Loading...

Κατηγορίες

Πέμπτη 29 Οκτ 2020
Δήμος Θέος
Κλίκ για μεγέθυνση

Δήμος Θέος (1935 – 2019)

Ο Δήμος Θέος υπήρξε ένας ρηξικέλευθος δημιουργός που με το έργο του και ιδιαίτερα με την ταινία του «Κιέριον» σημάδεψε τον ελληνικό κινηματογράφο. Δίκαια θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου (ΝΕΚ). Εκτός από τον κινηματογράφο, ασχολήθηκε με τη σκηνοθεσία στην τηλεόραση και το θέατρο, καθώς και με τη συγγραφή δοκιμίων στο πεδίο της αισθητικής, ενώ δίδαξε σκηνοθεσία και κινηματογραφική θεωρία. Πίστευε ότι ο άνθρωπος της τέχνης για να είναι χρήσιμος, προτού αρχίσει να δημιουργεί πρέπει να γίνει ο ίδιος έργο τέχνης, να ζει σαν καλλιτέχνης, αρχή που τήρησε μέχρι τέλος της ζωής του, χωρίς να φοβάται κανένα τίμημα.

Ο Δήμος Θέος γεννήθηκε στα Άγραφα της Καρδίτσας στις 10 Οκτωβρίου 1935. Κατέβηκε στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1953 και αρχικά απασχολήθηκε σε χειρωνακτικές εργασίες, ενώ στη συνέχεια βρέθηκε να εργάζεται ως βαφέας σκηνικών στο θέατρο «Ακροπόλ». Ύστερα από την εργασία του για τα σκηνικά της ταινίας «Έγκλημα στο Κολωνάκι» (1959) βρέθηκε στο κινηματογραφικό συνεργείο του σκηνοθέτη και παραγωγού Τζανή Αλιφέρη. Για περισσότερα από δεκαπέντε χρόνια εργάστηκε ως βοηθός του σε ταινίες του εμπορικού κινηματογράφου, όπως «Έκλαψα πικρά για σένα» και «Ένας ντελικανής», όπου συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον κινηματογραφιστή Κώστα Φέρρη, με τον οποίο θα δούλευαν συχνά μαζί στο μέλλον.

Η πρώτη του σκηνοθετική δουλειά ήταν το μικρού μήκους ντοκιμαντέρ «100 ώρες του Μάη» (1963), το οποίο συν-σκηνοθέτησε με τον Φώτο Λαμπρινό. Η ταινία, μία ανεξάρτητη παραγωγή, περιγράφει την πολιτική και κοινωνική διάσταση της πρόσφατης τότε δολοφονίας του βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη.

Το 1967, πριν από την έλευση της δικτατορίας της 21ης Απριλίου, ο Θέος ξεκίνησε να σκηνοθετεί την πρώτη ταινία του μεγάλου μήκους «Κιέριον». Φιλμ νουάρ σε πρώτο επίπεδο, η ταινία περιγράφει την προσπάθεια ενός δημοσιογράφου να βρει τον πραγματικό δολοφόνο ενός αμερικανού δημοσιογράφου, για την οποία το παρακράτος τον κατηγορεί πως ήταν συνεργός στον φόνο. Η υπόθεση έχει σαφείς αναφορές στη δολοφονία του δημοσιογράφου Τζορτζ Πολκ το 1948 και αποτελεί ίσως την πρώτη ελληνική πολιτική ταινία και παράλληλα εγκαινίασε το καλλιτεχνικό ρεύμα που ονομάστηκε «Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος». Πολλοί μετέπειτα γνωστοί σκηνοθέτες, όπως ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος, ο Κώστας Σφήκας, ο Κώστας Φέρρης, ο Σταύρος Τορνές, η Τώνια Μαρκετάκη και ο Γιώργος Πανουσόπουλος, συνεργάστηκαν για τη δημιουργία της.

Ο ερχομός της δικτατορίας διέκοψε τη δημιουργία της ταινίας και ο Θέος διέφυγε μαζί με το υλικό της αρχικά στο Παρίσι και κατόπιν στη Αγγλία, όπου και μοντάρισε μία πρώτη μορφή της. Η δικτατορία είχε απαγορεύσει την προβολή της στην Ελλάδα, αλλά προβλήθηκε σε φεστιβάλ του εξωτερικού, ανάμεσά τους στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας του 1968, όπου έλαβε ειδικό βραβείο. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1974, μετά τη δικτατορία, κατάφερε να την ολοκληρώσει και να κερδίσει το βραβείο καλύτερης καλλιτεχνικής ταινίας στο 15ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, ενώ ο ίδιος ο Θέος βραβεύτηκε ως καλύτερος πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης. Το «Κιέριον» συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των ταινιών του γαλλικού περιοδικού «Καγιέ ντι Σινεμά» με τις καλύτερες ταινίες μεταξύ 1968 και 1975. Την ίδια χρονιά συμμετείχε στο φεστιβάλ η «Φόνισσα» του Κώστα Φέρρη, στην οποία ο Θέος είχε συμμετάσχει στη συγγραφή του σεναρίου.

Η επόμενη μεγάλου μήκους ταινία του Δήμου Θέου «Η Διαδικασία» (1976) σηματοδότησε μία νέα σκηνοθετική κατεύθυνση προς έναν δοκιμιακό κινηματογράφο μακριά από το συμβατικό σινεμά. Μία παραλλαγή της ιστορίας της Αντιγόνης, η ταινία αποδοκιμάστηκε έντονα από το κοινό του 17ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και προκάλεσε αμηχανία στους κριτικούς.

Τα επόμενα χρόνια ο Θέος δραστηριοποιήθηκε εκτός της σκηνοθεσίας ταινιών. Είχε ένα μικρό ρόλο στην ταινία «Εξόριστος στην Κεντρική Λεωφόρο» (1979) που είχε συγγράψει και πρωταγωνιστούσε ο Φέρρης, ήταν διευθυντής παραγωγής της ταινίας του Γιάννη Φαφούτη «Τα Όπλα μου Ρίχνουν Λουλούδια» κι έκανε το μοντάζ της ταινίας «Μπαλαμός» του φίλου του Σταύρου Τορνέ. Συνεργάστηκε επίσης με την εκπομπή «Παρασκήνιο» της ΕΡΤ και για τη δημόσια τηλεόραση σκηνοθέτησε τρία επεισόδια της σειράς «Ο Φονιάς» (1982), μία τηλεοπτική διασκευή του διηγήματος του Γεωργίου Βιζυηνού «Ποίος ήτο ο φονεύς του αδελφού μου». Την επόμενη χρονιά σκηνοθέτησε το ντοκιμαντέρ «Υπερρεαλιστικό happening» με θέμα το υπερρεαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα.

Η τρίτη κατά σειρά ταινία μεγάλου μήκους του Θέου ήταν ο «Καπετάν Μεϊντάνος» (1987) που συνέχισε να κινείται σε μη συμβατικούς αφηγηματικούς δρόμους. Η υπόθεση διηγείται τη μελέτη της ζωής του ομώνυμου οπλαρχηγού του 17ου αιώνα από έναν τέως διπλωμάτη, εν μέρει μέσα από μαρτυρίες μοναχών και εξερευνά το μυστήριο μιας εικόνας συνδεδεμένης με τη ζωή του Μεϊντάνου. Ο δύσκολος χαρακτήρας της ταινίας προκάλεσε έντονες αποδοκιμασίες στο 28ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και μάλιστα παραλίγο να υπάρξουν και ξυλοδαρμοί στο τέλος της προβολής της. Η ταινία μεταδόθηκε το 1990 ως μίνι σειρά από την ΕΡΤ.

Ο Θέος επέστρεψε στα ντοκιμαντέρ με ένα μεσαίου μήκους για την Αποκάλυψη του Ιωάννου και τη σειρά «Ελληνισμός και Δύση» για την ΕΡΤ1, η οποία παρουσίαζε την αλληλεπίδραση των δύο αυτών πόλων κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα και της αναγέννησης. Επίσης, σκηνοθέτησε κάποια επεισόδια της σειράς ντοκιμαντέρ «Εδώ γεννήθηκε η Ευρώπη».

Η τελευταία ταινία του μυθοπλασίας μεγάλου μήκους ήταν ο «Ελεάτης Ξένος» (1996). Η υπόθεση της ταινίας αφορά την επίσκεψη μιας νεαρής γερμανίδας φιλολόγου στην Αθήνα για να βρει τον πατέρα της που δεν γνώρισε, μόνο για να μάθει πως αυτός είναι νεκρός. Το φιλμ αφηγείται την αναζήτηση των αιτίων του θανάτου του και παράλληλα την ερωτική της σχέση με ένα νεαρό μουσικό. Μία μοντέρνα παραλλαγή του μύθου του Ορφέα και της Ευριδίκης, ο Ελεάτης Ξένος δεν διακρίθηκε εισπρακτικά ή σε κάποιο φεστιβάλ.

Το 2006 το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τίμησε τον Θέο για το σύνολο του έργου του, με μία αναδρομική προβολή των ταινιών του.

Ο Θέος έγραψε το μυθιστόρημα «Μανιάκ Μπέης» και τη νουβέλα «Οκτώ και δέκα επιχειρήματα για την αιωνιότητα του κόσμου», καθώς και κάποια δοκίμια, όπως τα «Φορμαλισμός» και «Το αισθητικό και το ιερό». Έχουν επίσης δημοσιευθεί αρκετά άρθρα του σε περιοδικά.

Δίδαξε κινηματογράφο στη σχολή της Ευγενίας Χατζίκου. Επίσης, από το 1978 και για μία δεκαετία βιοποριζόταν και ως παλαιοβιβλιοπώλης στο Μοναστηράκι, όπου είχε το βιβλιοπωλείο «Ο δικός σας Τιπούκειτος». Πολιτικά παλαιότερα είχε ενταχθεί στην ΕΔΑ, ενώ ήταν γραμματέας της Ένωσης Τεχνικών Ελληνικού Κινηματογράφου.

Ο Δήμος Θέος πέθανε στις 29 Οκτωβρίου 2019 στην Αθήνα, σε ηλικία 83 ετών.


 

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου