Άρθρο που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση British Journal of Psychiatry 163. Η Nanci Adler είναι καθηγήτρια μνήμης, ιστορίας και μεταβατικής δικαιοσύνης στο Πανεπιστήμιο του Αμστερνταμ, ο Semyon Gluzman είναι ψυχίατρος, ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ιδρυτής της Ουκρανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας.

Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας

 Δημοσιεύθηκε την 19 Δεκεμβρίου, 2023





Η κατάχρηση των ψυχιατρικών νοσοκομείων, τεχνικών και φαρμάκων με στόχο την καταστολή των πολιτικών αντιφρονούντων ήταν διαδεδομένη πρακτική στην πρώην ΕΣΣΔ. Με τον ισχυρισμό της «θεραπείας» των πολιτικών αντιπάλων είτε σε «ειδικά» είτε σε «κανονικά» ψυχιατρικά ιδρύματα, οι αποτυχίες του πολιτικού συστήματος μεταφέρονταν από τους θεσμούς του Κράτους στη ψυχή του ατόμου έτσι ώστε το σοβιετικό σύστημα να μπορεί να αρνηθεί τις δικές του δομικές αποτυχίες.

Η «θεραπεία» των αντιφρονούντων ήταν τραγική, όχι μόνο ξεχωριστά για το κάθε θύμα της πειθαρχικής ψυχιατρικής όπως οι Bukovsky, Grigorenko και Plyushch, αλλά και το σύνολο. Μπορεί να ήταν ένας πρόδρομος της κατάρρευσης του Σοβιετικού συστήματος. Η κατάρρευση μπορεί να επισπεύσθηκε από τον Gorbachev, αλλά μπορεί να έρχονταν κάποια στιγμή για δομικούς λόγους. Ένα ώριμο σύστημα διακυβέρνησης τυπικά ανέχεται τους αντιφρονούντες του. Όπως οι κομφορμιστές στηρίζουν τη σταθερότητα ενός συστήματος, οι αντιφρονούντες προσφέρουν την αυτοδιόρθωση για να προειδοποιηθούν οι κυβερνήτες ώστε να διορθώσουν τις πηγές δυσαρέσκειας και αποσταθεροποίησης μεταξύ των κυβερνόμενων. Όταν αγνοούνται όλες οι ενστάσεις των αντιφρονούντων σε οποιοδήποτε οργανισμό, το ίδιο το σύστημα μπορεί να αποδυναμωθεί. Ο αγγελιοφόρος που μεταφέρει άσχημες ειδήσεις μπορεί να εκτελεστεί, να βασανιστεί μέχρι να ανακαλέσει ή να κηρυχθεί τρελός, αυτό όμως δεν θα κάνει τα άσχημα νέα καθόλου καλύτερα.

Οι πολιτικοί επιστήμονες μελετούν τη λειτουργία των κοινωνικών συστημάτων· οι ψυχίατροι μελετούν την λειτουργία της κάθε ξεχωριστής ψυχής. Όταν η κυβερνήτες απαντούν στη συναίνεση των κυβερνόμενων συνήθως και οι δύο λειτουργούν καλά· όταν δεν το κάνουν, είναι και οι δύο δυσλειτουργικοί. Αυτή είναι η μεγαλύτερη πολιτική/ανθρώπινη τραγωδία του συστήματος των ειδικών ψυχιατρικών νοσοκομείων και της ψυχιατρικής καταστολής.

Φαίνεται πως η πρώην Σοβιετική Ένωση αγνόησε τις δυνάμεις τακτικής αλλαγής που ίσως μπορεί να την έσωζαν. Αντίθετα η ένωση διαλύθηκε σε κατακερματισμένα κράτη. Κάποιοι από τους πρώην αντιφρονούντες-έγκλειστους ανέβηκαν σε νομοθετικές και κυβερνητικές δομές στα ανεξάρτητα κράτη τους. Η πλειοψηφία όμως εκείνων που αποτελούσαν την ραχοκοκαλιά της «αντιπολίτευσης των φυλακών» στην ΕΣΣΔ, εκείνοι που σε ένα φωτισμένο κράτος θα αντιμετωπίζονταν ως πίστη αντιπολίτευση, εξακολουθούν να αγνοούνται από την κοινωνία και στο δικό τους κράτος και στο εξωτερικό.

Στο άρθρο αυτό εξετάζουμε ένα δείγμα αντιφρονούντων οι απόψεις των οποίων καταστάλθηκαν στα ειδικά ψυχιατρικά νοσοκομεία, εξετάζουμε τα ευρύτερα προβλήματα των θυμάτων του ψυχιατρικού τραύματος στην πρώην ΕΣΣΔ και αναλύουμε την αναγκαιότητα για επανορθωτική αντιμετώπιση αυτών των υποθέσεων.

Μέθοδος

Εξετάσαμε ένα δείγμα 22 ανθρώπων (20 άνδρες και 2 γυναίκες). Όλοι τους απελευθερώθηκαν από τις ψυχιατρικές φυλακές αφού τιμωρήθηκαν με δήθεν ψυχιατρική θεραπεία επειδή είχαν ανεπίσημες πολιτικές απόψεις. Οι μόνες υποθέσεις που επιλέξαμε είναι εκείνες που η σαθρότητα της ψυχιατρικής ταμπέλας επιβεβαιώνονταν από εκθέσεις της Παγκόσμιας Ψυχιατρικής Εταιρείας, της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Εταιρείας, ειδικούς σε άλλες χώρες ή αξιόπιστους πολιτικούς ψυχιάτρους στην πρώην ΕΣΣΔ.

Η συλλογή των δεδομένων παρουσίασε ορισμένα προβλήματα. Τυπικά οι άνθρωποι που υποβλήθηκαν σε βαναυσότητα δεν παρουσιάζουν τις ιστορίες τους πρόθυμα. Πολλοί εμφανίζουν ψυχοκοινωνική αποκοπή που συνοδεύεται από αϋπνία, κατάθλιψη κι απομόνωση. Άλλοι εκφράζουν το τραύμα τους μέσα από την αφήγηση μιας ιστορίας, του αγώνα για ένα σκοπό, της λήθης μέσω του αλκοολισμού ή αφιερώνονται στη τέχνη, τη μουσική και ούτω καθεξής.

Για να συγκεντρώσουμε τα στοιχεία μας χρησιμοποιήσαμε ανοιχτές συνεντεύξεις στις οποίες εισάγαμε θέματα τα οποία θεωρήσαμε συναφή. Επιπλέον χρησιμοποιήσαμε σχετικά επίσημη έγγραφα, τόσο νομικά όσο και ιατρικά, όπως και γραπτά απομνημονεύματα, ανάμεσα τους και αδημοσίευτα.

Τα υποκείμενα είχαν μπει σε υποχρεωτικά θεραπευτικά προγράμματα σε διάφορες περιόδους, σε διάφορα ψυχιατρικά ιδρύματα της ΕΣΣΔ την περίοδο 1968-87. Οι ηλικίες τους ήταν από 23 ως 62 ετών, με μέση ηλικία τα 34 χρόνια. Δεκατέσσερις από αυτούς που εξετάστηκαν είχαν ολοκληρώσει την ανώτερη εκπαίδευση τους την στιγμή της σύλληψης τους. Δεκαεφτά είχαν οικογένεια. Κατά κανόνα, υψηλού επαγγελματικού επιπέδου. Μετά από δεκαετίες καταστολής, σχεδόν κανένας δεν απασχολούνταν στο προηγούμενο επάγγελμα του. Αυτό οφείλονταν κυρίως στην άρρητη, μυστική «απαγόρευση επαγγελμάτων» για αυτούς τους ανθρώπους.

