Αν το μνημείο βρίσκεται κοντά σε έναν αρχαίο δήμο για τον οποίο γνωρίζουμε ελάχιστα, όπως ο δήμος Αραφήνος (η Ραφήνα, δηλαδή), μπορεί να φέρει στο φως πολύτιμα στοιχεία που πιθανώς σχετίζονται με αυτόν.

Κι αν συνδέεται και με άλλα σημαντικά ευρήματα, όπως μια ενεπίγραφη λεκάνη ελαιοτριβείου –μοναδική ως προς την επιγραφή της–, μπορεί να δώσει πληροφορίες που ίσως αλλάξουν απόψεις και πεποιθήσεις σχετικά με την αγροτική ζωή της ύστερης αρχαιότητας.

To ΑΠΕ – ΜΠΕ επισκέφθηκε τον αρχαιολογικό χώρο του Ρωμαϊκού Βαλανείου στη Ραφήνα –όπου από το 2013 διεξάγεται συστηματική ανασκαφική έρευνα στο πλαίσιο προγράμματος συνεργασίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής (ΕφΑΑνΑτ)– και μίλησε με τους ανασκαφείς του χώρου.

«Βρισκόμαστε στο Δήμο Ραφήνας – Πικερμίου, κάπου ανάμεσα στη Διασταύρωση και στο γνωστό λιμάνι της Ραφήνας. Σε αυτόν εδώ τον χώρο, που όλοι τον ξέρουν ως Ρωμαϊκό Βαλανείο της Ραφήνας, τη δεκαετία του ΄70, τον περασμένο αιώνα δηλαδή, με αφορμή έργα της τότε κοινότητας Ραφήνας, βρέθηκαν τυχαία λείψανα ενός αρχαίου οικοδομικού συγκροτήματος. Η Αρχαιολογική Υπηρεσία, που θεώρησε υποχρέωσή της να το διερευνήσει, αποκάλυψε ένα σύμπλεγμα δωματίων καταρχήν λουτρικού χαρακτήρα και στη συνέχεια φρόντισε να απαλλοτριώσει τον χώρο. Όμως, μετά από 45 χρόνια, ο χώρος αυτός έμενε αταύτιστος και παρόλο που το μνημείο ήταν ιστάμενο και καθαριζόταν, βρισκόταν σε κίνδυνο ως προς την περαιτέρω διατήρησή του. Έτσι, το 2012 η τότε Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων της Αττικής αποφάσισε να συνεργαστεί με το Πανεπιστήμιο Αθηνών και με τον συνάδελφο αρχαιολόγο, επίκουρο καθηγητή της Ρωμαϊκής Αρχαιολογίας, Στυλιανό Κατάκη. Από το 2013, λοιπόν, βρίσκεται σε εξέλιξη ένα πρόγραμμα συστηματικής ανασκαφικής έρευνας, στο πλαίσιο της συνεργασίας των δύο φορέων, με σκοπό να δούμε ποιος είναι ο χαρακτήρας του μνημείου και αν σχετίζεται, τόσο το ίδιο όσο και ο περιβάλλων χώρος του, με τον αρχαίο δήμο Αραφήνος, από τα λίγα ονόματα δήμων που διατηρούνται στις μέρες μας σχεδόν χωρίς παραφθορά» αναφέρει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο δρ Βαγγέλης Νικολόπουλος, προϊστάμενος Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και Μουσείων της ΕφΑΑνΑτ, συνδιευθυντής της ανασκαφής.

