Το πρόβλημα με το πόθεν έσχες του πρωθυπουργού, το οποίο σύμφωνα με αποκαλύψεις εξακολουθεί για τέταρτη χρονιά να είναι ψευδές, καθώς δεν συμπεριλαμβάνει εξωχώρια εταιρεία που, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία των Γαλλικών Αρχών, είναι συμφερόντων της συζύγου του, δεν είναι παρά η κορυφή ενός τεράστιου παγόβουνου που υποσκάπτει την Ελληνική Δημοκρατία.
Αν ζούσαμε σε χώρα στην οποία οι εγγυήσεις της Δημοκρατίας ήταν ανεξάρτητες από την κρατική εξουσία και λειτουργούσαν απρόσκοπτα υπέρ του δημόσιου συμφέροντος, τουλάχιστον δύο από αυτές, ο Τύπος και η Δικαιοσύνη, θα είχαν επιληφθεί και θα πρωτοστατούσαν σήμερα στην υπόθεση του καταγγελλόμενου ως σκανδάλου.

Πρώτα ο Τύπος, τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι, μπροστά σε μια τέτοια καταγγελία και σεβόμενοι την ερευνητική τους αποστολή και τον θεσμικό ρόλο αυτού που αποκαλύπτει και αναδεικνύει την είδηση προκειμένου να ενημερώσει έγκαιρα και έγκυρα, από καιρό θα είχαν ξεσηκωθεί.

Παίρνοντας θέση είτε υπέρ του πρωθυπουργού, εμφανίζοντας στοιχεία που αποδομούν τις καταγγελίες, είτε υπέρ των κατηγόρων του, παρουσιάζοντας αποδείξεις που αποκαλύπτουν το σκάνδαλο. Και σε κάθε περίπτωση, επιμένοντας καθημερινά για την καθαρτήρια παρέμβαση των ελεγκτικών μηχανισμών και της Δικαιοσύνης.

Η οποία, με τη σειρά της, αφού ερευνούσε την υπόθεση και τα στοιχεία, είτε θα αποκαθιστούσε τον πρωθυπουργό, απαλλάσσοντάς τον από τις βαριές κατηγορίες, είτε θα τον δίωκε σύμφωνα με το νόμο, στο ενδεχόμενο που οι σε βάρος του κατηγορίες αποδεικνύονταν βάσιμες.

Αυτά έχουν συμβεί κατ’ επανάληψη στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές Δημοκρατίες, με πρώτη την Γαλλική, η οποία σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις προέδρων της Δημοκρατίας, του Ζακ Σιράκ προ δεκαετίας και του Νικολά Σαρκοζί πρόσφατα, προχώρησε όχι μόνο στην ποινική δίωξη, αλλά και στην καταδίκη τους για διαφθορά. Αποδεικνύοντας ότι ουδείς βρίσκεται υπεράνω του νόμου. Ούτε ο ίδιος ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, ο οποίος εκπροσωπεί τη χώρα και εγγυάται τη νομιμότητα.

Δεν είναι η πρώτη φορά που πρωθυπουργός της Ελλάδας κατηγορείται για διαφθορά. Συνέβη κατ’ επανάληψη στο παρελθόν, με κορυφαία την υπόθεση του γνωστού και ως «βρώμικου ‘89». Τότε που ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, κατέλαβε την εξουσία με υπόσχεση την κάθαρση του δημόσιου βίου από το σκάνδαλο Κοσκωτά. Για το οποίο ο τότε δεξιός Τύπος κατηγορούσε επίμονα τον πολιτικό του αντίπαλο και προηγούμενο από αυτόν πρωθυπουργό, τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Ο Τύπος τότε, ως σύνολο, στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, αναδεικνύοντας και ενημερώνοντας είτε για το δίκιο των κατηγόρων, είτε και για την αθωότητα του Παπανδρέου.

