Ήρθε λοιπόν στην Ελλάδα ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ για να παραστεί στο Φόρουμ των Δελφών. Συναντήθηκε θεσμικά με τον Μητσοτάκη, αλλά παρέκαμψε τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ (που ηγείται της αξιωματικής αντιπολίτευσης και συμμετέχει στο Ευρωσοσιαλιστικό κόμμα ως παρατηρητής). Ο Σάντσεθ δεν παρέλειψε να δει τη Φώφη Γεννηματά, γιατί, όπως δήλωσε, πολιτική του οικογένεια στην Ελλάδα είναι το ΚΙΝΑΛ.

Προτείνω να μην μελαγχολήσουμε. Άλλοι θα πρέπει να μελαγχολήσουν, αν τύχει να διαβάσουν το άρθρο του έγκριτου κριτικού και δημοσιογράφου Τζον Χάρις, που δημοσιεύθηκε την περασμένη Κυριακή στον Γκάρντιαν*.

 

Διαβάζοντας αυτό το άρθρο θα μάθουν τα χαμπέρια απ’ το Μπέρμιγχαμ, μια μεγάλη πόλη της Βρετανίας, στην ευρύτερη περιοχή της οποίας ζουν πάνω από 3 εκατομμύρια άνθρωποι. Ποια είναι τα νέα; Ότι στους δρόμους του Μπέρμιγχαμ πληθαίνουν τα άδεια κτίρια, ενώ σε μερικές συνοικίες του η παιδική (ναι, παιδική) φτώχεια αγγίζει το 50%. Παρά την αδειοσύνη και το κοινωνικό έρεβος, οι συντηρητικοί Τόρις κερδίζουν τους Εργατικούς, όπως συμβαίνει γενικότερα στην Ευρώπη με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. «Αυτή είναι ξεκάθαρα μια συνθήκη που χαρακτηρίζει την εποχή», σημειώνει ο αρθρογράφος.

Συνεχίζοντας παρακάτω, επισημαίνει ότι ενώ οι συντηρητικοί έχουν πάντα τη στήριξη του τύπου και των δυνάμεων της αγοράς, το Εργατικό Κόμμα πρέπει να βρίσκει κάθε φορά (ή να φτιάχνει) τα δικά του πολιτικά ερείσματα. Μέχρι κάποιο σημείο τα κατάφερνε, λόγω της μεγάλης τρεϊντγιουνιονιστικής παράδοσης στη Βρετανία. Τώρα όμως βρίσκεται σε δεινή θέση, γιατί το ακροατήριό του στα εργοστάσια και τα ορυχεία έχει συρρικνωθεί, όπως άλλωστε και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις. Πολλοί παραδοσιακοί ψηφοφόροι των Εργατικών έχουν ήδη μετακινηθεί προς τα δεξιά, αλλά αυτό, λέει ο Χάρις, δεν είναι το χειρότερο. Το χειρότερο είναι ότι οι νέοι, παρά τις αδικίες και τις διακρίσεις που υφίστανται, παραμένουν αποκομμένοι απ’ την πολιτική. 

Εδώ βέβαια είναι Ελλάδα, δεν είναι Βρετανία. Το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δημιουργήθηκαν στη μήτρα ενός οργανωμένου εργατικού κινήματος (όπως το Εργατικό Κόμμα), αλλά στη γλυστερή επιφάνεια ενός ρευστού μωσαϊκού που λέγεται «μικρομεσαίοι». Επομένως, το ζήτημα που μας αφορά περισσότερο δεν είναι η μειωμένη επιρροή της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς στους βιομηχανικούς εργάτες. Το πρόβλημα που έχει σχέση με ό,τι συμβαίνει στη Βρετανία και αλλού είναι οι νέοι. Ή μάλλον, όπως θα έλεγε ο Μάνος Χατζιδάκις, οι νέοι και το αυγό.

