«Ζωγραφίζω γιατί τα πνεύματα ψιθυρίζουν τρελά μέσα στο κεφάλι μου. Υποφέρω για την τέχνη μου και περιφρονούμαι από τους ανόητους απατεώνες που την επαινούν».

Γεννήθηκε στο Βενετοκρατούμενο Ηράκλειο την 1 Οκτωβρίου του 1541, και γιος φοροσυλλέκτη μπόρεσε να έχει επαρκή εκπαίδευση στην αγιογραφία και στην αρχαία ελληνική γραμματεία τα οποία κι έμελλε να συνδυάσει με έναν τρόπο μοναδικό.

Άφησε το μεγάλο λιμάνι του Βενετοκρατούμενου Ηρακλείου, όπου και είχε θητεύσει στην αγιογραφία και δημιούργησε έναν ολόκληρο καλλιτεχνικό και πνευματικό θρύλο στην Ιταλία και στην Ισπανία. Η 1η φορά που ακούγεται στην ιστορία το όνομά του ήταν όταν ο Τζούλιο Κλόβιο γράφει στον Καρδινάλιο Αλεσάντρο Φαρνέζε, για τον «νεαρό από τον Χάνδακα, μαθητή του Τιτσιάνο» και «σπάνιο ταλέντο στη ζωγραφική».

Είχε σχέση αγάπης και μίσους με τον Μιχαήλ Άγγελο. Στον Μνημειώδη πίνακα Η Εκδίωξη των Εμπόρων του αποδίδει όμως τον φόρο Τιμής, δίπλα στον Κλόβιο, Τον Ραφαήλ και τον Τιτσιάνο, αφού οι μεγαλοι Αναγεννησιακοί ζωγράφοι ύπήρξαν μεγάλες επιρροές και δάσκαλοι του. Μετανάστευσε πάλι φεύγοντας προς την Ισπανία αφού ένιωθε στάσιμος στην Ιταλία, αρχικά στη Μαδρίτη και αργότερα στο Τολέδο, πόλη το τότε θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της Ισπανίας και θα ταυτιζόταν απόλυτα με αυτήν ως το Τέλος της Ζωής του. «Ζωή και χρωστήρες πήρε από την Κρήτη, μα πιο ωραία πατρίδα βρήκε στο Τολέδο, απ' όπου ξεκινά την αιωνιότητα να κατακτήσει διά του θανάτου» γράφτηκε γι' αυτόν σε ένα μεταθανάτιο σονέτο του 1614. Έλεγε πως ‘Οι άνθρωποι δεν την αντέχουν και σε μισούν όταν τους λες κατά πρόσωπο την αλήθεια’.

Συγκρούστηκε με την Ιερά Εξέταση αλλά την γλύτωσε, καταγγέλλοντας τους εκπροσώπους της μέσα από εκπληκτικά έξυπνες, ‘αποκαλυπτικές’ προσωπογραφίες. Άφησε πίσω του πίνακες και χαρακτικά κι έναν γιο. Μετά τον θάνατο του αγνοήθηκε σχεδόν από τους επιγόνους του για αιώνες αφού θεωρούνταν ακατανόητος, αυτή η προσπάθεια να αφαιρέσει την υλικότητα από την ύλη, από το κορμί, ώσπου να ανακαλυφθεί και, με την άνθιση του εξπρεσιονισμού που αναγνώρισε σε αυτό προδρομικά στοιχεία,  να θριαμβεύσει και πάλι.

Μάλιστα στα 1908, κι αφού τραβούσε όλο και περισσότερο τα βλέμματα κριτικών της τέχνης από διάφορες χώρες, ολοκληρώθηκε ο πρώτος αναλυτικός κατάλογος έργων του, από τον Ισπανό ιστορικό τέχνης Manuel Bartolomé Cossío. Η Ζωγραφική, με την παγκοσμιότητα της, ανοίγει τον δρόμο στις ερωτήσεις, έλεγε, χρησιμοποιώντας το πινέλο ως δρεπανάκι για ν ανοίξει και ν ανοίξει και ν αφήσει ένα μονοπάτι ανάμεσα από τα αγριόχορτα του καιρού του. Ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος, ή αλλιώς ο ‘Ελ Γκρέκο’.

H Ελένη Καρασαββίδου είναι διδάκτορας στο ΤΕΠΑΕ του ΑΠΘ και περιστασιακή επιστημονική συνεργάτης στο Μεταπτυχιακό του
πηγη: https://tvxs.gr