Πάνε αρκετά χρόνια τώρα, ήταν τον Ιούνιο του 1995, όταν ένα κείμενο διαμαρτυρίας κατά ενός είδους, απαξιωτικής για τις ανθρώπινες αξίες, δημοσιογραφίας έβλεπε το φως της δημοσιότητας. Το κείμενο με τίτλο «Είμαστε εδώ» και 2.500 υπογραφές, ανάμεσα στις οποίες και αυτή του Λεωνίδα Κύρκου, στρεφόταν κατά του είδους της δημοσιογραφίας που εισήγε την κλειδαρότρυπα στην ενημέρωση, έσταζε δηλητήριο στα ανθρώπινα δικαιώματα και υπέσκαπτε τα θεμέλια της φωτισμένης δημοσιογραφίας κάνοντάς την να φαίνεται παρωχημένη και γραφική.

«Οταν οι επιθέσεις κατά των γυναικών, των ξένων, των μειονοτήτων, των ανίσχυρων και τα κηρύγματα του εθνικισμού, της βίας και του χουλιγκανισμού βαφτίζονται ελευθερία του λόγου, τότε η λογική και οι ανθρώπινες αξίες ρίχνονται στη Μαύρη Τρύπα», έγραφε το κείμενο. Η Μαύρη Τρύπα δεν ήταν άλλη από τη στήλη του Θέμου Αναστασιάδη, μετέπειτα εκπομπάρχη και εκδότη, που δέσποζε τότε στην τελευταία σελίδα της «Ελευθεροτυπίας» και συστηματικά καλλιεργούσε τον σεξισμό, τον ρατσισμό και τον εθνικισμό με άθλια σχόλια για τις ξανθές, τους Αλβανούς, τους μαύρους, τους Εβραίους, τους ομόφυλους.

 

Παρά τις διαμαρτυρίες μέρους του κοινού της «Ελευθεροτυπίας», τη διατήρηση της μαύρης στήλης υποστήριζαν τότε τόσο ο φωτισμένος διευθυντής της εφημερίδας όσο και άλλοι φωτισμένοι και μη, όλοι στο όνομα της ελευθερίας του λόγου. Μια ελευθερία του λόγου που τροφοδοτούσε το μίσος. Δεν είχαμε τότε τη Μόρια, τους Αφγανούς και τους Πακιστανούς και έτσι οι δόλιοι οι Αλβανοί ήταν στο στόχαστρό τους.

Η εποχή ήταν περίεργη και εκ των υστέρων μπορούμε να πούμε μεταβατική για την εμφάνιση και την άνοδο της trash δημοσιογραφίας. Στην ελληνική ιδιωτική τηλεόραση, που διένυε την πρώτη της δεκαετία, είχαν αρχίσει να εμφανίζονται τα πρώτα realities προγράμματα που εμπορευματοποιούσαν τον ανθρώπινο πόνο και εξευτέλιζαν δυστυχισμένους καθ’ ομολογία τους ανθρώπους χάριν της τηλεθέασης και της διασκέδασης του κοινού τους.

Δεν λείπουν όμως οι διαμαρτυρίες της κοινωνίας των πολιτών και τα πρόστιμα από το ΕΣΡ. Το 1997 ήταν όταν Οι Πολίτες σε Δράση, μια συλλογικότητα που είχε την αφετηρία της στις διαμαρτυρίες κατά της εμετικής δημοσιογραφίας της «Μαύρης Τρύπας», συγκεντρώθηκαν με μαύρες σακούλες σκουπιδιών έξω από τα γραφεία του ΑNT1 και του ΣΚΑΪ που συναγωνίζονταν στα realities έχοντας κεντρικό σύνθημα: Επιστρέφουμε τα σκουπίδια στα σκουπίδια.

Τα τηλεοπτικά σκουπίδια αποδείχτηκαν ωστόσο πανίσχυρα. Επικράτησαν στη διεθνή τηλεοπτική αγορά αλλάζοντας τα τηλεοπτικά πρότυπα και εθίζοντας εκατομμύρια θεατές στην υποκουλτούρα τους. Την τομή έκανε στο τέλος της δεκαετίας του 1990, το 1999 συγκεκριμένα, η παραγωγή «Big Brother» που θεωρήθηκε από τους ερευνητές των media και television studies ένα καινούργιο τηλεοπτικό είδος.

Μέσα από την επίκληση της αναπαράστασης της πραγματικότητας κατασκευάζει τελικά τη δική του πραγματικότητα και τη μοιράζεται με εκατομμύρια θεατές σε όλο τον κόσμο καθιστώντας την πραγματική και αδιαφιλονίκητη. Το είδος, το realities show όπως ονομάστηκε, θα μπορούσε να το πει κανείς και εκπαιδευτικό, καθώς στο όνομα της πραγματικότητας εκπαίδευε τους/τις θεατές σε ιδεολογίες, μύθους και πρότυπα όπως και στις νέες συνθήκες διακυβέρνησής τους μέσω της επιτήρησης.

Ποιες είναι άραγε αυτές οι ιδεολογίες, οι μύθοι και τα πρότυπα; Υπάρχουν στην κοινωνία; Υπάρχει για παράδειγμα στην κοινωνία το μπουλούκι των 20 γυναικών του «Bachelor» που ανταγωνίζονται, για να μην πω μαλλιοτραβιούνται, για να κερδίσουν το μοναδικό αρσενικό; Υπάρχει το αρσενικό που έχει τη δυνατότητα να επιλέξει κορίτσι σαν να πηγαίνει στο σκλαβοπάζαρο να αγοράσει νύφη;

Σίγουρα δεν υπάρχει στον δυτικό κόσμο αλλά και να υπήρχε κάποτε και κάπου αυτή η εκδοχή των έμφυλων σχέσεων το τηλεοπτικό reality τη φυσικοποιεί, την κανονικοποιεί και την κάνει μέρος της πραγματικότητας των σχέσεων ανάμεσα στα φύλα, μέρος της έμφυλης ταυτότητας του θηλυκού και του αρσενικού. Το θηλυκό υπάρχει για να γίνει αρεστό στο αρσενικό και να το επιλέξει. Το αρσενικό υπάρχει για να επιλέξει. Και αν επιλέξει κάποια που ξέφυγε από το μπουλούκι και δεν θέλει να επιλεγεί τη βιάζει κιόλας όπως δημόσια δήλωσε ο Big Brother.

Την παραγωγή αντίστοιχων τηλεοπτικών προγραμμάτων την καταλαβαίνω. Η αγορά της ένοχης απόλαυσης είναι μεγάλη καθώς και εκείνη των ενστίκτων. Του σεξισμού άλλη τόση. Αυτό που δυσκολεύομαι να κατανοήσω είναι τη θέση των γυναικών που έχουν διευθυντικές θέσεις στα τηλεοπτικά κανάλια και στις αντίστοιχες παραγωγές. Συμμετέχουν στον ευτελισμό του φύλου τους. Δεν βλέπουν τη σχέση ανάμεσα στην έμφυλη πραγματικότητα της εκμετάλλευσης και της βίας κατά των γυναικών με την πραγματικότητα των realities shows τα οποία δημιουργούν ή προωθούν; Δεν κατανοούν την επιρροή που ασκούν τα προγράμματα αυτά στις ταυτότητες φύλου, στα νέα κορίτσια και αγόρια; Δεν αναρωτιούνται για την επιρροή τους στον πολιτισμό και στην κουλτούρα των σύγχρονων κοινωνιών;

Θα μου πείτε, αυτή είναι η αγορά. Τι να κάνουν; Να αυτοκτονήσουν επαγγελματικά; Και το θέμα δεν αφορά εξάλλου μόνον όσες εμπλέκονται επαγγελματικά αλλά όλες τις γυναίκες και όσες το βλέπουν συμβάλλοντας στην επιτυχία του και όσες δεν το βλέπουμε. Μας αφορά τελικά όλες και όλους, ανεξάρτητα από φύλο και σεξουαλικό προσανατολισμό. Μήπως να το κάνουμε όπως με το Μe Τοο; Να μιλήσουμε ο καθένας και η καθεμιά με τον τρόπο του/της για το δυστοπικό τηλεοπτικό τοπίο που μας εγκλωβίζει σε ταυτότητες που είναι απαξιωτικές για μας;

*Η Μαρία Ρεπούση είναι Καθηγήτρια Ιστορίας και Ιστορικής Εκπαίδευσης ΑΠΘ, μέλος της ΚΕΑ ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών