Μια δεκαετία πριν οι επιστήμονες της Διακυβερνητικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών (IPCC) για την κλιματική αλλαγή, σημάνουν «κόκκινο συναγερμό για την ανθρωπότητα», ο 20χρονος φοιτητής Evan Weber ενώθηκε με αρκετές χιλιάδες διαδηλωτές που κατέλαβαν τη Wall Street για να εκπέμψουν «κόκκινο συναγερμό για τη δημοκρατία».

Στο απόγειο της μεγάλης ύφεσης, ο Evan και η γενιά του είδαν την κλιματική κρίση να τους κοιτάζει κατάματα, μαζί με την έκρηξη της ανισότητας στον πλούτο και το εισόδημα, το φοιτητικό χρέος, το κόστος στέγασης και υγειονομικής περίθαλψης.

Στις 17 Σεπτεμβρίου 2011, εξεγέρθηκαν. Με το δάχτυλο προς τις τράπεζες, τις πολυεθνικές εταιρείες και το 1 % των πλουσιότερων του πλανήτη, τους οποίους κατηγόρησαν για τη διαφθορά της δημοκρατίας, για τις κατασκευασμένες εκλογές για τον έλεγχο της νομοθετικής διαδικασίας, οι διαδηλωτές που κατασκήνωσαν στο πάρκο Zuccotti έκαναν έκκληση για κοινωνική δικαιοσύνη: «Είμαστε το 99 %» φώναξαν.

Εκείνο το φθινόπωρο, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι συμμετείχαν στο Occupy Wall Street και η επίδρασή τους έφτασε σε περισσότερες από 600 πόλεις των ΗΠΑ και ακολούθως εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο. Το νέο κίνημα δημιούργησε μια νέα αφήγηση γύρω από την οικονομική ανισότητα - και τράβηξε την προσοχή του κόσμου. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών υποστήριζε το Occupy.

Στη συνέχεια, σχεδόν τόσο γρήγορα όσο είχε ανέβει, το κίνημα άρχιζε να πέφτει, μέχρι που εξαφανίστηκε, αφήνοντας πίσω του το σύνθημα του: «99% και του 1 %». Δέκα χρόνια μετά, το χάσμα πλούτου έχει διευρυνθεί. Οι κανόνες δεν έχουν αλλάξει. Το σύστημα ωφελεί αυτούς που βρίσκονται στην κορυφή. Και όμως, στη δεκαετή επέτειο του Occupy Wall Street, είναι σαφές ότι το κίνημα είχε μόνιμες, ορατές επιπτώσεις στο πολιτικό και πολιτιστικό μας τοπίο - πυροδοτώντας μια εποχή αντίστασης που επαναπροσδιορίζει τα οικονομικά δικαιώματα, την προοδευτική πολιτική και τον ακτιβισμό για μια γενιά.

 

Επανεφεύροντας τον ακτιβισμό

Σύμφωνα με τον Michael Levitin, δημοσιογράφο, συνιδρυτή του The Occupied Wall Street Journal και συγγραφέα του Generation Occupy: Reawakening American Democracy, στον πυρήνα του, το Occupy έκανε τις διαμαρτυρίες πάλι φρέσκες, έφερε ξανά τη δράση στον ακτιβισμό και ενθάρρυνε μια γενιά να βγει στους δρόμους και να απαιτήσει συστημικές μεταρρυθμίσεις: φυλετική και κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα των γυναικών, υπεράσπιση της δημοκρατίας.

Παράλληλα το Occupy εισήγαγε μια αποκεντρωμένη μορφή οργάνωσης και κινήσεων που επέτρεψε σε εκατοντάδες πόλεις να συμμετέχουν και να ενισχύουν η μια την άλλη, αλλά να παραμένουν ταυτόχρονα αυτόνομες - μια διαφορετική δηλαδή τακτική από την παραδοσιακή, ιεραρχική δομή των κινημάτων διαμαρτυρίας του παρελθόντος. Ιδιαίτερα σημαντικό όμως ήταν ότι υπήρξε πρωτοπόρο στη χρήση της τεχνολογίας, στη ζωντανή ροή της πληροφορίας και των γεγονότων, ενώ χρησιμοποιούσε ισχυρές τακτικές μηνυμάτων κοινωνικής δικτύωσης, δείχνοντας σε μια νέα γενιά πώς να επικοινωνεί τα κοινωνικά κινήματα και να διαμορφώνει δημόσια αφήγηση.

Σε δεύτερο επίπεδο, το κίνημα στη Wall Street έδωσε στους ακτιβιστές μια νέα αίσθηση θάρρους: η αντιπαράθεση με την εξουσία και οι διεκδικήσεις μέσω της αστικής ανυπακοής είναι πλέον ένα ριζωμένο μέρος της πολιτικής μας κουλτούρας. Στα χρόνια που ακολούθησαν, μια σειρά από κοινωνικά κινήματα επηρεασμένα από το Occupy άλλαξαν την ατζέντα διεθνώς, συμπεριλαμβανομένων των Black Lives Matter, #MeToo, Women’s March, Indivisible, and March for Our Lives.

«Αλλάξαμε τον τρόπο που οι άνθρωποι ακούνε, βλέπουν, κατανοούν και επεξεργάζονται μια αφήγηση αντίστασης», λέει η πρώην ακτιβίστρια του Occupy, Dana Balicki. Και κατά μία έννοια, οι διαδηλωτές του Occupy δεν έχουν πάει ποτέ σπίτι τους. Όπως λέει ο Harry Waisbren, ο οποίος βοήθησε στις διαδικτυακές προσπάθειες του κινήματος στο Zuccotti Park: «Τα άτομα και τα δίκτυα δεν σταμάτησαν ποτέ να διαδηλώνουν και να διεκδικούν και θα τα βλέπατε ξανά και ξανά στην αιχμή. Ήταν στο Occupy Wall Street, ήταν στο Black Lives Matter, στο People’s Climate March, στο the Sunrise Movement. Μερικοί από τους κορυφαίους ακτιβιστές αυτής της γενιάς ξεκίνησαν στο Occupy».

Από το Occupy στο Green New Deal

Το Sunrise Movement, η οργάνωση για το κλίμα υπό την ηγεσία της νεολαίας, που ίδρυσε ο Weber το 2017, είναι σήμερα από τις πιο δυνατές φωνές-στους δρόμους και στις κάλπες-που απαιτούν «πράσινες νέες πολιτικές». Η παθιασμένη γενιά Gen Z για την κλιματική κρίση δεν ήρθε από το πουθενά. Αναδείχθηκε ως άμεσος διάδοχος του Occupy, του οποίου οι ακτιβιστές βοήθησαν να ανακατευθυνθεί ο αγώνας κατά της ανισότητας σε ένα εστιασμένο, στρατηγικό περιβαλλοντικό κίνημα για τη διάσωση του πλανήτη.

Μάλιστα, μεταξύ άλλων, το Sunrise βοήθησε στην εκλογή το 2018 μιας ομάδας νέων πολιτικών προσώπων όπως η λαοφιλής Alexandria Ocasio-Cortez, μιας πιο «σοσιαλιστικής» τάσης του κόμματος των Δημοκρατικών, με σημαία το Green New Deal.

 
 

 

Η δύναμη των μισθωτών

Το Occupy άλλαξε όμως και τον τρόπο με τον οποίο οι Αμερικανοί κατάλαβαν τον ρόλο τους στην οικονομία, εγκαινιάζοντας μια δεκαετία εργατικών αναταραχών καθώς οι εργαζόμενοι αντιλήφθηκαν ξανά την εξουσία τους. Το φθινόπωρο του 2012, ένα χρόνο μετά την έξωση των διαδηλωτών από το πάρκο Zuccotti, οι οργανωτές του Occupy που συνεργάζονταν με συνδικάτα και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς μετέφεραν το μήνυμα της οικονομικής δικαιοσύνης στους πιο έτοιμους να το ακούσουν: στους χαμηλόμισθους.

Όταν οι πρώτες εκατοντάδες εργαζόμενοι σε φαστ φουντ στη Νέα Υόρκη προχώρησαν σε απεργία, απαιτώντας υψηλότερες αμοιβές, καλύτερες συνθήκες εργασίας και δικαίωμα δημιουργίας συνδικάτου, δημιούργησαν ένα νέο μέτωπο εργαζομένων γνωστό ως Fight for $15.

Το αίτημα και οι αντιδράσεις εξαπλώθηκαν σε πολλές πολιτείες και απαντώντας οι νομοθέτες αύξησαν το βασικό μισθό σε περισσότερες από τις μισές πολιτείες των ΗΠΑ, καθιερώνοντας και τον κατώτατο.

Το δεκαετές κύμα διαμαρτυριών των εργαζομένων που ακολούθησε από το 2012 πέτυχε τη μεγαλύτερη νίκη του το 2018, όταν οι δάσκαλοι στα δημόσια σχολεία ξεκίνησαν μαζικές απεργίες για να ζητήσουν αυξήσεις, τις οποίες κέρδισαν σε δεκάδες πολιτείες.

Τον περασμένο Μάρτιο, η Βουλή ψήφισε το πιο «φιλοσυνδικαλιστικό» νομοσχέδιο των τελευταίων δεκαετιών-το νόμο για την προστασία του δικαιώματος στην οργάνωση-για την ενίσχυση της προστασίας της εργασίας, την επέκταση των δικαιωμάτων συλλογικής διαπραγμάτευσης, την επιβολή κυρώσεων στους εργοδότες που παραβιάζουν τους εργατικούς νόμους. Σαράντα χρόνια αφότου ο Ρόναλντ Ρέιγκαν συνέτριψε την απεργία των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας, προκαλώντας πλήγμα γενεών στα συνδικάτα της Αμερικής, οι εργαζόμενοι φαίνεται να εισέρχονται σε μια νέα, πιο ισχυρή εποχή διεκδικήσεων, αντανακλώντας την απόσταση που έχει διανύσει η χώρα από τότε που το κίνημα Occupy προσπάθησε να αφυπνίσει το 99%.

Αριστερή μετατόπιση των Δημοκρατών 

Αλλά ίσως ο πιο ισχυρός και διακριτός αντίκτυπος του Occupy Wall Street ήταν στην ίδια την πολιτική – ανοίγοντας το παράθυρο για αυτό που θεωρείται πολιτικά αποδεκτός λόγος και μετατοπίζοντας τους Αμερικανούς μερικά κλικ προς τα αριστερά. Πριν από το Occupy, στην Ουάσινγκτον δύσκολα κάποιος θα τολμούσε να επικρίνει την πλήρη διαφθορά του καπιταλισμού στην πολιτική: το ανήθικο χάσμα πλούτου, τους νόμους που σχεδιάζονται από τις εταιρείες, τους δισεκατομμυριούχους που φοροδιαφεύγουν και την περιστρεφόμενη πόρτα που διατηρεί το 1 %. Όλα άλλαξαν με και μετά το Occupy, το οποίο δήλωσε ότι η οικονομική αδικία και η ανισότητα ήταν σκόπιμα αποτελέσματα πολιτικών που διαμορφώθηκαν από την απληστία της Wall Street.

Το Occupy Wall Street έκανε αναμφισβήτητα περισσότερα μέσα σε έξι μήνες για να μετακινήσει την αμερικανική πολιτική προς τα αριστερά από ό, τι το Δημοκρατικό Κόμμα σε έξι δεκαετίες.

Έτσι μπόρεσαν να ακουστούν φωνές σαν του Bernie Sanders, τον οποίο και αποκάλεσαν «υποψήφιο του Occupy».  Κάποιοι φαντάζονταν ότι το κίνημα θα μετατρεπόταν σε πολιτική δύναμη. Αν και η μετάβαση αυτή δεν έγινε ποτέ, το Occupy πέτυχε κάτι άλλο. Σύμφωνα με τον ακτιβιστή Ro Khanna, «δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση μιας προοδευτικής πτέρυγας του Δημοκρατικού Κόμματος και μακροπρόθεσμα, η προοδευτική πτέρυγα είναι πιθανό να νικήσει».

Όταν ο Sanders μπήκε για πρώτη φορά στην εθνική πολιτική σκηνή το 2015, ήταν σε μεγάλο βαθμό χάρη σε μια ομάδα ακτιβιστών του Occupy που δημιούργησαν αξιοποιώντας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ένα viral κίνημα που ονομάζεται People for Bernie. Λειτουργώντας ανεξάρτητα από την εκστρατεία Sanders, η ομάδα δημιούργησε ένα οριζόντιο μοντέλο συμμετοχής των ψηφοφόρων, καλώντας εθελοντές σε όλες τις περιοχές να βοηθήσουν.

«Καταλάβαμε πώς να κινητοποιήσουμε το διαδίκτυο», δήλωσε ο Charles Lenchner, συνιδρυτής του People for Bernie. «Εμπιστευτήκαμε τους ανθρώπους και τους είπαμε να κάνουν αυτό που θεωρούν σωστό. Δώσαμε τα κλειδιά». Η τακτική προσέλκυσε εκατομμύρια υποστηρικτές καθώς ενδυνάμωσε τους ανθρώπους να γίνουν ενδιαφερόμενα μέρη που προωθούν το κίνημα. Η ομάδα τροφοδότησε την άνοδο του Sanders, ιδιαίτερα μεταξύ των Millennialsκι έφτασαν όλοι μαζί να οδηγήσουν τον σοσιαλιστή Sanders να διεκδικήσει άξια την ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος.

Σύμφωνα με τα λόγια του Maurice Mitchell, επικεφαλής του Working Families Party, «το Occupy άλλαξε την πολιτική κουλτούρα των ΗΠΑ», οδήγησε σε μια εποχή κατά την οποία «οι φιλελεύθεροι έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί και οι ριζοσπάστες έχουν εκλεγεί». Το Occupy ήταν σαν ένα μεγάλο κύμα να χτυπάει στην ακτή - και μια προειδοποίηση για ακόμη μεγαλύτερα κύματα που έρχονται. Το 99% πρέπει να προκαλέσει το επόμενο.

πηγη: https://tvxs.gr