Ατελές άρθρο, διαθέσιμο από την ιστοσελίδα The Anarchist Library.

Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας

Δημοσιεύθηκε την




Το τελευταίο τεύχος του Der Schweizerischer Beobachter περιέχει ένα άρθρο, ή μάλλον την αρχή ενός άρθρου, για τον κομμουνισμό, το οποίο μας έκανε πολύ ευχάριστη εντύπωση. Είναι γραμμένο με μια σοβαρότητα και ηρεμία πραγματικά εκπληκτική για τον Der Schweizerischer Beobachter.

Υπάρχουν εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ένας τέτοιος τόνος στον Der Schweizerischer Beobachter είναι πάντα κακός οιωνός, και ομολογούμε ότι συχνά συμμεριζόμασταν αυτή τη γνώμη. Αλλά αυτή τη φορά, όπως πιστεύουμε, η περίπτωση είναι ελαφρώς διαφορετική: προφανώς ο Der Schweizerischer Beobachter έχει συνειδητοποιήσει την απόλυτη σοβαρότητα του κομμουνισμού και τώρα αποφάσισε να εγκαταλείψει τον συνήθη τρόπο του, ανάξιο ενός σοβαρού ανθρώπου και μιας σοβαρής ψυχής, και να εξετάσει αυτό το εξαιρετικά σημαντικό θέμα με σοβαρότητα και ευσυνειδησία.

Το μέλλον θα μας δείξει αν κάναμε λάθος. Ωστόσο, είναι γνωστό ότι τίποτα δεν επιδρά τόσο αποθαρρυντικά σε έναν άνθρωπο όσο η συνείδηση ότι δεν αναμένεται από αυτόν τίποτα καλό και ευγενές. Και αν ο Der Schweizerischer Beobachter θέλει πραγματικά να βελτιωθεί, δεν θέλουμε να του κάνουμε αυτό το έργο αδύνατο, με το να είμαστε πρόωρα καχύποπτοι για το σκοπό του. Αντιθέτως, θα προσπαθήσουμε με όλα τα μέσα που διαθέτουμε να τον κρατήσουμε σε αυτό το πιο αξιέπαινο μονοπάτι.

Σε κάθε περίπτωση, ο κομμουνισμός είναι ένα πολύ σημαντικό και σοβαρό φαινόμενο, και αυτό λέει πολλά. Γιατί ένα φαινόμενο μπορεί να είναι επικίνδυνο, πραγματικά επικίνδυνο για την κοινωνία, μόνο στο βαθμό που περιέχει τουλάχιστον μια σχετική αλήθεια και βρίσκει τη δικαίωσή του στην κατάσταση της ίδιας της κοινωνίας. Αυτό που είναι απλώς τυχαίο δεν μπορεί να είναι επικίνδυνο για ένα καλά οργανωμένο κράτος, γιατί όλη η δύναμη και η ζωτικότητα του κράτους στηρίζεται ακριβώς στο γεγονός ότι συντηρεί τον εαυτό του και μπορεί να επιβιώσει από χίλια ατυχήματα της καθημερινής ζωής. Το κράτος πρέπει και μπορεί να είναι υπεράνω όλων των ατυχιών που προκύπτουν από την κακή προαίρεση των ατόμων. Για τον σκοπό αυτό υπάρχει η αστυνομία, για τον σκοπό αυτό υπάρχουν οι νόμοι και τα δικαστήρια, για τον σκοπό αυτό υπάρχει ολόκληρη η οργάνωση του κράτους. Ένας κλέφτης, ακόμη και μια μεγάλη συμμορία ληστών, μπορεί να είναι επικίνδυνη για ορισμένα άτομα του κράτους, αλλά όχι για το ίδιο το κράτος, εφόσον αυτό παραμένει ένας υγιής και καλά οργανωμένος οργανισμός.

Η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική με ένα φαινόμενο που έχει την πηγή του όχι στην αυθαιρεσία και την κακή θέληση των ατόμων, αλλά στις ελλείψεις του κρατικού οργανισμού, των κρατικών θεσμών, ολόκληρου του πολιτικού σώματος. Μπροστά σε ένα τέτοιο φαινόμενο, το κράτος έχει μόνο δύο επιλογές: είτε να δεχτεί στον οργανισμό του τον νόμο που περιέχεται σε αυτό και να μεταρρυθμιστεί στον βαθμό αυτό ειρηνικά, είτε να καταφύγει στη βία. Όμως, σε αυτόν τον δεύτερο δρόμο, κάθε κράτος μάλλον θα καταστραφεί, αφού ο νόμος που έχει διεισδύσει στη συνείδηση είναι ανυπέρβλητος.

Αυτοί είναι οι λόγοι για τους οποίους εμείς, μαζί με τον Der Schweizerischer Beobachter, θεωρούμε τον κομμουνισμό ένα πολύ σημαντικό και εξαιρετικά επικίνδυνο φαινόμενο. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, δηλώνουμε μια για πάντα ότι εμείς προσωπικά δεν είμαστε κομμουνιστές και ότι έχουμε την ίδια μικρή επιθυμία με τους κυρίους του Der Schweizerischer Beobachter να ζήσουμε σε μια κοινωνία οργανωμένη σύμφωνα με το σχέδιο του Weitling. Δεν είναι μια ελεύθερη κοινωνία αυτή, δεν είναι μια πραγματικά ζωντανή ένωση ελεύθερων ανθρώπων, αλλά ένας αφόρητος καταναγκασμός, ένα κοπάδι ζώων που ενώνονται με τη βία, επιδιώκοντας αποκλειστικά υλικούς στόχους και μη γνωρίζοντας τίποτα για την πνευματική πλευρά της ζωής και τις υψηλές απολαύσεις που αυτή προσφέρει. Δεν πιστεύουμε καν ότι μια τέτοια κοινότητα θα μπορούσε ποτέ να δημιουργηθεί, γιατί είμαστε τόσο πιστοί στην υποβόσκουσα, περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά ενυπάρχουσα δύναμη της αλήθειας σε όλους τους ανθρώπους, ώστε μπορούμε να είμαστε εντελώς εφησυχασμένοι ως προς αυτό. Αλλά από την άλλη πλευρά, είμαστε απόλυτα πεπεισμένοι ότι ο κομμουνισμός περιέχει στοιχεία που θεωρούμε ότι είναι απολύτως σημαντικά, ακόμη και περισσότερο από σημαντικά: στη βάση του βρίσκονται τα πιο ιερά δικαιώματα και τα πιο ανθρώπινα αιτήματα, και σε αυτά βρίσκεται εκείνη η μεγάλη, θαυμάσια δύναμη που έχει εντυπωσιακή επίδραση στο μυαλό. Οι ίδιοι οι κομμουνιστές δεν κατανοούν αυτή την αόρατη δύναμη. Αλλά μόνο μέσα σε αυτήν και μόνο χάρη σε αυτήν αντιπροσωπεύουν κάτι, χωρίς αυτήν δεν είναι τίποτα. Μόνο αυτή η δύναμη έχει κάνει τους κομμουνιστές από το τίποτα σε κάτι ισχυρό και τρομερό σε σύντομο χρονικό διάστημα, για αυτό δεν πρέπει να το κρύβει κανείς: Ο κομμουνισμός έχει γίνει πλέον ένα παγκόσμιο ζήτημα που κανένας πολιτικός δεν μπορεί να αγνοήσει, πολύ περισσότερο να το λύσει απλά με τη βία.

Προφανώς, ο Der Schweizerischer Beobachter πιστεύει πως ο κομμουνισμός είναι το άμεσο αποτέλεσμα της γερμανικής φιλοσοφίας και του γερμανικού ριζοσπαστισμού και διαφέρει και από αυτά μόνο στο ότι έχει το θάρρος και την ευσυνειδησία να εκφράσει ανοιχτά και ξεκάθαρα απόψεις που οι τελευταίοι είτε ντύνουν με ακατανόητη φιλοσοφική ορολογία είτε αποσιωπούν εντελώς.

Όσον αφορά την υποτιθέμενη σιωπή των φιλοσόφων και των ριζοσπαστών, δεν νομίζουμε πως ο Der Schweizerischer Beobachter διατύπωσε στα σοβαρά αυτή την κατηγορία. Ήταν μόνο ένα αστείο εκ μέρους του, γιατί στην πραγματικότητα ο ίδιος, αντίθετα, είναι πεπεισμένος και γνωρίζει πολύ καλά ότι όλη η δύναμη των ριζοσπαστών στηρίζεται στη δημοσιότητα και πως η σιωπή είναι το αναγκαίο εργαλείο του λεγόμενου συντηρητικού κόμματος, το οποίο χρειάζεται το λαό μόνο ως μέσο και δεν τον βλέπει ως σκοπό. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η αυτοκυβέρνηση του λαού είναι η αρχή που διέπει όλες τις απόψεις των ριζοσπαστών και πως οι τελευταίοι εργάστηκαν ιδιαίτερα για τη βελτίωση των σχολείων και την ανάπτυξη της δημόσιας εκπαίδευσης, γιατί ήταν πεπεισμένοι πως ο λαός μπορεί να αυτοκυβερνηθεί μόνο στο βαθμό που είναι ενήλικος και ανεξάρτητος και ότι μόνο μέσω της εκπαίδευσης μπορεί να φτάσει στην ενηλικίωση και την ανεξαρτησία. Με λίγα λόγια, ο Der Schweizerischer Beobachter γνωρίζει πολύ καλά ότι ο κύριος στόχος των ριζοσπαστών είναι η απελευθέρωση του λαού από την κηδεμονία των ευγενών και των πλουσίων γενικότερα, και γι’ αυτό δεν θα σπαταλήσουμε άλλο χρόνο για να αντικρούσουμε την κατηγορία, η οποία, ωστόσο, όπως έχει ήδη ειπωθεί, ήταν ένα απλό αστείο.

Η φιλοσοφία και ο ριζοσπαστισμός έχουν, είναι αλήθεια, πολλά κοινά με τον κομμουνισμό. Προκειμένου να κατανοήσουμε πραγματικά ένα φαινόμενο, δεν αρκεί φυσικά να τονίσουμε μόνο εκείνη την πτυχή που είναι κοινή με άλλα φαινόμενα. Είναι επίσης απαραίτητο να εξοικειωθούμε με τις ουσιώδεις διαφορές του, διαφορετικά θα πρέπει αναπόφευκτα να καταλήξουμε στον ισχυρισμό ότι όλα είναι το ίδιο, γιατί δεν υπάρχει ούτε ένα πράγμα στον φυσικό και πνευματικό κόσμο που να μην έχει τίποτα κοινό με όλα τα άλλα πράγματα.

Σε κάθε περίπτωση, η φιλοσοφία αγγίζει τον κομμουνισμό σε πάρα πολλά σημεία. Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Η ζωή και η πορεία ανάπτυξης της ανθρωπότητας δεν είναι μια αδιάφορη συλλογή τυχαίων γεγονότων, αλλά μια αναγκαία και εσωτερικά ορθολογικά οργανωμένη πορεία ενός ενιαίου πνεύματος, το οποίο αντανακλάται εξ ολοκλήρου σε κάθε ξεχωριστή εκδήλωση της εσωτερικής του ουσίας, όπως ακριβώς η γενική ζωτικότητα και η γενική ευαισθησία του ανθρώπινου οργανισμού έχουν τις ρίζες τους στα μικρότερα μέρη του.

Επομένως, η σύγχρονη φιλοσοφία πρέπει αναγκαστικά να έχει πολλά κοινά με τον κομμουνισμό, αφού και οι δύο γεννήθηκαν από το πνεύμα της εποχής μας και αντιπροσωπεύουν τις σημαντικότερες αποκαλύψεις του. Ποιος είναι ο στόχος της φιλοσοφίας; Η γνώση της αλήθειας. Αλλά η αλήθεια δεν είναι κάτι εντελώς αφηρημένο και άπιαστο, και γι’ αυτό μπορεί και μάλιστα πρέπει να ασκεί σημαντική επίδραση στις κοινωνικές σχέσεις, στην οργάνωση της κοινωνίας. Αυτό λέγεται ήδη στο Ευαγγέλιο: «Θα γνωρίσουν την αλήθεια, και η αλήθεια θα τους ελευθερώσει». Αυτές οι λίγες λέξεις εκφράζουν ολόκληρη τη φιλοδοξία της φιλοσοφίας, και πως αυτή η φιλοδοξία δεν έμεινε άκαρπη μπορεί να φανεί από τη σύγχρονη ιστορία και από την ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης. Λίγο καιρό πριν από την Επανάσταση, το εργαζόμενο, καλύτερο μέρος του γαλλικού λαού βρισκόταν στην πιο θλιβερή θέση. Δεν τους ανήκε ούτε το ένα τρίτο της γης, η ίδια η εργασία τους, το μοναδικό μέσο της ύπαρξής τους, επιβαρυνόταν από κάθε είδους εμπόδια, και όμως ακριβώς αυτό το τμήμα του πληθυσμού σήκωνε όλο το βάρος των κρατικών φόρων, και επιπλέον ήταν αναγκασμένο να πληρώνει ειδικούς φόρους υπέρ του κλήρου και της αριστοκρατίας. Δεν μιλάμε καν για τις άλλες εξευτελιστικές υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν στους φτωχούς ανθρώπους. Τα δικαστήρια ήταν έτσι οργανωμένα ώστε οι ευγενείς να αποδεικνύεται πάντα ότι είχαν δίκιο έναντι του λαού. Ο λαός, με μια λέξη, καταπιεζόταν από κάθε άποψη από τους ευγενείς. Και γιατί; Όχι επειδή ήταν αδύναμοι, Θεός φυλάξει, ο λαός δεν είναι ποτέ αδύναμος, αλλά επειδή ήταν αδαείς και επέτρεψαν να εξαπατηθούν από τους καθολικούς ιερείς, οι οποίοι τους εξηγούσαν ότι ο βασιλιάς, οι ευγενείς και ο κλήρος τους δόθηκαν με τη χάρη του Θεού και ότι ο λαός πρέπει να τους υπηρετεί, να υποκλίνεται μπροστά τους και να υφίσταται ταπεινώσεις από αυτούς για να λάβει τη βασιλεία των ουρανών γι’ αυτό. «Είστε ηλίθιοι, δεν είστε ικανοί να μας καταλάβετε σωστά, γι’ αυτό βασιστείτε σε μας, εμείς θα σας καθοδηγήσουμε» – έτσι έλεγαν οι ιερείς στο λαό, και οι φτωχοί άνθρωποι, μέσα στους οποίους κρύβεται πάντα τόση πίστη και τόση κοινή λογική, πίστευαν πραγματικά ότι ήταν ηλίθιοι και κατέπνιγαν μέσα τους, ως απόγονοι του διαβόλου, κάθε αμφιβολία, κάθε απελευθερωτική σκέψη. Τι απελευθέρωσε τους ανθρώπους από αυτή την πνευματική σκλαβιά; Η φιλοσοφία. Οι φιλόσοφοι του περασμένου αιώνα έκαναν λάθος σε πολλά πράγματα, παρέβλεψαν πολλά ιερά και ωραία, αλλά εκπλήρωσαν πιστά την προνοητική αποστολή τους, η οποία ήταν να κάνουν τους ανθρώπους να αισθανθούν τον εαυτό τους, να τους φέρουν στη συνείδηση της αξιοπρέπειάς τους και των αναλλοίωτων ιερών δικαιωμάτων τους. Η ιστορία κρίνει πάντα καλύτερα και πιο γενναιόδωρα από τα μικρόψυχα, τυφλά και γι’ αυτό κακόβουλα κόμματα, και γι’ αυτό το λόγο θα διατηρήσει αναμφίβολα τα ονόματά τους ανάμεσα στα ονόματα των απελευθερωτών και των καλύτερων υπηρετών της ανθρωπότητας.

Μέχρι σήμερα, η φιλοσοφία συνεχίζει τον επίμονο αγώνα της, έναν αγώνα ζωής και θανάτου, ενάντια σε όλες τις προκαταλήψεις, ενάντια σε ό,τι εμπόδισε τους ανθρώπους να επιτύχουν τον υψηλό, ιερό στόχο τους, την υλοποίηση μιας ελεύθερης και αδελφικής κοινωνίας, την πραγματοποίηση της βασιλείας του Θεού στη γη. Έχει ακόμα πολλά να κάνει, πολλά να πολεμήσει, προκειμένου να ξηλώσει το πέπλο του ψεύδους που οι συντηρητικοί φίλοι του λαού, για τα ιδιοτελή τους συμφέροντα, ρίχνουν πάνω από το λαό. Έχει όμως το θάρρος της αλήθειας και θα νικήσει και πρέπει να νικήσει, αφού η αλήθεια, η γνώση της αλήθειας είναι το μοναδικό της όπλο. Αυτή μάχεται στο φως, και οι εχθροί της – στο σκοτάδι της νύχτας. Οι εχθροί της ξυπνούν στους ανθρώπους ωμά, σκοτεινά πάθη, το δαιμονικό, ενώ εκείνη, αντίθετα, στηρίζεται μόνο στη θεϊκή, φωτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης, απευθύνεται στο υψηλό πάθος της ελευθερίας, της αγάπης και της γνώσης. Και Θεέ μου, η αλήθεια θα θριαμβεύσει τελικά πάνω στο σκοτάδι.

Αυτό είναι το σημείο επαφής ανάμεσα στη φιλοσοφία και τον κομμουνισμό: και οι δύο αγωνίζονται για την απελευθέρωση των ανθρώπων. Αλλά εδώ αρχίζει η ουσιαστική τους απόκλιση. Η φιλοσοφία είναι ουσιαστικά μόνο θεωρητική, κινείται και αναπτύσσεται μόνο στο πλαίσιο της γνώσης· ο κομμουνισμός στη σημερινή του μορφή, αντίθετα, είναι μόνο πρακτικός. Αυτό δείχνει τόσο τα πλεονεκτήματα όσο και τα μειονεκτήματα του καθενός από αυτά τα φαινόμενα ως προς το άλλο. Είναι αλήθεια ότι η σκέψη και η πράξη, η αλήθεια και η ηθική, η θεωρία και η πράξη είναι τελικά ένα και το αυτό, μια ενιαία αδιαχώριστη ουσία. Είναι αλήθεια ότι το μεγαλύτερο προσόν της σύγχρονης φιλοσοφίας έγκειται στο γεγονός ότι έχει αναγνωρίσει και συνειδητοποιήσει αυτή την ενότητα, αλλά με αυτή τη γνώση έχει φτάσει στο όριό της – ένα όριο το οποίο ως φιλοσοφία δεν μπορεί να υπερβεί, γιατί στην άλλη πλευρά αυτού του ορίου αρχίζει μια ανώτερη ουσία από αυτήν – μια πραγματική, που εμφορείται από την αγάπη και απορρέει από τη θεϊκή ουσία της πρωταρχικής ισότητας, την κοινωνία των ελεύθερων ανθρώπων, την εγκόσμια πραγμάτωση αυτού που αποτελεί τη θεϊκή ουσία του χριστιανισμού, τον αληθινό κομμουνισμό.

«Και γι’ αυτόν (τον Weitling) – λέει ο Der Schweizerischer Beobachter – όπως και για τον Schweizerischer Republikaner, κάθε εθνικό συναίσθημα είναι βλακεία, ανοησία. Υπάρχουν μόνο άνθρωποι, όχι τα ίδια τα έθνη, μόνο πολίτες του κόσμου, όχι πολίτες κρατών».

Ακόμη μια σύγχυση! Ω, ο Der Schweizerischer Beobachter είναι ένας απατεώνας, χριστιανός βέβαια, αλλά και πάλι ένας απατεώνας. Μερικές φορές αστειεύεται τόσο διακριτικά που τα αστεία του μπορούν να εκληφθούν ως αλήθεια, αλλά είναι πολύ έξυπνος για να έχει πραγματικά μια τέτοια γνώμη για τον Schweizerischer Republikaner και πολύ ηθικός για να λέει στα σοβαρά αυτό που ο ίδιος δεν μπορεί να πιστέψει. Τι, ο Schweizerischer Republikaner δηλώνει πως κάθε εθνικό συναίσθημα είναι βλακεία και ανοησία; Δεν γνωρίζει ο Der Schweizerischer Beobachter πως ο Schweizerischer Republikaner θεωρούσε πάντοτε εξωφρενικό, ντροπιαστική εσχάτη προδοσία αν κάποιος, χάριν της νίκης των δικών του πολιτικών απόψεων, είτε αυτές οι απόψεις είναι ορθές είτε εσφαλμένες, προωθούσε την ανάμειξη ξένων στις υποθέσεις της πατρίδας του; Η ανεξαρτησία και η περήφανη ουδετερότητα της Ελβετίας σε σχέση με τις επιρροές ξένων κυβερνήσεων – δεν ήταν αυτός ο σταθερός στόχος του Schweizerischer Republikaner, και δεν το απέδειξε αποτελεσματικά με τη στάση του, για παράδειγμα, στην υπόθεση του Συμβουλίου, στις επιπλοκές με τον Louis Bonaparte και στην υπόθεση Herwegh;

Δεν θα κατηγορήσουμε τον Weitling ότι αγνοεί τη σημασία της εθνικότητας: αυτό είναι ένα λάθος, αλλά ένα αναγκαίο λάθος, ένα αναπόφευκτο στάδιο στην ανάπτυξη του κομμουνισμού. Κάθε μεγάλο ιστορικό φαινόμενο, ακόμη και ο χριστιανισμός, παραμένει στην αρχή μονόπλευρο, μια απλή άρνηση αυτού που υπάρχει. Έτσι, ο χριστιανισμός στην αρχή, φυσικά, απέρριψε την τέχνη, επειδή η τέχνη ήταν τότε άρρηκτα συνδεδεμένη με τον παγανισμό. Αργότερα όμως αναγνώρισε και πάλι την τέχνη ως αναγεννημένη από τη χριστιανική αρχή. Και έτσι προέκυψε η χριστιανική τέχνη. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τον κομμουνισμό. Τώρα απορρίπτει κάθε εθνικότητα, όχι επειδή η αρχή της εθνικότητας είναι ουσιαστικά κακή. Ο κομμουνισμός δεν ξέρει ακόμα τίποτα γι’ αυτή, επειδή γενικά είναι ακόμα πολύ λίγο ανεπτυγμένος θεωρητικά και επιστημονικά, επειδή απέχει ακόμα πολύ από το να κατανοήσει τη δική του αρχή σε όλη της την αλήθεια και σε όλη την πληρότητα των συμπερασμάτων που προκύπτουν από αυτήν. Αλλά ο κομμουνισμός αρνείται όλες τις εθνότητες, επειδή στη σημερινή τους μορφή δεν πραγματοποιούν την αρχή τους και, αντί να είναι ζωντανοί και ελεύθεροι φορείς και όργανα μιας ενιαίας ανθρωπότητας, επαναστατούν αδιάφορα και εγωιστικά ενάντια σε αυτή τη θεϊκή ενότητα, μέσα από την οποία μόνο μπορούν να επιτύχουν τον πραγματικό τους σκοπό.

Πρέπει να προσέξουμε να μην συγχέουμε τον κοσμοπολιτισμό των κομμουνιστών με τον κοσμοπολιτισμό του περασμένου αιώνα. Ο θεωρητικός κοσμοπολιτισμός του περασμένου αιώνα ήταν ψυχρός, αδιάφορος, στοχαστικός, χωρίς βάση και πάθος. Ήταν μια νεκρή και στείρα αφαίρεση, ένα θεωρητικό κατασκεύασμα χωρίς την παραμικρή σπίθα παραγωγικής, δημιουργικής φλόγας. Απέναντι σε αυτή την άψυχη και άψυχη σκιά, το δαιμονικό αρνητικό στοιχείο της εθνικότητας είχε αναμφίβολα δίκιο και στην πραγματικότητα πέτυχε μια πλήρη νίκη απέναντί της.

Αντίθετα, ο κομμουνισμός δεν μπορεί να κατηγορηθεί για έλλειψη πάθους και φωτιάς. Ο κομμουνισμός δεν είναι ένα φάντασμα, δεν είναι μια σκιά. Περιέχει μια ζεστασιά και μια θερμότητα που εξαπλώνεται με τεράστια δύναμη προς το φως, του οποίου η φλόγα δεν μπορεί πλέον να σβήσει και του οποίου η έκρηξη μπορεί να γίνει επικίνδυνη, ακόμη και τρομερή, αν η προνομιούχα μορφωμένη τάξη δεν διευκολύνει αυτή τη μετάβαση προς το φως με αγάπη και θυσίες και με πλήρη αναγνώριση της κοσμοϊστορικής της αποστολής. Ο κομμουνισμός δεν είναι μια άψυχη σκιά. Προέκυψε από το λαό και μια σκιά δεν μπορεί ποτέ να γεννηθεί από το λαό. Ο λαός – και με τον λαό εννοώ την πλειοψηφία, την ευρύτερη μάζα των φτωχών και καταπιεσμένων – ο λαός, λέω, ήταν πάντα το μόνο δημιουργικό έδαφος από το οποίο προέκυψαν όλες οι μεγάλες πράξεις της ιστορίας, όλες οι απελευθερωτικές επαναστάσεις. Όποιος είναι ξένος προς το λαό, όλες οι πράξεις του είναι εκ των προτέρων καταραμένες. Κάποιος μπορεί να δημιουργήσει, να δημιουργήσει πραγματικά, μόνο σε πραγματική ηλεκτρική επαφή με το λαό. Ο Χριστός και ο Λούθηρος προήλθαν από τον απλό λαό, και αν οι ήρωες της Γαλλικής Επανάστασης με δυνατό χέρι έβαλαν τα πρώτα θεμέλια του μελλοντικού ναού της ελευθερίας και της ισότητας, το πέτυχαν μόνο επειδή ξαναγεννήθηκαν στον φουρτουνιασμένο ωκεανό της λαϊκής ζωής.

Έτσι, η διαμαρτυρία του κομμουνισμού ενάντια στην αρχή της εθνικότητας είναι πολύ πιο σημαντική και σημαντική από τη διαμαρτυρία των κοσμοπολιτών του διαφωτισμού τον περασμένο αιώνα. Ο κομμουνισμός δεν πηγάζει από τη θεωρία, αλλά από το πρακτικό ένστικτο, από το λαϊκό ένστικτο, και το τελευταίο δεν κάνει ποτέ λάθος. Η διαμαρτυρία του είναι η ισχυρή ετυμηγορία της ανθρωπότητας, της οποίας η ιερή και μόνη σωτήρια ενότητα παραβιάζεται ακόμη από τον στενό εγωισμό των εθνών.

Ή μήπως ο Der Schweizerischer Beobachter δεν θέλει να μάθει τίποτα για την ανθρωπότητα; Μήπως η ιδέα της ανθρωπότητας είναι πράγματι ανοησία γι’ αυτόν, μια κενή λέξη; Αυτό θα ήταν παράξενο! Διότι δεν είναι απλώς ο Der Schweizerischer Beobachter, αλλά ένας χριστιανικός Der Schweizerischer Beobachter, και ως τέτοιος θα έπρεπε να γνωρίζει καλά ότι η έμφαση στην ιδέα της ανθρωπότητας απέναντι στα απομονωμένα και αυστηρά αυτοτελή έθνη της παγανιστικής εποχής ήταν ένα από τα μεγαλύτερα έργα του Χριστιανισμού.

Όλοι οι άνθρωποι, όλοι ανεξαιρέτως, είναι αδέλφια, διδάσκει το Ευαγγέλιο, και μόνο όταν αγαπούν ο ένας τον άλλον είναι πράγματι μέσα τους ο αόρατος Θεός, η λυτρωτική και απελευθερωτική αλήθεια, προσθέτει ο Ιωάννης. Κατά συνέπεια, το άτομο, όσο υψηλά και ηθικά κίνητρα κι αν έχει, δεν μπορεί να μετέχει της αλήθειας αν δεν ζει μέσα στην κοινωνία. Όχι στο άτομο, αλλά μόνο στην κοινωνία είναι παρών ο Θεός, και έτσι η αρετή του ατόμου, η ζωντανή, καρποφόρα αρετή, είναι δυνατή μόνο μέσα από την ιερή και θαυμαστή ένωση της αγάπης, μόνο στην κοινωνία. Έξω από την κοινωνία, ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα, μέσα στην κοινωνία, είναι τα πάντα. Και όταν η Αγία Γραφή μιλάει για κοινωνία, δεν εννοεί τις ξεχωριστές, στενά αυτοπεριοριζόμενες κοινότητες ή έθνη. Ο πρωτόγονος χριστιανισμός δεν γνωρίζει τίποτα για τις εθνικές διαφορές, και η κοινωνία που κηρύττει είναι η κοινωνία όλων των ανθρώπων της ανθρωπότητας.

Έτσι, ο Weitling είναι απόλυτα πιστός στον πρωτόγονο χριστιανισμό όταν, στο όνομα μιας ενιαίας και αδιαίρετης ανθρωπότητας, απορρίπτει τη διαιρετική αρχή της εθνικότητας. Ο χριστιανισμός, επίσης, εμφανίστηκε αρχικά μονόπλευρα ως άρνηση, ως καταστροφή όλων των εθνικών διαφορών. Αργότερα, ορθολογικές διαφορές εμφανίστηκαν και πάλι μέσα στον χριστιανικό κόσμο. Όσο όμως ο χριστιανισμός διατηρούσε ακόμη τη δύναμή του, ήταν επίσης σε θέση, σε ορισμένες μεγάλες ιστορικές στιγμές, να καταργήσει την απομόνωση των εθνών και να τα ενώσει όλα σε έναν μεγάλο κοινό στόχο. Η καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό μπορεί να βρεθεί στις Σταυροφορίες.

Τώρα η δύναμη του χριστιανισμού πάνω στο κράτος έχει εξαφανιστεί. Τα σύγχρονα κράτη, είναι αλήθεια, εξακολουθούν να αυτοαποκαλούνται χριστιανικά, αλλά δεν είναι πλέον έτσι. Ο χριστιανισμός τα υπηρετεί μόνο ως μέσο, όχι ως πηγή και στόχο της ύπαρξής τους. Ζουν και ενεργούν με αρχές που είναι εντελώς αντίθετες με τον Χριστιανισμό. Και το γεγονός ότι εξακολουθούν να αυτοαποκαλούνται χριστιανοί είναι υποκρισία, περισσότερο ή λιγότερο συνειδητή υποκρισία. Στην έκθεση που ακολουθεί ελπίζουμε να το αποδείξουμε αυτό με σαφήνεια και αναντίρρητα. Θα εξετάσουμε τις πιο σημαντικές πτυχές της σύγχρονης πολιτικής ζωής και θα δείξουμε ότι ο Χριστιανισμός είναι εδώ μόνο μια αδύναμη σκιά και ότι μόνο το μη Χριστιανικό είναι πραγματικό.

Αφού όμως ο χριστιανισμός έπαψε να είναι το τσιμέντο που συνδέει και εμπνέει τα ευρωπαϊκά κράτη, τι τα συνδέει ακόμη μεταξύ τους, τι διατηρεί σε αυτά την ιερότητα της ομόνοιας και της αγάπης που τους διακήρυττε ο χριστιανισμός; Το ιερό πνεύμα της ελευθερίας και της ισότητας, το πνεύμα της καθαρής ανθρωπιάς, που αποκαλύφθηκε στους ανθρώπους με κεραυνούς και αστραπές κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης και, σαν σπόροι μιας νέας ζωής, μεταφέρθηκε παντού από τους επαναστατικούς πολέμους. Η Γαλλική Επανάσταση είναι η αρχή μιας νέας ζωής. Πολλοί είναι τόσο τυφλοί που νομίζουν ότι έχουν ξεπεράσει και εξημερώσει το πανίσχυρο πνεύμα της. Άθλιοι άνθρωποι, πόσο τρομερή θα είναι η αφύπνισή τους! Όχι, το επαναστατικό δράμα δεν έχει ακόμη τελειώσει. Γεννηθήκαμε κάτω από ένα επαναστατικό αστέρι, ζούμε και, χωρίς εξαίρεση, θα πεθάνουμε κάτω από την επιρροή του. Βρισκόμαστε στις παραμονές μιας μεγάλης κοσμοϊστορικής επανάστασης, βρισκόμαστε στις παραμονές ενός νέου αγώνα, ακόμη πιο επικίνδυνου, επειδή δεν θα είναι απλώς πολιτικός αλλά και θεμελιωδώς θρησκευτικός στη φύση του. Δεν πρέπει να ενδίδουμε σε αυταπάτες: δεν θα πρόκειται για τίποτα λιγότερο από μια νέα θρησκεία, τη θρησκεία της δημοκρατίας, η οποία κάτω από το παλιό λάβαρο με την επιγραφή «Ελευθερία, Ισότητα και Αδελφοσύνη» θα ξεκινήσει τον νέο της αγώνα, έναν αγώνα για τη ζωή και τον θάνατο.

Αυτό είναι το πνεύμα που γέννησε τον κομμουνισμό. Αυτό το πνεύμα ενώνει τώρα αόρατα όλους τους λαούς χωρίς διάκριση εθνικότητας. Σε αυτό το πνεύμα, τον λαμπρό διάδοχο του Χριστιανισμού, αντιτίθενται τώρα οι λεγόμενες χριστιανικές κυβερνήσεις και όλοι οι μοναρχικοί κυβερνήτες και άρχοντες, γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο φανταστικός τους Χριστιανισμός, οι εγωιστικές τους πράξεις δεν θα μπορέσουν να αντισταθούν στο φλογερό του βλέμμα. Και τι κάνουν, τι μέσα χρησιμοποιούν, για να εμποδίσουν τη νίκη του; Προσπαθούν να αναπτύξουν το εθνικό συναίσθημα στους ανθρώπους σε βάρος της ανθρωπιάς και της αγάπης, αυτοί, οι χριστιανικές κυβερνήσεις, προπαγανδίζουν το μίσος και τη δολοφονία στο όνομα της εθνικότητας!

Απέναντί τους, ο Weitling και οι κομμουνιστές έχουν αναμφίβολα δίκιο, γιατί σύμφωνα με τις αρχές του ίδιου του χριστιανισμού, ό,τι αντιτίθεται στο πνεύμα της αγάπης πρέπει να καταστρέφεται.

από: https://geniusloci2017.wordpress.com