Οι ψηφιακοί νομάδες αποτελούν για πολλούς μια «επανάσταση» στο εργασιακό τοπίο. Θεωρείται ότι ο ψηφιακός νομαδισμός παρέχει μια «ελευθερία» και μια «ευελιξία», όντας παράλληλα ένα αναδυόμενο πεδίο έρευνας.

Ποια είναι όμως τα χαρακτηριστικά τους και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν, τόσο οι ίδιοι, όσο και οι επιχειρήσεις; Μήπως πρόκειται για μια προσαρμογή της εργασίας σε συνθήκες νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης;

Σε αυτά τα ερωτήματα προσπαθεί μεταξύ άλλων να απαντήσει η εργασία «Το φαινόμενο των ψηφιακών νομάδων: Διεθνείς τάσεις & προκλήσεις για την εργασία», της Σοφίας Κατράνα (ΜΒΑ Ψηφιακό Επιχειρείν, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής), που δημοσιεύθηκε στο Ινστιτούτο Αναλύσεων ΕΝΑ.

Το προφίλ του ψηφιακού νομάδα

Το φαινόμενο είναι σχετικά πρόσφατο, ωστόσο ήδη υπάρχουν μελέτες και έρευνες που προσπαθούν να το ερμηνεύσουν.

Όπως περιγράφεται στην δημοσίευση, τρεις είναι οι παράγοντες που ευνόησαν τον ψηφιακό νομαδισμό, σύμφωνα με τον Orel (2019): η ρευστότητα της εργασίας (fluidity of work), η ελαστικοποίηση του χώρου εργασίας (flexibilisation of the workspace) και η αναζήτηση ισορροπίας ανάμεσα στη δουλειά και τον ελεύθερο χρόνο (work-leisure balance).

Διαβάστε επίσης: «Στοιχειωμένα» χωριά στην Ισπανία ξαναζωντανεύουν από... ψηφιακούς νομάδες

Ειδικότερα, όπως αναφέρεται, ο υψηλός ανταγωνισμός της αγοράς απαιτούσε την ανάπτυξη σύνθετων προϊόντων και υπηρεσιών σε όλο και μικρότερο χρονικό διάστημα. Οι υπηρεσίες χρειάζονταν ένα ευέλικτο προσωπικό, έτσι ώστε να το προσαρμόζουν ανάλογα με τις ανάγκες τους. Αυτό όμως έκανε το μέλλον να μοιάζει αβέβαιο για ένα μέρος του εργατικού δυναμικού, ενώ ορισμένοι επέλεξαν εκούσια αυτήν ακριβώς την ευελιξία.

«Επρόκειτο για άτομα με προσόντα και εξειδίκευση, που δούλευαν ως εξωτερικοί συνεργάτες, κυρίως στους τομείς των επιστημών, των νέων τεχνολογιών, της εκπαίδευσης και του πολιτισμού (Orel, 2019). Με τη χρήση δε της τεχνολογίας αυτά τα άτομα μπορούσαν να δουλέψουν “οπουδήποτε και οποτεδήποτε”, ακόμη και από το σπίτι τους. Καθώς όμως η δουλειά από το σπίτι, είχε συγκεκριμένες δυσκολίες (π.χ. έλλειψη κοινωνικών επαφών ή υποδομών), σύντομα άρχισαν να ψάχνουν για εναλλακτικούς χώρους», γράφει η κ. Κατράνα.

Ένας τέτοιος ήταν οι συνεργατικοί χώροι. Σκοπός τους ήταν να παράσχουν κάτι μεταξύ γραφείου και καφετέριας. Έτσι, οι ψηφιακοί νομάδες άρχισαν να ταξιδεύουν και να αλλάζουν τόπο διαμονής, ψάχνοντας παράλληλα για νέες δραστηριότητες και γνωρίζοντας νέα άτομα.

Σύμφωνα με έρευνα της Reichenberger (2018), η οποία μίλησε σε 22 τέτοιους εργαζόμενους, αυτό που είχε μεγαλύτερη σημασία γι’ αυτούς ήταν «η ελευθερία να μπορεί να δουλέψει κάποιος από οπουδήποτε». Σημειώνεται πως τα ταξίδια δεν είναι προϋπόθεση του φαινομένου, αλλά μάλλον συνέπεια. Για να χαρακτηριστεί κάποιος ψηφιακός νομάς, αρκεί να μπορεί να δουλεύει ανεξαρτήτως τοποθεσίας.

Ένα ακόμη σημαντικό κίνητρο πάντως αποτελούσε και το γεγονός πως μπορούσαν να γνωρίσουν διαφορετικές κουλτούρες, τρόπους ζωής και αξίες, πέρα από τον δυτικό. «Το να μπορείς να δουλέψεις όπου θέλεις και να κάνεις αυτό που θέλεις, είχε ως αποτέλεσμα μία ολιστική μορφή ελευθερίας, που ωφελούσε περαιτέρω την παραγωγικότητα, τη δημιουργικότητα και αυτοβελτίωση», επισημαίνει η Σοφία Κατράνα.

Πέρα από τα παραπάνω, όπως αναφέρεται σε σχετική έρευνα του Schlagwein (2018), ένας ακόμη σημαντικός λόγος για να γίνει κάποιος ψηφιακός νομάς, ήταν και «η ανάγκη του “ανήκειν” σε μία κοινότητα με ανθρώπους που τους ενδιαφέρουν και τους απασχολούν τα ίδια πράγματα».

Φυσικά υπήρχαν και προβλήματα, ειδικά για όσους έκαναν τα πρώτα του βήματα σε αυτό τον τρόπο ζωής. Υπήρχε άγχος για το εάν «θα τα έβγαζαν πέρα» με τις απολαβές τους, ενώ πολλές φορές ο ελεύθερος χρόνος θυσιαζόταν για χάρη της δουλειάς. Έτσι, η επίτευξη ισορροπίας ήταν τρομερά σημαντική, και προκαλούσε δυσαρέσκεια απόκλιση από αυτή.

Ψηφιακοί νομάδες και ευέλικτος καπιταλισμός

Για τον Richard Sennett (2010), όλα τα παραπάνω συνιστούν χαρακτηριστικά ενός νέου καπιταλισμού, του «ευέλικτου», που επιτίθεται στη γραφειοκρατία και δίνει έμφαση στην ευελιξία. Για τον ίδιο, παρά την άποψη που υποστηρίζει πως οι εργαζόμενοι θα έχουν μεγαλύτερη ελευθερία να διαμορφώσουν τη ζωή τους, στην πραγματικότητα οι κανόνες του παρελθόντος αντικαθίσταται με νέες μορφές ελέγχου.

Ο εργάτης πρέπει να προσαρμόζεται στις συνεχείς αλλαγές τόπου και εργασίας, σε μια διαδικασία που προκαλεί άγχος. «Στο σημείο αυτό, μας έρχεται αναπόφευκτα στο μυαλό, η περιγραφή του Marx6, για τον εργάτη του 19ου αιώνα, που δεν έχει ούτε γη, ούτε εργαλεία, παρά μόνο τον εαυτό του, τον οποίο και μετατρέπει σε εμπόρευμα, προκειμένου να επιβιώσει», επισημαίνει η κ. Κατράνα.

Ας φέρουμε στο μυαλό μας την κατ’ οίκον εργασία, φαινόμενο που εντάθηκε και στα χρόνια της πανδημίας. Σύμφωνα με τον Sennett, «είναι η ύστατη νησίδα του νέου καθεστώτος». Οι εργοδότες επινοούν νέους τρόπους για να βεβαιώνονται πως οι εργαζόμενοί τους δουλεύουν, ενώ σύμφωνα με τον ίδιο, «αυτή η κατάσταση το μόνο που δημιουργεί είναι αποπροσανατολισμένους εργαζόμενους και ελεύθερους, από ηθικούς κανόνες, εργοδότες».

Το φαινόμενο σαν μια νέα μορφή ευέλικτης εργασίας

Όπως αναφέρει η Σοφία Κατράνα, η Thomson (2018) μελετώντας το κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο της εργασίας των Ψ.Ν., διαπιστώνει ότι η gig economy, όπως ονομάζεται πλέον, εξακολουθεί να δημιουργεί οικονομικά ανασφαλείς εργαζομένους, ενώ παράλληλα «πετσοκόβει» παροχές όπως ασφάλιση για υγεία, συνταξιοδότηση, οικογενειακή άδεια και ανεργία.

Φεύγοντας από τις χώρες τους όπου επικρατούν ανισότητες, άθελά τους δημιουργούν νέες στις άλλες χώρες (π.χ. πληρώνουν φόρους στις χώρες τους κατά βάση). Επίσης, αξιοσημείωτο είναι πως οι ψηφιακοί νομάδες κατά βάση είναι μορφωμένοι Λευκοί και μιλούν αγγλικά.

Όσον αφορά στις παροχές, στην ουσία πρόκειται για «απογυμνωμένους» όπως επισημαίνεται από παραδοσιακά δικαιώματα εργαζόμενους, οπότε πράγματι όχι μόνο δεν υπάρχει πλάνο συνταξιοδότησης, αλλά ούτε καν ταξιδιωτική ασφάλιση. Έτσι, επωμίζονται κόστη που παλαιότερα πλήρωναν οι εργοδότες.

Συμπερασματικά, η μεγαλύτερη πρόκληση φαίνεται πως είναι η ελευθερία. Για την ακρίβεια, εάν αυτή πραγματικά υπάρχει. «Μήπως τελικά η ελευθερία αυτή είναι πλασματική, όπως η ελευθερία που έχει ο εργάτης, να πουλήσει την εργατική του δύναμη, μόνο εάν το θέλει, κάνοντας τον Marx να μιλάει για οικονομικό εξαναγκασμό και τον Weber για (τυπικά) ελεύθερη εργασία;» αναρωτιέται η κ. Κατράνα.

πηγη: https://tvxs.gr