Loading...

Κατηγορίες

Πέμπτη 26 Νοέ 2020
Φερντινάν ντε Σοσίρ (Ferdinand de Saussure)
Κλίκ για μεγέθυνση

Ο Φερντινάν ντε Σοσίρ θεωρείται ο ιδρυτής της σύγχρονης γλωσσολογίας. Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους γλωσσολόγους σε διεθνές επίπεδο και συγχρόνως μια ιδιοφυής προσωπικότητα. Χωρίς αυτόν η γλωσσική επιστήμη δεν θα είχε πιθανότατα να προχωρήσει στους σημερινούς προβληματισμούς και την ακμή που γνώρισε από τις τις πρώτες ήδη δεκαετίες του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα. Από κοινού με τον αμερικανό γλωσσολόγο Νόαμ Τσόμσκι είναι οι γλωσσολόγοι που περισσότερο από όλους επηρέασαν τις κατευθύνσεις και την εξέλιξη της γλωσσολογίας.

Ο Φερντινάν ντε Σοσίρ γεννήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1857 στην Γενεύη και ήταν γόνος οικογένειας επιφανών φυσικών επιστημόνων. Από μικρή επέδειξε ζήλο στις ξένες γλώσσες και στα δεκαπέντε του μιλούσε ήδη ελληνικά, γαλλικά, γερμανικά, αγγλικά, λατινικά και είχε γράψει μια γλωσσική πραγματεία.

Ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, άρχισε τις σπουδές του στις φυσικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης. Ένα χρόνο αργότερα, το 1876, έπεισε τους γονείς του να του επιτρέψουν να μεταβεί στη Γερμανία για να σπουδάσει γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας. Έμεινε εκεί τέσσερα χρόνια με σύντομο διάλειμμα σπουδών διάρκειας δύο εξαμήνων στο Βερολίνο.

Το 1878, σε ηλικία 21 ετών, ο Σοσίρ εξέδωσε την «Πραγματεία περί του αρχικού συστήματος των φωνηέντων στις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες», η οποία έλαβε θερμές κριτικές. Ήταν το πρώτο και μοναδικό βιβλίο του. Το 1880 επέστρεψε στη γερμανική πόλη και, ύστερα από μακρά περίοδο σπουδών και διδασκαλίας ξένων γλωσσών και γλωσσολογίας στη Σχολή Ανωτάτων Σπουδών του Παρισιού (1880-1891), του ανατέθηκε να διδάξει σανσκριτικά και γενική γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης.

Εκεί παντρεύτηκε την Μαρί Φες (1867-1950), απέκτησε τρεις γιους και, στη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών της ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας του στο ανώτατο πανεπιστημιακό ίδρυμα της γενέτειράς του, παρέδωσε τρία μαθήματα γενικής γλωσσολογίας σε ολιγομελείς ομάδες φοιτητών. Όσο βρισκόταν εν ζωή (πέθανε στις 22 Φεβρουαρίου 1913, σε ηλικία 55 ετών) ο Σοσίρ δεν παρουσίασε έντονη συγγραφική ή εκδοτική δραστηριότητα και έμελλε να γίνει διάσημος μετά θάνατον, με ένα βιβλίο που δεν έγραψε καν ο ίδιος.

Το 1916, οι μαθητές και διάδοχοί του Σαρλ Μπαλί (1865-1947) και Αλμπέρ Σεσέ (1870-1946) συγκέντρωσαν τις δικές τους χειρόγραφες σημειώσεις από τις παραδόσεις του Σοσίρ στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης μεταξύ 1907 και 1911 μαζί με τις σημειώσεις μερικών άλλων μαθητών καθώς και κάποιες ιδιόχειρες σημειώσεις του ίδιου. Αφού τις συνέθεσαν, παρουσίασαν τη σκέψη του ελβετού γλωσσολόγου στο σύνολό της στο βιβλίο με τίτλο «Μαθήματα Γενικής Γλωσσολογίας» («Cours de linguistique generale»).

To έργο του Σοσίρ, προάγγελος της μετέπειτα ανάπτυξης του δομισμού (στρουκτουραλισμού) και της σημειολογίας στη γλωσσολογία και τις κοινωνικές επιστήμες, επηρέασε τη σκέψη σημαντικών στοχαστών του 20ού αιώνα όπως ο Κλοντ Λεβί - Στρος, ο Ρολάν Μπαρτ, ο Λουί Αλτουσέρ, ο Μισέλ Φουκό, ο Ζακ Ντεριντά και η Τζούλια Κρίστεβα. Πάνιως τα «Μαθήματα γενικής γλωσσολογίας», όπως αποκαταστάθηκαν στην αρχική τους μορφή από τους εκδότες τους, αποδίδουν περισσότερο το γενικό πνεύμα των θέσεων του Σοσίρ σε βασικά ζητήματα της θεωρίας της γλώσσας, παρά τις κατά γράμμα απόψεις απόψεις και τα ίδια τα λόγια του ελβετού γλωσσολόγου. Απόδειξη το γεγονός ότι πολλές δεκαετίες αργότερα (1968-1974) συντάχθηκε η κριτική έκδοση των «Μαθημάτων» του από τον ελβετό γλωσσολόγο Ρούντολφ Ένγκλερ (1930-2003), βασισμένη σε πρόσθετες γραπτές σημειώσεις και άλλων μαθητών του Σοσίρ.

Η γλωσσολογία ως αυτοτελής κλάδος της επιστήμης εμφανίστηκε μόλις το 1816 με το έργο του Φραντς Μποπ «Επί του κλιτικού συστήματος του ρήματος της σανσκριτικής εν ουγκρίσει προς το της ελληνικής, λατινικής, περσικής και γερμανικής γλώσσας». Χρειάστηκε όμως να περάσει ένας αιώνας για να θεμελιωθούν οι αρχές της επιστήμης της συγκριτικής γλωσσολογίας με τη μεταθανάτια έκδοση του έργου τού Φερντινάν ντε Σοσίρ.

Οι αρχές που διατύπωσε ο ελβετός γλωσσολόγος, όπως αυτές παρουσιάζονται
στα «Μαθήματα Γενικής Γλωσσολογίας», προώθησαν μια νέα θεώρηση της γλώσσας. Σύμφωνα με αυτές, η γλώσσα αποτελεί το πλαίσιο για την οργάνωση της σκέψης μας και η έρευνα οφείλει να στραφεί από τον γραπτό στον προφορικό λόγο και από το παρελθόν σε κάποια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Αντιλαμβάνεται τη γλώσσα ως εξελισσόμενο σύστημα που διέπεται από κανόνες και περιέχει ορισμένα καθολικά χαρακτηριστικά καθώς και δυνατότητες αυτοανανέωσης.

Στη διδασκαλία του Σοσίρ εξάλλου οφείλεται η πρώτη διάκριση ανάμεσα στησυγχρονική γλωσσολογία (θεώρηση της υφής και λειτουργίας της γλώσσας σεμια δεδομένη στιγμή, ανεξαρτήτως χρόνου) και στη διαχρονική γλωσσολογία
(επιστημονική εξέταση της ιστορικής εξέλιξης των γλωσσών εν χρόνω). Ο
ίδιος πάντως θεωρούσε εποικοδομητικότερη την πρώτη.

Σύμφωνα πάλι με τις διδαχές του Σοσίρ, η γλώσσα (langage) διακρίνεται σε λόγο (langue) - τη γενική δηλαδή και υπερατομική γλώσσα των μελών μιας κοινότητας - και σε ομιλία (parole) - την καθαρά ατομική πλευρά της γλώσσας. Για τον ελβετό γλωσσολόγο η ομιλία αποτελεί την εφαρμογή του λόγου, κύριο χαρακτηριστικό του οποίου είναι ότι απαρτίζει σύστημα, αποτελούμενο από αριθμό στοιχείων που επιτελούν συγκεκριμένες λειτουργίες και διαπλέκονται σε δίκτυο σχέσεων.

Το γλωσσικό σημείο - έννοια που δανείστηκε από τους Στωικούς, τον Άγιο Αυγουστίνο και τους Σχολαστικούς - ορίστηκε από τον Σοσίρ ως συνδυασμός, μοναδικός και συμβατικός, δύο εσωτερικών στοιχείων, ορισμένης σημασίας και ορισμένης μορφής: «Τα γλωσσικά σημεία αποτελούν δίπλευρες ψυχολογικές οντότητες και δεν συνδέουν πράγματα (αντικείμενα) και ονόματα, αλλά έννοιες (σημαινόμενα) και ακουστικές εικόνες (σημαίνοντα)». Βασική ιδιότητα του γλωσσικού σημείου είναι η μοναδικότητα του. Επίσης, κατά τον Σοσίρ, η σχέση μεταξύ σημαίνοντος και σημαινομένου είναι αυθαίρετη.

Προχωρώντας σε μια γενικότερη σύλληψη της ανάγκης του ανθρώπου να εκφραστεί με σημεία και του πλήθους των σημειακών μορφών που χρησιμοποιεί στην επικοινωνία του (λέξεις, σχήματα, χρώματα, μουσικούς φθόγγους κ.λπ), ο Σοσίρ μίλησε πρώτος για μια γενική επιστήμη των σημείων που ονόμασε από τα ελληνικά Σημειολογία (Sémiologie). Η πρόοδος που σημειώθηκε αργότερα στον χώρο αυτό, ιδίως στο πλαίσιο του γαλλικού δομισμού (στρουκτουραλισμού), ανάγεται στις πρώτες επισημάνσεις και στην περί του γλωσσικού σημείου θεωρία του Σοσίρ.
-----------------------------------------------------------------------------



 
 
Ο Φερντινάν ντε Σοσίρ (Ferdinand de Saussure) (26 Νοεμβρίου, 1857 – 22 Φεβρουαρίου, 1913) ήταν Ελβετός γλωσσολόγος. Υπήρξε ιδρυτής της μοντέρνας γλωσσολογίας και του στρουκτουραλισμού.
 
Ο Saussure, γεννημένος στη γαλλόφωνη Γενεύη, καταγόταν από οικογένεια με μεγάλη οικονομική άνεση και υψηλή πνευματική καλλιέργεια και ανάδειξη -μεταξύ των προγόνων του συγκαταλέγονται φυσικοί, γεωγράφοι, χημικοί, γεωπόνοι, φιλόσοφοι και συγγραφείς. Σε νεαρή ηλικία πήρε μαθήματα από τον Adolphe Pictet, συγγραφέα του βιβλίου Ινδοευρωπαϊκές ρίζες: δοκίμιο γλωσσικής παλαιοντολογίας, προς τον οποίο η εκτίμηση του διατηρήθηκε αμείωτη. Το 1872, ήδη, καταγίνεται με τη σύνταξη μελέτης με τίτλο: Δοκίμιο πάνω στις γλώσσες, όπου επιχειρεί να διατυπώσει ένα γενικό σύστημα του ανθρώπινου λόγου.
 
Το 1875 εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, για να παρακολουθήσει Φυσική και Χημεία, αλλά τον επόμενο χρόνο εγκαταλείπει τις αρχικές σπουδές του και πηγαίνει στη Λειψία, όπου παρακολουθεί μαθήματα αρχαίας περσικής, αρχαίας ιρλανδικής, σλαβικής, λιθουανικής, καθώς και τα φροντιστήρια του Curtius για την αρχαία ελληνική. Εκεί, εκτός από τους δασκάλους του, όλους νεογραμματικούς, με τις απόψεις των οποίων δεν συμφωνεί πάντα, γνωρίζει τον αμερικανό γλωσσολόγο D. Whitney, ο οποίος τον επηρέασε σημαντικά.
 
Μεταξύ 1878 και 1879, συντάσσει τη διπλωματική του εργασία, με τίτλο: Mémoire sur le système primitif des voyelles dans les langues indoeuropéennes, πρωτότυπη μελέτη που προκάλεσε εντύπωση και τον καθιέρωσε από τότε ως διάσημο γλωσσολόγο. Στο έργο αυτό, ο Saussure μελετά τις πολλαπλές μορφές του ινδοευρωπαϊκού *a, οδηγείται όμως και στην αντιμετώπιση «του συστήματος των φωνηέντων στο σύνολό τους». Έτσι, εισάγει για πρώτη φορά και την έννοια του «συστήματος», εκτός βέβαια από το θεωρητικό αίτημα για έναν «συντελεστή ηχηρότητας» του ΙΕ *a, υπόθεση που επιβεβαιώθηκε αργότερα με την αποκρυπτογράφηση της Χεττιτικής και την μελέτη της από τον Kurylowicz. Αποτέλεσμα αυτού του τελευταίου επιτεύγματος υπήρξε η θεωρία των λαρυγγικών φωνημάτων της Ινδοευρωπαϊκής γλώσσας, η οποία μέχρι σήμερα κατέχει κεντρική θέση στην ινδοευρωπαϊκή γλωσσολογία.
 
Το 1880 δημοσιεύει τη διδακτορική του διατριβή με θέμα Για τη χρήση της γενικής απόλυτης στη σανσκριτική, όπου υπογραμμίζει τη σημασία της σύνταξης, που είχε παραμεληθεί από τους γλωσσολόγους της εποχής, και αναπτύσσει τις βασικές έννοιες της σχέσης και της αντίθεσης, που προσδιορίζουν την αξία ενός γλωσσικού στοιχείου. Αναγορεύθηκε διδάκτορας «summa cum laude et dissertatione egregie».
 
Ύστερα από την τετράχρονη παραμονή του στη Λειψία, εγκαθίσταται για ένα διάστημα στη Λιθουανία, όπου μελετά τη λιθουανική γλώσσα και δημοσιεύει εργασίες για τον επιτονισμό των βαλτικών γλωσσών. Από εκεί πηγαίνει κατευθείαν στο Παρίσι (Σεπτέμβριος 1880). Εκεί, παρακολουθεί μεταξύ άλλων τα Φροντιστήρια του M. Bréal, ο οποίος τον επόμενο χρόνο τού παραχωρεί ανεπιφύλακτα τη θέση του στην Ecole Pratique. O Saussure διδάσκει αρχικά τη γοτθική και την αρχαία γερμανική, αλλά σύντομα περιλαμβάνει στο πρόγραμμά του «συγκριτική γραμματική της αρχαίας ελληνικής και της λατινικής» και λιθουανικά. Κατά την παρισινή περίοδό του, είχε μεταξύ άλλων μαθητές όπως ο Antoine Meillet, ο Γιάννης Ψυχάρης και ο Hubert Pernot.
 
To 1891, τον καλεί το Πανεπιστήμιο της Γενεύης, που είχε δημιουργήσει γι’ αυτόν έδρα γλωσσολογίας, και εκεί ο Saussure περνά τα υπόλοιπα 22 χρόνια της ζωής του, ως καθηγητής της σανσκριτικής και των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από αφοσίωση στο διδακτικό έργο και περιορισμό των δημοσιεύσεών του. Στη «σιωπή» αυτή φαίνεται να τον οδήγησαν ο αποτυχημένος του γάμος και, κυρίως, η έλλειψη κατανόησης των συγχρόνων του. Δεν παύει ωστόσο να αναπτύσσει πλούσιο στοχασμό για τη γλώσσα, θέτοντας υπό αμφισβήτηση ολόκληρη τη γλωσσολογία του καιρού του και σχηματίζοντας το όραμα για μια επιστήμη ανεξάρτητη και οδηγητική των άλλων επιστημών του ανθρώπου. Τις πρωτοποριακές σκέψεις του σχεδίαζε αρχικά να τις καταγράψει σε ένα βιβλίο, το οποίο ωστόσο δεν γράφτηκε όσο ζούσε. Προλαβαίνει μόνο να εκθέσει αυτή του την απόπειρα σχηματοποίησης μιας »γενικής θεωρίας της γλώσσας» σε ένα μικρό κύκλο μαθητών στη Γενεύη, υπό μορφή Μαθημάτων Γενικής Γλωσσολογίας, κατά τα έτη 1906-1907, 1908-1909, 1910-11. Δυο χρόνια μετά την τελευταία σειρά διαλέξεων, το 1913, ο Saussure πεθαίνει προσβεβλημένος από καρκίνο. Οι σημειώσεις, ωστόσο, από τα «Μαθήματα» του Saussure εκδόθηκαν το 1916 από τους μαθητές του Ch. Bally και Alb. Sechehaye και αποτέλεσαν το ομώνυμο βιβλίο, που θεωρείται ιδρυτικό έργο της σύγχρονης γλωσσολογίας.
 
