Το ελληνικό παράρτημα της Διεθνούς Διαφάνειας, επικαλούμενο την πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν αλλά και τις μελέτες που διεξάγει η οργάνωση, εστιάζει στα φαινόμενα διαφθοράς στην Ελλάδα αλλά και την υπερσυγκέντρωση εξουσιών από την ελληνική κυβέρνηση.

Η ΕΥΠ και οι κακές νομοθετικές πρακτικές

Στην τοποθέτησή της, κάνει αναφορά στην ΕΥΠ, λέγοντας πως είχε ήδη λάβει αρνητική δημοσιότητα από την ημέρα που η παρούσα κυβέρνηση ανέλαβε καθήκοντα, καθώς αποφασίστηκε με τροπολογία η αλλαγή στα προσόντα που απαιτούνται για τον διορισμό του Διοικητή της «ώστε να διοριστεί πρόσωπο εμπιστοσύνης της Κυβέρνησης». Η Οργάνωση στέκεται στο γεγονός πως ακόμη και μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης των υποκλοπών, η κυβέρνηση αποφάσισε να διατηρήσει την τροπολογία που ψηφίστηκε τον Μάρτιο του 2021 με την οποία καταργήθηκε η υποχρεωτική ενημέρωση των παρακολουθούμενων μετά τη λήξη της παρακολούθησης, που ίσχυε ανελλιπώς από το 1994 ως σύμφωνη με τα οριζόμενα στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).

«Τα ανωτέρω αποτελούν όχι μόνο κακές νομοθετικές πρακτικές, επικριθείσες μεταξύ άλλων και στην πρόσφατη Έκθεση για το Κράτος Δικαίου, αλλά και εκ του προχείρου κυβερνητικές παρεμβάσεις σε έναν θεσμό του οποίου η ανεξάρτητη και εύρυθμη λειτουργία είναι καίριας σημασίας για τη διασφάλιση των ζωτικότερων εθνικών συμφερόντων», τονίζει η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάδας.

Έλλειψη ανεξαρτησίας της ΕΑΔ με κυβερνητική επιλογή

Σε άλλη σημείο της τοποθέτησής της, η Οργάνωση στέκεται στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ), την ίδρυση της οποίας είχε χαιρετίσει επί της αρχής το 2019. Επαναλαμβάνει όμως πως το γεγονός ότι το Συμβούλιο Διοίκησης και ο Διοικητής της επιλέγονται μόνο από την Κυβέρνηση συνιστά ουσιαστικά έλλειψη ανεξαρτησίας καθώς κατά την πρώτη λειτουργία της Αρχής, ο Διοικητής προτάθηκε απευθείας από τον Πρωθυπουργό και διορίσθηκε με απόφαση του ιδίου, ύστερα από έγκριση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Δυο χρόνια αργότερα, η θέση προκηρύχθηκε και διορίσθηκε εκ νέου ο πρώτος Διοικητής της ΕΑΔ.

Εστιάζοντας στη λειτουργία της ΕΑΔ, η Διεθνής Διαφάνεια συμπεραίνει πως δεν έχει αναδείξει σημαντικές υποθέσεις διαφθοράς τις οποίες να έχει διαλευκάνει, ενώ αναφερόμενη και στην πρόσφατη έρευνα που διενήργησε η Αρχή για την υπόθεση των υποκλοπών υπογραμμίζει πως σε υποθέσεις υψηλής πολιτικής στάθμης οι ενέργειες και τα πορίσματα των ερευνών της επικρίθηκαν ως αναποτελεσματικές τόσο από φορείς στο εσωτερικό της χώρας όσο και από ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορείς με σχετικές αρμοδιότητες.

Συμπερασματικά και αφού επισημαίνει μεταξύ άλλων πως από τις πρώτες ρυθμίσεις της κυβέρνησης ήταν η συγκέντρωση στο γραφείο του πρωθυπουργού του ελέγχου των κρατικών ΜΜΕ και της ΕΥΠ, καταλήγει πως η διαφθορά υπονομεύει τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου «προκαλώντας ένα φαύλο κύκλο όπου οι αδύναμοι θεσμοί καθίστανται αναποτελεσματικοί στην καταπολέμηση της διαφθοράς, με αναπόφευκτα επακόλουθα την κακοδιοίκηση, την έλλειψη λογοδοσίας, τις δομικές στρεβλώσεις και την εμπέδωση αντιλήψεων ανοχής στη διαφθορά. Η χώρα μας οφείλει να γυρίσει σελίδα και να οικοδομήσει ακέραιους θεσμούς, θωρακισμένους έναντι στην πάσης φύσεως διαφθορά».

Η «Διεθνής Διαφάνεια» είναι μια παγκόσμια οργάνωση με παραρτήματα σε περισσότερες από 120 χώρες, η οποία συνεργάζεται διαρκώς με την Κομισιόν πραγματοποιώντας έρευνες όπως o Δείκτης Αντίληψης Διαφθοράς αλλά και το Ευρωβαρόμετρο.
πηγη: https://tvxs.gr