Η υπόθεση έφτασε στο ειδικό δικαστήριο και ο πρώην πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, πλαισιωμένος από πρώην υπουργούς και στενούς του συνεργάτες, δικάστηκαν σε μια δίκη που θα μείνει στην ιστορία. Κατά την οποία ο αείμνηστος Μένιος Κουτσόγιωργας, στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί την αθωότητά του κατέρρευσε νεκρός μέσα στο δικαστήριο.
Δύσκολες και σκληρές εποχές. Όμως οι εγγυήσεις της Δημοκρατίας ήταν ακόμη ανεξάρτητες και λειτουργούσαν υπέρ της αποκάλυψης της αλήθειας. Μεταδίδοντας το μήνυμα ότι κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου και της Δικαιοσύνης.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου μετά από μια μακρά δίκη αθωώθηκε και ένα χρόνο μετά, το 1993, κέρδισε στις εκλογές τον κατήγορο και πολιτικό του αντίπαλο Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και ξανάγινε πρωθυπουργός. Για να πεθάνει λίγα χρόνια αργότερα.

Η υπόθεση Κοσκωτά την οποία αποκάλυψαν τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι της εποχής, είτε ήταν πραγματικό σκάνδαλο, είτε ήταν σκευωρία εναντίον του Ανδρέα Παπανδρέου, απέδειξε ότι η Δημοκρατία λειτουργούσε. Ο Τύπος, αν και διχασμένος, έκανε το χρέος του, αποκαλύπτοντας και ενημερώνοντας για τις δύο αλήθειες. Και η Δικαιοσύνη από την πλευρά της στάθηκε στο δικό της ύψος, δικάζοντας έναν πρωθυπουργό και αρκετούς υπουργούς της προηγούμενης κυβέρνησης και απονέμοντας δικαιοσύνη.
Αθωώνοντας μάλιστα τον πολιτικό αντίπαλο του τότε πρωθυπουργού, η Δικαιοσύνη απέδειξε την ανεξαρτησία της από την κυβέρνηση.

Ο ελληνικός λαός τέλος απέδωσε και πολιτικά δικαιοσύνη, καταψηφίζοντας στις αμέσως επόμενες εκλογές τον κατήγορο Μητσοτάκη και επανεκλέγοντας ως πρωθυπουργό τον αθωωθέντα Ανδρέα Παπανδρέου.

Σήμερα, με αφορμή την υπόθεση του κατηγορούμενου για ψευδές πόθεν έσχες πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, οι ρόλοι ανατρέπονται. Ο γιός του τότε κατήγορου, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, βρίσκεται στη θέση του κατηγορούμενου από μια εφημερίδα, το Documento, τον εκδότη της, τον δημοσιογράφο Κώστα Βαξεβάνη και την αξιωματική αντιπολίτευση, τον ΣΥΡΙΖΑ.
Εδώ τελειώνουν οι ομοιότητες και οι αντιστοιχίες. Γιατί τίποτε σήμερα δεν θυμίζει την ανεξάρτητη λειτουργία των εγγυήσεων της Δημοκρατίας εκείνης της εποχής.

Τα ΜΜΕ εν χορώ υμνούν καθημερινά την κυβέρνηση της ΝΔ και δοξάζουν τον πρωθυπουργό, ασχολούμενα με τα μπάνια και τις εκδρομές του, σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Ούτε ένα από τα λεγόμενα συστημικά μέσα δεν ασχολήθηκε με την καταγγελλόμενη υπόθεση. Ούτε καν παίρνοντας το μέρος του πρωθυπουργού και υποστηρίζοντας ότι το ιδιωτικό έγγραφο που επικαλέστηκε για να αποδείξει την αθωότητά του είναι έγκυρο αποδεικτικό στοιχείο.

Πλήρης σιγή. Απόλυτη συγκάλυψη.

Σε αντίθεση με τον ορυμαγδό που σήκωσαν όλα τα ΜΜΕ λίγους μήνες πριν, όταν ένας δημοσιογράφος μιας φιλοκυβερνητικής εφημερίδας αποκάλυψε μια ψευδή, όπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, είδηση. Ότι δήθεν ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε αγοράσει βίλα στην παραλία του Σουνίου και μάλιστα με προνομιακούς όρους. Σύμπασα η χώρα ενημερώθηκε για το «σκάνδαλο», συζητήσεις επί συζητήσεων για βδομάδες έγιναν για τη δήθεν βίλα Τσίπρα, εκθέτοντας τον πρώην πρωθυπουργό.
Ελάχιστοι όμως έμαθαν ότι ο Τσίπρας προσκόμισε συντριπτικά στοιχεία που διαψεύδουν τις κατηγορίες. Καθώς το ενοικιαστήριο συμβόλαιο που ο Τσίπρας παρουσίασε αποδεικνύει ότι το σπίτι είναι νοικιασμένο και όχι αγορασμένο από τον ίδιο, όπως κατηγορήθηκε.

Ο συκοφάντης δημοσιογράφος σήμερα αντιμετωπίζει τις συνέπειες του νόμου για την απαράδεκτη πράξη του. Αλλά ποιος το γνωρίζει;

Τα ίδια ακριβώς συνέβησαν και προχτές, όταν η ΝΔ σε μια επικοινωνιακή κίνηση αντιπερισπασμού και απόπειρας συμψηφισμού του σκανδάλου με το πόθεν έσχες του πρωθυπουργού, παρουσίασε το πόθεν έσχες του Παύλου Πολάκη σαν δήθεν ψευδές. Ο Πολάκης αυθημερόν δημοσίευσε το πόθεν έσχες του και στοιχεία που διαψεύδουν κατηγορηματικά τους συκοφάντες του. Ο τύπος ασχολήθηκε με το άμεσα διαψευσθέν «σκάνδαλο» του πόθεν έσχες του Πολάκη, αλλά δεν ασχολήθηκε ποτέ με το πόθεν έσχες του Κυριάκου Μητσοτάκη, που «σέρνεται» αναπάντητο εδώ και βδομάδες.

Τα ΜΜΕ τηρούν σιγή ασυρμάτου γιατί ο κατηγορούμενος για παράβαση των νόμων δεν είναι ο Αλέξης Τσίπρας ή ο Παύλος Πολάκης, αλλά ο πρωθυπουργός. Τον οποίον καλύπτουν απροκάλυπτα.

Και βέβαια, εν μέσω πλήρους επικοινωνιακής σιγής για ένα σκάνδαλο που σε άλλο κράτος θα είχε ξεσηκώσει το σύμπαν, η Δικαιοσύνη είναι κι αυτή με τη σειρά της απούσα.

Το γεγονός ότι δύο κορυφαίες εγγυήσεις της Δημοκρατίας σήμερα δεν στέκονται στο ύψος των περιστάσεων δεν είναι απλώς ένα πρόβλημα πολιτικό. Είναι κάτι πολύ σοβαρότερο.

Είναι πρόβλημα θεσμών. Είναι πρόβλημα Δημοκρατίας.

Γιατί η παθογένεια της υπολειτουργίας των θεσμών της Δημοκρατίας είναι η μητέρα όλων των προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας. Από την φτώχεια, την ύφεση και την ανεργία, μέχρι την ανεπαρκή διαχείριση της πανδημίας, την κατάρρευση του κοινωνικού κράτους, τις κοινωνικές αδικίες, την παιδεία, τα εργασιακά δικαιώματα, το περιβάλλον, τον πολιτισμό…

Η ιστορία έχει δείξει ότι όσοι αποπειράθηκαν να στραγγαλίσουν τη Δημοκρατία, όσο ισχυροί κι αν ήταν, το πλήρωσαν πολύ ακριβά. Γιατί ο λαός, που είναι ο υπέρτατος κριτής στις δημοκρατίες, κάποτε ξυπνά…

πηγη: https://tvxs.gr