Κάθε υποκείμενο είχε συλληφθεί και σταλεί υποχρεωτική ψυχιατρική θεραπεία αποκλειστικά για πολιτικούς λόγους. Από τους 22 που εξετάστηκαν, μόνο ένας είχε πραγματική ψυχιατρική διάγνωση μιας νευρωτικής κατάστασης πριν την ου στο νοσοκομείο· η κατάσταση αυτή όμως δεν επηρέαζε με οποιονδήποτε τρόπο την κοινωνική του προσαρμογή η το υψηλό επίπεδο επαγγελματικής του ικανότητας. Από τους άλλους 21, δεν υπήρχαν ψυχιατρικά επεισόδια στο ιατρικό τους ιστορικό.

Εφτά από τα υποκείμενα μας είχαν την αρχική τους, υποχρεωτική ψυχιατρική εξέταση μετά από καταγεγραμμένες συγκρούσεις με τις αρχές σε σχέση με πολιτικές πράξεις ή την έκφραση πολιτικών απόψεων. Συνήθως, για το σύνολο αυτό, το κτήμα για υποχρεωτική ψυχιατρική εξέταση γίνονταν από αξιωματικούς της Επιτροπής για την Κρατική Ασφάλεια (KGB). Οι ψυχίατροι μετά επιβεβαίωναν την ψυχοπαθολογία που είχαν υποπτευθεί οι αξιωματικοί της KGB.

Οι υπόλοιποι 15 στάλθηκαν για ψυχιατρική εξέταση μετά από συλλήψεις. Πριν τη σύλληψη δεν είχαν κανένας είδους επίσημη επαφή με ψυχιάτρους. Και οι 22 κηρύχθηκαν ψυχικά ασθενείς από επιτροπές ειδικών και στη συνέχεια, με βάση αυτό, ορίζονταν από το δικαστήρια ως έχοντες το ακαταλόγιστο και σε ανάγκη υποχρεωτικής θεραπείας μέσα στους χώρους των ειδικών ψυχιατρικών νοσοκομείων του Υπουργείου Εσωτερικών Υποθέσεων. Η διάρκεια της καταστολής στα ειδικά ψυχιατρικά νοσοκομεία ή της υποχρεωτικής θεραπείας στα κοινά ψυχιατρικά νοσοκομεία ήταν μεταξύ δύο και δεκατεσσάρων ετών.

Σε πολλές περιπτώσεις ήταν διοικητικά ευκολότερο για το Κράτος να στείλει έναν αντιφρονούντα σε ένα ψυχιατρικό νοσοκομείο από ότι στη φυλακή. Η εισαγωγή στο νοσοκομείο από τους αντιφρονούντες την δυνατότητα για νομική βοήθεια, επειδή θεωρούνταν ως τρελοί σε διαδικασίες που θεωρούνταν «πολύ άρρωστοι» για να παρακολουθήσουν.

Οι διαγνωστικές διαγνώσεις περιλάμβαναν τα παρακάτω: παρανοϊκή σχιζοφρένεια (τρεις ασθενείς)· υποτονικής σχιζοφρένειας (11 ασθενείς)· και επιθετική παρανοϊκή ανάπτυξη στο πλαίσιο ψύχωσης (κοινωνιοπάθεις) (οχτώ ασθενείς).

Ευρήματα

Η «θεραπεία» στα ειδικά ψυχιατρικά νοσοκομεία του Υπουργείου Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΣΣΔ έχει περιγράφει ενδελεχώς. Μόλις οι αντιφρονούντες εισάγονταν στα νοσοκομεία, οι αρχές ήταν ελεύθερες να ασκήσουν στρεσογονες επιρροές πάνω τους που ήταν ευρύτερες και πιο έντονες από εκείνες που χρησιμοποιούνταν στις τυπικές φυλακές. Οι διάφοροι στρεσογόνοι παράγοντες στους οποίους υποβάλλονταν οι «κρατούμενοι» των ψυχιατρικών νοσοκομείων μπορούν να διακριθούν σε τρεις τύπους

(α) Φυσικά στρεσογόνα

Υπερπληθυσμός στα κελιά. Οι πρώην φυλακισμένοι των ειδικών ψυχιατρικών νοσοκομείων, όπως και ξένοι ειδικοί επιβεβαιώνουν το γεγονός πως οι διάδρομοι μεταξύ των κρεβατιών μετά βίας επέτρεπαν σε ένα άτομο να κινηθεί άνετα. Ακόμη και μικρές μετακινήσεις απαιτούσαν σημαντική προσπάθεια. Οι φυλακισμένοι περιορίζονταν είτε στο να κάθονται στα κρεβάτια τους, είτε ξαπλωμένοι στον αποπνικτικό αέρα των μη εξαεριζόμενων κελιών. Υπήρχε μια κατάρρευση των φραγμών που χωρίζουν τις σφαίρες του ύπνου, της ψυχαγωγίας, της εργασίας και του προσωπικού χώρου, τυπικό των ολοκληρωτικών θεσμών.

Μη θρεπτική διατροφή. Στις σοβιετικές φυλακές, η πρακτική ανεπαρκούς τροφής είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους επηρεασμού της συμπεριφοράς ενός φυλακισμένου. Η κατάσταση στις ψυχιατρικές φυλακές ήταν τέτοια που οι τρόφιμοι λάμβαναν ακόμη λιγότερη τροφή από εκείνους που ήταν σε φυλακές η στρατόπεδα, επειδή σημαντικό μέρος του περιεχομένου της γενικής «κατσαρόλας» τρώγονταν από τους «νοσοκόμους». Οι νοσοκόμοι αυτοί είχαν στρατολογηθεί για αναγκαστική εργασία στα ψυχιατρικά νοσοκομεία από το γενικό πληθυσμό κρατουμένων – εγκληματίες καταδικασμένοι σε στέρηση της ελευθερίας τους λόγω των εγκληματικών πράξεων τους. Πρώην κρατούμενοι των ειδικών ψυχιατρικών νοσοκομείων επίσης ανέφεραν πως οι νοσοκόμοι αυτοί έπαιρναν σημαντικό μέρος και των τροφίμων που τους έφερναν συγγενείς από έξω. Η διοίκηση είχε επίγνωση αυτών των δραστηριοτήτων.

Φυσικοί περιορισμοί και μονοτονία. Καθημερινοί περίπατοι που σχεδιάζονταν για διάστημα μιας ώρας γίνονταν με το παρακάτω τρόπο. Οι φυλακισμένοι οδηγούνταν από δωμάτιο σε δωμάτιο προς  ένα μικρό προαύλιο, απολύτως κενό από βλάστηση και δυνατότητες άθλησης. Το προαύλιο είχε τσιμεντένιους τοίχους, άσφαλτο στο έδαφος και ένα πυκνό πλέγμα αγκαθωτού συρματοπλέγματος από πάνω (γνωρίσματα του απομονωμένου ολοκληρωτικού θεσμού). Η χρονική περίοδος για το περίπατο συνήθως περιορίζονταν στο μισό. Καθώς οι κρατούμενοι είχαν κηρυχθεί ψυχικά ασθενείς, δεν δικαιούνταν πολιτικά δικαιώματα. Δεν τους επιτρέπονταν να βλέπουν την ώρα της μέρας με το να έχουν ρολόι. Σε τέτοια ιδρύματα, ο ρόλος του προσωπικού τείνει να είναι εκείνος της επιτήρησης, παρά εκείνος της καθοδήγησης.