Τα Μαθήματα

Οι κυριότερες έννοιες που εισάγονται και αναπτύσσονται στα Μαθήματα Γενικής Γλωσσολογίας είναι:

  • Η έννοια του συστήματος, δηλαδή η αντίληψη της γλώσσας ως ενός οργανωμένου συνόλου σχέσεων, όπου κάθε στοιχείο ορίζεται από τις διαφορές και τις αντιθέσεις τις οποίες αναπτύσσει με άλλα στοιχεία. Η έννοια αυτή είναι ταυτόσημη με την έννοια της δομής, που διατρέχει όλη τη νεότερη γλωσσολογία και αποτέλεσε πυρήνα ενός ολόκληρου φιλοσοφικού και επιστημονικού ρεύματος του 20ού αιώνα, του «δομισμού» ή στρουκτουραλισμού.
  • Το γλωσσικό σημείο, δηλαδή η σύναψη σημαίνοντος και σημαινομένου και, πιο συγκεκριμένα, ο συμβατικός (“αυθαίρετος”) συνδυασμός δύο εσωτερικών/ψυχολογικών οντοτήτων, μιας ακουστικής εικόνας και μιας ιδέας (σημασίας).
  • Η διάκριση της langage (του γενικού φαινομένου της γλώσσας) σε langue (γλώσσα-σύστημα ή “λόγος”) και parole (γλώσσα-εφαρμογή/εκδήλωση του συστήματος, “ομιλία”).
  • Η διάκριση της συγχρονίας, δηλαδή της εξέτασης ενός γλωσσικού συστήματος σε ορισμένο χρόνο, από την διαχρονία, την εξέταση γλωσσικών στοιχείων εξελικτικά σε διαφορετικές περιόδους, και η προτεραιότητα για πρώτη φορά στη “συγχρονική” προσπέλαση -καθώς και στην προφορική γλώσσα.
  • Το φώνημα, δηλαδή ο φθόγγος ή η σειρά φθόγγων με διαφοροποιητικό για τη σημασία μιας λέξης ρόλο.
  • Η διάκριση ύληςουσίας) και μορφής στη γλώσσα -και η προτεραιότητα στη μορφή.
  • Η διάκριση συνταγματικών και συνειρμικών (ή, όπως ονομάζονται πλέον, παραδειγματικών) σχέσεων, των σχέσεων δηλαδή που αναπτύσσουν τα γλωσσικά στοιχεία κατά τον συνδυασμό τους στην ομιλία (“διαφορές”) και των σχέσεων που αναπτύσσουν με άλλα στοιχεία στον άξονα επιλογής, λόγω της ένταξής τους σε ένα κοινό σύστημα/παράδειγμα (“αντιθέσεις”, καθώς τα εν λόγω στοιχεία μπορούν να αντι-τεθούν σε ένα δεδομένο περιβάλλον: π.χ. ένα φώνημα ορίζεται ως τέτοιο αν, αντι-τιθέμενο με άλλα φωνήματα στο ίδιο περιβάλλον, οδηγεί σε ένα διακριτό σημαίνον, δηλαδή σε λέξη με διαφοροποιημένη σημασία από όλες τις λέξεις που σχηματίζονται με οποιονδήποτε άλλο φθόγγο. Έτσι, το ελάχιστον ζεύγος /pό-s-a/ : /pό-z-a/ αποδεικνύει μια φωνημική αντίθεση μεταξύ των δύο αντιτιθέμενων στοιχείων, η οποία π.χ. δεν υπάρχει σε διάφορες τοπικές ποικιλίες των ιταλικών).
  • Η έννοια της γλωσσικής αξίας, του ιδιαίτερου δηλαδή ρόλου κάθε γλωσσικού στοιχείου σε ένα γλωσσικό σύστημα, βάσει των συνταγματικών και παραδειγματικών σχέσεων που αναπτύσσει.
Εργα
 
 
  • Μαθήματα γενικής γλωσσολογίας, μετάφραση Φ. Δ. Αποστολόπουλου, Αθήνα, Παπαζήσης 1979.
 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου