Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 26 Απρ 2021
Ανεξάρτητοι κινηματογράφοι / Το χειρότερο σενάριο ήταν η πανδημία
Κλίκ για μεγέθυνση

 



 

Όταν φέρνουμε στο μυαλό μας την Αθήνα τις ημέρες πριν την πανδημία, οι πρώτες εικόνες που σχηματίζουμε είναι από τα ανοιχτά της καφέ το πρωί και τα μπαρ το βράδυ, τους γεμάτους της δρόμους με τα βιαστικά ανεξαρτήτως ώρας αυτοκίνητα, τον κόσμο που περπατάει χωρίς μάσκες, τον κόσμο που στρέφει το βλέμμα του αριστερά ή δεξιά να χαζέψει μια βιτρίνα.

Εκείνο ωστόσο που συχνά ξεχνάμε μιλώντας για το παρελθόν, είναι ότι το βλέμμα μας έπεφτε πάνω στις προβολές με τις ταινίες από τους κινηματογράφους. Είτε σε γυάλινα κουτιά στον τοίχο είτε σε άλλα σημεία φιλοξενίας, οι αφίσες, μέσα σε πολύ μικρότερες διαστάσεις από τον πραγματικό μας κόσμο, αντιπαρέθεταν μιαν άλλη πραγματικότητα, που, κάποιες φορές, θεωρούσαμε ότι ανήκει μόνο στην οθόνη.

Νά όμως που οι σημερινές εικόνες το διαψεύδουν. Οι δείκτες του ρολογιού σταμάτησαν, όπως στη φαντασία του σεναριογράφου. Οι επιγραφές «προσεχώς» βρίσκονται πάνω από ταινίες που βγήκαν πέρσι τον χειμώνα. Ο κόσμος δεν στρέφει πια το βλέμμα του προς εκείνη την κατεύθυνση και οι δρόμοι από ένα σημείο κι έπειτα έχουν μόνο φύλλα που παρασέρνει ο αέρας. Τα ταξίδια στο μεγάλο δωμάτιο είναι παρελθόν. Οι περαστικοί έχουν να πάνε μόνο στη δουλειά. Και πρέπει να έχουν επιστρέψει το αργότερο μέχρι τις 9, γιατί τόσο κρίνεται ότι είναι αρκετό να παράξουν χωρίς να αρρωστήσουν.

Το σινεμά ως καταφύγιο

«Ο κινηματογράφος είναι ένα καταφύγιο και για την παρέα και για τα ζευγάρια και για τον μοναχικό άνθρωπο που δεν έχει κάπου αλλού να πάει. Γι’ αυτό και η μόνη προβολή που δεν γίνεται είναι λίγο πριν αλλάξει ο χρόνος, στις 10 με 10.30. Μέχρι την τελευταία στιγμή είμαστε όμως εκεί. Θυμάμαι ότι ερχόταν παλιότερα, κάθε ημέρα σχεδόν, μια κυρία με αλτσχάιμερ. Και κάθε φορά έβλεπε την ίδια ταινία. Θέλαμε να την βάζουμε δωρεάν, αλλά δεν το καταδεχόταν, οπότε της κόβαμε μειωμένο το εισιτήριο. Μετά από κάποιο καιρό, μας βρήκε η κόρη της που ζει στο εξωτερικό και είπε ‘σας ευχαριστώ που την προσέχετε’. Ο κινηματογράφος είναι κομμάτι της γειτονιάς. Μπορεί να έρθει ο άλλος και με τις παντόφλες», μας λέει η Πέγκυ Ρίγγα, που έχει την ιστορική "Ααβόρα" στην οδό Ιπποκράτους, στο ύψος της Νεάπολης.

Σε αντίθεση με τα πολυσινεμά, διαθέτει μία και μόνο αίθουσα, ενώ συνεχίζει να παίζει ακόμη μέχρι σήμερα ταινίες με φιλμ. «Οι περισσότεροι κινηματογράφοι που είναι σαν τον δικό μας έχουν διατηρήσει τις μηχανές. Στα πολυσινεμά, τύπου Village, έχουν ξηλωθεί και αντικατασταθεί από τα ψηφιακά μηχανήματα. Θα ήταν τεράστια ιεροσυλία να ξεριζώσω την καρδιά του σινεμά», εξηγεί.

«Η 'Ααβόρα' υπάρχει από το 1965. Ο πατέρας μου την απέκτησε το 1983. Δεν το ονομάσαμε εμείς έτσι. Ήταν μια πάρα πολύ έξυπνη κίνηση του πρώτου ιδιοκτήτη, ο οποίος βρήκε τη μοναδική λέξη στην ελληνική γλώσσα που αρχίζει από δύο ‘α’. Το αποτέλεσμα ήταν το σινεμά να εμφανίζεται πάντα πρώτο στη λίστα που δημοσίευαν με τις προβολές οι εφημερίδες. Τότε είχε μεγάλη σημασία να είσαι πάνω - πάνω. Όσο για τη λέξη, είναι υπαρκτή. Πρόκειται για ένα είδος φοίνικα της Δυτικής Αφρικής».

Παρά τον μισό και πλέον αιώνα ζωής της, η Ααβόρα δεν έχει ζήσει ποτέ παρόμοια κρίση. Οι κινηματογράφοι, από τότε που υπήρξαν πρώτη φορά, προβάλλουν τις ταινίες τους αδιαλείπτως, κάθε, μα κάθε ημέρα. «Όταν με ρωτούσαν πότε κλείνει ο κινηματογράφος, αν θα μείνουμε ανοιχτά τον Δεκαπενταύγουστο ή την Καθαρά Δευτέρα, απαντούσα κάπως περιπαικτικά, αλλά εννοώντας το, ότι η μόνη μέρα που είμαστε επισήμως κλειστά είναι η Μεγάλη Παρασκευή. Στην ταινία ‘Σινεμά ο Παράδεισος’, λέει ένας από τους χαρακτήρες ‘ευτυχώς που πέθανε ο Χριστός κι έχουμε μια μέρα κενό!’. Ακόμη και στην Κατοχή λειτουργούσαν. Έκλεισαν τη μέρα που μπήκαν οι Γερμανοί και μετά από 2-3 μέρες ξανάνοιξαν». Όπως εξηγεί, οι κινηματογράφοι βρίσκονται σε μια αέναη κίνηση για να μπορούν πρώτα απ’ όλα να επιβιώνουν. «Περιμένουμε να δουλέψουμε περισσότερο όταν θα υπάρχει αργία».

ΣΙΝΕΜΑ

Το βάρος της απώλειας

Σήμερα η Ααβόρα συμπληρώνει 415 ημέρες κλειστή. Η τελευταία φορά που άνοιξε τις πόρτες της ήταν στις 13 Μαρτίου του 2020. Θεωρητικά, είχε το δικαίωμα να ξανανοίξει το δίμηνο Ιουλίου - Αυγούστου και κάποιες μέρες τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Το καλοκαίρι ήταν δώρον άδωρον, κανείς δεν πάει σε κλειστό σινεμά, όταν υπάρχουν τα θερινά. «Δεν έχω πάει από τότε και το αποφεύγω. Δεν θέλω να επισκεφθώ τον κινηματογράφο αυτή τη στιγμή. Αν και πρέπει, γιατί έχω χαρτιά που χρειάζομαι. Βρίσκω όμως πάντα μια δικαιολογία. Τον κορωνοϊό. Το αυτοκίνητο που έμεινε από μπαταρία».

Κατά τραγική ειρωνεία, το σινεμά έπαιξε στην τελευταία του προβολή την ταινία «Ο Φάρος» (2019). Το πρόγραμμα δε της επόμενης εβδομάδας είχε ήδη δοθεί για εκτύπωση στο Αθηνόραμα και τις εφημερίδες, «γιατί το είχαμε στείλει Τρίτη και το μάθαμε Τετάρτη». Ενώ η ταινία με την οποία θα ξεκινούσε η επόμενη εβδομάδα ήταν η "7η σφραγίδα" (1957). «Παίξαμε, πράγματι, σκάκι με τον θάνατο».

Τη βαρύτητα της απώλειας του κινηματογράφου απ’ την καθημερινότητά μας την εντοπίζουμε, λέει, στην κρυμμένη αλήθεια των λέξεων. Όπως μας θυμίζει η Π. Ρίγγα, το φως είναι λέξη - συστατικό της λέξης κινηματογράφος. Με το κλείσιμο των χειμερινών σινεμά, το κέντρο της Αθήνας είναι σαν να έχασε τους φάρους του. «Όλοι συζητούν για τη λιανική. Κι είναι σεβαστό, ο κόσμος πρέπει να δουλέψει. Ο κόσμος όμως δεν ζει μόνο με ψωμί, θέλει και τα τριαντάφυλλα». Και για τα δύο η επόμενη μέρα είναι καθ' όλα αβέβαιη.

 

«Θα είναι δύσκολο να τα ξυπνήσουμε πάλι»

Μπορεί να μην τους φαίνεται πάντοτε απ' έξω, αλλά τα σινεμά καταλαμβάνουν πολύ μεγάλες επιφάνειες. Άπαξ και αποφασιστεί να λειτουργήσουν, θα χρειαστεί πολύς κόπος για να επανέλθουν στην προηγούμενη κατάσταση. «Δεν είναι ότι βάζουμε το κλειδί στην πόρτα και τελειώσαμε. Θα είναι δύσκολο να τα ξυπνήσουμε πάλι», λέει η Πέγκυ Ρίγγα. Όπως εξηγεί, τα σινεμά δεν είναι ένα μαγαζί μικρό, 30 τ.μ. Το καθάρισμα, οι απολυμάνσεις και οι όποιες επισκευές και επιδιορθώσεις θα πρέπει να γίνουν, στη δική της περίπτωση, σ’ έναν χώρο 850 τ.μ. Στην πραγματικότητα, κάθε φορά που περνάμε δίπλα από ένα κλειστό κινηματογράφο, είναι σαν να περνάμε δίπλα από «έναν μεγάλο κοιμισμένο γίγαντα».

Η επάνοδος στην προηγούμενη κατάσταση έχει κι άλλα εμπόδια μπροστά. «Μετά από έναν χρόνο πανδημίας, ο κόσμος έχει μάθει με τις συνδρομητικές πλατφόρμες, έχει γίνει τρόπος ζωής», συμπληρώνει με ανησυχία η κ. Ρίγγα.

Κάπως πιο αισιόδοξος σε σχέση με το μέλλον του κλειστού κινηματογράφου εμφανίζεται ο Αντρέας Σωτηρακόπουλος, που έφτιαξε το σινεμά "Μικρόκοσμος" το 2004 στο Κουκάκι (Λεωφόρος Ανδρέα Συγγρού 106): «Το σινεμά δεν θα πεθάνει, κατά τη γνώμη μου. Η κοινωνικής μορφής κινηματοθέαση, όπου πηγαίνετε κάπου με 150 αγνώστους για τον ίδιο λόγο σαν να ’στε γνωστοί ενώ δεν είσαστε κι επικοινωνείτε μόνο με τις ανάσες, είναι κάτι που δεν πρόκειται να πεθάνει, είμαι βέβαιος».

Ανεπαρκή τα μέτρα στήριξης της πολιτείας

Η υπόθεση της επιβίωσης θα ήταν σίγουρα πιο απλή αν η ενίσχυση από το κράτος ήταν μεγαλύτερη και επαρκής. «Αν δεν ήταν οικογενειακή η επιχείρηση και είχαμε μόνο υπαλλήλους, δεν θα μπορούσαμε να την περάσουμε. Τα καταφέρνουμε χάρη στα 534 ευρώ που παίρνουν το παιδί μου κι η συμβία μου. Τα χρήματα από τις επιστρεπτέες δίνονται κυρίως για υφιστάμενη χρέη», λέει ο Αν. Σωτηρακόπουλος

Κάποιες ακόμη ενισχύσεις που δόθηκαν ήταν επίσης κατώτερες των αναγκών και με αρκετά ασαφή κριτήρια. «Ήταν μια επιδότηση που έδινε το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και είχε ως ανώτερο ποσό τα 9.000 ευρώ, με το ύψος του ποσού να καθορίζεται από τον αριθμό των ελληνικών ταινιών που είχαμε παίξει για την περίοδο 2019-2020. Εγώ πήρα, για παράδειγμα, 4.000 ευρώ. Τα λεφτά αυτά, σε κάποιες περιπτώσεις, εγώ είμαι τυχερή, δεν έχω, ισοδυναμούν με το ποσό ενός μήνα για το ενοίκιο. Μιλάμε για προ απαλλαγής», σημειώνει η Π. Ρίγγα.

Ερωτηματικά προκαλεί, από την άλλη, ο τρόπος που επέλεξε να υποστηρίξει ο Δήμος Αθηναίων συνολικά τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον χώρο του πολιτισμού, καθώς προέβλεψε να δίνεται κονδύλι μόνο εντός συγκεκριμένων χωρικών ενοτήτων, που είναι άγνωστο με ποιο τρόπο ορίστηκαν. Στην περίπτωση της Π. Ρίγα, που διαθέτει τρία σινεμά στο κέντρο (τ’ άλλα δύο είναι θερινά, η "Ριβιέρα" και το "ΒΟΞ") υπάρχει η πιθανότητα να μη πάρει ούτε ένα ευρώ, καθώς κανένα πλην μιας... πόρτας του "ΒΟΞ", που καταλήγει στη συνοριακή γραμμή της Αραχώβης, δεν βρίσκεται εντός της περιοχής που έχει ορίσει ο δήμος.

Σ’ ένα άλλο μέτρο δε, που είναι διασυνοριακό, το πρόβλημα εντοπίζεται στην έλλειψη στοιχειώδους συνεννόησης. «Υποτίθεται ότι ο Δήμος Αθηναίων μάς απήλλαξε για την πρώτη και δεύτερη καραντίνα από τα δημοτικά τέλη. Ωστόσο, η ΔΕΗ δεν ενημερώθηκε ποτέ και μας απειλούσε με διακοπή ρεύματος. Λόγω καραντίνας δεν μπορούσα να τρέξω σε δήμο και ΔΕΗ με τα σχετικά πιστοποιητικά, οπότε αναγκάστηκα να πληρώσω».

Μοναδικό αντίδοτο οι αναμνήσεις

Μοναδικό αντίδοτο στην πραγματικότητα που βιώνουν και την αβεβαιότητα για το μέλλον είναι οι αναμνήσεις. «Το πρώτο που μου έρχεται το μυαλό είναι οι άγνωστοι άνθρωποι που έλεγαν ευχαριστώ για την ταινία που είδαν. Κι εγώ τι έκανα μόνο, απλώς την φιλοξενούσα», θυμάται ο Αν. Σωτηρακόπουλος, που «ψήλωνε», όπως λέει, μετά από κάθε τέτοιο διάλογο.

Η Π. Ρίγγα, απ’ τη μεριά της, ανατρέχει σ’ ένα περιστατικό με πρωταγωνιστή τον γνωστό σκηνοθέτη Σταύρο Τσιώλη. «Θυμάμαι όταν προβάλαμε την 'Τριλογία των Γυναικών' και κλείναμε με την ταινία 'Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε!' (1992). Την παρακολουθούσαν άνθρωποι που ξέρανε και λέγανε τις ατάκες πριν τους ηθοποιούς, ενώ παρών ήταν κι ο ίδιος ο Τσιώλης, που είχε μιλήσει νωρίτερα σε κουβέντα που πραγματοποιήθηκε. Προς το τέλος είχαμε πάει στον εξώστη μαζί με την κόρη του για να παρακολουθήσουμε το κλείσιμο. Η ταινία έπαιζε από μια κόπια που είχα πάρει από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και, όπως διαπιστώσαμε με έκπληξη, είχε το αρχικό τέλος που είχε επιλέξει ο Τσιώλης και όχι εκείνο μετά το μοντάζ. Οι θεατές σάστισαν. Ο ίδιος δεν θυμόταν καν ότι υπήρχε αυτή η αρχική μορφή. Κάποιος είπε, αστεία, αυτή η ταινία δεν θα τελειώσει ποτέ. Τελικά ολοκληρώθηκε 3-4 λεπτά αργότερα και τότε, όταν τελείωσε, ο κόσμος ξέσπασε κανονικά σε χειροκροτήματα. Ήρθαν και βρήκαν τον Τσίωλη και του λέγανε ‘να κρατήσετε αυτό τέλος, αυτό το τέλος θέλουμε’. Ήταν μια πάρα πολύ ωραία στιγμή, γιατί ήταν ήδη άρρωστος και το γεγονός τού έδωσε μεγάλη χαρά».

* Οι φωτογραφίες είναι του Γιώργου Φιοράκη από το inexarchia.gr

πηγη: https://www.avgi.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου