Κείμενο που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα των εκδόσεων Verso Books. Ο Michael Molcher είναι δημοσιογράφος, συγγραφέας και κριτικός.



Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας 
Δημοσιεύθηκε την 1 Μαρτίου, 2023

 

«Υποτίθεται πως είναι ο Αστυνομικός Επίτροπος, όχι ο Δικαστής Dredd»: όταν η Shami Chakrabarti, η διευθύντρια της οργάνωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων Liberty, επέκρινε τον τότε επίτροπο της μητροπολιτικής αστυνομίας, Σερ Ian Blair επειδή πρότεινε μια ελίτ αστυνομική δύναμη που θα απέδιδε «άμεση δικαιοσύνη», ανέφερε μια φιγούρα, όχι από τη κλασική λογοτεχνία ή κινηματογράφο, αλλά από ένα βρετανικό κόμικ.

Όταν η ντυμένη με στολές καταστολής εξεγέρσεων αστυνομία επιτίθεται με βαρβαρότητα σε διαδηλωτές, η παρομοίωση εξαπλώνεται σε όλο το διαδίκτυο – κάποιοι κατηγορώντας την αστυνομία ως Δικαστή Dredd, και άλλοι απαιτώντας να γίνουν σαν εκείνον. Όταν η κυβέρνηση επεδίωξε να καταργήσει το δικαίωμα στη διαμαρτυρία, στο διαδίκτυο «κόλλησαν» περιγράμματα του κράνους του Dredd πάνω σε φωτογραφίες του τότε υπουργού εσωτερικών Priti Patel, με το γείσο του στολισμένο με διπλούς κεραυνούς σαν το «SS» των ναζιστικών Schutzstaffel.

Όμως τι μπορεί πιθνανώς να μας διδάξει ένας υπερβολικός, πομπώδης, βίαιος μελλοντικός αστυνομικός, δημιουργημένος σχεδόν μισό αιώνα πριν, σχετικά με το κόσμος μας σήμερα; Γιατί αυτή φιγούρα είναι τόσο ισχυρό μέσο για να περιγράψει τον αυταρχισμό;

Η απλή απάντηση είναι πως είναι πιο επίκαιρος τώρα από ότι υπήρξε ποτέ.

Δημιουργημένος από το Σκωτσέζο-Αμερικάνο συγγραφέα John Wagner και τον Ισπανό σχεδιαστή Carlos Ezquerra για ένα καινούριο εβδομαδιαίο κόμικ επιστημονικής φαντασίας με τίτλο 2000 AD, μόλις ξεκινούσε την άνοδο της στις κλίμακες της εξουσίας η συντηρητική πρωθυπουργός Margaret Thatcher, αυτός ο φουτουριστικός, οπλισμένος μέχρι τα δόντια, ντυμένος στο διατλαντικό μίγμα φασιστικών και αμερικάνικων συμβόλων, αστυνομεύει εδώ και δεκαετίες τους σε βάθος ενός μιλίου δρόμους μιας πυκνοκατοικημένης δυστοπικής πόλης – μιας μεγαπόλης – σε ένα μέλλον σε εκατό είκοσι δύο χρόνια και έτσι διανέμοντας τη «δικαιοσύνη» από τη κάνη του έξυπνου όπλου και από την άκρη του κλομπ του.

Δεν είναι απλός αστυνομικός. Είναι η ενσάρκωση του αστυνομικού κράτους, ένας κλώνος δημιουργημένος για να υπηρετήσει ένα νομικό σύστημα δίχως νομική διαδικασία και ελαφρυντικά, συμπυκνωμένο σε μια μοναδική φιγούρα – ένα δικαστή, έναν ένορκο και ένα δήμιο, όλα μαζί σε ένα.

Δεν είναι στον Orwell ή στο Huxley εκεί που πρέπει να στραφούμε για μια εικόνα της σιδερένιας πυγμής και του βελούδινου γαντιού του μέλλοντος, αλλά στον Wagner και τους συναδέλφους του Alan Grant  και Pat Mills, και σε σχεδιαστές όπως οι Ezquerra, Ron Smith, Brian Bolland και Mick McMahon. Κάτω από τις πένες και τα μολύβια τους το κόμικ αναποδογύρισε τα πρωτοσέλιδα της εποχής, τις «τέντωσε» μέχρι να σπάσουν, και τις πρόβαλε στο μέλλον σε μια εξέγερση της φαντασίας που έμοιαζε να προβλέπει απόκοσμα πως θα διαμορφώνονταν ο σύγχρονος κόσμος.

Όταν η Σαουδική Αραβία σχεδιάζει μια γραμμική πόλη εκατόν δέκα μιλίων μέσα στην αραβική έρημο και τεράστιες μεγαλόπολεις εξαπλώνονται σε Κίνα, Ινδονησία, Λατινική Αμερική, Ινδία και Αφρική, είναι εύκολο να φανταστείς τους πυκνοκατοικημένους ουρανοξύστες με ύψος ένα μίλι της Μέγα-Πόλης Ένα. Όταν φανατικοί των κοινωνικών δικτύων δαγκώνουν κάψουλες απορρυπαντικού και ο υπερκαπιταλισμός δημιουργεί ατελείωτες εφήμερες μόδες μπορούμε να δούμε εκείνους που αναζητούσαν την έξαψη κλεισμένοι μέσα στο «θαυματουργό πλαστικό» Boing®, τους αντι-ταυτοτικούς Μπλομπς (Blobs), και τους χιουμοριστικά καταστασιακούς Σιμπς (Simps). Όταν η διαδρομή από την reality TV στους influencer των κοινωνικών δικτύων γίνεται όλο και πιο συντομότερη, στο μυαλό μας πετάγεται η γκροτέσκα εικόνα του Όττο Σαμπ, που η επιχειρηματική του αυτοκρατορία των «άσχημων προϊόντων» αντέστρεψε τους κανόνες ομορφιάς.

Στο μεταξύ, συσκευές παρακολούθησης έχουν ενσωματωθεί στον ίδιο τον ιστό των σπιτιών μας, καθώς η αυτοματοποίηση προκαλεί μαζική ανεργία και αυτοκίνητα μπορούν να οδηγήσουν – και να σκοτώσουν – από μόνα τους, και οι αμερικάνικες προεδρικές εκλογές μοιάζουν να είναι μια λιγότερο κωμική υπενθύμιση ενός άλλου ακατάληπτου, αναλυτή με πορτοκαλί μαλλιά που έγινε πολιτικός και εκλέχθηκε χάρη σε ένα κύμα λαϊκισμού – το δήμαρχο της Μέγα Πόλης Ένα, τον Ντέηβ τον Ουρακοτάγκο. Και κάθε μέρα, νέες και εντυπωσιακές θανατηφόρες και «μη-θανατηφόρες» τεχνολογίες προτείνονται και επινοούνται για την επιβολή του νόμου, από «αφρό διαδηλώσεων» (riot foam) για την ακινητοποίηση πληθών ως σκάνερ δακτυλικών αποτυπωμάτων στα όπλα, από καθοδηγούμενες σφαίρες ως drone και ρομποτικά σκυλιά.

Όμως όλες αυτές οι συμπτώσεις είναι πιο πολύ επιφανειακή λεπτομέρεια – οι συγκρίσεις αυτές ήταν αστείες εκδοχές επιστημονικής φαντασίας πάνω στην ανθρώπινη ανοησία και την προέλαση της τεχνολογίας – γιατί αυτό το κόμικ, που αρχικά προορίζονταν για παιδιά, λέει επίσης κάτι πολύ πιο βαθύ σχετικά με το κόσμο μας.

Κάτω από το «σοκ του μέλλοντος», η επιστημονική φαντασία και το μαύρο χιούμορ είναι μια κοφτερή σάτιρα πάνω στη πολιτική του «νόμος και τάξη» που εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1970, και που έχει φτάσει να ορίζει κάθε πτυχή των ζωών μας. Είτε το επεδίωκαν ο Wagner και ο Grant  είτε όχι, το έργο τους έχει σατιρίσει, χλευάσει, και ξεσκίσει αυτή τη νέα «σκληρή στο έγκλημα» τιμωρητικότητα. Καθώς το έκανε, ο «Δικαστής Dredd» έχει προσφέρει μια μοναδική έκκληση για αφύπνιση σχετικά με τη βαθμιαία, και όχι και τόσο βαθμιαία, ολίσθηση προς τον αυταρχισμό.

Καθώς γραφόταν το I Am The Law, οι διαδηλώσεις του Black Lives Matter σάρωσαν την υφήλιο με τους διαδηλωτές να ζητούν το τέλος της αστυνομικής βαναυσότητας και φυλετικής προκατάληψης. Στην Αμερική, εκατομμύρια απαιτούν την μεταρρύθμιση ή την αποχρηματοδότηση των αστυνομικών τμημάτων φουσκωμένων με εξουσία και μετρητά που εκεί συναντήθηκαν με τα προϊόντα αυτής της επένδυσης: στρατιωτικού τύπου όπλα, ωμή βία, και σύννεφα δακρυγόνων. Στη Βρετανία, όπου ο μύθος μιλά για «αστυνόμευση με συναίνεση», οι Μαύρες κοινότητες εξακολουθούν να στοχοποιούνται δυσανάλογα για έντονη αστυνόμευση, μια ολονυχτία στη μνήμη μιας γυναίκας που δολοφονήθηκε από εν ενεργεία αστυνομικό διαλύθηκε βίαια από τους συναδέλφους του, και οι διαδηλώσεις ενάντια στις νέες δρακόντιες εξουσίες που επιβάλλονταν μέσα από το Κοινοβούλιο αντιμετωπίστηκαν με ασπίδες και απαγορεύσεις κυκλοφορίας. Στην απόγνωση να αποφύγουν κατηγορίες πως είναι «μαλακοί στο έγκλημα», οι πολιτικοί ορκίστηκαν να κάνουν πρακτικά αδύνατο να διαδηλώσεις ή να απεργήσεις, επιμένοντας ταυτόχρονα πως η αστυνομία χρειάζεται όλο και μεγαλύτερες εξουσίες.

Ο Δικαστής Dredd δείχνει ανοιχτά την γοητεία μιας τέτοιας πολιτικής «νόμου και τάξης», η οποία υπόσχεται εύκολες – σχεδόν πάντοτε βίαιες – λύσεις σε περίπλοκα προβλήματα. Το κόμικ δεν «προέβλεψε» τόσο το κόσμο μας της στρατιωτικοποιημένης αστυνόμευσης όσο έδειξε μέσα από τις επιφυλλίδες τους αυξανόμενους ιστούς της αυταρχικής τάσης, την αποστεωτική σήψη που μιλά για δημοκρατία ενώ φέρνει την εποχή του ρόπαλου και της ασπίδας.

Το κόμικ ήταν πάντοτε μια κριτική καταγραφή του παρόντος, μια αντανάκλαση των λαϊκών αγωνιών και γεγονότων, από την επιρροή του είδους (λογοτεχνικού ή κινηματογραφικό) του εκδικητή αστυνομικού ως το «πόλεμο στο τρόμο», από εικόνες μαζικής ανεργίας σε εκείνες της ντυμένης με πανοπλίες αστυνομίας. Η πλοκή της ιστορίας μας και εκείνη του Dredd εξελίσσονται παράλληλα, η μια ανεστραμμένο είδωλο της άλλης, η μια υποσχόμενη «σιδηρά εποχή» και η άλλη προειδοποιώντας για τις συνέπειες της. Και πραγματικά, όπως έχουμε δει, στα σαράντα πέντε χρόνια από το ντεμπούτο του ο Δικαστής Dredd έχει καταλήξει να είναι λιγότερο προειδοποίηση αυτού που ίσως συμβεί και περισσότερο μια καταγραφή αυτού που συμβαίνει.

Καθώς η κοινωνία έχει διχαστεί και οι υποθέσεις του καπιταλιστικού φιλελευθερισμού αμφισβητούνται, βαθιές ρωγμές έχουν δημιουργηθεί καθώς η αστυνομία μπορεί να παρακολουθεί, να συλλαμβάνει, να παρενοχλεί, και ακόμη και να σκοτώνει εκείνους που η κοινωνία θεωρεί αποδεκτές απώλειες στο «πόλεμο στο έγκλημα».

Αποκαλύπτει την αντίφαση της αστυνόμευσης, αυτό που ο ακαδημαϊκός Stuart Schrader περιέγραψε ως την «συγκατοίκηση του ελεύθερου και του ανελεύθερου» στον φιλελευθερισμό – ένα θεσμό που μιλά για προστασία και ασφάλεια, ωστόσο – για πολλούς ανθρώπους – δεν προσφέρει τίποτα από τα δύο και αντίθετα όλο και περισσότερο βασίζεται στον εξαναγκασμό και τη σύγκρουση, ενώ επιμένει πως «όποια μέτρα μπορεί να είναι αναγκαία είναι αναγκαία». Είναι ένα ηθικό αίνιγμα που προσφέρει στον αναγνώστη μια πρόκληση – πόσο μακριά είναι το πολύ μακριά; Πόσο συνένοχος είσαι πρόθυμος να γίνεις; Σε ποιο σημείο θα πεις «όχι»; Είναι το ίδιο ερώτημα που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες μας σχετικά με την αστυνόμευση, που τίθεται με όλο και μεγαλύτερη ένταση καθώς τα διαστήματα σκανδάλου και προτεινόμενης μεταρρύθμισης που ποτέ δε μοιάζει να προσφέρει κάτι γίνονται όλο και μικρότερα. Τι είσαι πρόθυμος να επιτρέψεις ώστε να αισθανθείς «ασφαλής»; Ποιανού την ασφάλεια είσαι πρόθυμος να θυσιάσεις; Πόση αστυνομία, πόσοι νόμοι, πόσοι περιορισμοί θα εκπληρώσουν τελικά την «υπόσχεση» της αστυνόμευσης που μπορεί να «κερδίσει» το πόλεμο στο έγκλημα;

«Η Μέγα Πόλη θα είναι ελεύθερη από το έγκλημα. Εμπιστέψου τους Δικαστές!» γράφει η «Διαθήκη των Δικαστών», που παρουσιάζονταν στη διάρκεια της παρέλασης της «Ημέρας της Δικαιοσύνης» στο τεύχος 26 το 1977. Πίσω της ένα ακόμη άρμα μετέφερε μια εκδοχή του του 22ου αιώνα για τον Λεβιάθαν του Thomas Hobbes από το 18651 – το άγαλμα ενός Δικαστή, το ένα χέρι να κρατά τη Βίβλο του Νόμου και το άλλο να κρατά ψηλά ένα ξίφος κατά τη χομπσιανή σύμβαση. Σαράντα έξι χρόνια μετά, είναι εμφανές πως ο Dredd είναι ένας αποτυχημένος Λεβιάθαν· παρά τις τεράστιες αρμάδες και την απεριόριστη εξουσία, το «Υπουργείο Δικαιοσύνης» του δεν κράτησε τους πολίτες ασφαλείς: η πόλη είναι ακόμη γεμάτη έγκλημα, ευάλωτη ακόμη σε συστημικές κρίσεις που σκοτώνουν εκατομμύρια, ανίκανο να προσφέρει τίποτα περισσότερο από την σκληρότερη, βασικότερη ζωή. Το μόνο που κάνουν οι Δικαστές είναι να διατηρούν το κόσμο τους ακίνητο, ένα αποτυχημένο κόσμο, για πάντα στο μεταίχμιο της κατάρρευσης.

Το κόμικ αποκαλύπτει εντυπωσιακά την κενότητα της ρητορικής του «νόμος και τάξη» – πως αποτυγχάνει στην ίδια την αποστολή που ισχυρίζεται πως είναι η μόνη λύση. Αν και η σκηνή στα πόδια του Λεβιάθαν του Hobbes είναι βουκολική, ένας τέτοιος ανελέητος και ανέλεγκτος κυβερνήτης  δεν μπορεί ποτέ να φέρει την ειρήνη επειδή οι μέθοδοι του είναι η εξουσία και η βία, όχι η προώθηση της ελευθερίας και της χαράς, αλλά η κυριαρχία του φόβου.

Από την αρχή, ο Dredd αποκαλύπτει αυτή τη βαθύτερη αλήθεια σχετικά με τη φύση της αστυνομικής εξουσίας: δεν δημιουργήθηκαν για να προσφέρουν δικαιοσύνη αλλά για να αναπαράξουν τη τάξη, που είναι διαφορετικό από την ασφάλεια. Αυτή η ανισσορροπία εξουσίας αντιμετωπίστηκε ξεκάθαρα στο «Lawmaster on the Loose» του 1981, που έγραψαν ο John Wagner και ο Alan Grant, και σχεδίασε ο Ron Smith. Όταν η τεχνητή νοημοσύνη στη μοτοσυκλέτα (Lawmaster) του Δικαστή παθαίνει ζημιά, αφηνιάζει, σκοτώνοντας πολίτες για ασήμαντες παραβάσεις όπως το πετάξουν κάτω σκουπίδια, να περπατούν στην άσφαλτο ή, για ένα άτυχο Δικαστή, «να αιμορραγεί σε δημόσιο δρόμο». Αφού ανοίξει πυροβολώντας το δρόμο του προς το βαγόνι του σιδηρόδρομου και σφαγιάζει τους επιβάτες, ο Dredd πυροβολεί στο ντεπόζιτο καυσίμων, καταστρέφοντας τη μοτοσυκλέτα, το βαγόνι και εκείνο το τμήμα της τροχιάς.

Καθώς ο Dredd στέκεται πάνω από ένα τεράστιο σωρό από μπλεγμένα και ματωμένα σώματα, ένας μοναδικός επιζώντας που κρέμεται από τη κατεστραμμένης άκρη της τροχιάς, πιασμένος από τους αστράγαλους του Dredd για να σωθεί. «Τ-Τα κατάφερες!», λέει. «Είσαι γενναίος άνθρωπος Δικαστή Dredd! Τι θα κάναμε δίχως τους Δικαστές να μας προστατεύουν;». Η ερώτηση του, πλαισιωμένη από ένα υπερθέαμα θανάτου και καταστροφής, είναι μια ζοφερή σαρκαστική μπηχτή. Το «Δικαστής Dredd» είναι ένα ξέφρενο, κυνικό γέλιο, που βγαίνει από το πλήθος μπροστά από την αγχόνη, για τη κενότητα ενός συστήματος που μιλά για δικαιοσύνη όταν είναι σχεδιασμένο απλά να αναπαράγει τη τάξη με κάθε δυνατό μέσο.

Πράγματι, στη τελευταία ανάλυση, ο Dredd προέβλεψε πως η ίδια η ιδέα της «ασφάλειας» θα γίνονταν συνώνυμη με την έννοια του κράτους – γιατί στο εικοστό πρώτο αιώνα, όπως και το Υπουργείο Δικαιοσύνης του Αρχιδικαστή Fargo, η αστυνόμευση έχει γίνει διακυβέρνηση και η διακυβέρνηση έχει γίνει αστυνόμευση.

Δεν ήταν ποτέ προσχεδιασμένη σάτιρα, αλλά μεθοδική και αργή εκτέλεση. Με στάδια, με βήματα, με εβδομαδιαίες σατιρικές μπηχτές, ο Δικαστής Dredd σκάλιζε τις ρίζες του «νόμος και τάξη», αποκαλύπτοντας τις υποθέσεις του, την κενότητα του, τις βαρβαρότητες του, τις υποκρισίες του και, τελικά, προειδοποίησε τι θα γινόταν αν επιτρέπονταν μια τέτοια εξουσία να ξαναφτιάξει το κόσμο καθ’ εικόνα του. Και το κάνει αυτό σε συνέχεις των πέντε ή έξι σελίδων, κάθε εβδομάδα, για σχεδόν μισό αιώνα.

Γιατί ο Δικαστής Dredd είναι – και πάντοτε ήταν – μια προειδοποίηση, όχι βιβλίο οδηγιών.

πηγη: https://geniusloci2017.wordpress.com