Loading...

Κατηγορίες

Τρίτη 11 Μάι 2021
40 χρόνια μετά την ένταξη στην ΕΟΚ: Η ανάγκη για ένα νέο όραμα για την Ελλάδα και την ΕΕ μετά την πανδημία
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 

Του Αλέξη Τσίπρα

Πρώην Πρωθυπουργού, Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία

 

Η 40ή επέτειος της ένταξης της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ επιβάλλει μια συνολική αποτίμηση της ιστορικής αυτής επιλογής. Μιας επιλογής που συνέβαλε στην εδραίωση των δημοκρατικών θεσμών στην Ελλάδα μετά τη στρατιωτική δικτατορία, αναβάθμισε τη γεωπολιτική της θέση και επέτρεψε να εξασφαλισθούν πολύ σημαντικοί οικονομικοί πόροι για την ανάπτυξη και τις υποδομές της χώρας σε μία περίοδο εντεινόμενης οικονομικής παγκοσμιοποίησης.  

H αποτίμηση αυτή, όμως, δεν γίνεται σε κενό χρόνο. H EE αποτελεί ένα άνισο πεδίο σύγκρουσης και συνύπαρξης εθνικών συμφερόντων που συχνά καθοδηγείται από τις προτεραιότητες και τους ανταγωνισμούς των κυρίαρχων νεοφιλελεύθερων δυνάμεων και την οπισθοχώρηση ευρωπαϊκών αξιών που επιβάλλουν οι εθνικιστικές πολιτικές ορισμένων κυβερνήσεων. Ως αποτέλεσμα, για πάνω από μία δεκαετία, η ΕΕ βρισκεται αντιμέτωπη με κρίσεις και προκλήσεις τις οποίες δυσκολεύεται ή αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά και τις οποίες ο ελληνικός λαός έχει βιώσει ίσως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον:

- η παγκόσμια οικονομική κρίση που εντάθηκε με ευρωπαϊκές πολιτικές λιτότητας στην ευρωζώνη οι οποίες μετέτρεψαν την ύφεση σε ευρωπαϊκό κανόνα, επιδείνωσαν την υπερχρέωση, εκτόξευσαν τις ανισότητες και επέτειναν τη διαίρεση Βορρά-Νότου,   

- η άνοδος της ακροδεξιάς, συνδυασμένη με ενίσχυση πολιτικών καταστολής και περιστολής δικαιωμάτων,  

- η ενίσχυση πολιτικών εθνικής περιχαράκωσης από τα κράτη-μέλη, με αποκορύφωμα το Brexit,

- η προσφυγική/μεταναστευτική κρίση που αναδεικνύει καθημερινά στις χώρες πρώτης υποδοχής το έλλειμμα ευρωπαϊκής αλληλεγγύης,

- η περιφερειακή αποσταθεροποίηση και η αδυναμία της ευρωπαϊκής διπλωματίας να παρέμβει αποφασιστικά και στη βάση του διεθνούς δικαίου στη γειτονιά της,

- η κρίση της πανδημίας και οι ανεπάρκειες της ευρωπαϊκής ηγεσίας στη διαχείριση του εμβολιασμού.  

Είναι σαφές ότι τον τελευταίο χρόνο, με επιταχυντή την πανδημία, η ΕΕ έχει προχωρήσει σε σημαντικά βήματα όπως η δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο, ωστόσο, δεν βασίζεται σε αντίστοιχο ύψος κονδυλίων και κοινωνικών μεταβιβάσεων με τις ΗΠΑ. Κυρίως, υιοθετούνται προοδευτικές πολιτικές που είχαν λοιδορηθεί στο παρελθόν, όπως η έκδοση κοινού χρέους με ισχυρό το σκέλος των επιχορηγήσεων προς τα πιο αδύναμα κράτη-μέλη, και η αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας.

Παράλληλα, καθιερώθηκε η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και ο Μηχανισμός Δίκαιης Μετάβασης, έχουν εξασφαλισθεί σημαντικά κονδύλια για την ψηφιακή μετάβαση, ενώ προωθούνται ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες απέναντι στις ακροδεξιές δυνάμεις και σε πολιτικές που παραβιάζουν το κράτος-δικαίου σε κράτη-μέλη. Ανοίγει μια -έστω- ελλιπής συζήτηση για ένα νέο ευρωτουρκικό πλαίσιο διαλόγου και εντείνεται η συζήτηση γύρω από το προσφυγικό/μεταναστευτικό, δυστυχώς στη βάση ενός εξαιρετικά προβληματικού σχεδίου Συμφώνου Μετανάστευσης και Ασύλου.   

Διανύουμε, λοιπόν, σήμερα, μια κρίσιμη καμπή. Εάν υπάρξει ουσιαστική πίεση σε πολιτικό, κοινωνικό και θεσμικό επίπεδο και αυτά τα βήματα ολοκληρωθούν, η πανδημία μπορεί να αποδειχθεί καταλύτης αλλαγών στην Ευρώπη. Ωστόσο, είναι ορατός ο κίνδυνος οι ανωτέρω πρωτοβουλίες να συνδυασθούν με νέους γύρους πολιτικών λιτότητας, με πρόσχημα το πρόσθετο χρέος που δημιουργεί η αντιμετώπισή της πανδημίας και η αύξηση των δημόσιων δαπανών. Είναι ορατός ο κίνδυνος η μεταπανδημική Ευρώπη να είναι τελικά μια ακόμα λιγότερο αλληλέγγυα, κοινωνική και ενεργή διπλωματικά Ευρώπη. Μια Ευρώπη που ντύνει τη λιτότητα πράσινη, χτίζει ψηφιακά και αστυνομικά τείχη γύρω από τη φτώχεια και την ανεργία, ονομάζει τα push-backs νόμιμα και κάνει τα στραβά μάτια όταν η γειτονιά της καταρρέει και τα κράτη-μέλη της απειλούνται.

Απέναντι σε αυτήν την προοπτική, η ευρωπαϊκή πολιτική της Ελλάδας πρέπει να αξιοποιήσει τις συμμαχίες της για να μετατοπίσει τον διάλογο σε μια σειρά από τομείς. Στόχος πρέπει να είναι, η ΕΕ:

- Να προβεί σε ενέργειες για την άρση των περιορισμών πατεντών στην παραγωγή εμβολίων, με σκοπό τόσο τον ταχύτερο εμβολιασμό των ευρωπαίων πολιτών, όσο και την ουσιαστική συμμετοχή της στο πρόγραμμα COVAX για τις πιο φτωχές χώρες.

- Να προχωρήσει με ταχύτερους ρυθμούς την κοινωνική και πολιτική της ενοποίηση και την οικονομική σύγκλιση, τη δεσμευτικότητα του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, τη δημοκρατική εμβάθυνση και την ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ας μην ξεχνάμε τη σημαντική συμβολή που είχε η Ελλάδα στην πολιτική συνοχής τη δεκαετία ’80 όταν διεκδίκησε και πέτυχε το πρόδρομο αναπτυξιακό εργαλείο των σημερινών «Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης». Στο ίδιο πνεύμα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συνεργάστηκε με άλλες προοδευτικές κυβερνήσεις και πολιτικές ομάδες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την προώθηση του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων.

- Να προωθήσει ουσιαστικά και συμμετοχικά τη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης αναγνωρίζοντας τη μεγάλη απόσταση που χωρίζει τους λαούς της Ευρώπης από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

 - Να προωθήσει τις αλλαγές που απαιτούνται στην Ευρωζώνη, καθώς και στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης έτσι ώστε να μετασχηματιστεί σε Σύμφωνο σύγκλισης και βιώσιμης ανάπτυξης. Με αυτόν τον τρόπο θα υπάρξουν ρεαλιστικές προσαρμογές στους κανόνες για τα ελλείμματα και το χρέος, που θα επιτρέπουν στα κράτη-μέλη να στηρίζουν προνοιακές πολιτικές και εθνικές πολιτικές παραγωγικής ανασυγκρότησης. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να επανεξετάσουμε την εφαρμογή του «χρυσού κανόνα», για να εξαιρούνται από τον υπολογισμό του ελλείμματος, όσες δημόσιες επενδύσεις σχετίζονται με την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και των ανισοτήτων. Πρέπει, επίσης, να επεξεργαστούμε έξυπνους τρόπους ελάφρυνσης, μετακύλισης στο μέλλον ή μερικής διαγραφής του πρόσθετου δημόσιου κορονοχρέους που δημιουργεί η αντιμετώπιση της πανδημίας.

- Να ολοκληρώσει την Τραπεζική ένωση και ειδικά το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εγγύησης Καταθέσεων, να ενισχύσει τη δημοσιονομική ενοποίηση, με αμοιβαιοποίηση του δημόσιου χρέους κρατών-μελών, και να δώσει μόνιμο χαρακτήρα στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, όπως έχει προτείνει το Ευρωπαικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο.

- Να καθορίσει έναν οδικό χάρτη για τον τερματισμό των φορολογικών παραδείσων εντός της ΕΕ, τη θέσπιση παγκόσμιου κατώτατου εταιρικού φόρου και την αλλαγή του τρόπου φορολόγησης πολυεθνικών επιχειρήσεων.

 - Να προωθήσει ένα Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου που να βασίζεται στον δίκαιο επιμερισμό της ευθύνης εξέτασης αιτούντων άσυλου, ένα νέο πρόγραμμα μετεγκαταστάσεων, μια κοινή πολιτική ασύλου και επιστροφών και ένα σοβαρό πρόγραμμα νόμιμων οδών επανεγκατάστασης από γειτονικές χώρες προς την ΕΕ.   

- Στο πλαίσιο του διατλαντικού διαλόγου και πέρα από αυτόν, να δώσει το δικό της στίγμα υπέρ της ειρήνης και τους διεθνούς δικαίου σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο. Η ΕΕ πρέπει να στηρίξει ένα ισχυρό πλαίσιο ευρωτουρκικού διαλόγου που να συνδέει την προώθηση μιας ουσιαστικής θετικής ατζέντας με την Τουρκία με τον σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας και την ενεργοποίηση μηχανισμού κυρώσεων εάν η Τουρκία επανέλθει στις παραβιάσεις. Ένα πλαίσιο που να ενθαρρύνει την δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού στη βάση των Αποφάσεων του ΟΗΕ και του πλαισίου Γκουτέρρες, με συμμετοχή της ΕΕ στις διαπραγματεύσεις. Ένα πλαίσιο που να συνδέει τη θέση σε ισχύ της αναθεωρημένης τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας με τουρκική υποχρέωση προσφυγής στη Χάγη με την Ελλάδα για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ. Παράλληλα, η ΕΕ πρέπει να καταβάλει κάθε προσπάθεια για την προώθηση των ενταξιακών διαδικασιών Βόρειας Μακεδονίας και Αλβανίας, υπό τους όρους που έχουν θέσει τα προηγούμενα Ευρωπαϊκά Συμβούλια. Το πολύτιμο κεφάλαιο της Συμφωνίας των Πρεσπών που ανέδειξε τον ρόλο της Ελλάδας ως δύναμη σταθερότητας στην περιοχή πρέπει να αξιοποιηθεί, όπως αξιοποιήθηκε η εξαιρετικά σημαντική επιτυχία της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ το 2004.         

Σήμερα ανατρέχουμε όχι μόνο στα 40 χρόνια από την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, αλλά και στα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Στο πλαίσιο αυτό, οφείλουμε να αναστοχαστούμε συνολικά το όραμά μας για την Ελλάδα του μέλλοντος και τη θέση της χώρας στην Ευρώπη και στον κόσμο.  

Για ένα σημαντικό μέρος των τελευταίων σχεδόν 200 χρόνων ως κράτος αλλά και 40 χρόνων ως μέλος της ΕΕ, η εξωτερική και οικονομική πολιτική της Ελλάδας είχε προσανατολιστεί στην αναζήτηση προστάτιδων δυνάμεων, σπαταλώντας – την ίδια στιγμή - πόρους, ευκαιρίες και ανθρώπινο δυναμικό εντός της χώρας στον βωμό ενός κράτους πελατειακών συμφερόντων. Σήμερα, όχι μόνο οφείλουμε να μην αναζητούμε προστάτες, να ασκούμε μια ισχυρή ενεργητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, να διαχειριστούμε υπεύθυνα τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και να προωθήσουμε ενεργά την παραγωγική ανασυγκρότηση στη βάση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, αλλά πρέπει να καταβάλλουμε και κάθε προσπάθεια ώστε η πολιτική της ΕΕ να μην καθορίζεται από τις κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες δυνάμεις και τις εθνικιστικές πολιτικές που την βυθίζουν σε κρίσεις τα τελευταία χρόνια.  Αν ο αγώνας του ελληνικού λαού για έξοδο από τα μνημόνια αποδεικνύει κάτι είναι ότι πρέπει να παλέψουμε για όλα αυτά μαζί.  

Ένας από τους σημαντικότερους ιδρυτές της ΕΕ, ο Αλτιέρο Σπινέλι, εμπνεύστηκε το όραμα της Ελεύθερης και Ενωμένης Ευρώπης φυλακισμένος από τη δικτατορία του Μουσολίνι. Υποστήριξε σθεναρά ότι η νίκη κατά του φασισμού δεν θα έχει τόση μεγάλη αξία εάν η Ευρώπη επέστρεφε σε ένα οικονομικό και πολιτικό σύστημα που θα καθοριζόταν από τον κοντόθωρο ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων και τον εθνικισμό, διότι αυτό το σύστημα θα οδηγούσε πάλι την Ευρώπη σε κρίση.

Η αξία των θέσεών του επιβεβαιώνεται και σήμερα.  

πηγη:19o τεύχος του ηλεκτρονικού περιοδικού της Βουλής «Επί του… Περιστυλίου»

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου