Στα μέσα του περασμένου Φλεβάρη, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας δημοσίευσε τρία σχέδια νόμου που αλλάζουν εκ νέου την περιβαλλοντική νομοθεσία, μεταβάλλοντας πολυάριθμες περιβαλλοντικές ρυθμίσεις και επηρεάζοντας σημαντικούς τομείς της οικονομίας. Το πρώτο αφορούσε στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές και την ενσωμάτωση ευρωπαϊκών οδηγιών, το δεύτερο στη μετονομασία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) σε Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) καθώς και τη διεύρυνση του αντικειμένου της με νέες αρμοδιότητες, ενώ το τρίτο ήταν ένα συνονθύλευμα διατάξεων, οι περισσότερες από τις οποίες αφορούν τους τομείς της ενέργειας, του φυσικού περιβάλλοντος και της πολεοδομίας/χωροταξίας. Και τα τρία αυτά νομοσχέδια δόθηκαν προς διαβούλευση με ιδιαίτερα μικρές προθεσμίες (12, 11 και 4 μέρες αντίστοιχα), κατά παράβλεψη της νομοθεσίας που η ίδια η κυβέρνηση θέσπισε και προβλέπει τουλάχιστον 2 εβδομάδες διάρκεια, «υπονομεύοντας τη σημασία της δημόσιας συμμετοχής στη διαδικασία λήψης περιβαλλοντικών αποφάσεων», όπως καταγγέλλουν περιβαλλοντικές οργανώσεις. Στη συνέχεια, ενώ οι διαβουλεύσεις έληξαν στις 28 Φεβρουαρίου, ενώθηκαν σε ένα πολυνομοσχέδιο και κατατέθηκαν στη Βουλή την επόμενη μέρα, δηλαδή την 1η Μαρτίου, ημέρα εθνικού πένθους λόγω του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη.

 

Το πολυνομοσχέδιο έχει τίτλο «Μετονομασία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας σε Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων και διεύρυνση του αντικειμένου της με αρμοδιότητες επί των υπηρεσιών ύδατος και της διαχείρισης αστικών αποβλήτων, ενίσχυση της υδατικής πολιτικής – Εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας για τη χρήση και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μέσω της ενσωμάτωσης των οδηγιών ΕΕ 2018/2001 και 2019/944 – Ειδικότερες διατάξεις για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την προστασία του περιβάλλοντος». Η συνεδρίαση και η ψήφισή του ήταν προγραμματισμένες για την περασμένη Τρίτη, όμως, η διαδικασία μετατέθηκε για την επόμενη εβδομάδα προκειμένου να γίνουν αλλαγές και βελτιώσεις.

Στον απόηχο των έντονων αντιδράσεων που έχουν προκαλέσει αρκετές από τις διατάξεις του και ιδιαίτερα εκείνη που σχετίζεται με τη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της ΡΑΕ, αλλά και η απόφαση να κατατεθεί το νομοσχέδιο στη Βουλή λίγο πριν τις εκλογές, η Θεοδότα Νάντσου, Επικεφαλής πολιτικής της WWF και ο Δημήτρης Παπαστεργίου, Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος (ΚΕΔΕ), εξηγούν στην Popaganda τι αναμένεται να γίνει με την περιβόητη «ιδιωτικοποίηση του νερού», σχολιάζοντας τις διατάξεις που βρίσκουν προβληματικές.

«Δεν θα έπρεπε να τίθεται υπό αμφισβήτηση ο δημόσιος χαρακτήρας του νερού»

 

Σχετικά με τη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της ΡΑΕ στους τομείς των αποβλήτων και των υδάτων, σύμφωνα με την Θεοδότα Νάντσου, Επικεφαλής πολιτικής της WWF, αυτή γίνεται χωρίς τις απαραίτητες τεκμηριώσεις που να αιτιολογούν την επιλογή, αλλά κυρίως μη παρέχοντας τα εχέγγυα για τη διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα του νερού. Όπως υπογραμμίζει η ίδια, «Το δικαίωμα στο νερό αποτελεί αναγνωρισμένο θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα. Λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία του, δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να τίθεται υπό αμφισβήτηση ο δημόσιος χαρακτήρας του. Αυτή η επιλογή όχι μόνο δεν απαντά στις υφιστάμενες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι υπό ρύθμιση τομείς, αλλά και δεν παρέχει τις διαβεβαιώσεις για την αποτελεσματική εφαρμογή του ενωσιακού και εθνικού δικαίου για την επίτευξη της καλής κατάστασης (και καλού δυναμικού) των υδάτων και της μείωσης της παραγωγής αποβλήτων, έναντι της παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας ή/και της παραγωγής ενέργειας μέσω της καύσης αποβλήτων».

Όσον αφορά στο γιατί το Υπουργείο Περιβάλλοντος επιλέγει να ενταχθούν οι τομείς των αποβλήτων και των υδάτων στις αρμοδιότητες της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, η κα. Νάντσου επισημαίνει: «Φαίνεται να γίνεται καθαρά για λόγους επιτάχυνσης της διαδικασίας για την εκπλήρωση των δεσμεύσεων που αναλήφθηκαν με το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, χωρίς να έχει προηγηθεί εκτίμηση των επιπτώσεων μιας τέτοιας επιλογής (σχετικά με την επάρκεια στελέχωσης των υπηρεσιών της ΡΑΕ, τεχνογνωσία των μελών, και εν γένει δυνατότητα υποστήριξης του μεγάλου όγκου δουλειάς)».

Παράλληλα, με την πρόσφατη αναδιατύπωση της ευρωπαϊκής οδηγίας σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης (οδηγία (ΕΕ) 2020/2184) επαναλήφθηκε η ρητή υποχρέωση των κρατών μελών να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλιστεί ότι το νερό είναι υγιεινό και καθαρό, και προστέθηκε ρητά η ειδική υποχρέωση να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για τη βελτίωση ή διατήρηση της πρόσβασης στο νερό για όλους, κυρίως για τις ευάλωτες και τις περιθωριοποιημένες ομάδες. «Η οδηγία (ΕΕ) 2020/2184 τέθηκε σε ισχύ την 12.01.2021 και η χώρα μας θα έπρεπε να την έχει μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο έως την 12.01.2023. Μέχρι σήμερα κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί», καταγγέλλει η επικεφαλής Πολιτικής της WWF.

«Η ΡΑΕ δεν έχει τη γνώση για να ασχοληθεί με τη διαχείριση των αποβλήτων και μέχρι να την αποκτήσει θα χαθεί υπερβολικά πολύς χρόνος»

 

Αναφορικά με τον τομέα της διαχείρισης των αποβλήτων, οι οικολογικές οργανώσεις εν γένει δεν αναμένουν ουσιαστικές αλλαγές με τις εισαγόμενες ρυθμίσεις από το πολυνομοσχέδιο. Όπως εξηγεί η κα. Νάντσου, «Η ΡΑΕ δεν έχει τη γνώση για να ασχοληθεί με το αντικείμενο και μέχρι να την αποκτήσει θα χαθεί υπερβολικά πολύς χρόνος. Αλλά ακόμα και αν καταφέρει να αποκτήσει γνώση σε σύντομο διάστημα, πώς θα καταφέρει να επιβάλλει αλλαγές και κανόνες δίχως να είναι επαρκώς στελεχωμένη, και μάλιστα σε ένα τοπίο που μαστίζεται από την αδιαφάνεια και τη διαφθορά;».

Και προσθέτει: «Η κυβέρνηση δεν έχει ακόμα καταφέρει να εισπράξει το τέλος ταφής, πώς θα καταφέρει να επιβάλλει μέσω της ΡΑΕ χρηστή διοίκηση και λογοδοσία στους προβληματικούς Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦΟΔΣΑ) ανά την Ελλάδα; Το πρώτο μέλημα της κυβέρνησης θα έπρεπε να είναι η ουσιαστική λειτουργία του Ελληνικού Οργανισμού Ανακύκλωσης (ΕΟΑΝ) που σήμερα βρίσκεται σε καθεστώς αδράνειας αδυνατώντας να εκπληρώσει την αποστολή του. Με ευθύνη της κυβέρνησης ο ΕΟΑΝ απαξιώθηκε και τώρα στο νομοσχέδιο γίνεται λόγος για τυχόν ανάληψη μέρους των αρμοδιοτήτων του από τη ΡΑΕ».

«Το ΥΠΕΝ δείχνει υποχώρηση σε σχέση με τις πολιτικές του δεσμεύσεις για απολιγνιτοποίηση»

Παράλληλα, όσον αφορά στις εγκαταστάσεις με καύσιμο λιγνίτη ή ορυκτό αέριο ή πετρέλαιο στη χώρα, το πολυνομοσχέδιο ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο επεκτάσεων λειτουργίας και αύξησης ισχύος μονάδων που ήδη λειτουργούν, πρόκειται να λειτουργήσουν ή βρίσκονται σε φάση κατασκευής. Η κα. Νάντσου σχολιάζει γι’ αυτή την παράμετρο πως, «Με αυτή τη ρύθμιση, σε συνδυασμό με τις συνεχείς και παράνομες παρεκκλίσεις από την οδηγία της ΕΕ για τις βιομηχανικές εκπομπές, μπορεί εσαεί να δίνεται παράταση λειτουργίας σε ιδιαίτερα ρυπογόνες μονάδες, οι οποίες θα έπρεπε να έχουν κλείσει καθώς εκπέμπουν ατμοσφαιρικούς ρύπους που ξεπερνούν τα όρια που έχει εδώ και δεκαετίες θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αφορά όλες τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ, καθώς και όλες τις μονάδες ορυκτού αερίου που βρίσκονται είτε σε λειτουργία είτε σε δοκιμαστική λειτουργία. Με τη διάταξη αυτή, το ΥΠΕΝ δείχνει ξεκάθαρη εύνοια προς τον λιγνίτη και το αέριο και υποχώρηση σε σχέση με τις πολιτικές του δεσμεύσεις για απολιγνιτοποίηση».

Μία από τις περιοχές που έχουν πληγεί άμεσα από τη λιγνιτική δραστηριότητα, είναι η Ακρινή στην Κοζάνη. Σύμφωνα με την παρούσα εκδοχή του νομοσχεδίου, καταργείται η -αναγκαία- πρόβλεψη για μετεγκατάσταση του οικισμού. «Είχε αποφασιστεί ότι θα γίνει μετεγκατάσταση του οικισμού για να ζουν οι άνθρωποι σε καλύτερες και πιο ασφαλείς συνθήκες, από το 2011 που δημιουργήθηκε σχετικός νόμος. Στην πορεία η ΔΕΗ το μετάνιωσε και το ζήτημα έμεινε στον πάγο. Δέκα χρόνια μετά, τον Δεκέμβριο του 2022, βρέθηκε μία διέξοδος, και οι άνθρωποι του χωριού μπόρεσαν να προχωρήσουν σε δημοψήφισμα για το αν θέλουν να γίνει η μετεγκατάσταση. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι κάτοικοι, περίπου το 75%, είπαν ότι θέλουν να φύγουν γιατί τα εργοστάσια δεν πρόκειται να κλείσουν. Η κυβέρνηση δεσμεύτηκε ότι θα ακούσει και θα σεβαστεί το αποτέλεσμα. Τους το οφείλουμε αυτό ως κοινωνία. Γιατί τόσα χρόνια, για να έχουμε εμείς ρεύμα μέσω λιγνίτη, υποφέρουν εκείνοι. Οι άνθρωποι εκεί είναι αόρατοι και τώρα τους λένε ότι θα συνεχίσουν να ζουν έτσι. Ο εντοπισμός μάλιστα εξασθενούς χρωμίου στο νερό της περιοχής των κοινοτήτων Ακρινής, Αγίου Δημητρίου και Ρυακίου Κοζάνης, όπως αυτός διαπιστώθηκε μέσα από επιστημονικές μελέτες, αποτελεί αδιάψευστο τεκμήριο της περιβαλλοντικής υποβάθμισης την οποία υφίστανται οι κάτοικοι των λιγνιτικών περιοχών», τονίζει η επικεφαλής πολιτικής της WWF.

«Φυσικά και πρέπει να εγκατασταθούν ΑΠΕ και αιολικά πάρκα, ωστόσο η εγκατάσταση πρέπει να γίνει υποδειγματικά»

Με τις διατάξεις του νομοσχεδίου αυτού, αλλάζει επίσης το νομοθετικό πλαίσιο που εισήγαγε ο ν. 4685/2020 (Α΄ 92) σχετικά με τη λήψη μέτρων προστασίας στις προστατευόμενες περιοχές μέσω του καθορισμού χρήσεων γης. Ως αποτέλεσμα, δημιουργούνται για πολλοστή φορά μέσα στην τελευταία τριετία νέες συνθήκες που επηρεάζουν δυσμενώς την εξέλιξη του έργου για την εκπόνηση ειδικών περιβαλλοντικών μελετών (ΕΠΜ) και την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων και σχεδίων διαχείρισης για όλες τις περιοχές Natura 2000. Έτσι, ενώ με μεγάλη καθυστέρηση έχουν τεθεί μόνο μερικές από τις ΕΠΜ σε διαβούλευση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δικαίως πιέζει για την ολοκλήρωση του έργου και τη θέσπιση μέτρων προστασίας με τα αντίστοιχα προεδρικά διατάγματα, σε αυτή την κρίσιμη στιγμή το πλαίσιο αλλάζει για άλλη μια φορά.

Συζητώντας για την εκ νέου αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου, η κα. Νάντσου αναφέρει πως, «Η εκπόνηση των ειδικών περιβαλλοντικών μελετών που γίνονται στις προστατευόμενες περιοχές, δεν φαίνεται να βοηθιέται από τις διατάξεις του νομοσχεδίου, καθώς αυτό φέρνει το νομικό πλαίσιο σε παλαιότερες ισχύουσες διατάξεις. Η ολοκλήρωση των μελετών και η νομική προστασία των συγκεκριμένων περιοχών, εκτός από το ότι είναι επιβεβλημένη από την εθνική μας νομοθεσία, κατέστη ακόμα πιο επιτακτική μετά την καταδίκη της Ελλάδας από το Δικαστήριο της ΕΕ λόγω μη θέσπισης των αναγκαίων στόχων διατήρησης και μη θεσμοθέτησης των κατάλληλων μέτρων για την προστασία τους. Τώρα με τις νέες αλλαγές, δεν καταλαβαίνουμε τι θα συμβεί. Θα πάνε πίσω μελέτες για να ξανα-προσαρμοστούν στο νέο πλαίσιο;».

«Φυσικά και πρέπει να εγκατασταθούν ΑΠΕ και αιολικά πάρκα, ωστόσο η εγκατάσταση πρέπει να γίνει υποδειγματικά. Δεν πρέπει να υπάρξει ζημιά στο περιβάλλον, σε συστήματα και στη βιοποικιλότητα. Όταν από το 2009 οι οργανώσεις φώναζαν στις κυβερνήσεις να ξεκινήσουν τον σχεδιασμό για τις ΑΠΕ και να σταματήσουν να βάζουν αέριο παντού, δεν μας άκουγαν τότε. Τώρα με τον πόλεμο στην Ουκρανία όλοι προσπαθούν να το επιταχύνουν και θα γίνουν ζημιές. Δεν πρέπει να επιταχύνεται έτσι μια περιβαλλοντική τεχνολογία. Θα έπρεπε να είναι για όλους κυρίαρχο μέλημα ο σωστός και ασφαλής σχεδιασμός», καταλήγει η ίδια.

Τον προβληματισμό του για την υπαγωγή του ελέγχου των υπηρεσιών ύδατος σε Ρυθμιστική Αρχή εκφράζει με τη σειρά του ο Δημήτρης Παπαστεργίου, Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος (ΚΕΔΕ). Σύμφωνα με τον ίδιο, «Μέσα στο νομοσχέδιο που τέθηκε προς διαβούλευση, υπήρχαν ορισμένες αναφορές (στο άρθρο 11 παρ. 4 για παράδειγμα), βάσει των οποίων αυτή η καινούρια Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) θα ασκεί – μεταξύ άλλων – την εποπτεία σε υπηρεσίες που θα παραχωρούνται σε τρίτους. Αυτό από μόνο του δημιουργούσε διάφορα σενάρια. Το γεγονός ότι μέσω του νομοσχεδίου οδηγούμαστε σε μία ρυθμιστική αρχή, γιατί ως τέτοια αναφέρεται η ΡΑΕ, αναδύει διάφορες σκέψεις. Για τον λόγο αυτό ζήτησα συνάντηση με τον κ. Σκρέκα, και η δική μου άποψη ήταν, πριν ακόμη συναντηθούμε, ότι θα ήταν πολιτικά βλακώδες να μιλάμε για ιδιωτικοποίηση των νερών».

«Κάναμε λοιπόν τη συνάντηση τη Δευτέρα, στην οποία ο υπουργός Περιβάλλοντος ξεκαθάρισε ότι δεν υφίσταται αυτό το σενάριο και πως η παράταση που παίρνουν για την ψήφιση του νομοσχεδίου στη Βουλή, γίνεται για να διορθωθούν αυτές οι ατυχείς αναφορές. Κατά την άποψή μου, οι λανθασμένες αναφορές σε 2-3 σημεία του νομοσχεδίου ήταν εκείνες που άφησαν περιθώρια παρερμηνειών περί ιδιωτικοποίησης, και φυσικά το ενταμένο προεκλογικό κλίμα κατά το οποίο επιλέχθηκε η υποβολή του νομοσχεδίου. Στη συνάντηση προσδιορίστηκαν επίσης οι συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών ύδατος την ορθή εφαρμογή των οποίων έχει η Αρχή, δηλαδή ότι αφορούν μόνον τις εταιρείες ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ, ωστόσο πρέπει να συζητηθεί ακόμη εκτενώς για ποιο λόγο πάμε σε μία ανεξάρτητη αρχή. Το νομοσχέδιο για τα ύδατα αναφέρει πως αυτή η ανεξάρτητη αρχή η οποία λέγεται “ρυθμιστική αρχή”, στην πραγματικότητα δεν ρυθμίζει, αλλά ασκεί μόνο έλεγχο και εποπτεία».

Όπως εξηγεί ακόμα ο Πρόεδρος της ΚΕΔΕ, «Οι ρυθμιστικές αρχές κάνουν τρία πράγματα: ρυθμίζουν, ασκούν εποπτεία και κάνουν τον έλεγχο των εποπτευόμενων φορέων. Η ΡΑΕ σε μία μονοπωλιακή αγορά δεν μπορεί να ρυθμίσει κάτι, παρά μόνο να ελέγξει το κόστος και αν εμείς κοστολογούμε το νερό εύλογα στους πολίτες, ανάλογα με το κόστος που απαιτείται για να το βρούμε, να το αντλήσουμε και να το επεξεργαστούμε. Η μεγάλη διαφωνία μας έχει να κάνει κυρίως με το ότι μια ανεξάρτητη αρχή δεν έχει τη δυνατότητα νομοθέτησης όπως την έχουν τα υπουργεία. Για εμάς δηλαδή, που είμαστε σαφώς υπέρ των ελέγχων (δεν τίθεται ζήτημα για το ότι δεν θέλουμε να ελεγχόμαστε), θα ήταν πιο λογικό αυτός ο έλεγχος να γίνει από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, καθώς είναι πιο άμεσος και γρήγορος και επίσης αν θελήσουμε να διευθετηθεί κάτι, θα διευθετηθεί άμεσα, ενώ η ανεξάρτητη αρχή απλά εισηγείται στο Υπουργείο». 

«Παραμένει η πολιτική διαφωνία για το αν ο έλεγχος πρέπει να ασκείται από μία ανεξάρτητη αρχή»

«Παρ’ όλα αυτά, η απάντηση του κ. Σκρέκα σε αυτή την ένστασή μας, είναι ότι θα οδηγηθούμε στη ΡΑΕ γιατί από το υπουργείο δεν μπορούν να κάνουν αυτόν τον έλεγχο και δεν τον κάνουν επαρκώς έως τώρα. Παράλληλα, οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης – Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ), με τις οποίες είμαστε σε άμεση επαφή, σχετίζονται άμεσα και με το υπουργείο Περιβάλλοντος και με το Υγείας μιας και μιλάμε για δημόσια υγεία, και με το Εσωτερικών γιατί υπάρχουν θέματα προσωπικού, και με το Ανάπτυξης για το αν θα τις χρηματοδοτήσουν, οπότε ο ίδιος είπε πως δεν μπορεί να αναλάβει κάτι που αφορά και άλλα υπουργεία, και έτσι αποφάσισε να έχει τον έλεγχο μια ανεξάρτητη αρχή», διασαφηνίζει ο ίδιος. 

Ο κ. Παπαστεργίου στέκεται και στις αναφορές περί συνενώσεων μεταξύ των ΔΕΥΑ στο άρθρο 12 του πολυνομοσχεδίου. «Ανησυχούμε μήπως αυτές είναι υποχρεωτικές και σε επίπεδο περιφέρειας, κάτι που θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στη λειτουργία τους. Δηλαδή, δεν μπορεί π.χ. να υπάρχει μια ΔΕΥΑ στη Λάρισα η οποία θα γνωρίζει τα δίκτυα και θα επεμβαίνει άμεσα σε ένα δίκτυο στο Κακοπλεύρι του Νομού Τρικάλων, που είναι ένα πολύ ορεινό χωριό. Ως προς αυτό μας εξηγήθηκε κατά τη συνάντηση πως πρόκειται μόνο για εθελοντικές συνενώσεις όπου μικρές ΔΕΥΑ δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν των υποχρεώσεών τους, και όχι για υποχρεωτικές συνενώσεις. Παραμένει ωστόσο η πολιτική μας διαφωνία για το αν αυτός ο έλεγχος πρέπει να ασκείται από μία ανεξάρτητη αρχή και όχι από το υπουργείο».

«Υπάρχουν ΔΕΥΑ που δεν έχουν χημικούς μηχανικούς γιατί δεν μπορούν να προσλάβουν»

Όσον αφορά στα κόστη του νερού, ο Πρόεδρος της ΚΕΔΕ σχολιάζει ότι, «Υπάρχουν ΔΕΥΑ που υποκοστολογούν το νερό και υπάρχουν και εκείνες, σύμφωνα με το υπουργείο που έχει τα στοιχεία από όλη την Ελλάδα, που κοστολογούν παραπάνω. Άλλο κόστος για παράδειγμα έχουμε σε ένα νησί που υπάρχουν έντονες αφαλατώσεις και απαιτείται διαφορετική διαδικασία, άλλο κόστος έχει η Αθήνα που παίρνει το νερό από τον Μόρνο με φυσική ροή ή η Καρδίτσα που το παίρνει επίσης με φυσική ροή από τη Λίμνη Πλαστήρα, και άλλο κόστος υπάρχει εκεί που το νερό το αντλούμε και πληρώνουμε μεγάλο κόστος ενέργειας. Τουλάχιστον θα πρέπει να υπάρχει ένα λογικό περιθώριο κέρδους των ΔΕΥΑ για να μπορούν να συντηρούν, να πληρώνουν το προσωπικό κ.λπ., και αυτό είναι όντως μια δουλειά ελεγκτική, έτσι ώστε να μην κοστολογεί ο καθένας όπως θέλει τα ύδατα. Ένα άλλο μεγάλο θέμα είναι οι απώλειες νερού, δηλαδή το πόσο νερό αντλείται, πόσο τιμολογείται, αν για πολιτικούς λόγους δίνεται νερό δωρεάν και δεν γίνονται εισπράξεις κ.λπ».

Ολοκληρώνοντας, ο κ. Παπαστεργίου τονίζει ότι «είναι καλό να φτιαχτεί προς καλύτερη συνεννόηση, μια σειρά στον έλεγχο και την εποπτεία, αλλά πρέπει να δούμε και τα πιο σοβαρά θέματα των ΔΕΥΑ όπως τις ελλείψεις σε προσωπικό. Υπάρχουν ΔΕΥΑ που δεν έχουν χημικούς μηχανικούς γιατί δεν μπορούν να προσλάβουν, καθώς πολλοί έφυγαν με συντάξεις και ακόμη δεν εγκρίνονται νέες προσλήψεις. Να διευθετηθεί επίσης τι ακριβώς είναι η ΔΕΥΑ. Είναι μέρος του δημοσίου ή ιδιώτες; Γιατί ως προς τις προσλήψεις είναι δημόσια, καθώς γίνονται με διαδικασίες ΑΣΕΠ, και ως προς τις πληρωμές (όταν κάποιος πολίτης δεν πληρώνει), ακολουθούνται οι διαδικασίες είσπραξης που ακολουθεί κάθε ιδιωτική εταιρία. Υπάρχουν αυτές οι γκρίζες ζώνες που πρέπει να διευθετηθούν».

πηγη: https://popaganda.gr