Κείμενο που περιλαμβάνεται στην ανθολογία Hell Is a Very Small Place: Voices from Solitary Confinement (The New Press, 2017). Ο Jesse Wilson εκτίει ποινή ισοβίων στην ομοσπονδιακή φυλακή υψίστης ασφαλείας στο Φλόρενς του Κολοράντο.


Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας

 

Αρνούμαι να δεχτώ την απομόνωση. Δεν είναι φυσιολογικό. Δεν είμαι τέρας και δεν μου αξίζει να ζω σε ένα τσιμεντένιο κουτί. Είμαι ένας άνθρωπος που έχει κάνει λάθη, είναι αλήθεια. Αλλά δεν μου αξίζει να περάσω την υπόλοιπη ζωή μου κλειδωμένος σε ένα κλουβί -τι εξυπηρετεί; Γιατί να ξοδεύουν τα λεφτά για να με ταΐζουν; Αν είμαι ένα τέρας που πρέπει να ζήσει μόνο του σε ένα κλουβί, γιατί δε με σκοτώνουν απλά;

Η χώρα μας έχει χιλιάδες από τους ανθρώπους της κλεισμένους σε τσιμεντένια κλουβιά. Χρόνια περνάνε, ζωές περνάνε. Το μαρτύριο όχι. Οι οικογένειες μας είναι που υποφέρουν περισσότερο, βλέποντάς μας να γερνάμε και να τρελαινόμαστε σε ένα κλουβί. Δεν καταλαβαίνω πως αυτό βοηθά την κοινωνία. Οι περισσότεροι θα περάσουν χρόνια σε ένα κλουβί μόνοι τους και θα ελευθερωθούν πίσω στην κοινωνία γεμάτοι μίσος και οργή. Είναι μια άσχημη αλήθεια. Εμείς ως χώρα είμαστε τυφλοί στη πραγματικότητα του συστήματος των φυλακών μας.

Έχει γίνει κανονικό. Και εμείς οι φυλακισμένοι είμαστε δίχως φωνή. Οι φωνές μας δεν ακούγονται. Αν ακουστούν, τα πράγματα που λέμε αντιμετωπίζονται ως ψέματα. Ακούω (στο ράδιο) τον διευθυντή της Υπηρεσίας Φυλακών να καταθέτει στο Κογκρέσο να λέει πως δεν έχουμε τρελούς κρατούμενους εδώ. Αυτό είναι που πρέπει να θεωρείται ψέμα. Δεν έχω κοιμηθεί για βδομάδες εξαιτίας αυτών των ανύπαρκτων κρατούμενων που χτυπούν τους τοίχους και φωνάζουν όλη τη νύχτα. Και οι περισσότερο μη-τρελοί να καλύπτουν τα κελιά με τα κόπρανά τους.

Το μέρος αυτό είναι τρομερό με την απομόνωση, την έλλειψη επικοινωνίας εκτός αυτών των τειχών. Είμαι στη φυλακή δίχως να βγω για πάνω από δώδεκα χρόνια, και τα οχτώ από αυτά ήμουν σε ένα κλουβί περπατώντας σε κύκλους. Έτσι είμαι πολύ συνηθισμένος με την έννοια της απομόνωσης. Της φυλακής. Των κλουβιών και της τρέλας.

Από το παράθυρο μου βλέπω μια τσιμεντένια αυλή περιτριγυρισμένη από τοίχους από κόκκινα τούβλα. Υπάρχει ένας αγωγός στη μέση του και από μέσα του φυτρώνουν χορτάρια. Νόμιζα πως ήταν πρασινάδες μέχρι που μερικά άνθισαν με όμορφα κίτρινα και καφέ λουλούδια.

Πότε πότε ένα ζευγάρι από κουκουβάγιες κουρνιάζει στους προβολείς ασφαλείας. Αυτή την άνοιξη είχαν μωρά. Τα κοιτούσαμε να μεγαλώνουν και να πετούν μακριά. Κάθε μέρα εδώ ο ουρανός είναι εκθαμβωτικός. Η ομορφιά έξω από το παράθυρό μου μένει στο νου μου. Κοιτάω γύρω σ’ αυτό το κλουβί τους άβαφους τσιμεντένιους τοίχους και τα σιδερένια κάγκελα και την σιδερένια πόρτα, μια σιδερένια τουαλέτα, και αντέχω αυτή τη σκληράδα επειδή μπορώ να κρατάω την ομορφιά στο μυαλό μου

Το παράθυρο βοηθάει πολύ.

Είμαι στην τρύπα (ΣτΜ: απομόνωση) έτσι δεν υπάρχει τηλεόραση. Τα βιβλία με βοηθάνε να δραπετεύσω καλύτερα από ότι θα εξηγούσαν ποτέ τα λόγια μου. Αλλά πάνω από όλα είναι η αγάπη της οικογένειας μου, οι αναμνήσεις της ομορφιάς, και η γνώση της ανθρωπιάς.

Η μοναξιά είναι η καταστροφή της ανθρωπιάς.

πηγη: https://geniusloci2017.wordpress.com