Προσωπική υγιεινή. Το πιο επώδυνο προσωπικό μαρτύριο, σύμφωνα με τους όρων κρατούμενους, ήταν η απουσία τουαλέτα στα κελιά. Η χρήση τουαλετών επιτρέπονταν μόνο σε περιόδους της ημέρας καθορισμένες από τη διοίκηση και μόνο τρία λεπτά ήταν προγραμματισμένα για κάθε άτομο. Σημειώνουμε πως αυτοί οι κανόνες εφαρμόζονταν όχι μόνο στους αντιφρονούντες αλλά και σε σοβαρά ψυχικά ασθενείς, όλοι εκ των οποίων λάμβαναν υψηλές δόσεις νευροληπτικών που προκαλούσαν δυσκοιλιότητα.

Φυσική τιμωρία. Οι φυλακισμένοι ζούσαν υπό τη μόνιμη απειλή του ότι θα ξυλοκοπηθούν ατιμώρητα από τους εγκληματίες-νοσοκόμους. Συχνά οι ξυλοδαρμοί ήταν τόσο βίαιοι που κατέληγαν σε ακρωτηριασμούς ή θάνατο. Αυτό έχει καταγραφεί και συγκεκριμένοι άνθρωποι έχουν κατονομαστεί.

(β) Ψυχοκοινωνικά στρεσογόνα

Στιγματισμός. Τα υποκείμενα μας αποκάλυψαν πως η διάγνωση τους με τρέλα και η επακόλουθη εντατική υποχρεωτική θεραπεία ήταν έντονα στρεσογόνες. Μετά την απελευθέρωση δεν υπήρχε πραγματική προοπτική για κανονική ζωή. Οι απελευθερωμένοι άνθρωποι καταχωρούνται για πάντα ως «ψυχικά ασθενείς».

Αοριστία. Ένα πολύ δύσκολο κομμάτι του εγκλεισμού στα ειδικά ψυχιατρικά νοσοκομεία ήταν οι απροσδιόριστος όροι της φυλάκισης. Οι εξετάσεις από επιτροπή γίνονταν συχνά, μια φορά κάθε έξι μήνες. Η απόφαση σχετικά με την απελευθέρωση ή ακόμη και τη μεταφορά του κρατούμενου σε λιγότερο σκληρές συνθήκες λαμβάνονταν από την KGB και που συμβολικά επικύρωναν οι γιατροί και το δικαστήριο.

Φόβος και Ντροπή. Όπως μας είπε ένας πρώην ψυχιατρικής κρατούμενος στο Ντνιπροπετρόφσκ σχετικά με άλλους πολιτικούς κρατουμένους που δεν ήταν φυλακισμένοι σε ψυχιατρικά νοσοκομεία, «Ζηλευα ακόμη την οικογένεια του Stus και την οικογένεια του Sverstyuk· μπορούσαν να είναι περήφανοι, ακόμη και αν ήταν με τα δάκρυα τους, μπορούσαν να είναι περήφανοι. Η οικογένεια μου όμως δεν ήταν η οικογένεια ενός πολιτικού κρατούμενου, ήταν η οικογένεια ενός τρελού…».

Ψυχιατρική καταστολή. Οι απαιτήσεις να αρνηθούν οι φυλακισμένοι τις πολιτικές τους πεποιθήσεις ενισχύονταν από την έντονα εντατικοποιημένη θεραπεία σοκ, νευροληπτικών και σουλφοζίνης. Αυτή η κακοποιητική «θεραπεία» ανάγκασε πολλούς τρόφιμους-αντιφρονούντες στο να στο να επαναλαμβάνουν την «κομματική γραμμή». Οι λέξεις τους καταγράφονταν επίσημα ως «υποχώρηση των παραληρηματικών ιδεών».

Απομόνωση μέσα στην απομόνωση. Παρά το γεγονός πως σε κάθε ειδικό ψυχιατρικό νοσοκομείο υπήρχε ένας αριθμός αντιφρονούντων κάθε δεδομένη στιγμή, δεν κρατούνταν ποτέ στο ίδιο κελί. Ο καθένας τους «θεραπεύονταν» σε κελιά που υπήρχαν παράφρονες ασθενείς. Οι αντιφρονούντες απαγορεύονταν να επικοινωνούν μεταξύ τους· η μοίρα τους ήταν να αλληλοεπιδρούν με άτομα με νοητική στέρηση (ολιγοφρενείς), διεγερμένους κατατονικούς και σχιζοφρένειας ασθενείς. Με δεδομένη την κοινωνική φύση των ανθρωπίνων όντων, τέτοιες αλληλεπιδράσεις είναι πιθανό να ασκήσουν μια ύπουλη αλλά διάχυτη επιρροή προς την κατεύθυνση της ψυχοπαθολογίας. Η φράση «άνθρωποι καθρέφτης» έχει χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει το γεγονός πως η ταυτότητα των ανθρώπων είναι μια αντανάκλαση αυτού που βλέπουν να επιστρέφει σε αυτούς από την σχετική τους κοινωνική ομάδα. Η ομάδα αυτή και η κοσμοθεωρία (Weltanschauung) του προσφέρει το κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο για ασφάλεια. Όταν η γύρω ομάδα είναι δυσλειτουργική και το γνωσιακό της σύστημα διαταραγμένο, είναι δύσκολο να παραμείνεις ψυχολογικά ακέραιος. Το προσωπικό του νοσοκομείου επιτίθονταν ακόμη περισσότερο στην σταθερότητα του αντιφρονούντα με το να εμποδίζει «τον κύριο σχηματικό ομάδας».

Η έλλειψη ποικίλων δραστηριοτήτων. Οι φυλακισμένοι στα ειδικά νοσοκομεία απαγορεύονταν να έχουν χαρτί η μολύβι στο κελί· τα βιβλία και οι εφημερίδες ήταν αυστηρά περιορισμένα. Έτσι ήταν αδύνατο να στραφούν σε οποιοδήποτε περισπασμό, ακόμη και προσωρινό, ή να θωρακίσουν τον εαυτό τους από το αβάσταχτο περιβάλλον. Αυτά που έχουν ονομαστεί «δραστηριότητες απόσπασης» – συναρπαστικές ασχολίες που μπορούν να επιτρέψουν την ψυχολογική απόδραση – είναι δύσκολο να βρεθούν σε ολοκληρωτικά ιδρύματα. Ήταν απόλυτα απούσες από τα ειδικά νοσοκομεία. Σε περιπτώσεις που οι κρατούμενοι άρχιζαν να μελετούν ξένες γλώσσες, οι γιατροί αμέσως βεβαίωναν « επιδεινούμενη κατάσταση» και αύξαναν τη δόση των νευροληπτικών. Ένας από τους πρώην φυλακισμένους, γιατρός στο επάγγελμα, μας είπε πως η γιατρός που τον φρόντιζε υπέστη σοβαρές συνέπειες όταν έγινε γνωστό πως του είχε δώσει ένα ιατρικό βιβλίο πάνω στο πεδίο εξειδίκευσης του. Προσπαθούσε με το τρόπο αυτό να βοηθήσει το συνάδελφο της να διατηρήσει τον «εαυτό» του.

(γ) Φαρμακολογικά στρεσογόνα

Σουλφαζίνη. Πρώην φυλακισμένοι κατονόμασαν τις επιδράσεις των ενέσεων σουλφαζίνης ως το χειρότερο ιατρικό στρεσογόνο. Η θεραπεία σουλφαζίνης εισάχθηκε το 1924 από τον Δανό ψυχίατρο Schroeder-Knud, για την αντιμετώπιση της προοδευτικής παράλυσης. Παρά την απουσία οποιασδήποτε αξιόπιστης βιολογικής ή ηλεκτροφυσιολογικής έρευνας για την επιβεβαίωση της θεραπευτικής ικανότητας της σουλφαζίνης, η αγωγή αυτή χρησιμοποιείται ακόμη στην πρώην ΕΣΣΔ. Η σκανδαλώδης χρήση παρατεταμένης θεραπείας με σουλφαζίνη ως μέθοδο τιμωρίας – με τον συνοδό έντονο μυϊκό πόνο, την εξάντληση, την αδυναμία και τον πυρετό – επιβεβαιώνεται από όλους τους πρώην τρόφιμους των ψυχιατρικών φυλακών.

Ατροπίνη. Ορισμένοι αντιφρονούντες όπως και διεθνείς ειδικοί που επισκέφτηκαν ψυχιατρικές φυλακές στην ΕΣΣΔ ανέφεραν τη χρήση θεραπείας ατροπίνης που μπορεί να προκαλέσει τοξική ψύχωση. Η ειδική ιατρική βιβλιογραφία στην ΕΣΣΔ επιβεβαιώνει αυτή τη πρακτική, περιγράφοντας παράλληλα το κίνδυνο αυτής της πρωτόγονης θεραπείας.

Ινσουλίνη. Ένας σημαντικός αριθμός αντιφρονούντων ανέφεραν πως υποβλήθηκαν στην έντονη επίδραση της θεραπείας κώματος ινσουλίνης. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη εγκεφαλική βλάβη.

Δυσκινησία. Η θεραπεία με τα νευροληπτικά χορηγούνταν διαρκώς. Σχεδόν όλοι οι πρώην φυλακισμένοι ανέφεραν πως τα φάρμακα για την άμβλυνση των εξωπυραμιδικών παρενεργειών τους τα έπαιρναν συχνά με τη βία από το αποκαλούμενο «κατώτερο ιατρικό προσωπικό», τους νοσοκόμους-εγκληματίες που τα χρησιμοποιούσαν ως ναρκωτικά. Οι πρώην κρατούμενοι είπαν πως η θεραπεία με τα νευροληπτικά ήταν ο σκληρότερος τρόπος επηρεασμού τους εξαιτίας και των βραχυ- και των μακροχρόνιων συνεπειών. Ένας από τους έγκλειστους για μεγάλο διάστημα, περιέγραψε την κατάσταση ενός ψυχικά υγειούς, ήρεμου ατόμου μετά τη λήψη υψηλών δόσεων του νευροληπτικού Majeptil, που η χρήση του ήταν διαδεδομένη τότε:

«Φανταστείτε ένα τεράστιο κελί που έχει τόσα πολλά κρεβάτια που δυσκολεύεσαι να περπατήσεις ανάμεσα τους. Πρακτικά δεν υπάρχει χώρος που να είναι ελεύθερος. Και σου έχουν δώσει ένα Majeptil και, κατά συνέπεια, αισθάνεσαι την ακατανίκητη ανάγκη να κινηθείς, να τρέξεις γύρω στο κελί, να μιλήσεις, και δίπλα σου, στην ακριβώς ίδια κατάσταση, βρίσκονται δεκάδες δολοφόνοι και άλλοι εγκληματίες και δεν υπάρχει χώρος για να κινηθείς. Οποιαδήποτε από τις κινήσεις σου, ανεξέλεγκτη από τη λογική, οδηγεί σε σύγκρουση με τους διπλανούς εξίσου διεγερμένους από τη κίνηση… και έτσι είναι οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια».

Όλοι οι αντιφρονούντες φοβόνταν πως η θεραπεία με τα φάρμακα θα οδηγούσε στην παράνοια. Η συνειδητοποίηση μιας αλλαγής στη ψυχή τους ως αποτέλεσμα των φαρμάκων ήταν μια ανησυχία κοινή σε όλους τους φυλακισμένους. Κατά κανόνα, οι γιατροί έκρυβαν την αναστρεψιμότητα των ψυχικών αλλαγών. Αντίθετα, χρησιμοποιούσαν το φόβο των φυλακισμένων για να υπονομεύσουν τις πολιτικές και θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Αν οι φυλακισμένοι δήλωναν την ιδεολογία των αρχών ή αποκήρυσσαν τις προηγούμενες απόψεις και έργο, η αγωγή μειώνονταν. Εκείνοι που δεν το έκαναν θεωρούνταν πολύ τρελοί για να αντιληφθούν τα λάθη της σκέψης τους. Αυτοί φυσικά, χρειάζονταν πολύ πιο εντατική «θεραπεία».

Αντιδράσεις των Φυλακισμένων

Όπως με τη ψυχολογική πορεία των κρατούμενων των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης που περιεγράφηκε από τον Frankl, μπορούμε να ακολουθήσουμε τις αντιδράσεις των κρατούμενων των σοβιετικών ψυχιατρικών νοσοκομείων μέσα από τρεις βασικές φάσεις: (α) το σοκ της φάσης εισαγωγής· (β) η φάση προσαρμογής· και (γ) η φάση της απελευθέρωσης.

(α) Το σοκ της φάσης εισαγωγής

Οι περιγραφές όλων των υποκειμένων των συναισθημάτων τους κατά την αρχική τους εισαγωγή στα ψυχιατρικά νοσοκομεία είναι σχετικά παρόμοια. Η πιο ζωηρή περιγραφή μιας πρώτης νύχτας εκεί μας δόθηκε από ένα κρατούμενο γιατρό. Ορίζει όσα είδε και αισθάνθηκε εκείνη τη στιγμή, μέχρι το ξυλοδαρμό του από το νοσοκόμο, ως μια οξεία αντίδραση στο φόβο. Τέσσερις άνθρωποι μας είπαν πως στη διάρκεια των πρώτων ωρών και ημερών στο ειδικό νοσοκομείο, είτε τη στιγμή της σύλληψης, στο ανακριτικό κρατητήριο ή τη στιγμή της μεταφοράς.

(β) Η φάση προσαρμογής

Οι κρατούμενοι των ψυχιατρικών νοσοκομείων, αντίθετα με τους κρατούμενους των στρατοπέδων εργασίας ή των κανονικών φυλακών, δεν είχαν ορισμένες ποινές. Η δίχως χρονικό όριο ύπαρξη στα νοσοκομεία-φυλακή οδήγησε σε αισθήματα ματαιότητας σχετικά με το μέλλον. Πως, λοιπόν, τα υποκείμενα προσαρμόστηκαν στον εγκλεισμό δίχως σημάδι για το πότε ίσως να έρχονταν η ελευθερία; Ποιοι παράγοντες τους βοήθησαν να διατηρήσουν τον «εαυτό» τους υπό συνθήκες απόλυτου ελέγχου και ολικής καταπίεσης;

Η πίστη στο Θεό.  Αν και στην αρχή μόνο μερικοί κρατούμενοι θεωρούσαν τους εαυτούς τους πως είχαν βαθιές θρησκευτικές πεποιθήσεις, μέχρι το τέλος της φυλάκισης στο νοσοκομείο, σχεδόν όλοι κατέληξαν να πιστεύουν στο Θεό. Είναι ακτανοητό πως «ισχυρές θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις βοήθησαν στο να προστατέψουν τον πραγματικό πιστό απέναντι στις επιθέσεις ενός ολοκληρωτικού θεσμού». Όταν καμιά δύναμη στη γη δεν μπορεί να φέρει την ανακούφιση, τότε η επίκληση μιας υπερφυσικής δύναμης μπορεί να είναι απελευθερωτική.

