Τουλάχιστον 18 νεκροί. Ανάμεσά τους ένα παιδί 4 ετών. Τουλάχιστον 269 τραυματίες. Τουλάχιστον 1.900 συλλήψεις. Αυτά επισήμως μέχρι και την Πέμπτη. Οι αριθμοί που συγκροτούν το τρέχον πλαίσιο της εξέγερσης στη Χιλή, που ξεκίνησε με αφορμή την αύξηση της τιμής του εισιτηρίου του μετρό, αλλά που η αιτία της βρίσκεται στα δεινά του λαού από μια νεοφιλελεύθερη αστική δημοκρατία, πάνω από την οποία, ωστόσο, πλανάται το οικονομικό και πολιτικό φάντασμα της χούντας του Πινοσέτ.    

Η άγρια καταστολή των λαϊκών κινητοποιήσεων από την κυβέρνηση Πινιέρα, η οποία οδήγησε στην κήρυξη της χώρας σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και την εμφάνιση τανκ στους δρόμους του Σαντιάγκο για πρώτη φορά μετά την πτώση της χούντας, συνοδεύεται από  μια ρητορική η οποία παραπέμπει ευθέως στο «εχθρός - λαός»: «Είμαστε σε πόλεμο εναντίον ενός ισχυρού εχθρού» δήλωσε ο πρόεδρος της χώρας, Σεμπαστιάν Πινιέρα, σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση από το γενικό επιτελείο του στρατού. «Η δημοκρατία έχει όχι μόνο το δικαίωμα, αλλά και το καθήκον να αμυνθεί με όλα τα μέσα ... και το κράτος δικαίου να καταπολεμήσει εκείνους που θέλουν να το καταστρέψουν».

 
Ποιος είναι ο εχθρός του Πινιέρα; Ο λαός που φτωχοποιείται με ασύλληπτους ρυθμούς από την νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης, μια πολιτική που βρίσκεται σε κρίση από τον Καναδά  και τις ΗΠΑ μέχρι την Αργεντινή και τον Λίβανο, βγάζοντας τον εξαθλιωμένο κόσμο στους δρόμους, ο οποίος - όπως έλεγε ο Μαρξ - δεν έχει να χάσει παρά μόνο τις αλυσίδες του και τρομάζοντας την οικτρή μειοψηφία μιας πάμπλουτης ελίτ, η οποία, έχει,  αντίθετα, να χάσει πάρα πολλά: Την αρπαγμένη εξουσία και τον λεηλατημένο ιδρώτα των πολλών.

Όπως αναφέρει και σχετικό αφιέρωμα του Guardian, ο χιλιανός λαός έχει πέσει θύμα  ληστείας σε όλους τους τομείς: Υγεία, Παιδεία, νερό, συγκοινωνίες, όλες οι βασικές υποδομές και υπηρεσίες έχουν ιδιωτικοποιηθεί. Η ίδια η ελπίδα έχει ιδιωτικοποιηθεί! Τι άλλο απομένει στον κόσμο αναρωτιέται η εφημερίδα: Η ειρηνική διαμαρτυρία;

Αυτή έχει δοκιμαστεί. Ήδη από το 2006 το φοιτητικό κίνημα στην Χιλή  απαιτούσε δημόσια, δωρεάν εκαπίδευση. Οι διαμαρτυρίες εντάθηκαν το 2011 κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Πινιέρα, με το 70% του πληθυσμού  να υποστηρίζει τα αιτήματα των φοιτητών, όχι μόνο αυτά καθεαυτά, αλλά ως μέρος ενός γενικού και ανεκπλήρωτου πόθου να αλλάξει ριζικά το οικονομικό και πολιτικό μοντέλο που καθιερώθηκε από τη στρατιωτική δικτατορία που κυβερνούσε τη χώρα από το 1973 έως το 1990, μετά το αιματηρό πραξικόπημα εναντίον του Αλιέντε και την εγκαθίδρυση μιας από τις πιο αιματοβαμμένες χούντες του 20ού αιώνα.

Το ιδιωτικοποιημένο εκπαιδευτικό σύστημα της Χιλής  εγκαθιδρύθηκε τη δεκαετία του ’80 από τη χούντα και πέρασε και στο «Σύνταγμα» το 1990, με υπογραφή του ίδιου του Πινοσέτ. Μετά το πρώτο κύμα κινητοποιήσεων των φοιτητών, το πλαίσιο του Πινοσέτ αντικαταστάθηκε από το νόμο για τη γενική εκπαίδευση του 2009, ο οποίος, όμως, δεν εισήγαγε σημαντικές αλλαγές.

 

Η κατασταλτική «ηθική» της αγοράς

Όπως και το υπόλοιπο νεοφιλελεύθερο μοντέλο της Χιλής, έτσι και το πλαίσιο για την Παιδεία απέκτησε συνταγματική ισχύ, ώστε η μεταρρύθμιση ή η κατάργησή του να είναι σχεδόν αδύνατη. Τέτοιες διατάξεις έγιναν μέρος ενός συνταγματικού πλαισίου σχεδιασμένου από τους πνευματικούς συνεργάτες του και συμβούλους του Πινοσέτ, όπως ο Τζέιμι Γκουσμάν*, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τη σύνταξη των χουντικών «συνταγμάτων», ο προσανατολισμός των οποίων διέπει το μεγαλύτερο μέρους του σημερινού συντάγματος της Χιλής.

Ο Γκουζμάν «εμπνεύστηκε» τις «συνταγματικές» αλλαγές του από τους φαλαγγίτες του Φράνκο και από τους ναζί. Σύμφωνα με τη νομική «ηθική» του φασισμού, ο σεβασμός στο Σύνταγμα και στο κράτος δικαίου, δεν μπορεί  να υπερβαίνει το βαθμό που… «το επιτρέπει η κατάσταση», όπως δήλωσαν και οι πραξικοπηματίες στις 11 Σεπτεμβρίου 1973, στη Χιλή. Το πρόβλημα είναι, ότι υτή η «αρχή» έχει υιοθετηθεί από όλες τις μεταδιδακτορικές κυβερνήσεις της χώρας, αν όχι πάντα στα λόγια, σίγουρα όμως  στην πράξη.

Έτσι, ενώ κατά την περίοδο της δικτατορίας, η διαμαρτυρία σήμαινε θάνατο με συνοπτικές διαδικασίες, στην αστική δημοκρατία, ενώ το δικαίωμα στη διαμαρτυρία είναι τυπικά σεβαστό, στην πράξη καταστέλλεται αγρίως, ενώ, όταν η κατάσταση οδηγείται σε εξέγερση, τότε η λαϊκή αγανάκτηση  εξομοιώνεται με την «τρομοκρατία». Κρίνοντας από τα βίντεο και τις μαρτυρίες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας αυτήν την εβδομάδα από την Χιλή, προκύπτει ακριβώς αυτή η αντιμετώπιση εκ μέρους του κράτους. Είναι, άλλωστε, όπως σχολιάζει ο Guardian, ο μόνος τρόπος να επιβάλλεις αντιλαϊκά μέτρα, έστω γνωρίζοντας πως ανοίγεις το «κουτί της Πανδώρας» και το μόνο που έχεις να λάβεις είναι η λαϊκή οργή.  

Αυτή τη φορά, η σπίθα που πυροδότησε την έκρηξη ήταν η ανακοίνωση, στις 13 Οκτωβρίου, από το υπουργείο Μεταφορών, για την αύξηση κατά 30 πέσος της τιμής του εισιτήριου στο μετρό. Οι πρώτοι που αντέδρασαν με συγκεντρώσεις ήταν οι μαθητές. Τριάντα πέσος μπορεί να μην ακούγονται πολλά. Αν, μάλιστα, ληφθεί υπόψην της μετρητοίς, ότι η οικονομία της Χιλής παρουσιάζει κατά κεφαλήν ΑΕΠ 15.902 δολαρίων, ένα από τα υψηλότερα στην Λατινική Αμερική.

Αλλά αυτή είναι μια «μαγική εικόνα». Για ένα  μεγάλο κομμάτι της χιλιανής εργατικής τάξης ο μέσος μισθός δεν ξεπερνά τα 400 ευρώ το μήνα και από αυτά, τα 60 έως 80 ευρώ πάνε στις μετακινήσεις από και προς τη δουλειά. Με  όσα μένουν πρέπει να ζήσει μια οικογένεια σε μια χώρα δίχως καθολική υγειονομική περίθαλψη ή δωρεάν εκπαίδευση. Το ίδιο ακριβώς μοτίβο  απαντάται σε όλη τη Λατινική Αμερική. Δεν είναι καθόλου περίεργο που μια αύξηση στα εισιτήρια μπορεί να  μετατρέψει μια πρωτεύουσα σε κόλαση.

Όταν άρχισαν και οι γονείς να κατεβαίνουν στις μαθητικές διαμαρτυρίες, η κυβέρνηση αρχικά απάντησε με κυνική «πλακίτσα». Για παράδειγμα, ο υπουργός Οικονομικών, Χουάν Φοντέιν, οπαδός της «ελεύθερης αγοράς» της Σχολής του Σικάγου, είπε στους εργάτες να ξυπνάνε νωρίτερα για να αποφύγουν τα ακριβά εισιτήρια…

Η υπουργός Μεταφορών, Γκλόρια Χατ, το «τερμάτισε», χαρακτηρίζοντας  τους διαμαρτυρόμενους για τις αυξήσεις  στα εισιτήρια.. «εγκληματίες». Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της οργής  και  κατέαβσε μαζικά τον κόσμο στον δρόμο, ήταν ένα βίντεο που κυκλοφόρησε τις πρώτες μέρες των κινητοποιήσεων και έδειχνε τον Πινιέρα να κάνει πάρτι για τα γενέθλια του εγγονού του σε πανάκριβο εστιατόριο.

Ο πολιτικός αμοραλισμός συνοδεύτηκε από άγρια καταστολή, στο όνομα, πάντα, της «δημοκρατίας» και της «νομιμότητας». Το φάντασμα του Πινοσέτ άρχισε να κυκλοφορεί πάνω από τους φλεγόμενους - για μια ακόμη φορά - δρόμους του Σαντιάγκο, δικαιώνοντας πλήρως το κεντρικό σύνθημα της εξέγερσης:  «Δεν είναι για τα 30 πέσος, αλλά για τα 30 χρόνια» ενός οικονομικού μοντέλου που πλούτισε την ελίτ επί Πινοσέτ και την κάνει πλουσιότερη η δημοκρατία τύπου Πινιέρα.

Μια εξέγερση  που δεν δείχνει ότι «καταπίνει» τις αναγκαστικές τακτικές στροφές του προέδρου, ο οποίος, μπροστά στο μέγεθος της λαϊκής οργής «ξήλωσε» τους υπουργούς του ανακοίνωσε την Τρίτη ότι θα αυξηθεί η κατώτερη σύνταξη και ο κατώτερος μισθός, θα μειωθούν οι τιμές των φαρμάκων και θα αυξηθούν οι φορολογικοί συντελεστές για τους πολίτες με τα πιο υψηλά εισοδήματα. Η απάντηση ήταν ακόμη μαζικότερες διαδηλώσεις.

* Τζέιμι Γκουζμάν: Νομικός, στυγνός υποστηρικτής της επιβολής νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στην Χιλή ήδη από τη δεκαετία του ‘60. Αντιπολιτεύθηκε σκληρά την κυβέρνηση Αλιέντε και στη συνέχεια έγινε στενός σύμβουλος του Πινοσέτ. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη σύνταξη των χουντικών «συνταγμάτων». Εκτελέστηκε το 1991, από αντάρτες πόλης του «Πατριωτικού Μετώπου Μανουέλ Ροντρίγκεζ».