργειες καθώς και τις γεωργικές τεχνικές» προκειμένου να ξεφύγετε από τη μέγγενη των πολυεθνικών. 

Όμως στις συνθήκες του καπιταλισμού το να ξεφύγεις από τη μέγγενη των πολυεθνικών είναι σαν να θέλεις να ξεφύγεις από τη μαφία…

*Ο κόσμος καταδικάζεται από τους κερδοσκόπους να ξαναζήσει τέτοιες εικόνες 

πηγη: http://artinews.gr