Σφοδρές αντιδράσεις στο αναγνωστικό κοινό της «Καθημερινής» - και όχι μόνο - προκάλεσε άρθρο του δημοσιογράφου, Ηλία Μαγκλίνη, για τον Δημήτρη Λιγνάδη, με αποτέλεσμα η εφημερίδα να προχωρήσει σε επεξηγημετικό δημοσίευμα την Τρίτη, στο κύριο άρθρο της.

Το άρθρο του Ηλία Μαγκλίνη δημοσιεύθηκε στο φύλο του Σαββάτου, είχε τίτλο «Λιγνάδης λυόμενος» και ήταν θετικά διακείμενο προς τον καταδικασθέντα, γεγονός που δήλωσε και ο ίδιος ο αρθρογράφος: «Διακρίνετε μια κάποια συμπάθεια στα παραπάνω λόγια; Καλά κάνετε. Πέρασαν δεκαεπτά μήνες από τότε που ξέσπασε το σκάνδαλο, δεκαεπτά μήνες που ο Λιγνάδης τους πέρασε στη φυλακή. Περάστε δεκαεπτά λεπτά μέσα σε μια φυλακή και ελάτε μετά να μιλήσουμε».

Σε άλλο σημείο έγραφε, ότι «όποιος πιστεύει ότι δεν έχει ήδη πληρώσει για όσα διέπραξε (και για όσα δεν διέπραξε), σφάλλει. Οποιος πιστεύει ότι δεν θα συνεχίσει να πληρώνει για όλα αυτά επίσης σφάλλει».

Ο σάλος που ακολούθησε ανάγκασε την εφημερίδα να παρέμβη στο κύριο άρθρο της την Τρίτη υπό τον τίτλο «Πολυφωνία και φίμωτρα», με το οποίο σημειώνει ότι δημοσιεύει και κείμενα τα οποία δεν είναι απαραίτητα στην ίδια γραμμή με την δική της.

Το άρθρο του Ηλία Μαγκλίνη

 

«Επειτα από ενάµιση χρόνο ακούσαµε ξανά τη φωνή του Δημήτρη Λιγνάδη. Τον είδαμε χωρίς μάσκα, χωρίς χειροπέδες, έξω από τις φυλακές, κουρασμένο, θλιμμένο, ανακουφισμένο όμως.

Διακρίνετε μια κάποια συμπάθεια στα παραπάνω λόγια; Καλά κάνετε. Πέρασαν δεκαεπτά μήνες από τότε που ξέσπασε το σκάνδαλο, δεκαεπτά μήνες που ο Λιγνάδης τους πέρασε στη φυλακή. Περάστε δεκαεπτά λεπτά μέσα σε μια φυλακή και ελάτε μετά να μιλήσουμε.

Δεν μιλώ διόλου αθωωτικά (και δεν γνωρίζω προσωπικά τον κ. Λιγνάδη). Αλλά καλό είναι να θυμόμαστε ότι η έννοια της τιμωρίας στις δημοκρατίες δεν είναι αυτή της ίσης ανταπόδοσης. Σε όποιον αυτό δεν αρέσει μπορεί να πάει στο Ιράν.

"Αν είχε κάνει κάτι τέτοιο στο δικό σου παιδί", μου λέει κάποιος με ένταση, "θα τον έπνιγες με τα ίδια σου τα χέρια".

Ω, ναι. Ούτε συζήτηση. Γι’ αυτό όμως σε όλες αυτές τις υποθέσεις παρεμβαίνει το κράτος αλλιώς θα μιλούσαμε για ζούγκλα. Για δικαιοσύνη του θυμικού και του όχλου ή, με σημερινούς όρους, των σόσιαλ μίντια.

Να υπενθυμίσουμε ότι ο κ. Λιγνάδης κρίθηκε ένοχος για τους δύο από τους τέσσερις βιασμούς για τους οποίους κατηγορήθηκε, καταδικάστηκε σε δώδεκα χρόνια φυλάκιση και το δικαστήριο έκρινε πως μπορούσε να αφεθεί ελεύθερος με περιοριστικούς όρους.

Τώρα ελπίζει να δικαιωθεί στο Εφετείο. Ακόμα κι αν συμβεί, ο άνθρωπος αυτός δεν είναι πια ο ίδιος με αυτόν που ήταν πριν από δύο περίπου χρόνια. Επιπλέον, κανένας δεν θα τον κοιτάξει με το ίδιο βλέμμα ποτέ ξανά.

Οχι λόγω της δημοσιοποίησης των ερωτικών του προτιμήσεων και αδυναμιών, αυτό είναι ιερό και απαράβατο για τον καθένα (και όποιος ακόμα πιστεύει ότι ο ερωτισμός είναι ένας αθώος περίπατος κάτω από τις μπουκαμβίλιες, να το ξανασκεφτεί) ούτε και για τις κατηγορίες άσκησης σωματικής και ψυχολογικής βίας εις βάρος ατόμων κατά πολύ νεότερων από εκείνον (που όμως είναι η ουσία της υπόθεσης).

Κανένας δεν θα τον ξαναδεί όπως τον έβλεπε (ως καλλιτέχνη που σου πήγαινε ή δεν σου πήγαινε το έργο του, συνέβαλε στις δημιουργικές δράσεις αυτής της χώρας) διότι ο κανιβαλισμός που μεσολάβησε κατέστησε τη ζωή του όλη διάφανη: είναι λες και ζει πλέον μέσα σε ένα διάφανο σπίτι. Δεν μπορώ να φανταστώ χειρότερα ισόβια από αυτά.

Οπως έστρωσε ας κοιμηθεί τώρα; Σύμφωνοι. Πού έγκειται όμως το δίκαιο όταν συνεχίζεις να κλωτσάς έναν άνθρωπο που είναι στα γόνατα;

Οποιος πιστεύει ότι δεν έχει ήδη πληρώσει για όσα διέπραξε (και για όσα δεν διέπραξε), σφάλλει. Οποιος πιστεύει ότι δεν θα συνεχίσει να πληρώνει για όλα αυτά επίσης σφάλλει. Οι κρίσεις είναι εύκολες και απαλές μόνον όταν το κακό το κάνουν άλλοι.».

Το κύριο άρθρο της «Καθημερινής»

«Η Κ δημοσιεύει άρθρα που εκφράζουν πολλές και διαφορετικές γνώμες. Μπορεί οι αρθρογράφοι και σκιτσογράφοι μας να διαφωνούν μεταξύ τους ή και με τη θέση της εφημερίδας που εκφράζεται από εδώ, στο κύριο άρθρο. Δεν θα τους περιορίσουμε υπο τον φόβο ενός κύματος αντιδράσεων, αλλων καλοπροαίρετων και άλλων όχι. Η κριτική- όσο έντονη και αν είναι- είναι καλοδεχούμενη. Και την παίρνουμε πολύ σοβαρά υπ΄όψιν μας.

Το μπούλινγκ και το να αποδίδουμε σε αρθρογράφους και στην εφημερίδα εξωφρενικές και αβάσιμες μεθοδεύσεις είναι όμως ένα τοξικό εργαλείο φίμωσης. Οφείλουμε να προστατεύσουμε τη διατύπωση απόψεων που δεν είναι απαραιτήτως δημοφιλείς ακόμη και εκείνων που κινδυνεύουν να παρερμηνευθούν. Όχι για να ξεπλυθεί κανείς, ειδικά αν έχει καταδικαστεί για το βαρύ αδίκημα των βιασμών, αλλά για να μην ξεθωριάσουν οι θεμελιώδεις αρχές της ελευθερία της έκφρασης, να μη χαθεί το δικαίωμα στη διαφορετική άποψη.».

πηγη: https://tvxs.gr