«Ο κεντρικός χώρος είναι ένα ρωμαϊκό βαλανείο (λουτρό), ένα από τα πολλά που έχουν βρεθεί σε ολόκληρο τον μεσογειακό χώρο. Τα λουτρά αποτελούσαν βασικό στοιχείο για τον πολιτισμό της εποχής, όχι μόνο για την καθαρότητα του σώματος αλλά και γιατί αποτελούσαν προσφιλή τόπο κοινωνικών συναναστροφών. Ήταν όμως και πολυδάπανα έργα, γιατί απαιτούσαν νερό και πολύ καύσιμη ύλη για τη θέρμανση των δαπέδων και των τοίχων. Στην πρώτη φάση του, τον 2ο αιώνα μ.Χ., το Ρωμαϊκό Βαλανείο της Ραφήνας ήταν αρκετά μεγάλο –ακόμα δεν γνωρίζουμε τα όριά του–, ενώ από τον 3ο αιώνα και μετά περιορίζεται. Έχουμε ξεχωρίσει τρεις οικοδομικές φάσεις, μάλιστα τον 3ο αιώνα και μετά το κτίριο φαίνεται ότι ήταν αρκετά πολυτελές, όπως δείχνουν τα υπολείμματα ψηφιδωτού και οι ορθομαρμαρώσεις που έχουμε βρει σε κάποια σημεία, όμως ήταν αρκετά περιορισμένο σε έκταση» σημειώνει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο δρ Στυλιανός Κατάκης, επίκουρος καθηγητής Ρωμαϊκής Αρχαιολογίας στο ΕΚΠΑ, συνδιευθυντής της ανασκαφής.

«Κλαυδία Νικαγόρα εισήγαγον»

Δίπλα στο μνημείο, από το 1974 είχε διαφανεί, σε δοκιμαστική τομή, η άνω επιφάνεια λεκάνης ελαιοτριβείου από ασβεστόλιθο, διαμέτρου 1,68 μ. Η λεκάνη αποτελεί κοινό σκεύος στη διαδικασία επεξεργασίας του ελαιοκάρπου από τα Κλασικά ως τα Νεότερα Χρόνια, «μάλιστα ο τρόπος κατεργασίας δεν είχε αλλάξει ως και πριν από περίπου 50 χρόνια», όπως μας πληροφορεί ο καθηγητής.

Το 2014, όμως, ήρθε στο φως κάτι που το έκανε μοναδικό.

Μια επιγραφή χαραγμένη στη λεκάνη σύνθλιψης του ελαιοκάρπου η οποία αναγράφει τα εξής:

Κλ(αυδία) Νικαγόρα
Μ(άρκου) Ἰουν(ίου) Μνα-
σέου γυνὴ εἰσήγαγον.
Αὐρ(ήλιος) Ἀριστό-
νεικος ἐποίει
ἄρχ(οντι) Διονυσίω

«Είναι μια πολύ σημαντική επιγραφή για την όλη ερμηνεία του χώρου, που μας δείχνει ποιος ή καλύτερα ποια έφερε αυτή τη λεκάνη στο ελαιουργείο. Πρόκειται για την Κλαυδία Νικαγόρα η οποία, σύμφωνα με την επιγραφή, «εισήγαγε» τη λεκάνη. Το όνομά της δεν το γνωρίζουμε από άλλες πηγές, ξέρουμε όμως τον σύζυγό της: ο Μάρκος Ιούνιος Μνασέας, που επίσης αναφέρεται στην επιγραφή, ήταν ταμίας του Κοινού των Αμφικτυόνων στους Δελφούς, το 212 μ.Χ., στοιχείο που μας δίνει μια σαφή χρονολόγηση. Επίσης, όλοι οι αναφερόμενοι στην επιγραφή, ακόμα και ο τεχνίτης της λεκάνης, φέρουν ρωμαϊκά ονόματα, είναι δηλαδή ρωμαίοι πολίτες –από όπου διατηρήθηκαν λέξεις όπως Ρωμιοί και ρωμιοσύνη–, όπως συνέβη σε όλους τους κατοίκους της αυτοκρατορίας μετά το διάταγμα του Καρακάλλα του 212 μ.Χ., γεγονός που παραπέμπει λίγο μετά από τη συγκεκριμένη χρονολογία. Επίσης, η επιγραφή δείχνει ότι ο χώρος στον οποίο βρισκόμαστε δεν ήταν ιδιωτικός, αλλά δημόσιος, κάτι που εξηγεί πολλά πράγματα όσον αφορά την περιοχή» επισημαίνει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο κ. Κατάκης.

Πόσο συνηθισμένο, όμως, ήταν για μια γυναίκα εκείνη την εποχή να κάνει μια τέτοια δωρεά;

«Η επιγραφή μάς αποδεικνύει ότι μια γυναίκα της περιόδου εκείνης θα μπορούσε να έχει αρκετή δύναμη και πλούτο, ακόμα και μεγάλη έγγειο ιδιοκτησία, όπως ξέρουμε και από άλλες επιγραφές με κατάλογους γαιοκτημόνων της Αττικής, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και γυναίκες» μας απαντά.

Ένα αινιγματικό κτίριο

Από τα πιο αινιγματικά σημεία της ανασκαφής είναι ένα πολύ μεγάλο οικοδόμημα, 46Χ21 μέτρων περίπου, το οποίο πιάνει όλο το βορειοανατολικό τμήμα του χώρου.

«Παλαιότερα το είχαν ερμηνεύσει ως παλαιοχριστιανική βασιλική, τα πρώτα όμως στοιχεία δείχνουν ότι μάλλον κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει» επισημαίνει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο καθηγητής, που κλείνει τη σύντομη περιήγησή μας στο χώρο με μια στάση στον κεραμικό κλίβανο, ο οποίος ανακαλύφθηκε το 2015 σε αρκετά καλή κατάσταση.

«Είναι ο δεύτερος κλίβανος που βρέθηκε στον χώρο. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με το ελαιοτριβείο και τους ληνούς, τα πατητήρια δηλαδή που έχουμε αποκαλύψει, δείχνουν ότι πρόκειται για μια αγροτοβιοτεχνική εγκατάσταση της ύστερης αρχαιότητας, που φτάνει ως τον 6ο αιώνα μ.Χ. περίπου. Πρόκειται δηλαδή για έναν χώρο κατεργασίας προϊόντων της περιοχής, τα οποία αποθηκεύονταν στο μεγάλο αυτό κτίριο, όπως πιθανολογώ. Είναι όμως ακόμη νωρίς για να είμαστε βέβαιοι για τη χρήση του οικοδομήματος» εξηγεί στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο κ. Κατάκης.

Η ανασκαφή έχει μια ακόμα σημαντική παράμετρο: το διδακτικό χαρακτήρα της, εφόσον πρόκειται για πανεπιστημιακή ανασκαφή, στην οποία έχουν συμμετάσχει, από το 2013 που ξεκίνησε, δεκάδες φοιτητές και φοιτήτριες.

«Κάθε Σεπτέμβριο έρχεται ένας μεγάλος αριθμός φοιτητών, γύρω στα 40 με 50 άτομα, σε δύο ανασκαφικές περιόδους. Μόνο φέτος, λόγω των γνωστών καταστάσεων, μπορέσαμε έστω και σε περιορισμένη κλίμακα, με 10 φοιτητές περίπου, να συνεχίσουμε την έρευνά μας» διευκρινίζει ο κ. Κατάκης.

Μια έρευνα που βρίσκεται στη δεύτερη πενταετία ενός εγκεκριμένου ερευνητικού προγράμματος, «το οποίο έχει ακόμα μέλλον για να ολοκληρωθεί», όπως τονίζει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο κ. Νικολόπουλος, ο οποίος δεν παραλείπει να ευχαριστήσει «τις διευθύντριες της Εφορείας Αρχαιοτήτων που διαδοχικά στήριξαν αυτή την προσπάθεια, τις κυρίες Ελένη Μπάνου, Αναστασία Λαζαρίδου και Ελένη Ανδρίκου, όπως επίσης το δήμαρχο Ραφήνας – Πικερμίου, Ευάγγελο Μπουρνού, και τον Οργανισμό Λιμένος Ραφήνας, γιατί μας στήριξαν σε πρακτικά και ουσιαστικά ζητήματα της ανασκαφής και ελπίζουμε όλοι να συμβάλουν, ώστε στο άμεσο μέλλον αυτός ο χώρος να γίνει επισκέψιμος, να αναδειχθεί, να συντηρηθεί και να προστατευθεί».

(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)