Η πίστη κάποιου στις πολιτικές πεποιθήσεις του και η εμπιστοσύνη στον πνευματικό μηχανισμό του. Ο τρόπος που οι φυλακισμένοι στα νοσοκομεία περιέγραφαν την περίοδο προσαρμογής τους δείχνει πως η εμφάνιση μιας απαθούς κατάθλιψης τους προστάτευσε από την τυπική αντίδραση στις περιβαλλοντικές πηγές εκνευρισμού. Υπό μια έννοια σώθηκαν από το να χάσουν το μυαλό τους με το να μην χρησιμοποιούν το μυαλό τους. Αυτό πιθανώς είναι η ίδια αμυντική απάθεια που περιέγραψε μεταξύ των φυλακισμένων στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όλοι όσοι εξετάστηκαν αναφέρουν πως οι φυλακισμένοι εγκληματίες που τους περιτριγύριζαν, τόσο οι σοβαρά ψυχικοί ασθενείς και οι απολύτως λογικοί, περιοδικά ξεσπούσαν σε επιθετική διέγερση μεταξύ περιόδων αδιαφορίας και απάθειας. Κατά την άποψη μας , αυτό δεν είναι στοιχείο μιας διάγνωσης πραγματικής ψύχωσης ή διέγερσης. Προφανώς, και η απάθεια και η επιθετικότητα είναι πολύ κοντά, αναπόδραστες συνθήκες που ενισχύει η μία την άλλη σε τέτοιες καταστάσεις. Επιπλέον, υποθέτουμε πως αυτό η σαν «εκκρεμές» συνθήκη είναι μια εκδήλωση άμυνας απέναντι στην αποσύνθεση. Μελετητές της ψυχολογίας των κρατουμένων των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης επιβεβαιώνουν αυτές τις απόψεις.

Η πεποίθηση πως ο έξω κόσμος, ιδιαίτερα οι ψυχίατροι σε άλλες χώρες «ξέρουν για το μαρτύριο μου και μάχονται για εμένα». Στη πραγματικότητα ξέρουμε πως υπήρξε ελάχιστη εξωτερική στήριξη.

Τέλος μπορούμε να προσθέσουμε ένα παράγοντα που δεν αναφέρθηκε από κανέναν από όσους εξετάστηκαν· και δεν θέλαμε να ρωτήσουμε. Πιστεύουμε πως οι μεγάλες δόσεις νευροληπτικά που άμβλυνση το νου των αντιφρονούντων στην πραγματικότητα τους έσωσαν ταυτόχρονα. Τα φάρμακα μείωσαν το πόνο της απομάκρυνσης από τους κοντινούς τους ανθρώπους, το πόνο του να αισθάνεσαι αβοήθητος, και ακόμη το πραγματικό φυσικό πόνο των ξυλοδαρμών. Ενώ έσωζαν τιμωρούσαν, ενώ τιμωρούσαν έσωζαν.

Εν κατακλείδι, τα υποκείμενα μας βρήκαν τρόπους να προσαρμοστούν σε μια κατάσταση που η μοναδικότητα τους υπονομεύονταν από αλλαγές στη προσωπική εμφάνιση, την προσωπική υγιεινή, τα ρούχα και το φυσικό περιβάλλον – όλα τους προσθετικές δομές που ενίσχυαν την σταθερότητα. Ακόμη και υπό συνθήκες σοβαρού φυσικού, ψυχοκοινωνικού και φαρμακολογικού στρες, ισχυρές εσωτερικές ηθικές και πολιτισμικές αξίες διατηρήθηκαν στους αντιφρονούντες.

Ο Cohen είχε μια παρόμοια παρατήρηση για τους φυλακισμένους των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης:

«πράγματι υπήρχαν φυλακισμένοι που δεν είχαν χαθεί σε απόλυτο εγωισμό,, που είχαν ακόμη χώρο για αλτρουιστικά συναισθήματα και συναισθηματικές εμπειρίες και που είχαν συμπόνια για τους συγκρατούμενους. Προφανώς, οι συνθήκες της διαβίωσης στο στρατόπεδο συγκέντρωσης δεν ασκούσε το ίδιο είδος επιρροής πάνω τους σε σχέση με άλλους φυλακισμένους».

Ο Frankl παρόμοια έγραψε για τους συγκρατούμενους στα Άουσβιτς:

«ποτέ δεν θεώρησαν τη ζωή του στρατοπέδου απλό επεισόδιο, για αυτούς ήταν μάλλον ένα μαρτύριο που έγινε η κορύφωση των ζώων τους. Σε κάθε περίπτωση, ποτέ δεν μπορείς να πεις σχετικά με αυτούς τους ανθρώπους πως βίωσαν οπισθοδρόμηση· αντίθετα, με ηθική έννοια βίωσαν πρόοδο, πέρασαν μια εξέλιξη υπό ηθική και θρησκευτική έννοια. Πράγματι σε πάρα πολλούς φυλακισμένους, είναι εξαιτίας της ίδιας της φυλάκισης που εκδηλώθηκε αυτή η υποσυνείδητη, που είναι καταπιεσμένη, στάση προς το Θεό».

Η φάση της απελευθέρωσης

Η απελευθέρωση από τον ψυχιατρικό εγκλεισμό πραγματοποιούνταν, κατά κανόνα, σε στάδια. Οι τοίχοι των ειδικών ψυχιατρικών νοσοκομείων άλλαζαν με τους ηπιότερους, πιο ανοιχτούς, τοίχους των κανονικών ψυχιατρικών ιδρυμάτων. Μόνο μετά από κάποιους μήνες άρχιζε η φυσική ελευθερία. Οι αντιφρονούντες επέστρεφαν από τα ψυχιατρικά νοσοκομεία σε μια ζωή που δεν γνώριζαν και σε μια κοινωνία που σε πολλές περιπτώσεις δεν είχε κάποια θέση για αυτούς. Παρόμοια, δεν επεστρεψαβν όλοι τους στο τόπο προέλευσης και πολλοί που το έκαναν δεν μπορούσαν να μείνουν. Κάποιοι εγκατέλειψαν τη χώρα για πάντα· κάποιοι, εγκλωβισμένοι σε μια καφκικού τύπου αέναης «διεργασίας», μεταξύ ελευθερίας και συνεχών επανασυλλήψεων για «αντισοβιετική δραστηριότητα». Συχνά στέλνονταν σε φυλακές ή στρατόπεδα, και ήταν αντικείμενο ξυλοδαρμών από «άγνωστους» δράστες στους δρόμους.

Σύμφωνα με τις μνήμες των υποκειμένων, μετά την απελευθέρωση πολλοί ανέπτυξαν συμπτώματα που δεν είχαν βιώσει ποτέ πριν. Μπορούμε να αποδώσουμε τα συμπτώματα αυτά σε μια μετατραυματική διαταραχή του άγχους. Τα συμπτώματα περιλάμβαναν μια αίσθηση κόπωσης, μειωμένης συγκέντρωσης, διεγερ, κατατονικές εκδηλώσεις και ευερεθιστότητα. Τα συμπτώματα τους ήταν παρόμοια με εκείνα που βρέθηκαν ανάμεσα στους επιζώντες των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης.

Μετά την απελευθέρωση, οι αντιφρονούντες βίωσαν διαρκή προβλήματα: τόσο κρυμμένα όσο και φανερά· πολιτισμική και φυσική απομόνωση· ανέχεια – έλλειψη της δικής τους κατοικίας· την χρήση συγγενών από τις αρχές για την άσκηση πίεσης· στιγματισμό με ψυχιατρικές «ταμπέλες», ανάμεσα τους και νομικούς περιορισμούς· απουσία στην πρώην ΕΣΣΔ κάθε είδους κέντρων αποκατάστασης για θύματα βασανισμού.

Ερευνητές περιγράφοντας την ανθρώπων που απελευθερώθηκαν από τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης τονίζουν την ευρεία κατάθλιψη που συνεχίζουν να υποφέρουν. Για εκείνους που υπήρξαν τα θύματα του αχαλίνωτου ρατσισμού, ακόμη και το γεγονός της απελευθέρωσης είχε μικρή επίδραση στην κατάθλιψη τους. Αντίθετα, στις συνεντεύξεις με τους πρώην κρατουμένους των ειδικών ψυχιατρικών νοσοκομείων, δεν βρήκαμε κανένα εμφανές σημάδι κατάθλιψης. Αποδίδουμε αυτή τη διαφορά σε διάφορους λόγους.

Αρχικά, ο εγκλεισμός στο ναζιστικό στρατόπεδο και σε ένα σοβιετικό ειδικό ψυχιατρικό νοσοκομεία είναι μη συγκρίσιμα, τόσο σε χαρακτήρα όσο και σε ένταση στρεσογόνων. Δεύτερο, αν τα «θύματα αχαλίνωτου ρατσισμού» ήταν, κατά κανόνα, παθητικά θύματα, τα θύματα των ειδικών νοσοκομείων ήταν ενεργητικά θύματα. Κατέληξαν στον εγκλεισμό ως αποτέλεσμα αυτού που έκαναν παρά αυτού που ήταν, ακόμη και αν καμιά από εκείνες τις πράξεις ή τις λέξεις θα μπορούσαν να θεωρηθούν παράνομες στις περισσότερες άλλες χώρες. Επιπλέον, τα προβλήματα (που περιεγράφηκαν παραπάνω) συνεχίστηκαν και μετά την απελευθέρωση εκείνων που ήταν στα ειδικά νοσοκομεία. Χρειάζονταν, έτσι, να κινητοποιήσουν όλη τους την ψυχική δύναμη στον αγώνα για επιβίωση. Για τους φυλακισμένους των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης ήταν διαφορετικά: καταστροφή, η απώλεια αγαπημένων, η απουσία νοήματος στην ύπαρξη, και πολλά άλλα από τα οποία υπέφεραν, η απειλή όμως του άμεσου συνεχιζόμενου κίνδυνου δεν συνεχίζονταν. Θα πρέπει να σημειωθεί πως εκείνοι οι κρατούμενοι των ψυχιατρικών νοσοκομείων μετανάστευσαν σύντομα μετά την απελευθέρωση τους, τρία από τα υποκείμενα μας, εμφάνισαν χειρότερη ψυχική κατάσταση σε σχέση με εκείνα που δεν μετανάστευσαν Βίωσαν μια προσωρινή κατάσταση αποπροσωπικοποίησης, οξεία αισθήματα μελαγχολίας, χρόνια νευρωτικά συμπτώματα και αλκοολισμό. Παρόμοια συμπτώματα αποπροσωπικοποίησης παρατηρήθηκαν σε φυλακισμένους που απελευθερώθηκαν από σταλινικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Εκείνοι στο δείγμα μας που απελευθερώθηκαν από τον ψυχιατρικό εγκλεισμό την περίοδο της αποκαλούμενης «περεστρόικα» ήταν σε κάπως καλύτερη κατάσταση. Έξι από τα υποκείμενα μας επέστρεψαν στα προηγούμενα επαγγελματικά τους επίπεδα και προχώρησαν στη συγγραφή άρθρων και βιβλίων. Κατά κανόνα, δεν απειλούνται πλέον με διώξεις από τις αρχές, αλλά υπήρχαν εξαιρέσεις σ´ αυτό. Δύο πέρασαν από βραχύχρονη εισαγωγή σε  ψυχιατρικά νοσοκομεία, δίχως εντατική ιατρική «αγωγή». Οι άλλοι, λόγω της έλλειψης κοινωνικών κέντρων αποκατάστασης, έπρεπε να βασιστούν στις οικογένειες τους. Είναι σημαντικό πως οι πρώην ψυχιατρικού φυλακισμένοι που επέστρεψαν στις οικογένειες τους ή που δημιούργησαν οικογένειες σύντομα μετά την απελευθέρωση τους εμφανίζουν μόνο ελάχιστα συμπτώματα χρόνιας νεύρωσης.

Συζήτηση

Για πολλά χρόνια η Διεθνής Ένωση για τη Πολιτική Χρήση της Ψυχιατρικής, πλέον Πρωτοβουλία της Γενεύης για την Ψυχιατρική (GIP), ήταν ο μόνος διεθνής οργανισμός αφιερωμένος στην ανακάλυψη και παροχή βοήθειας σε φυλακισμένους ψυχιατρικής κακοποίησης. Επίσης συνέλεξε  πληροφορίες για την άδικη φυλάκισης σε ψυχιατρικά ιδρύματα ή τοποθέτηση στο ψυχιατρικό μητρώο. Δυστυχώς, η GIP δεν διαθέτει σοβιετικά δικαστικά αρχεία για τις πολιτικές και θρησκευτικές παραβάσεις, καθώς αυτά δεν δημοσιοποιούνταν. Επιπλέον, αρχεία από το Σερβικό Ινστιτούτο στη Μόσχα αποκάλυψε πως από εκείνους που κατηγορήθηκαν για «αντισοβιετικές δραστηριότητες», το ποσοστό των «ψυχικά ασθενών» ήταν πολλές φορές ψηλότερο από εκείνο που βρέθηκε μεταξύ ποινικών παραβατών.

Η GIP μπόρεσε να καταγράψει ξεκάθαρα παραδείγματα κακοποίησης σε 13 από τα 15 ειδικά ψυχιατρικά νοσοκομεία στην επικράτεια της πρώην ΕΣΣΔ. Η μέση ηλικία των αντιφρονούντων που στάλθηκαν για «αγωγή» ήταν 35 ετών· η μέση διάρκεια παραμονής ήταν δύο χρόνια· αν και αρκετοί άνθρωποι κρατήθηκαν αδικαιολόγητα μέχρι είκοσι χρόνια. Η πλειοψηφία των φυλακισμένων-αντιφρονούντων στα Σοβιετικά ψυχιατρικά νοσοκομεία είχε ολοκληρώσει ή ήταν στη διαδικασία της ολοκλήρωσης της ανώτερης εκπαίδευσης τους· σχεδόν το 15% ήταν παντρεμένοι τη στιγμή της σύλληψης και της εισαγωγής.

Οι ερευνητές προσπαθούν να μη κρίνουν. Από την οπτική αυτή, τα ονόματα των εκτελεστών όπως και τα ονόματα των θυμάτων είναι δευτερεύουσας σημασίας. Ιδιαίτερες περιστάσεις, ωστόσο, δημιουργούν γενικά ερωτήματα σχετικά με το σύστημα. Πως μπορούμε να εξηγήσουμε το γεγονός πως ο ψυχίατρος Snezhnevsky, που υπερασπίστηκε με ακεραιότητα τα δικαιώματα των ασθενών του στα στρατόπεδα της πρώτης γραμμής στη διάρκεια της μαζικής καταστροφής του 2ου ΠΠ, χρησιμοποίησε επίσης τον ακαδημαϊκό του τίτλο και τα επιστημονικά του επιτεύγματα για να νομιμοποιήσει τον ψυχιατρικό εγκλεισμό των αντιφρονούντων; Στη περίπτωση αυτή, τμήμα της απάντησης βρίσκεται στην άποψη πως το Κόμμα και τα συμφέροντα του ήταν πάνω από όλα, και πως η επαγγελματική ανέλιξη εξαρτώνταν από τη κομματική πίστη.

Η πλήρης απάντηση όμως δεν θα βρεθεί στα προσωπικά γνωρίσματα των ατόμων. Είναι μάλλον το ήθος και η κοσμοθεωρία της εποχής στην οποία ζούσαν και που πρέπει να δούμε. Η κοσμοθεωρία 0 κυριολεκτικά, ο τρόπος του να βλέπεις το κόσμο, μαζί με τα τυφλά σημεία – δεν είναι ταυτόσημη με την ιδεολογία. Η κοσμοθεωρία είναι μια διάχυτη και γενικά μη μελετημένη οπτική από τους ανθρώπους που την έχουν, ενώ η ιδεολογία είναι ένα σαφές, ολοκληρωμένο σύστημα αξιών. Ένα πρόβλημα προκύπτει όταν η πανταχού παρούσα πολιτική πίεση, η αφοσίωση στις Κομμουνιστικές αρχές και η πίστη στο Κομμουνιστικό Κόμμα – όλα επιβεβλημένα με τη τρομοκρατία – σβήνουν την διάκριση μεταξύ κοσμοθεωρίας και ιδεολογίας.

Κάποιος μπορεί να αμφισβητήσει πως αυτή η ασαφής φιλοσοφική ανάλυση σχετίζεται με το θέμα μας. Η απάντηση βρίσκεται στην δυνητικά πολιτισμική φύση της διάγνωσης της παράνοιας. Η διάγνωση, με τις διάφορες εκδοχές της, ήταν η βασική ταμπέλα με την οποία στιγματίστηκαν οι περισσότεροι αντιφρονούντες. Οι παρανοϊκές ψευδαισθήσεις ορίζονται ως παρανοήσεις που είναι ασύμβατες με τις πεποιθήσεις μιας δεδομένης κουλτούρας. Μη λαμβάνοντας υπόψιν τις κυρίαρχες νόρμες και παραδοσιακές απόψεις της εναλλακτική ή ελάχιστα μελετημένης κουλτούρας του ασθενή, ο ψυχίατρος που κάνει λάθος διάγνωση παράνοιας μπορεί εν αγνοία του να διαπράττει εθνοκεντρικό σφάλμα.

Ποια ήταν η βάση της πρακτικής της διάγνωσης τρέλας στους αντιφρονούντες της πρώην ΕΣΣΔ; Η διαφορική διάγνωση της απόκλισης – μεταξύ κοινωνικής μη συμμόρφωσης, «εκκεντρικότητας» και ψυχικής υγείας – μπορεί αν μην βρίσκεται στον γνωσιακό μηχανισμό του ατόμου, αλλά στις στάσεις της κοινωνίας απέναντι στις αξίες του συγκεκριμένου ατόμου. Για αυτό, αν οι ιδεολογικές αξίες που υποστηρίζονται από το Κράτος πιστεύεται πως ταυτίζονται με την οντολογική πραγματικότητα, τότε η ενοχή των γιατρών που «θεράπευσαν» αντιφρονούντες σε μια τέτοια περίπτωση είναι ελάχιστη. Το αμάρτημα τους θα ήταν άγνοια. Δυστυχώς, δεν ήταν άγνοια. Ο Snezhnevsky και άλλοι είχαν επίγνωση των αντίθετων στοιχείων.

Μια ένδειξη πως η κοινωνία δεν είχε ψευδαισθήσεις είτε σχετικά με τους ηγέτες της είτε με την Κρατική ιδεολογία βρίσκεται στη λαϊκή παράδοση, στην ανεπίσημη διακίνηση χιλιάδων έξυπνων ανεκδότων. Τα υπόγεια αυτά ρεύματα κυκλοφορούσαν στην κοινωνία για δεκαετίες, παρά το κίνδυνο της «εσκεμμένης διακίνησης ψεμάτων που δυσφημίζουν το Σοβιετικό κράτος και κοινωνική δομή». Τα ανέκδοτα αυτά αντικατόπτριζαν τη λαϊκή σοφία, το αντίδοτο σε μια επίσημη υποκρισία που χρησιμοποιούσε την ψυχιατρική για αντίποινα ενάντια σε όσους έλεγαν ανέκδοτα. Για να εορταστεί η επέτειος των εκατοστών γενεθλίων του Lenin, υπήρξε μια έντονη επίσημη καμπάνια για τον εκθειασμό των μεγαλύτερων επιτευγμάτων αφιερωμένα στον αιώνα του Lenin. Ο λαός απάντησε με ευφυολογήματα που κορόιδευαν αυτή την ιστορία των «λενινιστικών θεμάτων». Για παράδειγμα, «με απαίτηση των εργατών» (μια κοινή σοβιετική έκφραση), τρία βραβεία  απονεμήθηκαν για τα τρία καλύτερα ανέκδοτα για τον Lenin: πρώτο βραβείο – συνάντηση με τον εορτάζοντα (το νεκρό Lenin)· δεύτερο βραβείο – η απόλαυση της θέας της πόλης που πέρασε τη νεότητα του ο Lenin, του Καζάν, από το παράθυρο του διαβόητου ειδικού ψυχιατρικού του νοσοκομείου· και τρίτο βραβείο – ένα ταξίδι στο τόπο εξορίας και καταναγκαστικών έργων του Lenin το 1897, τη Σιβηρία. Θάνατος, τρέλα ή φυλάκιση – κάντε την επιλογή σας.

Με δεδομένο το μεγάλο αριθμό ζωντανών επιζώντων στην πρώην Σοβιετική Ένωση που έχουν περάσει από ψυχιατρικό τραύμα, είναι έκπληξη που ακόμα και τώρα η χώρα στερείται ανεξάρτητων κέντρων αποκατάστασης για θύματα βασανιστηρίων παρόμοια με εκείνα στο Ισλαμαμπάντ, την Κοπεγχάγη, το Μπουένος Άιρες κοκ.. Είναι κατανοητό γιατί άνθρωποι που έχουν περάσει από ψυχιατρική καταστολή στην πρώην ΕΣΣΔ δεν στρέφονται ποτέ εθελοντικά στη ψυχοθεραπεία, ή σε γιατρούς που εργάζονται στις επίσημες δομές της ιατρικής περίθαλψης. Αντίθετα προσπαθούν να λύσουν τα ψυχολογικά τους προβλήματα μόνοι τους.  Αυτή η αποφυγή της ψυχοθεραπείας περιλαμβάνει ακόμη και εκείνη που προσφέρεται από ανεξάρτητες ψυχιατρικές ενώσεις. Πρώην «ασθενείς» στρέφονται σε τέτοιες ενώσεις μόνο για λόγους απόκτησης νομικής βοήθειας και ποτέ για θεραπευτική βοήθεια. Η τραγωδία αυτής της κατάστασης είναι πως αν η ιστορία τους μπορεί να ειπωθεί στο σωστό ακροατή, μπορεί να γίνει πιο ανάλαφρη. Η πίεση στα επιζώντα θύματα  να πουν τις τρομερές τους ιστορίες έχει επαναληφθεί ξανά και ξανά. Οι πρόσφυγες της Καμπότζης και τα θύματα του σταλινικού ολοκληρωτισμού έχουν χρησιμοποιήσει παρόμοια μέσα για συμβιβαστούν με ένα τραυματικό παρελθόν.

Memorial

Ένας οργανισμός στην πρώην Σοβιετική Ένωση είναι αφοσιωμένος στην αναζήτηση και αποκατάσταση των θυμάτων ή των οικογενειών των θυμάτων του σταλινισμού, αν και δεν εστιάζει ειδικά στις ψυχιατρικές διώξεις. Ωστόσο η Memorial προσφέρει θεραπευτική βοήθεια. Διαθέτει ανοιχτή υποδοχή για έξι μέρες την εβδομάδα. Τα θύματα που εμφανίζονται εκεί καθημερινά έρχονται για ποικιλία λόγων, ανάμεσα τους η ανάγκη για λήψη νομικών συμβουλών και βοήθεια για την αλλαγή των βιωτικών τους συνθηκών.

Η επίσκεψη μας στην υποδοχή της Memorial μας πρόσφερε ένα οδυνηρό παράδειγμα του τι χρειάζονται οι άνθρωποι από οργανώσεις όπως η Memorial, μαζί με τους τρόπους που η Memorial ικανοποιεί αυτή την ανάγκη. Αν και οι επισκέπτες γνωρίζουν την κατάσταση μας ως παρατηρητές, διηγήθηκαν παρόλα αυτά τις ιστορίες τους στον καθένα μας. Πράγματι, η πίεση μέσα στα θύματα αυτά να πουν την ιστορία τους ήταν τόσο μεγάλη που ξαλάφρωσαν τους εαυτούς τους με ζωηρές λεπτομέρειες σε έναν ξένο παρατηρητή παρόλο που τους είχαν εκ των προτέρων πως δεν καταλάβαινε ρωσικά. Προφανώς, ήταν πρόθυμοι να συμβιβαστούν με κοινωνικο-χειρονομιακή συμπόνοια. Αυτό στο οποίο υπήρξαμε μάρτυρες ήταν η κληρονομιά δεκαετιών σιωπής. Στη διάρκεια αυτών των δεκαετιών οι άνθρωποι υπέστησαν τραυματικά γεγονότα που ήταν σε απόλυτη διαφωνία τόσο με την αποδεκτή ηθική όσο και την επίσιμη αναγνώριση. Ήταν σιωπηλοί εξαιτίας του φόβου και αυτός ο ίδιος ο φόβος τους κράτησε από το να αποκαλύψουν δημόσια αυτά που ήξεραν – μερικές φορές για δεκαετίες.

Τα καταστροφικά γεγονότα που βίωσαν αυτοί οι άνθρωποι κατέληξαν σε μια διαταραχή μετατραυματικού στρες. Τα θύματα αναγκάστηκαν να προσπαθήσουν να θεραπεύσουν τους εαυτούς τους με τον διαρκή στοχασμό και την αυθόρμητη εξιστόρηση σχεδόν σε οποιονδήποτε που μπορούσε να ακούσει. Η αφήγηση της ιστορίας της καταπίεσης κάποιου σε ένα κοινό – είτε υπαρκτό, είτε προβολή, είτε φανταστικό – εξυπηρετεί μια σειρά από δράσεις. Με το να θυμάται την επώδυνη ζωή του, ο Isak Dinesen κατέληξε πως όλες οι λύπες μπορούν να γίνουν ανεκτές αν μπορούν να ειπωθούν ως ιστορία. Ο Leonid Plyusch μίλησε σχετικά με το ότι έπρεπε να θυμάται όλα όσα είδε στο ειδικό ψυχιατρικό νοσοκομείο έτσι ώστε αργότερα να το περιγράψει. Μια γυναίκα που πέρασε την πρώιμη ενήλικη ζωή της  σε έντεκα φυλακές και εφτά στρατόπεδα στις αρχές της δεκαετίας του 1950 μου κρατήθηκε από την πίστη πως, «Ο Θεός μάλλον μου ανέθεσε το έργο να θυμάμαι τα πάντα και αργότερα να τα διηγούμαι στους άλλους». Αυτός ο τύπος προφορικής ιστορίας δεν είναι μόνο μια αυθόρμητη και ξεκάθαρα θεραπευτική προσπάθεια προς την αποκατάσταση, αλλά επίσης αποτελεί ένα σημαντικό πόρο για την γνώση του πως ήταν πράγματι τα πράγματα, και, ειδικά στα ολοκληρωτικά καθεστώτα, προσφέρει μια αναγκαία διόρθωση της επίσημης αφήγησης. Όταν μια ατομική ιστορία λέγεται και καταγράφεται από ένα δεκτικό κοινό του είδους που προσφέρει η Memorial, γίνεται το κτήμα και το πρόβλημα του συνόλου και δημιουργεί ένα κλίμα για διορθωτική δράση.

Ένα από τα μισάνθρωπα χαρακτηριστικά του σταλινισμού ήταν η επίσημη αμνησία για την δική του καταπιεστική συμπεριφορά. Είναι ειρωνικό πως αυτή η έλλειψη αυτοδιορθωτικής επίγνωσης τον καταδίκασε σε καταστροφή. Όπως δείχνει καθημερινά η Memorial, το να θυμάσαι δεν είναι απλά για το παρελθόν· το παρελθόν είναι ο πρόλογος.

Ας ολοκληρώσουμε επιστρέφοντας στα θύματα των ψυχιατρικών διώξεων. Ένα από τα πιο φωναχτά παραδείγματα καταπάτησης των κοινά αποδεκτών ιατρικών και νομικών προτύπων ήταν το σύστημα των σοβιετικών ειδικών ψυχιατρικών νοσοκομείων, που στη χειρότερη ήταν εγκληματικό, και στην καλύτερη είχε χάσει την επαφή με την επιστημονική πραγματικότητα. Οι αντιφρονούντες κρατούμενοι του δεν ήταν ούτε εγκληματίες ούτε τρελοί αλλά αντιμετωπίζονταν σα να ήταν και τα δύο. Πολλά ψυχικά υγιή άτομα μπήκαν στα ειδικά ψυχιατρικά νοσοκομεία μόνο για να βγουν από αυτά ως ασθενείς – με εφιάλτες, συμπτώματα κατάθλιψης και δυσκολία στην επικοινωνία. Ήταν η ζωντανή απόδειξη του πως το σοβιετικό σύστημα είχε θριαμβεύσει στην παραμόρφωση της επιστήμης της ψυχιατρικής. Οι πιο άτυχοι, εκείνοι που δεν είχαν ισχυρό κοινωνικό δίκτυο, ήταν και ακόμα είναι, παρατημένοι να λύσουν τα προβλήματα τους μόνοι τους. Το διαρκές τους μαρτύριο περιγράφεται απλά και εύγλωττα στην Δίκη του Franz Kafka: «Το να έχεις καν μια τέτοια δίκη σημαίνει πως την έχεις χάσει ήδη». Η επίγνωση μας για την κατάσταση αυτή είναι μια καλή αρχή. Όπως ήξερα καλά οι σταλινικοί που προσπάθησαν να πνίξουν την Memorial, είναι το πρώτο βήμα προς την διορθωτική δράση.

από: https://geniusloci2017.wordpress.com