Ποιος μπορεί από τώρα να ανακηρυχθεί νικητής του πολέμου στην Ουκρανία, να ισχυρισθεί δηλαδή ότι έχει εκπληρώσει τους στόχους του;
Δίχως αμφιβολία, οι ΗΠΑ, που επαναπροσδιόρισαν τον κυρίαρχο ρόλο τους στην ασφάλεια της Ευρώπης, πέτυχαν διεύρυνση αλλά και ανασύνταξη του ΝΑΤΟ και οριοθέτησαν για το ορατό μέλλον την όποια προοπτική εξομάλυνσης των σχέσεων των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων με τη Ρωσία.
Επιπλέον, η Ουκρανία, με εξαίρεση τις κατεχόμενες από τη Ρωσία περιοχές, είναι ντε φάκτο μέλος του ΝΑΤΟ.
Με αυτά τα δεδομένα, η Ουάσινγκτον μπορεί, στην περίπτωση που η πολυσυζητημένη και προεξοφλημένη αντεπίθεση του Κιέβου δεν αποδώσει τα προσδοκώμενα κέρδη, να αποδεχθεί ως λύση μια εκεχειρία στη σημερινή γραμμή του μετώπου.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν η Ρωσία μπορεί να θεωρήσει ότι η προσάρτηση των κατεχομένων που αντιπροσωπεύει το 20% της ουκρανικής επικράτειας ισοφαρίζει το κόστος της απομόνωσής της από την Ευρώπη, μιας απομόνωσης που δεν έχει προηγούμενο στην Ιστορία της.
Το 1815, η Ρωσία συνέβαλε αποφασιστικά στην ήττα του Ναπολέοντα στα πεδία της μάχης και πρωταγωνίστησε στο Συνέδριο της Βιέννης, που χάραξε το πλαίσιο της Νέας Τάξης πραγμάτων στην Ευρώπη, την περιφρούρηση της οποίας ανέλαβε με πρόταση του Τσάρου η Ιερά Συμμαχία.
Σαράντα χρόνια αργότερα, η Ρωσία βρέθηκε σε πολεμική σύγκρουση με τη Βρετανία, τη Γαλλία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, που αποβίβασαν στρατεύματα στην Κριμαία.
Οταν το 1856 τελείωσε ο Κριμαϊκός Πόλεμος, η Ρωσία απομονώθηκε από την ευρωπαϊκή ισορροπία δυνάμεων, μια καραντίνα που κράτησε μέχρι την έκρηξη του Ρωσοτουρκικού Πόλεμου του 1876-1877.
Στο Συνέδριο του Βερολίνου που συνήλθε το 1878, ο καγκελάριος Μπίσμαρκ, που είχε αρνηθεί να πάρει μέρος στον Κριμαϊκό Πόλεμο, πέτυχε τον τερματισμό της ευρωπαϊκής απομόνωσης της Ρωσίας.
Η επόμενη περίοδος απομόνωσης της Σοβιετικής Ρωσίας και στη συνέχεια της ΕΣΣΔ ξεκίνησε το 1917, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, και κράτησε μέχρι το 1933, όταν η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία παρακίνησε τη Γαλλία, τη Βρετανία και τις ΗΠΑ να εξομαλύνουν τις σχέσεις τους με τη Μόσχα.
Η Σοβιετική Ρωσία δεν απομονώθηκε πλήρως μετά το 1917, καθώς προσέγγισε τη Γερμανία της Βαϊμάρης και την Τουρκία του Κεμάλ και δημιούργησε ένα βραχύβιο μεν αλλά αποτελεσματικό «Μέτωπο Δυσαρεστημένων» απέναντι στους νικητές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Στη μακρά της διάρκεια, η Ρωσία, από την εποχή του Μεγάλου Πέτρου και της Μεγάλης Αικατερίνης, ζει με την ψύχωση της περικύκλωσης, την οποία επιχειρεί να προλάβει με κινήσεις οι οποίες καταγράφονται από τη Δύση ως απροκάλυπτος αναθεωρητισμός και ωμός επεκτατισμός.
Οταν ο Μέγας Πέτρος προσάρτησε τις Βαλτικές Χώρες, ως επόμενος στόχος ετέθη ο έλεγχος των Στενών μεταξύ Δανίας και Σουηδίας.
Ιδιο σκηνικό και στη Μαύρη Θάλασσα, όταν η Ρωσία προσάρτησε τη Βόρεια Ακτή της μετά τα μέσα του 18ου αιώνα, και ετέθη ο στόχος του ελέγχου των Στενών.
Το Κρεμλίνο δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει ότι 54 κράτη στηρίζουν το Κίεβο με στρατιωτική βοήθεια, μια αναφορά που επιβεβαιώνει ότι το Σύνδρομο του Κριμαϊκού Πολέμου είναι κυρίαρχο στη Μόσχα.
Ο εφιάλτης του Κρεμλίνου δεν είναι μια ουκρανική αντεπίθεση, αλλά η μετάλλαξη της σημερινής ευρωπαϊκής καραντίνας σε νέα κανονικότητα.
Μια μακράς διαρκείας απομόνωση της Ρωσίας από την Ευρώπη θα την υποχρέωνε να αποδεχτεί τον ρόλο του ήσσονος εταίρου της Κίνας στη Διεθνή Σκηνή.
πηγη: https://www.efsyn.gr