Editorial της επιθεώρησης Anarchist Studies 29. Ο Allan Antliff είναι αναρχικός ακτιβιστής, κριτικός τέχνης, συγγραφέας, ιδρυτικό μέλος του Αναρχικού Ελεύθερου Σχολείου του Τορόντο και διευθυντής του Αναρχικού Αρχείου του Πανεπιστημίου της Βικτώριας.

Δημοσιεύθηκε την 13 Σεπτεμβρίου, 2022
Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας




Στη Νήσο Χόρνμπι, στα ανοιχτά της Βρετανικής Κολούμπιας, ο καλλιτέχνης Jeffrey Rubinoff (1945-2017) αποφάσισε να δημιουργήσει ένα πάρκο ώστε το κοινό να βιώσει πάνω από 100 από τα γλυπτά του, και που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως κέντρο για ετήσια συνέδρια, ανοιχτά για όλους, σχετικά με το ρόλο της τέχνης στην κοινωνία. Η παραγωγή γλυπτών του Rubinoff στη διάρκεια της ζωής του εξελίχθηκε δραματικά σε μια θεματική σειρά έργων: το Series 3–5 (1983) είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αποπνέοντας δυναμισμό, το έργο φαινομενικά «απογειώνεται» από τη βάση του, ένα οπτικό τέχνασμα που γίνεται πιο έντονο όταν κάποιος κάνει το κύκλο του έργου, αντιλαμβανόμενος την μοναδιαία συνοχή του σε μια σειρά αντιληπτικών μεταμορφώσεων. Ο Rubinoff επέλεξε το υλικό του – χάλυβας παντός καιρού – για την ανθεκτικότητα του. Εκτεθειμένο στη βροχή, το χιόνι, και σε λειχήνες και βρύα, το Series 3–5 εξελίσσεται διαρκώς από την στιγμή της εγκατάστασης της σε αρμονία με το περιβάλλον του οποίου αποτελεί μέρος, ενσωματώνοντας τον εαυτό του στο φυσικό κόσμο απαλά, βαθμιαία.

Είχα τη χαρά να γνωρίσω το καλλιτέχνη πριν το πρόωρο θάνατο του, και γρήγορα συνειδητοποίησα πως οι απόψεις του σχετικά με τη τέχνη συμβάδιζαν με εκείνες των αναρχικών ιδρυτών του αμερικάνικου κινήματος του αφηρημένου εξπρεσιονισμού (Mark Rothko, Barnett Newman, Clyfford Still). Όπως και εκείνοι, επεδίωκε να προκαλέσει την εμπειρία του υπερβατικού, το οποίο συνέδεε με μια κριτική συνείδηση της ύπαρξης μας στο κόσμο. Όπως έλεγε ο Rubinoff, αναφερόμενος στο «εκπληκτικό και τρομακτικό δημιουργικό ξεδίπλωμα του σύμπαντος»:

«… εμείς οι εύθραυστοι άνθρωποι είμαστε οι μόνοι συνειδητοί μάρτυρες. Με την ικανότητα αυτή έρχεται η μεγάλη ευθύνη της γνώσης αυτής. Η ευθύνη αυτή είναι εκ των προτέρων μέσα σε εκείνους που έχουν γεννηθεί καλλιτέχνες… αυτή είναι η υψηλότερη από τις ανθρώπινες αξίες – η αναγνώριση της αξίας της ίδιας της ζωής. Εκεί βρίσκεται η ώριμη συνείδηση. Αυτή είναι η ουσία της ύπαρξης μας. Η τέχνη είναι ο χάρτης της ανθρώπινης ψυχής».

Ήταν επίσης βαθιά εχθρικός απέναντι στην σύγχρονη καπιταλιστική αγορά τέχνης, η οποία εργαλειοποιούσε την τέχνη (για εμπορικούς σκοπούς) σε μεγάλο βαθμό με τον ίδιο τρόπο όπως, ιστορικά, ισχυρές ελίτ και κοινωνικοί θεσμοί έχουν χρησιμοποιήσει την τέχνη για διάφορους σκοπούς (πιο χαρακτηριστικά, τον εθνικισμό). «Η εμπορευματοποίηση της τέχνης», έγραφε ο Rubinoff, «έχει κάνει την τέχνη και τους καλλιτέχνες ασήμαντους για την μέτρηση των ανθρώπινων αξιών. Αυτό περιλαμβάνει την αντίληψη της τέχνης ως πολιτικού κεφαλαίου – μια εμπορευματοποίηση που πνίγει τις ανεξάρτητες φωνές των καλλιτεχνών ακόμη περισσότερο από την αγορά». Ξανά, οι απόψεις αυτές αξίζουν σύγκρισης με εκείνες των αφηρημένων εξπρεσιονιστών, ιδιαίτερα του Still, που κατήγγειλε με παρόμοιο τρόπο την αγορά τέχνης και όλο το φάσμα των κοινωνικών δυνάμεων που καταπιέζουν την ελεύθερη έκφραση.

Επιπλέον, συγκλίνοντας με τα αναρχικής κλίσης ζητήματα που έθεσαν ο ανθρωπολόγος James C. Scott και άλλοι, ο Rubinoff εντόπισε τις ρίζες του μαζικού πολέμου και κρατικά επιβεβλημένων κανονιστικών ιεραρχιών στη γέννηση της γεωργίας και το συνακόλουθο κίνητρο κυβερνητών να διεκδικήσουν και να ελέγξουν περιοχές. Ερωτήματα σχετικά με τους κοινωνικούς μηχανισμούς της καταπίεσης και, αντίστροφα, την τάση της ανθρωπότητας προς την ελευθερία, οδήγησαν τελικά τον Rubinoff στις θέσεις του Peter Kropotkin στην Αλληλοβοήθεια. Ένας Παράγοντας της Εξέλιξης (1902) και στο Αναρχισμός: Μια Συλλογή Επαναστατικών Κειμένων (1927). Υπογραμμίζοντας, σημειώνοντας και τσακίζοντας σελίδες, ήρθε σε επαφή με την ανάλυση του Kropotkin για την εθελοντική αλληλοβοήθεια ως θεμέλιο για την σχέση της ανθρωπότητας προς τη φυσική τάξη και τις απόψεις του σχετικά με τις τάσεις που αποτρέπουν την κοινωνική συνεργασία. Οι ιδέες του Kropotkin ξεκάθαρα είχαν οικείες, και προκάλεσαν ενδιαφέρον.

Ο Rubinoff υποστήριζε πως η επαναστατική εμφάνιση της ευρωπαϊκής αβανγκάρντ στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα έδειξε μια ανανέωση της ικανότητας της τέχνης να εκφράσει το υπερβατικό, και ξεχώρισε πίνακες του Wassily Kandinsky (1866-1944), του ριζοσπάστη αφαιρετικού ζωγράφου, ως χαρακτηριστικούς. Το φθαρμένο από το διάβασμα αντίγραφο του Αλμανάκ του Γαλάζιου Καβαλάρη (1912), που επιμελήθηκε από κοινού ο Kandinsky και ο συνεργάτης του Franz Marc, είναι απόδειξη του θαυμασμού του.

Γιατί όμως ο Kandinsky; Ανάμεσα στις σελίδες που τσάκισε στις άκρες ο Rubinoff, αυτό το απόσπασμα από το μανιφέστο του Kandinsky, «Πάνω στο Ζήτημα της Μορφής», μας δίνει μια ιδέα:

«Πολλοί αποκαλούν την σημερινή κατάσταση της ζωγραφικής ως «αναρχία». Η ίδια λέξη επίσης χρησιμοποιείται περιστασιακά για να περιγράψει την σημερινή κατάσταση της μουσικής. Έχει θεωρηθεί, εσφαλμένα, πως σημαίνει απροσχεδίαστη αναστάτωση και αταξία. Η αναρχία όμως είναι κανονικότητα και τάξη δημιουργημένη όχι από μια εξωτερική και αν τέλει ανίσχυρη δύναμη, αλλά από την αίσθηση για το καλό. Όρια ορίζονται και εδώ επίσης, αλλά πρέπει να είναι εσωτερικά όρια και πρέπει να αντικαταστήσουν τα εξωτερικά. Τα όρια αυτά επίσης επεκτείνονται διαρκώς, προσφέροντας μια όλο και μεγαλύτερη ελευθερία  που, με τη σειρά της, ανοίγει το δρόμο για επόμενες αποκαλύψεις. Η σύγχρονη τέχνη υπό την έννοια αυτή είναι πραγματικά αναρχική: δεν αντανακλά μόνο την πνευματική θέση που έχει ήδη κατακτηθεί αλλά επίσης ενσαρκώνει το πνεύμα ως υλοποιητική δύναμη, ώριμη για αποκάλυψη»

πηγη: https://geniusloci2017.wordpress.com