Κείμενο που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε συντομότερη εκδοχή στο περιοδικό New Stateman και στη παρούσα μορφή στην ανθολογία Last Days at Hot Slit: The Radical Feminism of Andrea Dworkin (Semiotext(e), 2019). Η Andrea Dworkin (1946-2005) ήταν ριζοσπάστρια φεμινίστρια και πολιτική ακτιβίστρια.


Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας

 Δημοσιεύθηκε την 12 Φεβρουαρίου, 2023







Προειδοποίηση Περιεχομένου: Βιασμός, Βία, Αυτοκτονία

(1)

Ήμουν στο Παρίσι. Είχα μεγαλώσει, πενήντα δύο, και ήμουν κουρασμένη. Είχα δώσει τις μάχες της εποχής μου: Πολέμησα στο Πόλεμο του Βιετνάμ, την πολιτική πλευρά του, ενάντια στη κυβέρνηση, και είχα κερδίσει. Ο Πόλεμος όμως αφορούσε τα πάντα – φυλή, πόλεμο, πυρηνικό πόλεμο, σεξ, φύλο, μια λέξη που δεν χρησιμοποιούνταν παρόλο που οι μάχες αφορούσα περισσότερο το φύλο επειδή ήμουν ένα κορίτσι που μιλούσε. Δεν βρέθηκα κοντά στην οικογένεια μου για τρεις δεκαετίες εκτός από δωμάτια νοσοκομείου, εκεί που πέθανε η μητέρα μου, εκεί που τώρα αργοσβήνει ο πατέρας μου.

Αγαπούσα το πατέρα μου σε όλη μου τη ζωή. Είναι ο καλύτερος άνθρωπος που γνώρισα ποτέ. Θα πεθάνει σύντομα. Ο πατέρας του, ο Morris, έφτασε να ζήσει ως τα 105. Στα τελευταία είκοσι χρόνια του δεν είδα καθόλου το παππού μου· τον αγαπούσα αλλά δεν τον είδα ποτέ, που μας φέρνει σε αυτό που είπε η μητέρα μου, όταν πέθανε η γυναίκα του, η Γιαγιά Rose: κλαις όταν πεθαίνουν αλλά όταν είναι ζωντανοί δεν θες να είσαι κοντά τους. Ήμουν εννιά και δεν ξέχασα ποτέ τη κατηγόρια της, ούτε και τις άλλες που έκανε εναντίον μου για μια ζωή. Όταν με κούρασε αυτό σταμάτησα να αγαπώ τη μητέρα μου, ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της ζωής μου. Το να σταματήσεις να αγαπάς τη μητέρα σου δημιουργεί ένα παγωμένο μέρος στη καρδιά σου και γράφεις από εκεί. Εύχομαι να ήμουν εντελώς παγωμένη.

Σκληρό, αλλά η αλήθεια είναι σκληρή. Δεν ήθελα να είμαι κοντά στην οικογένεια μου· ήταν όλοι χειρότεροι από ξένοι για μένα. Σιχαινόμουν τα σπίτια και τους κανόνες τους. Σιχαινόμουν την έλλειψη ευγένειας τους. Σιχαινόμουν  τις οικογενειακές συγκεντρώσεις. Σιχαινόμουν το συλλογικό τρόπο σκέψης όλων τους. Έκανε μεγάλες βόλτες σε μέρη που ήταν νέα για εμένα, κατανάλωνα ποιητική μελαγχολία, στολισμένη με Salinger, έκανα παρέες με έφηβα κακά αγόρια, ήμουν σκληρή αλλά δεν το ήξερε κανένας. Τα κορίτσια δεν μπορούσαν να είναι σκληρά αλλά εγώ ήμουν. Το κράτησα κρυφό.

Είμαι φανατική εχθρός του θανάτου. Η οριστικότητα του είναι σκληρή και άδικη. Μια φίλη λέει πως ο θάνατος είναι μια μορφή βίας και πρέπει να πάψει και μπορούμε να τη σταματήσουμε και θα τη σταματήσουμε. Ακόμη και εγώ δεν το πιστεύω αυτό, και παραμένω παιδί της δεκαετίας του εξήντα στη καρδιά μου. Μπορώ να πιστέψω σχεδόν τα πάντα, που είναι ο τρόπος με τον οποίο κατέληξαν και ο Ronald Reagan και ο Bill Clinton να γίνουν πρόεδροι. Δεν εννοώ εμένα, δεν ψήφισα το Reagan. Ψήφισα τον Clinton την πρώτη φορά. Πραγματικά με κέρδισαν με όλα αυτά τα αντιπολεμικά. Την δεύτερη φορά όμως, όχι. Είχε πετάξει γυναίκες από την πρόνοια και πως θα ζούσαν πλέον; Το μόνο για το οποίο μιλούσαν ήταν έγκυες έφηβες και πως έσπερναν τους σπόρους της καταστροφής. Χρησιμοποιούσαν όλοι αυτοί οι άντρες αντισυλληπτικές μεθόδους κάθε φορά που γαμούσαν; Αν δεν το έκαναν έπρεπε να βγάλουν το σκασμό επειδή θα μπορούσε να μείνουν έγκυοι αν ήταν γυναίκες. Το παιχνίδι λέγεται πήδημα και ψέματα. Πήδημα και ψέματα.

Μου αρέσει το Παρίσι επειδή μπορώ να σκέφτομαι τον Ροβεσπιέρο και τον Νταντόν. Να πιώ ένα καφέ εκεί που ήταν ο Rimbaud, είναι εκπληκτικό. Λένε πως τον βίασαν ομαδικά και αυτό τον έκανε άγριο και έκλυτο και στο τέλος εντελώς άδειο. Το πιστεύω. Είναι ο ομαδικός βιασμός που ουρλιάζει στα ποιήματα, η δύναμη πίσω από κάθε λέξη, η γροθιά που ρίχνει στο πρόσωπο. Μπορώ να πάω σε ένα σινεμά που το λένε Νταντόν ή να πάω εκεί που έζησε ο Rodin και ο Delacroix. Μπορώ να δω πίνακες του Picasso αλλά σιχαίνομαι τον Picasso. Δεν θα αντέξει. Ήταν απαίσιος και οι πίνακες του άσχημοι. Δεν μπορεί να είσαι περήφανος που δεν έκανες τίποτα στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, απλά να ζωγραφίζεις και να προσέχεις το κώλο σου. Τί είδους καλλιτέχνης δεν είχε προβλήματα με τους Ναζί; Μπορεί να κοιτούσαν τις γυναίκες του και να πίστευαν πως ήταν Εβραίες.

Πίστευα πως η τέχνη θα με έσωζε, ο Van Gogh, ο Camus. Νόμιζα πως θα μπορούσα να αντέξω τα πάντα αν έπαιζε μουσική. Ήμουν αφελής. Κάθε καλύτερη μέρα υποτίθεται πως θα έρχονταν. Κατέβαινα το δρόμο και πίστευα πως κάθε άντρας ήταν κάποιος που μπορούσα να αγαπήσω με σεξ, τον καθένα, το τέλειο εμείς, το πραγματικό εμείς. Κοιτούσα το βρώμικο και έλεγα και τι έγινε, τον σακατεμένο, ή το σκληρό. Είναι υπροψία. Οι χριστιανοί λένε πως η υπεροψία είναι αμαρτία και το ίδιο πιστεύω και εγώ. Γιατί νομίζω πως είναι δουλειά μου να αγαπώ αυτούς τους χωρίς αγάπη άντρες; Γιατί νομίζω πως μπορώ να υποφέρω και αυτό θα με κάνει καλύτερη. Νομίζω μπορώ να αγαπήσω εκεί που δεν υπάρχει αγάπη. Νομίζω δεν μπορώ να ηττηθώ αν απλά δεχτώ αρκετό πόνο. Μπορώ να το αντέξω. Αυτή είναι η πίστη των ανθρώπων μου, των Εβραίων και των γυναικών. Οι γυναίκες έχουν αυτού του είδους την υπεροψία, να λένε πως μπορώ να αντέξω κάθε πόνο και να αγαπώ ακόμη, δεν έχω σημασία, σα να είναι ανιδιοτελές αντί για υπεροψία. Είναι το χειρότερο είδος υπεροψίας, αυτό που κάνουν τα κορίτσια και οι γυναίκες, αυτό που έκανα και εγώ. Δεν τους σταμάτησα από το να με βλάψουν. Ήθελα να κάνω καλό και να είμαι καλή και να μη φοβάμαι. Δεν ήταν παρά μόνο όταν βρήκα τον απόλυτο τρόμο κάθε φορά που με έπαιρνε κάποιος από εμένα. Έχω αρρωστήσει από το πόνο, ένα είδος θλίψης, για κάθε φορά που πέθανα δίχως να πεθάνω. Έχω λυγίσει κάτω από τις ευθύνες της επιβίωσης. Πρέπει να ξέρω τα πάντα για το τρόμο. Πρέπει να δω κάθε εκμετάλλευση και να ψάχνω το χάρτη της με τα δικά μου δάχτυλα. Όπως είπα κάποτε σε μια φίλη, γιατί να μην είμαι αυθεντία στο Shakespeare όπως εσύ; Γιατί να είμαι αυθεντία στην ταπείνωση και τη βρωμιά;

Έχω πραγματικά κακές φερομόνες. Είναι αλήθεια αυτό, έχω μια φίλη που το έχει δει περισσότερες από μια φορά: τεράστιες κατσαρίδες στα πεζοδρόμια της Νέας Υόρκης τρέχουν προς το μέρος μου, αλλάζω κατεύθυνση και το κάνουν και αυτές και συνεχίζουν να τρέχουν καταπάνω μου. Οι κακοί άντρες και τα κακά ζωύφια, ή ήμουν τέρας στη προηγούμενη ζωή μου και το πλήρωνα τώρα. Δεν θέλω άλλες ζωές ή οποιαδήποτε μετά θάνατο ζωή.

Πίστευα πως τη στιγμή που πεθαίνεις ο Θεός θα απαντούσε όλες σου τις ερωτήσεις, για όλα εκείνα τα οποία είχες αναρωτηθεί, από το πως το σύμπαν φτιάχτηκε ως το αν υπάρχει ζωή σε άλλους πλανήτες ως το τι έγινε με εκείνο τον εραστή που είχα αγαπήσει πραγματικά και δεν είδα ποτέ ξανά. Μπορούσα να δω σε εκείνο το πρώτο χρονικό κλάσμα της μη ύπαρξης πως θα υψωνόμουν μακριά από το πλανήτη και ο Θεός θα με κρατούσε από τους ώμους και το άγγιγμα του θα ήταν όλες οι απαντήσεις και μετά τίποτα, εκατομμύρια χρόνια τίποτα.

Νομίζω πως ο Θεός είναι πραγματικά αδίστακτος καλλιτέχνης και η γη είναι πρώιμο σχέδιο. Το σχέδιο ήταν άσχημο, παραφορτωμένο με αχρείαστη σκληρότητα. Η αγάπη δε δουλεύει. Η υπεροψία είναι αμαρτία. Τίποτα από όσα κάνουμε δεν είναι σωστό. Κάθε άνθρωπος είναι σαν μια βαθιά λίμνη κάτω από την οποία κρύβεται γλίτσα, λάσπη και βούρκος. Πας κοντά στον άνθρωπο και η λίμνη είναι τόσο όμορφη, τόσο ήρεμη και μετά μπαίνεις μέσα και το νερό σε τραβά στο βούρκο. Πεθαίνεις εκεί, στο ναδίρ αυτού του ανθρώπου.

(2)

Μισώ κάθε μέρα. Βλέπω τον ήλιο να πλησιάζει και είμαι έτοιμη να τελειώσω. Τέλος της ιστορίας. Αφήστε με ήσυχη. Μοχθώ να βάλω το ένα πόδι μπροστά από το άλλο. Το σώμα μου είναι κατάρα για μένα. Πως μπόρεσε να με προδώσει με τέτοιο τρόπο;

Είναι πολύ καθαρό στο μυαλό μου. Είμαι στο κρεβάτι. Παίρνω ένα μεγάλο κουζινομάχαιρο και το μπήγω στη καρδιά μου, διαπερνάω τα πλευρά μου. Δεν είμαι σίγουρη πως μπορώ να το κάνω. Ίσως δεν είμαι αρκετά δυνατή, σωματικά, στο πάνω μέρος του κορμιού. Θα υπήρχε τόσο αίμα. Θα έκλεινα τις γάτες έξω, αλλά θα μύριζαν το αίμα, και η φυγή μου θα τις πλήγωνε. Θα σιγουρευόμουν πως ο Paul θα έλειπε για αρκετή ώρα ώστε να αιμορραγήσω μέχρι θανάτου. Υπάρχουν εξυπνότερα πράγματα να κάνεις αλλά το τώρα το μήνυμα θα ήταν απλό. Θα ζούσα αληθινή ως το τέλος. Θα έπρεπε να κόψω τις φλέβες ή τη καρωτίδα αλλά δε θα ήταν αρκετά μεγάλο. Χρειάζομαι ένα απόλυτο τέλος, να αδειάσει όλο το αίμα.

Το να ζήσω θα ήταν ακόμη πιο λάθος. Θα ντρεπόμουν συνέχεια. Είναι πιθανό να μη μιλούσα ξανά σε κανένα. Δεν μπορώ να μιλήσω τώρα. Δεν μπορώ να βγάλω τις λέξεις. Πως μπορείς να πεις βιάστηκα δίχως να το πεις στον άνθρωπο που μιλάς, κάνοντάς τους υπεύθυνους επειδή ξέρουν, και αν θέλουν να βοηθήσουν δεν μπορούν. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορούν να κάνουν. Καμιά βαθιά εξομολόγηση δε θα βοηθήσει. Την επόμενη στιγμή είσαι μόνη, ξανά μόνη, και δεν υπάρχει τίποτα παρά η θλίψη.

Γνώρισα εκείνη τη γυναίκα. Είπε, ήμουν στο Παρίσι. Ήμουν πενήντα δύο. Διάβαζα ένα βιβλίο σε ένα κήπο ζεν σε ένα ξενοδοχείο. Γαλλικός Λογοτεχνικός Φασισμός. Έπινα ένα κιρ ρουαγιάλ. Ήπια δύο. Το δεύτερο δεν είχε σωστή γεύση. Αισθάνθηκα άρρωστη ή ζαλισμένη ή κάτι. Μπορώ να θυμηθώ να στέκομαι μπροστά από ένα ασανσέρ και να σκέφτομαι, σε παρακαλώ Θεέ μου, άσε με να φτάσω στο δωμάτιο μου, άσε με να φτάσω. Παράγγειλα δείπνο από την υπηρεσία δωματίου. Μετά ήταν ένα αγόρι στο δωμάτιο μου. Είχε ένα κλειδί. Προσπάθησα να σταθώ. Το έκανα αλλά μόλις και ακούμπησα στον πίσω τοίχο. Δεν κλείδωσα τη πόρτα. Μετά υπέγραψα το λογαριασμό. Μόλις που μπορούσα να κρατήσω ισορροπία. Μετά γύρισα στο κρεβάτι. Δεν κλείδωσα τη πόρτα. Συνήρθα τέσσερις με πέντε ώρες αργότερα. Δεν ήξερα που ήμουν. Πονούσα μέσα μου. Πονούσα δυνατά. Πήγα στη τουαλέτα και είδα αίμα στο χέρι μου, φρέσκο, ζωηρό κόκκινο, όχι αίμα περιόδου, όχι πηγμένο αίμα. Δεν αιμορραγώ πλέον. Κοίταξα από που έρχονταν το αίμα. Το χέρι μου γέμισε ξανά βρήκα μεγάλες βαθιές γρατζουνιές στο δεξί μου πόδι. Δεν μπορούσα να σταματήσω την αιμορραγία και προσπάθησα να το κρατήσω καθαρό. Μερικές ώρες αργότερα έκανα ντους. Είχα μια μεγάλη παράξενη  μελανιά στο αριστερό μου στήθος. Ακριβώς δίπλα στη θηλή, όχι κανονική μελανιά, περισσότερο σα ρούφηγμα, τεράστια, μπλε και μαύρη με κατάλευκο δέρμα στο κέντρο, σαν κάποιος να το είχε ρουφήξει και μασήσει. Είπε πως δεν αισθάνονταν καλά την επόμενη μέρα ή την μεθεπόμενη. Είπε πως κάποιος τη νάρκωσε και τη βίασε. Πίστευε πως τη βίασε ο μπάρμαν. Δεν ήξερε αν το αγόρι ήταν εκεί ή όχι, αλλά πίστευε πως μάλλον ναι. Δεν μπορούσε να θυμηθεί αλλά πίστευε πως την είχαν την είχαν τραβήξει στην άκρη του κρεβατιού ώστε ο κόλπος της να είναι στη κάτω άκρη του κρεβατιού. Πίστευε πως οι βαθιές, ματωμένες γρατζουνιές, στο δεξί πόδι, και η μεγάλη μελανιά, στο αριστερό στήθος, ήταν ο όγκος του άνδρα πάνω της. Φορούσε φόρμα που απλά βγήκε. Φορούσε ένα φανελάκι. Συνήθως ήταν ντυμένη αλλά αισθάνονταν πολύ άρρωστη για να το κάνει πριν έρθει το αγόρι με το φαγητό. Είπε πως δεν είχε κανονική επαφή στη ζωή της. Είπε πως έπαθε εσωτερική μόλυνση μετά. Είπε πως ήταν τρομερό να μη ξέρει. Είπε πως κυριολεκτικά δεν ήξερε τι έκανε ο άνδρας και το αγόρι. Είπε πως ήταν σα να την εγχειρίζουν. Υπέθετε πως το σώμα της ήταν εντελώς χαλαρό, κανένα σφίξιμο μυ, καμιά φυσική αντίσταση ή ακόμη και ένταση. Είπε οι ώρες είχαν φύγει, χαθεί. Είπε πως το μυαλό της γυρνούσε εκεί για εβδομάδες και οι εβδομάδες έγιναν μήνες και μήνες. Είπε πως δεν μπορούσε να το βρει επειδή δεν ήταν εκεί, στον εγκέφαλό της. Είπε πως είχε χάσει κάθε ελπίδα. Είπε πως δεν μπορούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Είπε πως είχε αποφασίσει από παλιά πως κανείς δε θα τη βίαζε ξανά και πως είτε εκείνη είτε εκείνος θα πέθαινε. Είπε πως ήθελαν να γαμήσουν μια νεκρή γυναίκα. Είπε πως ήταν σα να είναι σε κώμα. Είπε πως ήταν καλύτερα να βιάζεσαι και να έχεις τις αισθήσεις σου γιατί τότε ήξερες, ακόμη και αν δε σε πίστευε κανείς, εσύ ήξερες. Είπε πως μισούσε κάθε μέρα και να βλέπει τον ήλιο να ανατέλλει και πως δεν μπορούσε να βάλει το ένα πόδι μπροστά από το άλλο και ήθελε να μπήξει ένα κουζινομάχαιρο στη καρδιά της πίσω από τα πλευρά της. Είπε πως την είχε κατασπαράξει η θλίψη και η οδύνη. Είπε πως τώρα μπορούσε να αντισταθεί με το να μη πεθάνει αλλά αυτό μπορεί να ήταν πολύ δύσκολο. Είπε πως το σώμα της ήταν μια κατάρα και την είχε προδώσει. Είπε πως δε μπορούσε να καταλάβει γιατί ήθελαν να της το κάνουν αυτό – γιατί ήθελαν το κάνουν αυτό σε εκείνη. Είπε πως πάντα είχε όρεξη για ζωή αλλά πλέον τη μισούσε. Δεν υπάρχει καμιά μέρα που δεν μισούσε, είπε. Δεν υπάρχει ένα λεπτό ή μια ώρα που δεν μισεί, είπε.

Πως μπορείς να ξεστομίσεις αυτές τις λέξεις; Δεν μπορώ να τις πω και δεν μπορώ να πω τίποτα άλλο. Δεν ξέρω γιατί ο κόσμος δεν σταμάτησε εκείνη τη στιγμή. Δεν ξέρω πως μπορεί να σηκώνεται ακόμη ο ήλιος και η γη να γυρίζει ακόμη.  Νομίζω  πως όλοι έπρεπε να σταματήσουν τα πάντα επειδή ήμουν πενήντα δύο και αυτό συνέβη σε εμένα. Νομίζω πως κάθε άνθρωπος θα έπρεπε να πενθεί. Νομίζω πως κανείς δεν θα έπρεπε να δουλεύει ή να ξοδεύει χρήματα ή να αγαπήσει οποιονδήποτε ποτέ ξανά.  Λέω πως οι κακές μου φερομόνες έφεραν τον βιαστή μου σε μένα. Κατηγορώ εμένα όπως όπως και να έχει, όσο αφηρημένη ή δυσνόητη χρειαστεί να είμαι. Λέω, δεν το έκανα. Δεν φορούσα κοντή φούστα, δεν ήπια πολύ αν και ήταν αλκοόλ και πίνω σπάνια, δεν ήπια με άντρα, καθόμουν μόνη και διάβαζα ένα βιβλίο, δεν πήγα κάπου που δεν θα έπρεπε, δεν φλερτάρισα, δεν το έκανα. Ήταν ακόμη μέρα. Μου πήραν το σώμα μου και το χρησιμοποίησαν. Τελείωσαν μέσα μου. Οι μύες μου ήταν εντελώς χαλαροί, δεν υπήρχε αντίσταση. Μόλις ναρκωθείς δεν μπορείς να σταματήσεις το χειρουργό. Δεν θυμάσαι την εγχείρηση. Μετά όμως το σώμα είναι κομμένο. Μετά από αυτό υπήρχε αίμα και γρατζουνιές που ήταν περισσότερο σαν βαθιά κοψίματα και μια τεράστια μελανιά στο αριστερό μου στήθος κοντά στη θηλή με άσπρο δέρμα στη μέση σα να το είχαν ρουφήξει και μασήσει. Μετά είχα εβδομήντα δύο ώρες να κάνω εξετάσεις αίματος και ούρων για να προσδιοριστεί η παρουσία του ναρκωτικού αλλά δεν το ήξερα και εβδομήντα δύο ώρες δεν ήταν αρκετός χρόνος. Δεν μπορούσαν αν είμαι σίγουρη, δεν μπορούσα να τοποθετήσω το μπάρμαν στο δωμάτιο αλλά ξέρω πως το έκανε αλλά πως το ξέρω αυτό; Τώρα υπάρχουν ουλές εκεί που ήταν οι γρατζουνιές. Είχα αποφασίσει όμως: όχι άλλος βιασμός, όποιο και αν ήταν το κόστος όχι άλλος βιασμός. Ήμουν μεγάλη και κουρασμένη και έβγαζα τον εαυτό μου από τη δεξαμενή του βιασμού. Η ανηθικότητα μου ήταν προφανής: διάλεξε μια άλλη. Δεν μπορεί να μου συμβεί αυτό.

(3)

Όταν ήμουν νέα και ήμουν αισιόδοξη μπροστά σε όλα. Αγόρια μου πέταξαν ένα χριστουγεννιάτικό δέντρο και το κεφάλι μου μάτωσε. Μου άρεσε να κάνω μεγάλες, μοναχικές βόλτες, έτσι μου έκαναν κακό. Αλλά ακόμη πήγαινα όπου ήθελα και έκανα ότι ήθελα. Δεν μπορώ να καταλάβω πως εκείνη, εκείνο το λαμπερό κορίτσι, έγινε εγώ, βαρετή και κουρασμένη και αηδιασμένη από τη ζωή.

Ήθελα να πάω στο Μισισιπή για τα πολιτικά δικαιώματα. Ήθελα να κάνω την έκτρωση νόμιμη, το φυλετικό διαχωρισμό παράνομο, και να σταματήσω το Πόλεμο. Αυτά ήταν τα όνειρα μου, και ένα βιβλίο, πως θα έγραφα ένα βιβλίο. Τρεμόπαιξε στο μυαλό μου. Ήθελα να κάνω τη ζωή καλύτερη. Η μητέρα μου είπε κάποτε πως ήμουν τυχερή που υπήρξε η δεκαετία του 1960 επειδή, είπε, οι άλλοι απλά ακολουθούν αρχηγούς αλλά εσύ θα ήσουν έτσι ακόμη και αν ήσουν μόνη. Δεν έλεγα τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα στο δημόσιο σχολείο. Δεν συμμορφώθηκα με τη τρομοκρατία της ατομικής βόμβας. Δεν μπορούσες να με πείσεις για κάτι αν δεν πίστευα σε αυτό.

Είχε φίλες που αγαπούσα. Η Madeleine και γω κάναμε έρωτα και ζωγραφίζαμε με παστέλ. Ήταν τόσο όμορφη και τόσο έξυπνη. Αγαπούσα τη Rebecca και τη Jackie. Ποτέ δεν ήξερα πολύ κόσμο επειδή ο καθένας ήταν ένας άλλος κόσμος, ένα ολόκληρο όραμα από κάτι, το κέντρο ενός σύμπαντος. Ήθελα να αγγίξω τα πάντα και να κάνω τα πάντα. Αυτή ήταν η αισιοδοξία μου. Είναι στο σώμα. Είναι μια μορφή ενέργειας που απαιτεί σύνδεση. Είναι μια σχέση αγνής πίστης πως αυτή η μέρα και η επόμενη θα είναι θαύματα. Είναι μια άρνηση να φοβάσαι τη ζωή. Τα κορίτσια υποτίθεται δεν πρέπει να την έχουν – θάρρος ή κουράγιο ή περιπέτεια ή περιέργεια ή άμεση επαφή. Το κορίτσι αγγίζει τη ζωή, την περνά, δεν μπορείς να το αποκόψεις από αυτή, επιμένει σε όλα όσα είναι πέρα από αυτή, κάνει το κόσμο μεγαλύτερο για την ίδια, μπορεί να είναι ακόμη και απληστία, δεν είμαι σίγουρη.

Ποτέ δε θα μπορούσα να έχω αρκετά από ότι ήθελα. Θεωρούσα πως η μετριοπάθεια είναι μια μορφή ηλιθιότητας. Δεν το πιστεύω τώρα πια αλλά έχω τη συνήθεια του πολύ από οτιδήποτε και δεν μπορώ να την αλλάξω.. θέλω να σπαταλήσω όλα τα λεφτά, να διαβάσω όλα τα βιβλία και να μείνω σε όλα τα ξενοδοχεία και να πάω παντού και να φάω τα πάντα και να κλάψω πραγματικά πολύ και δεν θέλω να με αγγίξει, ούτε αγόρι ούτε κορίτσι, αρσενικό ή θηλυκό, άνδρας ή γυναίκα, φίλος ή εχθρός.

Ερωτεύομαι αλλά πλέον το αφήνω πίσω μου αυτό, ο έρωτας δεν επιζεί του θανάτου. Αγαπώ τον Paul αλλά είμαι πολύ θλιμμένη. Είναι περίστερο θλιμμένος. Τον πλήγωσα τόσο πολύ. Επιθυμώ γυναίκες. Έχω μια απόλυτη προτίμηση τώρα. Δεν αγγίζω όμως κανένα. Όλοι είναι σκληροί. Όλοι λένε ψέματα. Γαμάει και λέει ψέματα. Το άγγιγμα είναι δυσκολότερο από το να μιλάς και είμαι θαμμένη ζωντανή. Η σιωπή έχει πέσει πάνω μου, με σκεπάζει, με κρατά κάτω. Ο βιασμός είναι στο δέρμα και μέσα μου.

Δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Δεν μπορώ να είμαι το άτομο που βιάστηκε. Δεν μπορώ.

(4)

Και μετά είναι ότι ξέρω πολλά. Το κάνει πιο δύσκολο. Ξέρω πολλά για το βιασμό. Τον μελετάω. Διαβάζω για αυτόν. Τον σκέφτομαι. Ακούω θύματα βιασμού. Συναντιέμαι με εισαγγελείς και δικηγόρους και νομοθέτες. Γράφω για αυτόν. Βιάστηκα. Θυμάμαι να βιάζομαι. Δεν μπορώ να μετρήσω πόσες φορές ή να σκέφτομαι κάτω από ποιες συνθήκες. Λέω πως αμυνόμαστε. Δίνω διαλέξεις και λέω πως γυναίκες και κορίτσια βιάζονται και πως πρέπει να κάνουμε αυτό και εκείνο. Είμαι αυθεντία. Ξέρω εκατοντάδες αν όχι χιλιάδες βιασμένες γυναίκες. Ξέρω για κάθε είδους βιασμό. Ξέρω τα πάντα αλλά αυτός ο βιασμός με νάρκωση είναι κάτι νέο. Νεαρές γυναίκες, σκέφτομαι. Αυτό συμβαίνει σε νεαρές γυναίκες. Ακούς το ναρκωτικό του βιασμού σε ραντεβού. Ναι αυτά τα κορίτσια ήταν έξω και γύριζαν και κάποιος τους έριξε το ναρκωτικό του βιασμού. Λένε πως είναι χειρότερα αλλά τι μπορεί να ξέρουν; Δεν υπάρχει καλύτερο ή χειρότερο. Δεν μπορεί να υπάρχει. Έχουν δίκιο όμως. Είναι χειρότερο.

Τα ναρκωτικά σβήνουν το νου. Τα ναρκωτικά κλείνουν τον εγκέφαλο. Τα ναρκωτικά σε βάζουν σε κάτι αντίστοιχο με κώμα. Τα ναρκωτικά είναι φτηνά και εύκολο να βρεθούν. Η φλουνιτραζεπάμη (Rohypnol) ή roofies όπως τη λένε τα καθάρματα. Υποτίθεται πως χρησιμοποιείται στα νοσοκομεία. Δεν έχουν γεύση και χρώμα. Λειτουργούν. Σε ρίχνουν αναίσθητη. Δεν μπορείς να θυμηθείς όταν δεν έχεις τις αισθήσεις σου ή είσαι ξύπνια και παραληρείς και εκτός ελέγχου. Υπάρχει το GHB – το γάμμα-υδροξυβουτυρικό οξύ, λίγο αλμυρό, έτσι το χρησιμοποιούν σε γλυκά ποτά, όπως λικέρ και σαμπάνια, και η Κεταμίνη, κτηνιατρικό αναισθητικό που χρησιμοποιούν σε ελέφαντες. Δεν είναι σαν ασπιρίνη στο ποτό σου. Δεν είναι σα να μεθάς. Δεν είναι σα να φτιάχνεσαι. Είναι τόσο εύκολο για το αγόρι. Είναι τόσο απλό για το αγόρι. Είναι ασφαλής βιασμός. Η συμμορία που δεν μπορεί να χτυπήσει μπορεί να κάνει αυτού του είδους βιασμό. Μπορείς να το κάνεις εκατοντάδες φορές δίχως να υπάρχει πιθανότητα να σε πιάσουν. Σκέφτομαι πόσο εύκολο είναι να κάνεις αυτό το κακό.

Σκέφτομαι τι χαζές είναι οι γυναίκες, τι κορόιδα, αλλά εγώ δεν ξεγελάστηκα, όχι. Δεν έκανα τίποτα για να το προκαλέσω να συμβεί. Ήμουν εκεί, ναι. Ήμουν μια μόνη γυναίκα σε ξενοδοχείο, ναι έτσι αν ήμουν κάπου αλλού αυτό δεν θα είχε συμβεί ή αν ήμουν με κάποιον αυτό δε θα γινόταν. Πως μπορώ να μείνω μακριά από τα πάντα; Ίσως μπορώ να πάω στο Αφγανιστάν ή στη Σαουδική Αραβία και να μου χτίσουν ένα τοίχο γύρω μου. Ίσως να φοράω μια ζώνη αγνότητας. Δεν ξέρω τι να κάνω.

Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Πως μπορώ να κλείσω τα μάτια μου είχα αυτή τη κουβέντα με το Θεό. Γιατί, ρωτάω, το έκανες έτσι ώστε να πρέπει να κοιμόμαστε; Πως μπόρεσες να μας κάνεις να πρέπει να είμαστε τόσο ευάλωτοι, να βρούμε κάπου σκοτεινά και προστατευμένα για να κοιμηθούμε, να μην είμαστε σε θέση να προστατέψουμε τους εαυτούς μας; Δεν πιστεύω πως θα κοιμηθώ ξανά. Ο΄ταν το κάνω έχω εφιάλτες. Το χειρότερο όνειρο μου αφορά πάντα τον πρώην άντρα μου. Είναι πολύ φιλικός και προσπαθώ να είμαι φιλική επειδή δε θέλω να με πονέσει και κάθε επώδυνο λεπτό χαμογελάω και είμαι ευγενική και τόσο φοβισμένη πως θα μου επιτεθεί. Μπορεί να γίνει σε ένα κλάσμα δευτερολέπτου. Δεν αντέχω τους εφιάλτες αισθάνομαι σα να έζησα όσα ονειρευόμουν. Αισθάνομαι σα να έχω μια ζωή που συμβαίνει όταν κοιμάμαι, μια ζωή φόβου και τρόμου, και έχω μια ζωή όταν είμαι ξύπνια, και τώρα είναι και οι δυο δηλητηριασμένες εξαιτίας του. Ξυπνάω εξουθενωμένη και είμαι είτε ιδρωμένη είτε παγωμένη.

Θυμάμαι το χειρότερο πράγμα που έκανα στη ζωή μου.

(5)

Χτύπησα το σκύλο μου. Όταν ήμουν παντρεμένη χτύπησα το σκύλο μου. Ήταν όμορφη και ήταν η καρδιά και η ψυχή μου. Ήθελε το μεγάλο σκύλο. Πήρε εκείνη αλλά ήταν πολύ μικρή και ευαίσθητη για εκείνον. Μεγάλα σκυλιά, όπλα. Είναι στερεότυπο, νομίζω, αλλά αυτό ήταν που ήθελε, μεγάλα σκυλιά και όπλα. Δεν ξέρω γιατί την χτύπησα. Με έκανε να θέλω να πεθάνω. Δεν είναι όσο απλό όπως όταν με χτυπούσε εκείνος, εγώ την χτύπησα. Μερικές φορές φοβόμουν, όπως είναι οι γυναίκες με τα παιδιά, αν το παιδί κάνει αυτό, θα με χτυπήσει έτσι πρέπει να σταματήσω το παιδί με κάθε τρόπο. Παρουσιάζεται σαν έκτακτη περίσταση όταν τα πάντα μοιάζουν ανυπέρβλητα, όταν δεν έχεις που να στραφείς. Το τρομερό είναι πως το σκυλί θα συνεχίσει να σε αγαπά. Είναι τόσο τρομερό. Θα κρατήσει τη πίστη της σε σένα. Θα χαρεί όταν σε βλέπει. Δεν έχει σημασία τι έκανες. Είναι τόσο αβάσταχτο να βλέπεις τα μάτια της. Δεν μπορώ να φανταστώ τίποτα που να μη μου αξίζει, κάθε τιμωρία, αλλά το χειρότερο είναι εκείνη, δεν μπορούσα να το πάρω πίσω, δεν μπορώ να το πάρω πίσω. Την βλέπω τη νύχτα, βλέπω τα μάτια της, και τον εύθραυστο, ντελικάτο σκελετό της διπλωμένο σε ημικύκλιο με το κεφάλι της με τη μακριά μουσούδα πάνω στα μπροστινά της πόδια. Οι άνθρωποι δε ξέρουν πόσο ευαίσθητα μπορεί να είναι τα μεγάλα σκυλιά. Την αγαπούσα τόσο πολύ. Ήμουν σκληρή στην απόγνωση μου αλλά δεν έχει σημασία γιατί, πραγματικά δεν έχει. Μην αισθάνεσαι απελπισμένος κοντά σε ζώα ή παιδιά, κανείς δεν έχει το δικαίωμα. Μη τα βλάψεις. Μηδενική ανοχή. Μηδενική ανοχή για μένα. Δεν θα είναι αρκετά κακό ότι και αν μου συμβεί. Πως μπορεί να είναι κανείς τόσο ανόητος και τόσο κακός;

Δεν το αντέχω. Δεν μπορώ. Δεν το αντέχω. Νόμιζα πως μπορούσα να απομακρυνθώ από οτιδήποτε. Νόμιζα πως είχα μια πραγματικά ψυχρή καρδιά. Ήθελα μια. Χρειάζεται κρύα καρδιά για να επιβιώσεις. Η επιβίωση είναι η παγίδα. Όλοι θέλουν να ζήσουν.

Αν θες να σκοτώσεις τον εαυτό σου, όμως, πρέπει να χτυπήσεις εν θερμώ. Κάθε καθυστέρηση οδηγεί πίσω στη ζωή. Σε τραβά πίσω η νοσταλγία. Το να θες να δεις τις γάτες για μια φορά μόνο ακόμη σε τραβά πίσω. Θες να ακούσεις τη φωνή του Paul για μια τελευταία φορά στο τηλέφωνο. Κάθε ίχνος ενδιαφέροντος σε οτιδήποτε σε τραβά πίσω. Πρέπει να βρίσκεσαι σε ένα είδος πόνου που σε εμποδίζει από το να αισθανθείς οτιδήποτε άλλο. Αν θες να αφήσεις ένα σημείωμα σε τραβά πίσω. Αυτό είναι ένα σημείωμα. Το πρόβλημα είναι πως μόλις σταματήσω να γράφω ο νέος βιασμός είναι όλα όσα έχω, όσα ξέρω. Δεν μπορώ να είμαι σε ένα δωμάτιο μόνη μου, δεν μπορώ να διαβάσω ένα βιβλίο ή πρακτικά οτιδήποτε, όπως να δω τηλεόραση ή να πάω στο σινεμά, δίχως τη παρουσία του νέου βιασμού μέσα μου, να γεμίζει τα πάντα, να απλώνεται, να μολύνει, να δηλητηριάζει.

Τι θα συμβεί στα κορίτσια με αυτό το νέο βιασμό, αν πρέπει να τον υπομείνουν; Πως μπορούν να συνυπάρξουν μαζί του; Πως μπορεί να τους υποσχεθεί κανείς οτιδήποτε αν πρέπει να το υπομείνουν αυτό και κάθε συνηθισμένη στιγμή της ζωής γίνει έτσι; Διάβαζα ένα βιβλίο. Το Γαλλικός Λογοτεχνικός Φασισμός.

(6)

Αγαπώ έναν άνδρα. Τον Paul. Αυτό δεν μου είναι εύκολο.είναι στη πλευρά του βιαστή. Έρχεται από εκεί. Αυτό είναι το σημείο αφετηρίας του. Έχει φύλο και το ίδιο και εγώ. Δεν θέλω να έχω αλλά έχω και το ίδιο και εκείνος.

Σκέφτομαι τον Paul. Ανησυχώ για αυτόν. Θέλω να τον βλέπω. Πιστεύω πως τα αστεία του είναι καλά. Μου αρέσουν οι ιστορίες του. Μου αρέσει να τον αγγίζω. Μου αρέσει να του μιλάω. Μερικές φορές φωτίζομαι όταν τον βλέπω. Συνήθως είναι έτσι.

Αυτή τη φορά του ζήτησα να κοιτάξει τα σημάδια πάνω μου, τις απαίσιες γρατζουνιές, τη μελανιά στο αριστερό μου στήθος. Είπε πως αυτό που ήταν εκεί δεν μπορούσε να είναι εκεί. Οι γρατζουνιές δεν έγιναν από νύχια που επιτίθονταν στο δέρμα μου ή κάτι τέτοιο. Δεν ήξερε τι ήταν αλλά δεν ήταν αυτό. Η μελανιά δεν μπορούσε να είναι αυτό που νόμιζα. Θυμάμαι να ελπίζω πως είχε δίκιο. Θυμάμαι να θέλω να πιστέψω αυτό που έκανε τον εαυτό του να πιστέψει. Ήθελε να με παρηγορήσει και προσπάθησε. Άκουσε. Κουνούσε το κεφάλι του. Σκεφτόμουν κάθε έπιπλο – με είχε γρατζουνίσει αυτό; Σκεφτόμουν κάθε πιθανό σημείο που θα μπορούσε να χτυπήσει το αριστερό μου στήθος – η μελανιά προήλθε από κάποιο τοίχο ή κάποια πόρτα ή άνθρωπό που είχα πέσει πάνω του; Όχι, αυτά ήταν σημάδια που τα προκάλεσε άνθρωπος.

Ρώτησα τον Paul αν πίστευε πως το σώμα γνώριζε ακόμη και αν το μυαλό δεν το γνώριζε. Είπε πως δεν ήξερε, που ήταν αρκετά εντάξει. Δεν είπε τίποτα κακό ή ανόητο όπως, ήσουν αναίσθητη σε όλη τη διάρκεια οπότε πόσο άσχημο μπορεί να ήταν, κάτι που δεν ήταν απλά λίγο άστοχο αλλά ακριβώς το αντίθετο από το σκοπό. Αυτή ήταν η ουσία της επίθεσης. Ήμουν ένα νεκρό σώμα. Κάποιος με είχε γαμήσει νεκρή.

Είχα υποβαθμίσει τον εσωτερικό πόνο. Μη θέλοντας να υπερβάλλω, θέλοντας να είμαι απόλυτα δίκαιη προς το μάλλον βιαστή, είχα απλά πει πως αισθάνθηκα έναν εσωτερικό πόνο, όχι πόσο άσχημος ήταν ή πόσο δυσάρεστος ή πόσο ανείπωτος. Είπα οι απαίσιες γρατζουνιές  ήταν γρατζουνιές, όχι πόσο βαθιές και μακριές και ματωμένες ήταν. Δεν ήθελα το μόνο πρόσωπο που με πίστευε να μη με πιστεύει έτσι κράτησα το τρόμο μου πίσω όσο καλύτερα μπορούσα. Έπρεπε να είμαι λογική, όχι υστερική ή τρελή. Δεν μπορούσα να ρισκάρω να κάνω κάποιο λάθος. Δεν μπορούσα να ρισκάρω πολύ συναίσθημα.

Ήμουν επίσης εντελώς μουδιασμένη. Προσπάθησα να θυμηθώ τις προτεραιότητες μου και τις ρουτίνες μου αλλά δεν με ένοιαζε. Όλα ήταν μια παράσταση για να αντέξω ένα λεπτό και μετά ένα ακόμη λεπτό και εκείνο που θα έρχονταν αμέσως μετά από αυτό. Η ζωή συνεχίζεται  Paul, και έγνεψα τη συμφωνία μου. Αλλά θα ήταν καλύτερα αν δεν το έκανε, αν όλα σταματούσαν. Όσο ήμουν μουδιασμένη θα μπορούσα να αντέξω. Μόλις ήξερα τι είχε συμβεί το μούδιασμα αντικαταστάθηκε από μια κόλαση, μια διαρκή συναισθηματική διαταραχή, μια αέναη αναπαράσταση των γεγονότων με το εσωτερικό μου μάτι να λειτουργεί ως το μικροσκόπιο που πήγαινε πίσω ξανά και ξανά δίχως σταματημό και ανακούφιση. Θέλω απλά να κοιμηθώ. (…)

(8)

(…)

Ο πρώην άντρας μου ξεπλένει χρήματα. Έχει κατηγορηθεί για πρόκληση σωματικής βλάβης, βαριά σωματική βλάβη, ληστεία, κλοπή, απάτη, κατάχρηση, απόπειρα φόνου και ανθρωποκτονία. Τον πήρα νέο και προπονήθηκε πάνω μου. Είναι μαζί με τις ρωσικές συμμορίες και είναι τόσο βάναυσος  όσο ο καθένας που παράγουν. Δεν ήταν κορίτσια ή γυναίκες για τις οποίες κατηγορήθηκε πως έβλαψε – αυτό είναι ελεύθερο, ένα μπόνους αν μπορέσεις να είσαι επαρκώς βίαιος και μοχθηρός. Κανένας δεν πρόκειται να μπει ανάμεσα του και μιας γυναίκας που χτυπά. Δεν καταδικάστηκε ποτέ για οτιδήποτε κατηγορήθηκε, είναι ελεύθερος σαν το πουλί, ένας ιπτάμενος δεινόσαυρος, ένας θηρευτής με φτερά. Δεν είμαι απερίσκεπτη, το λέω τώρα αυτό επειδή δεν θέλω να πεθάνω απλά, ακόμη και από το χέρι μου, δίχως κανένας να τα γνωρίζει αυτά. Αυτό είναι το μήνυμα μου στο μπουκάλι. Ήμουν η αρχή του. Μπορείς να δεις τα σημάδια από το τακούνι του στο πρόσωπο μου αλλά ειδικά στα στήθη μου με τις παράξενες ουλές τους. Ήταν παρθένος. Τι έκανα; Πως το κατάφερα να δημιουργήσω ένα τέρας. Κάθε φόβος που έχω είναι φόβος από αυτόν, μετουσιωμένος και μεταμορφωμένος. Όταν μου έρχονται εικόνες από το παρελθόν είμαι φυλακισμένη στη βαναυσότητα του. Γίνεται ξανά και δεν μπορώ να το σταματήσω με μια πράξη της θέλησης μου. Το βλέπω, τον βλέπω, και είμαι παράλυτη από το φόβο και δεν μπορώ να το σταματήσω. Παρεισφρύουσες (παρεισφρυτικές) σκέψεις είναι ένας ευφημισμός του να σε καταδιώκει μια σκληρή, ανεξίτηλη ανάμνηση.

Και τώρα έχω το ίσο και αντίθετο πρόβλημα: με καταδιώκει η απουσία, ούτε καν η λήθη, καμιά καταπιεσμένη μνήμη επειδή δεν υπάρχει καν μνήμη. Μου συνέβη, αλλά τι και από ποιόν και πόσους, ήταν δυο όπως θυμόμουν; Το αγόρι, ξύπνησα για δυο λεπτά, ήταν ήδη στο δωμάτιο, παρέδινε το φαγητό, σηκώθηκα από το κρεββάτι και είχε ένα ύφος τρόμου στο πρόσωπο του, ένα ύφος που δεν είχα δει ποτέ ξανά, και σκεφτόμουν πως ήταν σα να είχα σηκωθεί από τους νεκρούς, περίμενε να είμαι αναίσθητη και κάπως κατάφερα να σηκωθώ, ήμουν σχεδόν λιπ0όθυμη όταν έκλεισα τη πόρτα πίσω του και δεν μπορούσα να σηκωθώ να τη κλειδώσω αλλά είχαν κλειδιά έτσι και αλλιώς, και έτσι είχε μπει εξαρχής. Όταν μεγαλώσει το αγόρι θα λέει πως βίασε ένα κορίτσι ή πως είδε ένα βιασμό όταν ήταν παιδί; Αυτό είναι που λέει ο πρώην άντρας μου αλλά δεν είναι αλήθεια. Ήμουν η πρώτη του. Δεν μπορούσα να με φανταστώ πενήντα δύο τότε. Θυμάμαι να γίνομαι είκοσι πέντε και να σκέφτομαι πως μπορώ να το κάνω κάθε μέρα για τα επόμενα είκοσι πέντε χρόνια, χρειάζεται απλά να βάζω το ένα πόδι μπροστά από το άλλο, να προσπαθώ να μη μπλέκομαι στα πόδια του. Σκεφτόμουν μπορώ να το κάνω αυτό. Ένα χρόνο αργότερα ήμουν στους δρόμους να τρέχω, να κρύβομαι, να μετακινούμε, με κρύο ιδρώτα, μετά βρήκα τρόπο να φύγω για τα καλά και το έκανα. Ακόμα και μακριά, συνέχισα να κρύβομαι, επειδή μπορούσε να βρει οποιονδήποτε, είχε τα ειδικά ένστικτα ενός αρπακτικού.

Αισθάνομαι υπεύθυνη επειδή είναι ακόμα τέρας και υπάρχει μια σειρά βίαιων εγκλημάτων. Πιστεύω πως έπρεπε να τον σταματήσω, ήταν η ειδική μου ευθύνη. Πιστεύω πως από τη στιγμή που με έβλαψε πέρα από την ίδια μου την αντίληψη έπρεπε να τον είχα σκοτώσει. Πιστεύω πως αυτό θα ήταν έντιμο.

Εύχομαι να μπορούσε κάποιος να με βοηθήσει. Δεν υπάρχει μια μυστική αστυνομία των γυναικών που να μπορεί να τον βρει; Δεν υπάρχει ένας μυστικός κόσμος από γυναίκες εκτελέστριες ή μαχήτριες ή εκδικήτριες; Είμαι αξιολύπητη. Δεν μπορώ να το κάνω η ίδια. Είναι αξιολύπητο. Με αντιμετωπίζουν σαν τη σκληρότερη σκύλα του κόσμου αλλά δεν μπορώ να τελειώσω αυτό το συγκεκριμένο κτήνος παρά το ότι το όνομά μου είναι γραμμένο πάνω του, είναι δικός μου για να τον σκοτώσω. Μπορώ ευκολότερα να σκοτώσω εμένα παρά εκείνον, ακόμη και στα πενήντα δύο. Είναι αξιολύπητο.

Αναρωτιέμαι αν ή ομορφιά που είδα σ’ αυτόν είχε κάποια αλήθεια μέσα της. Δεν είναι πλέον εκεί αλλά τότε παλιά ήταν πραγματικά εκεί ή απλά συμπλήρωνα τα κενά, κατασκευάζοντάς τον, φαντάζοντάς τον; Ελπίζω να ήταν πράγματι εκεί. Θέλω να πιστεύω πως ότι είδα σ’ αυτόν ήταν αλήθεια.

Θα ήθελα να ήταν νεκρός επειδή ίσως τότε θα μπορούσα να σταματήσω να υποφέρω. Θα το ήθελα αυτό πριν πεθάνω. Ήμουν πολύ εγωίστρια. Οι άνθρωποι με έχουν σε μεγάλη εκτίμηση. Δεν βλέπουν ότι είμαι ένα φοβισμένο σκουπίδι.

(9)

Όλα όσα διαβάσω για αυτά τα ναρκωτικά βιασμού μιλούν για νέες γυναίκες και βιασμούς σε ραντεβού. Το ξέρω πως ήταν σημαντικό αλλά ήταν δευτερεύον, όχι το πρώτο. Σκέφτηκα, ίσως αυτό είναι διαφορετικό, αυτού το είδους ο βιασμός, και αν ήταν έτσι έπρεπε να προσπαθήσω να καταλάβω πως και γιατί. Άφησα τη σκέψη να στριφογυρίζει στο πίσω μέρος του νου. Δεν το αντιμετώπιζα κατά μέτωπο, γιατί τι είχε να κάνει με εμένα, ήμουν πολύ μεγάλη.

Μόλις το σκεφτείς πραγματικά, αυτή η λογική δεν θα μπορούσε να είναι πιο λανθασμένη. Ακόμη και τώρα οι άνθρωποι πιστεύουν πως αυτό αφορά αν πίνουν αλκοόλ όταν οποιοσδήποτε μπορεί να το ρίξει οπουδήποτε, στο καφέ ή το τσάι ή σε οτιδήποτε και δεν υπάρχει κάτι που λέει πως πρέπει να βρίσκεσαι υποχρεωτικά σε ένα μπαρ, ναρκώνουν και βιάζουν γυναίκες μόνο, νεαρές γυναίκες, σε μπαρ. Όλοι θέλουν να πιστεύουν πως είναι τιμωρία για φτηνή και ηδονιστική συμπεριφορά. Όσες φορές και αν έχω πει πως ο Θεός έφτιαξε το πονοκέφαλο – όχι το βιασμό – για να τιμωρήσει το να μεθάς, δεν το έχω αφομοιώσει η ίδια. Όλοι θέλουν να πιστεύουν πως φταίει για κάτι που έκανε η γυναίκα, κοινότοπα πράγματα, πως ντύνεται, που και πότε μιλά, δεν θα έπρεπε να είναι έξω όταν πέσει η νύχτα, δεν θα έπρεπε να είναι τολμηρή με άντρες ή να βρίσκεται εκεί που υπάρχουν άντρες, δεν θα έπρεπε, δεν θα έπρεπε στην αιωνιότητα. Είναι σαν η γυναίκα να υπογράφει ένα συμβόλαιο για να βιαστεί επειδή απλά περπατάει έξω ή ανοίγει ένα παράθυρο ή τι ρούχα φορά ή επειδή ακόμη της αρέσουν οι άντρες.

Είναι ο βιαστής, ηλίθιε. Είναι πάντα ο βιαστής. Εκείνος αποφασίζει πως, πότε, που, ποια, γιατί. Εκείνος αποφασίζει με ποια μέσα. Εκείνος επιλέγει το στόχο. Εκείνος δημιουργεί την ευκαιρία. Εκείνος βάζει το ναρκωτικό στο γαμημένο ποτό, ξύπνα. Εκείνος ξέρει και εσύ όχι. Εκείνος αποφασίζει τι θα κάνει, δεν μπορείς να τον σταματήσεις μόλις χάσεις τις αισθήσεις σου.

Τα περισσότερα θύματα βιασμού πρέπει να αντιμετωπίσουν τι συνέβη αλλά με το βιασμό ναρκωμένη δεν μπορείς να το αντιμετωπίσεις επειδή δεν το έχεις καν καταγράψει στον εγκέφαλό σου, δεν είναι πως το έχεις ξεχάσει, δεν είναι σα να μη μπορείς να το θυμηθείς, δεν ήταν ποτέ εκεί.

αυτός ο βιασμός μετατρέπει τη ζωή μου σε ψέμα, όλα για όσα νοιάζομαι, όλα για όσα πολέμησα, είναι όλα ψέμα ή ανέκδοτο. Δεν μπορώ να κάνω ξανά μια διάλεξη ή να γράψω άλλο βιβλίο. Να πω τι; Να πω να περάσεις στην αντεπίθεση; Να πω πως σε μισούν; Να πω πως ο βιασμός αφορά την εξουσία; Να πω πως για το βιαστή ο βιασμός είναι σεξ αλλά όχι για το θύμα; Να πω πως οι βιαστές είναι συνηθισμένοι άνθρωποι, δεν τους ξεχωρίζει τίποτα, δεν μπορείς να αγοράσεις ένα μικρό δαχτυλίδι αποκωδικοποιητή και να δεις τις πραγματικές προθέσεις του καθενός. Είναι αρκετά δύσκολο να κοιτάς στα πρόσωπα νεαρών γυναικών έχοντας όταν τις έχουμε απογοητεύσει τόσο πολύ όλοι μας. Έχουν χάρη και μάχονται καλά αλλά πως να τους πεις πως τριάντα χρόνια μπορεί να περάσουν, σαράντα χρόνια, και ο βιαστής αποκτά νέα όπλα και τα θύματα του βιασμού μετά βίας μπορούν να συμβαδίσουν.

Υπάρχουν δεκάδες μελέτες με άνδρες σε πανεπιστήμια που ρωτιούνται αν θα βίαζαν αν μπορούσαν να μείνουν ατιμώρητοι. Σταθερά το τριάντα τις εκατό λέει ναι. Λοιπόν, τώρα μπορούν. Είναι ο βιαστείς που ναρκώνει διαφορετικός από το βιαστή που χρησιμοποιεί σωματική βία; Αρχίζουμε να αναπολούμε τις παλιές εποχές όταν η βία ήταν υπερβολική και φανερή; Ευχόμαστε να ήμασταν στο Κόσοβο ή τη Βοσνία που ο βιασμός ήταν στρατιωτικός, μια ξεκάθαρη πράξη πολέμου που δεν αμφισβητείται; Όπου κάποιος μπορεί να θρηνήσει για αυτό που σου συνέβη; Όπου υπάρχει μια συλλογική μνήμη, μια ιστορία, μια καταγραφή, μια σκηνή εγκλήματος, όπου κάθε γυναίκα δεν χρειάζεται να μιλήσει η ίδια;

(…)

(11)

Αυτά να ναρκωτικά βιασμού είναι μια εξέλιξη στο πολεμικό οπλοστάσιο. Είναι μια νέα αρχή στην σεξουαλική επίθεση, ένα νέο μέτωπο, μια νέα στιγμή για γυναίκες και κορίτσια. Η μνήμη είναι ότι έχει το θύμα βιασμού. Η μνήμη απαιτείται από το νόμο. Η μνήμη και η γλώσσα είναι τα πάντα. Μαζί είναι η ανθρώπινη ευφυΐα και η ανθρώπινη θέληση και η ανθρώπινη ιστορία. Τι θα γίνονταν αν οι Ναζί διέθεταν Rohypnol και το είχαν χρησιμοποιήσει στρατηγικά; Θα θυμόνταν κάποιος επιζών; Θα υπήρχε η ανθρώπινη ιστορία του 1939-1945 στην Ευρώπη; Αν το είχαν οι Σέρβοι και το είχαν χρησιμοποιήσει στους βιασμούς στη Βοσνία; Είναι αναπόφευκτο.

Τότε το ερώτημα γίνεται, τι είδους βιαστής δεν θέλει καμιά αντίσταση, δεν θέλει τη χρήση φυσικής βίας, θέλει χαλαρούς μύες, περιλαμβανομένων των μυών του κόλπου; Ποιος είναι ο άνθρωπος που προτιμά το κώμα από τον εκφοβισμό, την αδράνεια από το τρόμο; Ήθελαν οι βιαστές απλά να αυνανίζονται μέσα σε γυναίκες όλο αυτό το καιρό; Είναι αλήθεια πως δεν έχει σημασία για αυτούς αν ήμαστε ζωντανές ή νεκρές; Θέλουν απλά να εκσπερματίσουν στη παρουσία μιας θηλυκής μορφής;

Δεν νοιάζεται κανείς πως αυτός είναι ένας κόσμος που δεν μπορούν ζήσουν τα κορίτσια και οι γυναίκες; Μπορώ να δω τους συνήγορους υπεράσπισης. Συναίνεσε επειδή δεν «προστάτεψε» τον εαυτό της. Μπορώ να τον ακούσω να ρωτά, είπες στη φίλη σου να προσέχει το ποτό σου, λοιπόν, αν δεν το έκανες αλλά ήξερες τη πιθανότητα να σου ρίξουν κάτι στο ποτό δεν δείχνει αυτό πως το ήθελες; Είναι απελπιστικό. Πως μπορούμε να επιβιώσουμε σε αυτό; Τι θα συμβεί σε όλα τα κορίτσια;

(…)

(12)

Σκέφτηκα να πάω στο Παρίσι για να γράψω το πρώτο κεφάλαιο για ένα καινούριο βιβλίο, επειδή αγαπώ το Παρίσι, περπατούσα τουλάχιστον δυο μίλια την ημέρα, πήγα σε βιβλιοπωλεία και σε ταινίες, είδα μια φίλη κάμποσες φορές και δείπνησα με ένα πιθανό εκδότη, μετά ναρκώθηκα και βιάστηκα, και ήμουν πολύ κουρασμένη να περπατήσω, δεν μπορούσα να βρω ενέργεια, έλειπε χρόνος, ήμουν μπερδεμένη, διάβαζα σε κάτι που έμοιαζε με κήπο ζεν, έπινα σαμπάνια με κιρ, το ποτό δεν είχε σωστή γεύση, αποφάσισα να πάω στο δωμάτιο μου να ξαπλώσω, θυμάμαι να στέκομαι μπροστά από το ασανσέρ και να προσεύχομαι από μέσα μου, απλά να φτάσω στο δωμάτιο μου, απλά να φτάσω εκεί, θυμάμαι την αίσθηση ανακούφισης  όταν έφτασα στο δωμάτιο και κλείδωσα τη πόρτα πίσω μου, παράγγειλα φαγητό και προφανώς αποκοιμήθηκα, άνοιξα τα μάτια μου και το αγόρι ήταν στο δωμάτιο παραδίνοντας το δείπνο και σηκώθηκα αλλά δεν μπορούσα να σταθώ στη πραγματικότητα, υπέγραψα το λογαριασμό ενώ έπρεπε να χρησιμοποιώ το τοίχο για να στηρίζομαι όρθια και μετά πήγα πίσω στο κρεβάτι, το αγόρι βγήκε έξω, δεν μπορούσα να σηκωθώ για να κλειδώσω τη πόρτα πίσω του, όταν συνήρθα ήταν σκοτεινά, ήταν μέρα όταν μπήκα στο δωμάτιο, δεν ήξερα που ήμουν, υπήρχε ένας πόνος μέσα μου, ένας εσωτερικός πόνος, πήγα στη τουαλέτα, είδα αίμα στο δεξί μου χέρι, ήταν ζωηρό και φρέσκο αίμα, βρήκα πληγές στο δεξί μου πόδι και είδα μια τεράστια μαύρη και μπλε μελανιά στο αριστερό μου στήθος, ήταν σα μεγάλο ρούφηγμα, όχι μια συνηθισμένη μελανιά, είπα στον Paul στο τηλέφωνο, αισθάνομαι σαν τη Linda Blair στον Εξορκιστή,  έχω σημάδια πάνω μου και δε ξέρω γιατί, δούλευα όλη νύχτα στο κεφάλαιο μου αλλά τώρα δεν μπορούσα, δεν είχα καθόλου ενέργεια, έκατσα, άρχισα, πήρα χάπια για να κοιμηθώ, πόσο ειρωνικό.

Θέλω να ζήσω αλλά δεν ξέρω πως. Δεν θέλω άλλη βία στο σώμα μου, ακόμη και από μένα. Αλλά από κάθε άποψη δεν μπορώ να αντέξω αυτό που ξέρω. Ζητάω από το Θεό να με συγχωρέσει. Σε παρακαλώ συγχώρεσε όλες τις ανοησίες μου και τις κακίες μου. Σε παρακαλώ ας μην υπάρχει κάρμα γιατί δεν θέλω να το κάνω ξανά όλο αυτό. Σε παρακαλώ να προσέχεις τον Paul και τις γάτες μου. Σε παρακαλώ βοήθησε τις γυναίκες. Σε παρακαλώ άσε με να πεθάνω τώρα.

πηγη: https://geniusloci2017.wordpress.com