Στην Ελλάδα, η νεολαία (τόσο η στρατευμένη όσο και η «αδέσποτη») υπήρξε καταλύτης πολιτικών εξελίξεων και πριν και μετά τη μεταπολίτευση. Όχι γιατί ψήφιζε κατά προτίμησιν αριστερά κόμματα, αλλά γιατί αυτό το «buzz» που έβγαζε ο μεταβολισμός της μπορούσε να επικαλύπτει τον κυρίαρχο λόγο και να δημιουργεί ένα κλίμα αμφισβήτησης, που σιγά-σιγά μεταφερόταν σε όλη την κοινωνία. Για να μην επαναλαμβάνω τα «επικά» (Πολυτεχνείο κλπ.), θυμίζω κάτι που ίσως έχει ξεχαστεί: Εάν καταργήθηκε ο θεσμός της βασιλείας με το δημοψήφισμα του 1974, αυτό οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στην κινητοποίηση της νεολαίας, που έκανε τότε μια μεγαλειώδη έξοδο στην επαρχία και τις αγροτικές περιοχές. Κάτι ανάλογο συνέβη, με άλλους όρους και τρόπους, στο δημοψήφισμα του 2015.

Σήμερα, ο πολιτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ, άσε πια του ΚΙΝΑΛ, δεν κινητοποιεί τους νέους. «Δεν αρέσουμε πρόεδρε», όπως είχε πει η αείμνηστη Μελίνα. Η επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ και της Κεντροαριστεράς στους φοιτητές είναι μηδαμινή, για να μη μιλήσουμε για τους εργαζόμενους νέους, όπου το ΚΚΕ έχει το μονοπώλιο. Πέρα από τις διαπιστώσεις, εκκρεμεί όμως ένα θέμα ουσίας.

Ανάμεσα στις ασυναρτησίες που είπε πρόσφατα ο σύμβουλος του πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης, υπάρχει και κάτι που έχει ενδιαφέρον. Για διδακτορικό, όπως εξήγησε, πάνε αυτοί που δεν έχουν όρεξη για δουλειά, οι τεμπέληδες. Βέβαια, ο κύριος αυτός άλλο είδε κι άλλο κατάλαβε. Το πραγματικό γεγονός είναι ότι οι νέοι δεν βάζουν πάντοτε σε πρώτη προτεραιότητα τις βιοτικές τους ανάγκες, αλλά αυτό που τους συγκινεί ή τους κεντρίζει το ενδιαφέρον. Ο ονειροπόλος πτυχιούχος θα προτιμήσει λοιπόν να λιμοκτονήσει, βγάζοντας τα απαραίτητα απ’ το ντιλίβερι, παρά να παρατήσει το μεταπτυχιακό ή το διδακτορικό που έχει αρχίσει. Αυτό υπαγορεύει η αυτοεκτίμηση κι η αθωότητά του, και αυτό κάνει χωρίς αμφιταλάντευση.

Δεν πρόκειται μόνο για τους «σπουδαγμένους». Τα εργατάκια της ναυπηγοεπισκευαστικής θα τη βγάλουν σπαρτιάτικα, για να αγοράσουνε τρίτο χέρι μια μηχανή. Στο τιμόνι της, αισθάνονται Easy Riders και απολαμβάνουν μια ελευθερία, που δεν τη βρίσκουν πουθενά αλλού. Άσε πια την ηδονή του μαστορέματος, όταν με τις πατέντες που σκαρφίζονται προσπαθούν να μεταμορφώσουν το αποσυρμένο μοντέλο που απέκτησαν σε αγωνιστική μοτοσικλέτα.

Όποιος δεν έχει καταλάβει αυτά τα στοιχειώδη, δεν έχει καταλάβει τίποτα: Στους νέους, κουμάντο κάνει το όνειρο, όχι το στομάχι.

Δεν λέω, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να ανταποκριθεί. Με τις συγχωνεύσεις, σώθηκαν τα ΤΕΙ από βέβαιη κατάρρευση και αναβαθμίστηκαν τα πτυχία που δίνουν τα Τμήματά τους, χωρίς να επηρεαστούν ούτε κατά κεραίαν τα Πανεπιστήμια. Αλλά δεν είμαι βέβαιος ότι οι φοιτητές κατάλαβαν τι συνέβη (γιατί θα είχαμε ακούσει το «ευχαριστώ»). Θεμελιώθηκε το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας, το γνωστό ΕΛΙΔΕΚ, για να χρηματοδοτηθούν επαρκώς οι ελληνικές ερευνητικές ομάδες και να αποτραπεί η μαζική έξοδος νέων επιστημόνων στο εξωτερικό. Αλλά, δυστυχώς, από πολύ νωρίς το εγχείρημα στράβωσε. Το Ίδρυμα κατέληξε πιο συστημικό των συστημικών, χρηματοδοτώντας ήδη καλά χρηματοδοτημένες ομάδες και όχι τη «βάση» του ερευνητικού-εκπαιδευτικού οικοσυστήματος. Έτσι διαμορφώθηκε μια ακόμα ελίτ, που δεν έχει καμία σχέση με το «όλον» της κοινότητας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα αφαιρέσει τώρα και το τελευταίο φύλλο συκής από το ΕΛΙΔΕΚ, δηλαδή τη σχετική αυτοτέλειά του, για να επιστρέψουμε σε πιο δοκιμασμένες μεθόδους διανομής ερευνητικών κονδυλίων, που τις γνωρίζουμε τόσο καλά από το παρελθόν.

Η προηγούμενη κυβέρνηση προσπάθησε επίσης να στηρίξει τους νέους με άλλους τρόπους, ιδιαίτερα δε τους άνεργους. Αλλά είπαμε: Δεν φτάνει μόνο το ψωμί (που, ακόμα κι αυτό, δεν μπορούσε να το εξασφαλίσει ο ΣΥΡΙΖΑ υπό συνθήκες μνημονίου).

Τι τα θέλετε. Οι νέοι χρειάζονται χώρο και μέσα για να ξεδιπλώσουν τη φαντασία τους και να σκηνοθετήσουν τη ζωή τους. Τέτοιος χώρος δεν δημιουργήθηκε στην περίοδο 2015-2019, κι είναι κρίμα, γιατί υπήρχαν και οι προθέσεις και οι δυνατότητες. Ο τόπος τα καλοκαίρια θα έπρεπε να θυμίζει πολύβουο μελίσσι, με τους φοιτητές να πηγαινοέρχονται στα νησιά για να παρακολουθήσουν θερινά σχολεία και τους εργαζόμενους να χρησιμοποιούν τον όποιο ελεύθερο χρόνο τους για να δουν μια παράσταση της προκοπής -αντί να μετατρέπονται σε γκαρσόνια ευκαιρίας, που δουλεύουν ακόμα κι όταν έχουν άδεια.

Ξεφεύγουμε όμως. Όπως επισημαίνει το άρθρο του Γκάρντιαν, το πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η Αριστερά (όπως κι αν την ορίσει κανείς) δεν πρόκειται να επιλυθεί με αναδιατάξεις, αναδιατυπώσεις των ήδη χιλιοειπωμένων και διάφορα τελετουργικά. Ο πολιτικός της λόγος πρέπει να επαναθεμελιωθεί, με βάση τα ζητούμενα της πραγματικής ζωής και τα δεδομένα της καθημερινότητας. Υπάρχει κάποια προγραμματική πρωτοβουλία ή, έστω, κάποια κινητικότητα προς μια τέτοια κατεύθυνση στην Ελλάδα; Ειλικρινά, εμείς που δουλεύουμε σ’ έναν χώρο με χιλιάδες φοιτητές και εργαζόμενους δεν το βλέπουμε.

Κακά τα ψέματα. Η ενεργοποίηση της κοινωνίας δεν γίνεται ούτε με PowerPoint, ούτε καλλιεργώντας μια αδιαφοροποίητη «φασαρία», όπως κάνει το ΚΚΕ. Γίνεται με πραγματικό διάλογο και μέσω διαδοχικών προσεγγίσεων, που καθιστούν το συλλογικό μας όραμα ολοένα πιο συγκεκριμένο. Όπως έχουμε ξαναπεί, μετά τις αλλεπάλληλες κρίσεις, μόνο το όραμα μιας συνολικότερης ανοικοδόμησης μπορεί να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στην πολιτική και την κοινωνία. Αλλά αυτό υπερβαίνει το αφήγημα της «παραγωγικής ανασυγκρότησης» που προβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ από παλαιότερα, γιατί προϋποθέτει το αδιανόητο: Όλα τα λεφτά στο κράτος προνοίας, τον πολιτισμό, την παιδεία και όλες οι εξουσίες στους αθώους και τους οραματιστές!

Δεν πρόκειται για σχήμα λόγου· κυριολεκτώ. Η ανοικοδόμηση δεν είναι ένα τεχνικό ζήτημα στο πλαίσιο του «Green talk» ή των «έξυπνων επενδύσεων». Και πάντως δεν εξυπηρετείται από στεγνούς και στυγνούς τεχνοκράτες, αλλά από εμπνευσμένους πολιτικούς που πιστεύουν βαθιά στις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας.

*Βλέπε the guardian.com/commentisfree/2021/may/09/labour-crisis-politics-people-work-left.

πηγη: https://tvxs.gr