Loading...

Κατηγορίες

Σάββατο 16 Μάι 2020
Οι ζωές των άλλων
Κλίκ για μεγέθυνση

Τζόρτζιο Αγκάμπεν

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ 16.05.2020, 23:36

 

 
Ο Μικέλε Νικολέτι είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Τρέντο. Στο ακόλουθο κείμενό του εκφράζει τη διαφωνία του με τις θέσεις που διατύπωσε ο Ιταλός φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάμπεν σχετικά με την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Aπό τότε που άρχισε η επιδημία, ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν μάς προσέφερε τη δική του ερμηνεία της κατάστασης με ορισμένες παρεμβάσεις του. Φυσικά, πρόκειται για παρεμβάσεις που έχουν περιστασιακό χαρακτήρα, από τις οποίες θα ήταν άδικο να αξιώνουμε την ακρίβεια επιχειρηματολογίας ενός δοκιμίου. Ο τρόπος όμως με τον οποίο αναπτύσσεται ο συλλογισμός του χαρακτηρίζεται από μια σειρά γενικεύσεων, οι οποίες, σε όποιον αντιλαμβάνεται τη φιλοσοφία ως τέχνη της διάκρισης, φαίνονται αληθινά απαράδεκτες.

1. Γράφει ο Αγκάμπεν: «Το πρώτο πράγμα που το κύμα πανικού, το οποίο παρέλυσε τη χώρα, καταδεικνύει ολοφάνερα είναι ότι η κοινωνία μας δεν πιστεύει πλέον σε τίποτα παρά μόνο στη γυμνή ζωή. Είναι προφανές ότι οι Ιταλοί είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν πρακτικά τα πάντα, τις φυσιολογικές συνθήκες ζωής, τις κοινωνικές σχέσεις, την εργασία, ακόμη και τις φιλίες, τα αισθήματα και τις θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις μπροστά στον κίνδυνο να αρρωστήσουν». «Η κοινωνία μας», «οι Ιταλοί» είναι εκφράσεις τόσο γενικές ώστε να μη σημαίνουν τίποτα. Και όχι μόνον αυτό.

Αν τις πάρουμε κατά γράμμα, είναι εσφαλμένες και άδικες. Υπάρχουν τομείς της κοινωνίας μας που αυτές τις μέρες αποδεικνύουν ότι δεν υποτάσσουν τα πάντα στη διάσωση της γυμνής ζωής τους και ότι είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν πρακτικά τα πάντα με τον κίνδυνο να αρρωστήσουν. Ενώ εμείς μένουμε στα σπίτια μας, θυσιάζοντας λίγο την ελευθερία κίνησής μας, γιατροί, νοσηλευτές, εθελοντές και άλλοι τομείς της «κοινωνίας» και πολλοί «Ιταλοί» διακινδυνεύουν τη ζωή τους και μερικές φορές τη θυσιάζουν στο όνομα μιας αντίληψης της ζωής που υπερβαίνει κατά πολύ την απλή επιβίωση. Γι’ αυτό, όταν ο Αγκάμπεν αναρωτιέται «Ο πλησίον μας χάθηκε και είναι παράξενο που οι εκκλησίες σιωπούν σχετικά με αυτό. Τι γίνονται οι ανθρώπινες σχέσεις σε μια χώρα που συνηθίζει να ζει με αυτόν τον τρόπο για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα; Και τι είναι μια κοινωνία που δεν έχει άλλη αξία από την επιβίωση;», θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό που γίνεται είναι ακριβώς το αντίθετο μιας κοινωνίας που έχει ως μόνη αξία την (δική της) επιβίωση, δεδομένου ότι πάρα πολλά πρόσωπα προσπαθούν να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους, για να εξασφαλίσουν την επιβίωση των άλλων και όχι τη δική τους.

2. Υπάρχει όμως ένα βαθύτερο επίπεδο που αναδύεται στον στοχασμό του Αγκάμπεν, στο ότι δηλαδή «η κοινωνία μας» έχει ως ανώτατη αξία τη «γυμνή ζωή» και όχι κάτι ανώτερο. Εδώ ωστόσο χρειάζεται και πάλι να διακρίνουμε. Σε τι πιστεύει η κοινωνία μας ειλικρινά δεν το γνωρίζω. Νομίζω όμως ότι οι θεσμοί μας έχουν –με δική μας εντολή– ορισμένες υποχρεώσεις απέναντι στους πολίτες και μεταξύ αυτών την προστασία του δικαιώματος στη ζωή, το οποίο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εμφανίζεται στην πρώτη θέση.

Σίγουρα υπάρχουν ευγενέστερες αξίες από την επιβίωση. Ποιος όμως τις καθορίζει; Η πολιτική εξουσία θα έπρεπε να θυσιάσει μερικές γυμνές ζωές στον βωμό ενός «καλού βίου», τον οποίο η ίδια θα έπρεπε να ορίσει; Και ποιος θα ανέθετε στο κράτος να καθορίζει ποιος είναι ο «καλός βίος», στον βωμό του οποίου θα θυσιάζεται η «γυμνή ζωή»; Μου φαίνεται ότι είναι θετικό γνώρισμα της σύγχρονης πολιτικής η ταπεινότητα να ασχολείται με τη ζωή, αφήνοντας τον ορισμό του «καλού βίου» στην ελευθερία των πολιτών της. Ακόμη και ο Μπόρις Τζόνσον βάδισε στην αρχή στον δρόμο του: «Διατηρούμε τον τρόπο ζωής μας με κάθε τίμημα και υπομονή για εκείνους που θα πεθάνουν». Δεν βρισκόμαστε όμως στην «Αγρια Δύση» όπου ο καθένας κάνει ό,τι θέλει. Επιλέξαμε να ζούμε σε πόλεις πλάι πλάι και ο γείτονάς μου έχει δικαίωμα να μη μολυνθεί από εμένα. Εκτός από την ελευθερία μου υπάρχει και η δική του ελευθερία. Και αν η δική μου κλίμακα αξιών προβλέπει ότι η επιβίωση δεν είναι η ανώτατη αξία, ποιο δικαίωμα έχω εγώ να θεωρώ ότι γι’ αυτόν η επιβίωσή του είναι μια δευτερεύουσα αξία;

3. Γράφει ακόμη ο Αγκάμπεν: «Το άλλο πράγμα, εξίσου ανησυχητικό με το πρώτο, που η επιδημία κάνει να φανεί καθαρά, είναι ότι η κατάσταση εξαίρεσης, στην οποία οι κυβερνήσεις μας έχουν συνηθίσει από καιρό, έχει γίνει αληθινά η κανονική συνθήκη. […] Μια κοινωνία που ζει σε μια διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν μπορεί να είναι ελεύθερη κοινωνία. Εμείς ζούμε στην πραγματικότητα σε μια κοινωνία που έχει θυσιάσει την ελευθερία στους λεγόμενους “λόγους ασφάλειας” και γι’ αυτό έχει καταδικαστεί να ζει σε ένα διαρκές καθεστώς φόβου και ανασφάλειας».

Κανείς δεν υποτιμά τον κίνδυνο της χρήσης και της κατάχρησης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης και του δεσμού της με την κυριαρχία και με τον ρόλο της δημόσιας ιατρικής στην πειθάρχηση της κοινωνίας. Και είναι ορθό να προσέχουμε και να διατηρούμε υψηλότατη την επαγρύπνηση για την προστασία της ελευθερίας των πολιτών και για τη συμμετοχή της κοινωνίας πολιτών, ιδίως απέναντι στην πελώρια δύναμη επιτήρησης που διαθέτουν οι σύγχρονες τεχνολογίες και στη φανερή κατάχρηση που της κάνουν τα αυταρχικά καθεστώτα. Και μπορούμε να συμφωνήσουμε πλήρως για το γεγονός ότι «μια κοινωνία που ζει σε μια διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν μπορεί να είναι ελεύθερη κοινωνία». Εδώ όμως μιλάμε για έκτακτα μέτρα συνδεόμενα με μιαν επείγουσα κατάσταση, όπως είναι μια επιδημία, και όχι για ένα τέχνασμα μιας τυραννικής και αυταρχικής κυβέρνησης, που αποβλέπει στην καταπίεση των πολιτών της.

Το να λέμε ότι η κοινωνία «έχει θυσιάσει την ελευθερία στους λεγόμενους “λόγους ασφάλειας”» είναι πάλι μια γενική και αόριστη έκφραση. Ορισμένες ελευθερίες (όπως εκείνη της κίνησης και άλλες οικονομικές και θρησκευτικές ελευθερίες) έχουν δραστικά περιοριστεί. Ωστόσο, περιορίστηκαν όχι από μιαν αφηρημένη κρατική ασφάλεια, αλλά από την αναγκαιότητα να διασωθεί η συγκεκριμένη ελευθερία των άλλων. Οπως όλα τα πολιτικά μέτρα, έτσι και εκείνα που υιοθετήθηκαν είναι μέτρα για τα οποία μπορεί και πρέπει να γίνεται συζήτηση και να ασκείται κριτική. Ακριβώς όμως η συζήτηση και η κριτική προϋποθέτουν και απαιτούν το συνθετικό βλέμμα της διαλεκτικής, η οποία είναι ικανή να διακρίνει και ταυτόχρονα είναι ικανή να στοχάζεται τις αντιφάσεις και να μετασχηματίζει την πραγματικότητα.

Η πελώρια διακριτικότητα αυτής της στάθμισης μεταξύ των αγαθών και των ελευθεριών που διακυβεύονται είναι αυτή που απαιτεί μια πρόσθετη κοπιώδη προσπάθεια για να εξετάζουμε τη συνολική εικόνα και να σκύβουμε σε κάθε επιμέρους μέτρο, συζητώντας τον βαθμό στον οποίο εναρμονίζεται με τα θεμελιώδη δικαιώματα όλων, τη λογική του, την αποτελεσματικότητά του, μελετώντας τις διαφορετικές καταστάσεις ζωής για όποιον είναι ελεύθερος, για όποιον είναι στη φυλακή, για τους μισθωτούς και τους αυτοαπασχολούμενους, για τους νέους και τους γέρους, για τους ασθενείς και τους υγιείς κ.ο.κ.

 

πηγη: https://www.efsyn.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου