Loading...

Κατηγορίες

Δευτέρα 26 Απρ 2021
Τα έργα του Φλαμανδού ζωγράφου Ρομπέρ Καμπέν μαρτυρούν χάρισμα στην ακριβή παρατήρηση που βρίσκει την έκφρασή του στην αναπαραγωγή και της παραμικρής λεπτομέρειας
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 
 

Ο Ρομπέρ Καμπέν (Robert Campin, 1378 – 26 Απριλίου 1444) ήταν Φλαμανδός ζωγράφος, αποκαλούμενος και Δάσκαλος του Φλεμάλ, από τρεις πίνακες που φιλοξενούνται στο Ινστιτούτο Τέχνης του Στέντελ (Städelsches Kunstinstitut) στη Φρανκφούρτη, για τους οποίους υπήρχε η λανθασμένη εντύπωση πως προέρχονταν από τον Πύργο της Φλεμάλ, κοντά στη Λιέγη. Υπάρχει ισχυρή συναίνεση της επιστημονικής κοινότητας ότι ο Δάσκαλος του Φλεμάλ ταυτίζεται με το Ρομπέρ Καμπέν (ενεργό κατά την περίοδο 1406-1444), το σημαντικότερο καλλιτέχνη της Τουρναί την εποχή του, αν και κανένα από τα καταγεγραμμένα έργα του δε σώζεται. Η ταύτιση βασίζεται στην ομοιότητα ανάμεσα στα έργα του Δασκάλου του Φλεμάλ και εκείνα των Ζακ Νταρέ (περ.1404-1470) και Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν (1400-1464), καθώς ο Νταρέ υπήρξε μαθητής του Καμπέν και ο φαν ντερ Βάιντεν σχεδόν σίγουρα επίσης. Η υπόθεση πως τα έργα του Δασκάλου του Φλεμάλ ήταν πρώιμα έργα του φαν ντερ Βάιντεν έχει σήμερα ελάχιστους υποστηρικτές.

Παρόλο που υπάρχουν ακόμη αμφιβολίες σχετικά με την πραγματική ταυτότητα του Δασκάλου του Φλεμάλ, δεν υπάρχουν διχογνωμίες αναφορικά με τα επιτεύγματά του, καθώς ήρθε σε καθολική ρήξη με το κομψό Διεθνές Γοτθικό στυλ και λογίζεται μαζί με το Γιαν βαν Άικ ως ένας από τους θεμελιωτές της Σχολής των Κάτω Χωρών. Κανένα από τα έργα που του αποδίδονται δεν είναι χρονολογημένο – εξαιρουμένων των πλευρικών φύλλων του «Τρίπτυχου Werl» (1438, Πράδο, Μαδρίτη), απόδοση υπό αμφισβήτηση – αλλά μοιάζει πιθανό τα πρώιμα έργα του να υπήρξαν προγενέστερα όλων των σωζόμενων του βαν Άικ. Το παλαιότερο όλων πιστεύεται πως είναι το «Τρίπτυχο Seilern» (1410-20, Ινστιτούτο Τέχνης Κουρτώ, Λονδίνο). Το έργο αυτό εξακολουθεί να έχει το διακοσμητικό χρυσό φόντο της γοτθικής παράδοσης, αλλά η επιρροή του Κλάους Σλούτερ (περ.1340-1405/06) είναι εμφανής στη γλυπτική σταθερότητα και δραματική δύναμη των μορφών. Το διασημότερο έργο που αποδίδεται στο Δάσκαλο του Φλεμάλ είναι το «Τρίπτυχο Mérode» (περ. 1425, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη) και ορισμένες φορές απαντάται ως Δάσκαλος του Mérode. Ωστόσο, η απόδοση του έργου αυτού επίσης δεν είναι βέβαιη. Ανάμεσα στα άλλα έργα που γενικώς θεωρούνται δικά του είναι: «Η Μνηστεία της Παναγίας» (Πράδο, Μαδρίτη), «Η Θεία Γέννηση» (Μουσείο Καλών Τεχνών, Ντιζόν) και «Η Παρθένος και το Θείο Βρέφος μπροστά σε Τζάκι» (Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο), παραδείγματα του επίγειου νατουραλισμού που σχετίζεται με τον καλλιτέχνη. Η Εθνική Πινακοθήκη φιλοξενεί επίσης τρία πορτραίτα που συνδέονται με το Δάσκαλο της Φλεμάλ. Παρά την αβεβαιότητα που εξακολουθεί να περιστρέφεται γύρω από το έργο του, αναδύεται ως μια εξέχουσα καλλιτεχνική προσωπικότητα.

 

Τα έργα του καλλιτέχνη, τα πρώτα από τα οποία θυμίζουν ακόμη τις γαλλικές μικρογραφίες, μαρτυρούν χάρισμα στην ακριβή παρατήρηση που βρίσκει την έκφρασή του στην αναπαραγωγή και της παραμικρής λεπτομέρειας. Χαρακτηρίζονται επίσης από την προσπάθεια απόδοσης μίας κάποιας πλαστικότητας στις μορφές και από την εμπειρική απόδοση του βάθους, η οποία στερείται μαθηματικής ακρίβειας.

Τρίπτυχο Seil

 

 

«Τρίπτυχο Seilern» (περ.1410), λάδι σε ξύλο, Ινστιτούτο Τέχνης Κουρτό, Λονδίνο.

Οι ιστορικοί της τέχνης θεωρούν ότι το «Τρίπτυχο Seilern» (περ.1410), το οποίο λαμβάνει το όνομά του από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη του, τον Κόμη του Seilern, αποτελεί το παλαιότερο σωζόμενο έργο του Ρομπέρ Καμπέν. Όντας σχετικά μικρό σε μέγεθος, προοριζόταν για την κατοικία ιδιώτη, ενώ σήμερα στεγάζεται στο Ινστιτούτο Τέχνης Κουρτό, στο Λονδίνο. Κύριο θέμα του είναι μια από τις σημαντικότερες ιστορίες της χριστιανικής εικονογραφίας, η Αποκαθήλωση και Ταφή του Ιησού Χριστού, που αναφέρονται και στα τέσσερα Ευαγγέλια.

Το κεντρικό τμήμα του τρίπτυχου απεικονίζει την τοποθέτηση στον τάφο του νεκρού Χριστού από τη Μητέρα Του, τον Ιωσήφ από την Αριμαθαία και το Νικόδημο, που προετοιμάζονται να τυλίξουν το σώμα στο νεκρικό του σάβανο. Η Παναγία στηρίζεται από τον Απόστολο Ιωάννη, αναφορά στον επιτάφιο θρήνο. Η Μαρία Μαγδαληνή αλοίφει τα πόδια του Χριστού με έλαιο, αναφορά στο Χρίσμα. Η Αγία Βερενίκη κρατά ψηλά ένα κομμάτι ύφασμα, νύξη για την άνοδο στο Γολγοθά, ενώ άγγελοι κρατούν διάφορα από τα όργανα του Μαρτυρίου. Στο αριστερό πλευρικό φύλλο, ο δωρητής του έργου απεικονίζεται γονατιστός με ταπεινότητα μπροστά στο Λόφο του Γολγοθά. Το τοπίο, με τους τρεις σταυρούς στο βάθος, είναι σχετικά ρηχό και πάνω στο μεσαίο σταυρό, ανάμεσα σε εκείνους που ακόμη κρέμονται οι ληστές, ακουμπά μία σκάλα που μαρτυρά την Αποκαθήλωση. Το δεξιό φύλλο απεικονίζει την Ανάσταση και την ανάδυση του Κυρίου από τον τάφο.

 

 

«Εσταυρωμένος Ληστής» (περ.1410), λάδι σε ξύλο, Städelsches Kunstinstitut, Φρανκφούρτη.

Και τα τρία τμήματα είναι διακοσμημένα με χρυσά αμπέλια και σταφύλια, που συμβολίζουν το Χριστό, την πραγματική Άμπελο. Το έργο αυτό είναι ένα από τα πρώτα του καλλιτέχνη και παρόλο που αφήνει μια υπόνοια της στροφής της φλαμανδικής αναγεννησιακής ζωγραφικής προς το ρεαλισμό, βασισμένο στην προσεκτική παρατήρηση, διατηρεί την παραδοσιακή μεσαιωνική αίσθηση, με την περιορισμένη προοπτική, τη χρήση χρυσών φόντων και με τη χαρακτηριστική του γοτθικού ρυθμού οργάνωση του χώρου.

Εσταυρωμένος Ληστής

Η πρωτοτυπία και η δύναμη στο έργο του Καμπέν είναι ιδιαίτερα εμφανής στα ώριμα έργα του. Ο «Εσταυρωμένος Ληστής» (1410, Städelsches Kunstinstitut, Φρανκφούρτη) αποτελεί το άνω τμήμα του δεξιού φύλλου ενός μεγάλου τρίπτυχου με θέμα την Αποκαθήλωση, το οποίο είναι γνωστό μέσω ενός παλαιού αντιγράφου στην Πινακοθήκη Τέχνης Γουόκερ στο Λίβερπουλ. Η μορφή στο σταυρό χαρακτηρίζεται από βάναυσο ρεαλισμό, με τεντωμένους μυς και φρικτά τραύματα στα πόδια. Το σύνολο τονίζεται από το staccato ρυθμό των περιγραμμάτων, που ξεχωρίζουν στο επίχρυσο περίγραμμα. Η εκφραστικότητα τηρείται μέχρι το σημείο της ασχήμιας. Οι μορφές των Ρωμαίων στρατιωτών που συμπληρώνουν τη σκηνή αποδίδονται επίσης με ασύλληπτο για την εποχή ρεαλισμό και είναι ακόμη πιο εντυπωσιακές χάρις στη δυναμική μοντελοποίηση που τους χαρίζει ποιότητα γλυπτού.

Αγία Βερενίκη

 

 

«Η Αγία Βερενίκη» (περ.1410), λάδι σε ξύλο, Städelsches Kunstinstitut, Φρανκφούρτη.

Ένα άλλο από τα πρώτα έργα του καλλιτέχνη, είναι ένας πίνακας που απεικονίζει την Αγία Βερενίκη (περ.1410), τη γυναίκα που, συγκινημένη από το δράμα του Χριστού στο δρόμο προς το Γολγοθά, του έδωσε ένα ύφασμα για να σκουπίσει τον ιδρώτα στο πρόσωπό του. Το έργο αποτελεί τμήμα ενός αποσυναρμολογημένου ρετάμπλ, η αρχική μορφή του οποίου είναι άγνωστη. Η Αγία εμφανίζεται εύθραυστη και ψυχολογικά απομονωμένη στα συναισθήματά της. Το κάτω μέρος της φιγούρας, όπου τα ενδύματά καταλήγουν σε κομψές πτυχώσεις, είναι τρισδιάστατο, αλλά γύρω από τους ώμους μοιάζει εντελώς επίπεδο, έτσι ώστε να μην εξέχει υπερβολικά από το φόντο, μια ταπισερί από μπροκάρ που εκμηδενίζει την αίσθηση του βάθους. Οι πτυχώσεις των ενδυμάτων σχηματίζουν μοτίβα που αντιστοιχίζονται μεταξύ τους, για παράδειγμα εκεί που το πράσινο μανίκι στα δεξιά αντανακλάται από την άκρη του κόκκινου μανδύα που κρέμεται στο έδαφος. Στο κομψό ύφασμα που πλαισιώνει το πρόσωπο της γυναίκας υπάρχει σκόπιμη ομορφιά.

 

 

«Ευαγγελισμός» (1418-1419), λάδι σε καμβά, Μουσείο Πράδο, Μαδρίτη

Ευαγγελισμός

Στο έργο αυτό (1418-1419) το γεγονός του Ευαγγελισμού αναπαρίσταται σε ένα ναό γοτθικού ρυθμού, ο οποίος συμβολίζει το Νέο Νόμο που αντικαθιστά τον Παλαιό, τον οποίο και αντιπροσωπεύει ο πύργος ρομανικού ρυθμού στο φόντο. Τα γλυπτά στο εξωτερικό του ναού και στον πύργο, καθώς και οι εικόνες από τη Βίβλο στα βιτρώ ενισχύουν αυτή την ιδέα, καθώς και εκείνη της Λύτρωσης. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα έργα του καλλιτέχνη, πρωτού ο Ροχήρ βαν ντερ Βέιντεν μαθητεύσει στο εργαστήριό του. Η πατρότητα του πίνακα δεν είναι καθολικά αποδεκτή από την επιστημονική κοινότητα. Ο πίνακας αποκτήθηκε από το Εσκοριάλ το 1584 και σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο Πράδο.

Θεία Γέννηση

Η «Θεία Γέννηση» (περ. 1420, Μουσείο Καλών Τεχνών, Ντιζόν) αποτελεί ένα από τα πρώτα έργα που απεικονίζουν τοπίο στην ιστορία της βορειοευρωπαϊκής τέχνης. Στο έργο αυτό, από τα πρώτα στην ιστορία της τέχνης που χρησιμοποιούν το λάδι ως δεσμευτικό μέσο για τις χρωστικές ουσίες, συνδυάζονται οι βαριές, υλικές φόρμες με την ισχυρή ψευδαίσθηση του τρισδιάστατου χώρου. Η γήινη αίσθηση του ρεαλισμού από τον καλλιτέχνη αποκαλύπτεται τόσο τα στοιχεία και τη διαμόρφωση του τοπίου, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται ένα πρωτοφανές επίπεδο φυσικής πραγματικότητας και δραματικής αμεσότητας.

 

 

«Η Θεία Γέννηση» (περ. 1420-1426), Μουσείο Καλών Τεχνών, Ντιζόν, Γαλλία.

Όπως και πολλές άλλες απεικονίσεις του γεγονότος της Γέννησης, ο πίνακας έχει βασιστεί σε ένα όραμα της Σουηδής Αγίας Βριγίτας (1302-1373). Το Θείο Βρέφος και οι γονείς του έχουν τοποθετηθεί στο κατώφλι ενός μισοερειπωμένου σταύλου. Η κατεστραμμένη οροφή έχει μια τρύπα και από τους τοίχους λείπουν τμήματα που αποκαλύπτουν το βόδι και το γάιδαρο, που αντίθετα με τη συνήθη σύμβαση της εικονογραφίας, στρέφουν την πλάτη προς τη σκηνή αντί να τείνουν προς το Βρέφος ώστε να το ζεστάνουν. Η Παναγία στέκεται γονατιστή, τα χέρια της σε στάση προσευχής, τα μάτια χαμηλωμένα. Στα πόδια της ο Χριστός είναι ξαπλωμένος στο έδαφος, λάμποντας από φως. Ο Ιωσήφ, με τη μορφή σεβάσμιου μεσήλικα κρατά ένα κερί στο ένα χέρι, ενώ με το άλλο το προστατεύει από το να σβήσει. Στα αριστερά της σύνθεσης στέκουν οι μαίες, που σύμφωνα με ένα Απόκρυφο Ευαγγέλιο, εκλήθησαν από τον Ιωσήφ σε μία στιγμή ανησυχίας. Μία από αυτές υπέφερε από παράλυση στο χέρι, αλλά ο άγγελος με τα λευκά την καλεί να αγγίξει το Βρέφος ώστε να θεραπευτεί: «Tangue puerum et sanabaris». Πίσω από την ομάδα αυτή, το άνω τμήμα της πόρτας του οικήματος αποκαλύπτει τρεις βοσκούς, που από δέος και σεβασμό κρατούν απόσταση από τη σκηνή.

 

 

«Μνηστεία της Παναγίας» (περ.1420), λάδι σε καμβά, Μουσείο Πράδο, Μαδρίτη

Το έργο αυτό αποτελεί κυρίως αντικείμενο θαυμασμού για το περίφημο τοπίο του. Ο Καμπέν χρησιμοποίησε τεχνικές που μελλοντικά αντιγράφηκαν από πολλούς καλλιτέχνες. Ένας δρόμος φιδογυρίζει κάπου μακρυά, πλάι σε ένα ρυάκι, οδηγώντας το βλέμμα στο βάθος του χώρου. Τη διαδρομή πλαισιώνουν ιτιές και ψηλά δένδρα. Ένα δρομάκι συναντά τον κύριο δρόμο και οδηγεί ένα φράκτη. Σε αυτό περπατά ένα ζευγάρι με κάπες, το οποίο ακολουθεί μία χωρική με ένα καλάθι με αυγά στο κεφάλι της. Μακρύτερα υπάρχει ένα μεγάλο αγροτόσπιτο, με την αυλή του κλεισμένη σε ψηλούς τοίχους, κι ακόμη μακρύτερα ένα χωριουδάκι, μια λίμνη που φωλιάζει ανάμεσα σε λόφους και μία μικρή φάρμα με αμπέλια. Στα αριστερά βλέπουμε μια μεγαλόπρεπη πόλη, πάνω από την οποία δεσπόζει ένα κάστρο σε ένα πετρώδες τοπίο. Στα αριστερά ο Ήλιος ανατέλλει πίσω από τα βουνά, συμβολίζοντας τη νέα εποχή.

Μνηστεία της Παναγίας

Δύο σκηνές απεικονίζονται στο έργο αυτό της δεκαετίας του 1420. Στα αριστερά, σε ένα κυκλικό εσωτερικό ρομανικού ρυθμού με τρούλο, αναπαρίσταται το Θαύμα του Ανθισμένου Μπαστουνιού, που σύμφωνα με το Απόκρυφο Ευαγγέλιο του Ιακώβου, υπέδειξε τον Ιωσήφ ως μνηστήρα της Παναγίας. Στα βιτρώ και στα αρχιτεκτονικά στοιχεία του χώρου απαντώνται σκηνές από την Παλαιά Διαθήκη που σκιαγραφούν άλλες από την Καινή Διαθήκη, όπως η θυσία του Ισαάκ, που προμηνύει τη Λύτρωση από το Χριστό. Στα δεξιά αναπαρίσταται η μνηστεία της Μαρίας και του Ιωσήφ κάτω από μία στοά γοτθικού ρυθμού, που αναγγέλει την επικείμενη άφιξη του Νέου Νόμου. Στο έργο αυτό, ο Καμπέν διατηρεί το χαρακτηριστικό εξωτισμό του Διεθνούς Γοτθικού στυλ, συνδυάζοντάς τον με το φλαμανδικό νατουραλισμό και τη διαυγή απεικόνιση της ποιότητας των πραγμάτων. Οι μορφές των Αγίων Κλαίρης και Ιακώβου του Πρεσβύτερου έχουν ζωγραφιστεί στο βάθος σε γκριζάιγ, που θυμίζει έργο γλυπτικής. Έχοντας αποδοθεί παλαιότερα στον Ροχήρ βαν ντερ Βέιντεν, ο πίνακας αυτός αποκτήθηκε από το Εσκοριάλ το 1584, φτάνοντας στο Μουσείο Πράδο το 1839.

Τρίπτυχο Mérode

Πρόκειται (περ.1425) για έναν από τους διασημότερους πίνακες φλαμανδικής ζωγραφικής του 15ου αιώνα, που βρισκόταν τον 19ο αιώνα στην κατοχή των κόμητων του Mérode. Σήμερα εκτίθεται στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης.

 

 

«Τρίπτυχο Mérode» (περ.1425), ελαιογραφία σε ξύλο, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη.

Στο κεντρικό τμήμα απεικονίζεται ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Η ξαφνική εμφάνιση του αρχάγγελου Γαβριήλ προκαλεί αναστάτωση (το κερί σβήνει, οι σελίδες του βιβλίου στο τραπέζι ανακατεύονται). Η Παναγία όμως, που κάθεται στο υποπόδιο του πάγκου σε ένδειξη ταπεινότητας, φαίνεται να μην αντιλάμβεται το γεγονός. Η αποκάλυψη είναι πρωτίστως εσωτερική διαδικασία και η έμφαση στην παρουσία του αρχάγγελου εξυπηρετεί περισσότερο την κατανόηση της σκηνής από το θεατή. Στα πλευρικά φύλλα, που προστέθηκαν πιθανώς αργότερα, απεικονίζονται δεξιά ο Ιωσήφ αφοσιωμένος στη δουλειά του ως ξυλουργού και αριστερά ένα ζεύγος που παρακολουθεί τη σκηνή από τη μισάνοιχτη πόρτα του δωματίου. Πρόκειται, προφανώς, για το δωρητή του τρίπτυχου και τη σύζυγό του, των οποίων τα οικόσημα διακρίνονται στο παράθυρο του μεσαίου πίνακα.

Ο Καμπέν δεν τοποθετεί την ιερή σκηνή σε εκκλησία ή μπροστά στην πύλη ενός ναού, αλλά σε ένα δωμάτιο πολύβουης φλαμανδικής πόλης του 15ου αιώνα. Η εικονογραφία περιλαμβάνει πολυάριθμους συμβολισμούς η έκταση και η ερμηνεία των οποίων εξακολουθεί αν αμφισβητείται και να μελετάται εκτενώς. Πάνω από τα φτερά του Γαβριήλ, η μικροσκοπική γυμνή φιγούρα ενός βρέφους – που συμβολίζει το Χριστό – μεταφέρεται από επτά χρυσές ακτίδες φωτός που μπαίνουν από ένα παράθυρο στο δωμάτιο. Μεταφέρει ένα σταυρό, μακάβρια υπενθύμιση της μαρτυρικής Του θυσίας. Οι λευκοί κρίνοι, το δοχείο του νερού και η λευκή πετσέτα, όλα αναφέρονται στην αγνότητα της Μαρίας.

Το τρίπτυχο είναι σχετικά μικρό σε μέγεθος και, όπως και το προγενέστερο «Τρίπτυχο του Seilern», σχεδιάστηκε για οικιακή χρήση. Το έργο δεν διαθέτει ούτε επιγραφή ούτε χρονολογία και μόλις στις αρχές του 20ου αιώνα αποδόθηκε στον Καμπέν, που το φιλοτέχνησε ίσως με τη βοήθεια των μαθητών του, ένας από τους οποίους ίσως ήταν ο διασημότερος εξ αυτών, ο Ροχήρ βαν ντερ Βέιντεν.

 

 

«Προσωπογραφία του Ρομπέρ ντε Μασμίν» (περ.1425), ελαιογραφία σε ξύλο, Μουσείο Τίσεν-Μπορνεμίσα, Μαδρίτη.

Προσωπογραφίες

Μεταξύ του 14ου και του 15ου αιώνα γεννιέται στη Φλάνδρα ένα καινούριο ζωγραφικό ιδίωμα, βασισμένο στη σχολαστική παρατήρηση της πραγματικότητας και στην πιστή όσο και ζωντανή ανασύνθεσή της. Την ανασύνθεση αυτή καθιστά δυνατή η τεχνική της ελαιογραφίας, η οποία έμελλε να μεταμορφώσει ριζικά το ευρωπαϊκό καλλιτεχνικό τοπίο. Η συγκεκριμένη τεχνική εξασφαλίζει ακρίβεια στην απόδοση των λεπτομερειών ακατόρθωτη με την τέμπερα, επιτρέποντας στους ζωγράφους της εποχής να φτάσουν σε αδιανόητα μέχρι πρότινος αποτελέσματα. Ένα από τα είδη τα οποία ωφελήθηκαν περισσότερο από την καινοτομία αυτή ήταν η προσωπογραφία, με την οποία καταπιάστηκε και ο Καμπέν ως πρωτεργάτης της Βορειοευρωπαϊκής Αναγέννησης. Ανάμεσα στα πορτραίτα που αποδίδονται στο Δάσκαλο του Φλεμάλ συναντούμε: «Πορτραίτο Άνδρα» (1400-10) και «Πορτραίτο Γυναίκας» (περ. 1430) στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, «Πορτραίτο Μουσικού» σε ιδιωτική συλλογή, καθώς και δύο προσωπογραφίες του «Ρομπέρ ντε Μασμίν», στρατιωτικού με σημαίνουσα θέση στη Βουργουνδία, η μία στη Gemäldegalerie του Βερολίνου και η άλλη στο Μουσείο Τύσεν-Μπορνεμίσα στη Μαδρίτη.

Στο τελευταίο, ο ντε Μασμίν απεικονίζεται σε πρώτο πλάνο, σχεδόν ημίσωμος. Η στάση τριών τετάρτων που υιοθετείται επιτρέπει την ανάγλυφη απόδοση του προσώπου, ο όγκος του οποίου «σμιλεύεται» από το φως, δίχως την παραμικρή προσπάθεια εξιδανείκευσης. Η επιδερμίδα, παρά τις όποιες αβλεψίες, αποδίδεται με επιστημονική σχεδόν ακρίβεια, ιδιαίτερα εμφανή στους έντονους κύκλους κάτω από τα μάτια, στις ρυτίδες που αβλακώνουν το πρόσωπο, στην επιβλητική μύτη και τα διογκωμένα χείλη. Οι τρίχες των μαλλιών, όπως και η γούνα με την οποία κοσμείται το κομψό ένδυμα, σύμφωνα με τη μόδα της εποχής, απεικονίζονται μία προς μία, ενώ το δεξιοτεχνικό παιχνίδι του φωτός και της σκιάς συνθέτει πειστικά το πρόσωπο ενός άνδρα μέσης ηλικίας. Εξίσου εκλεπτυσμένη είναι και η περιορισμένη χρωματική γκάμα, η οποία περιλαμβάνει τόνους του ροζ, του μαύρου και του καφέ.

 

 

Τα δύο σωζώμενα φύλλα του «Τρίπτυχου Werl» (1438), Μουσείο Πράδο, Μαδρίτη.

Τρίπτυχο Werl

Το τελευταίο έργο του καλλιτέχνη που διασώζεται, και το μοναδικό που αναγράφει ημερομηνία, είναι ένα τρίπτυχο, του οποίου μόνο τα πλαϊνά φύλλα φιλοξενούνται στο Μουσείο Πράδο της Μαδρίτης. Αποτέλεσε παραγγελία του Heinrich Werl, επικεφαλής για την επαρχία εκείνη των Φραγκισκανών αδελφών της Κολωνίας. Αποτελεί ένα κάπως πιο εύπλαστο και λιγότερο βίαιο έργο, που καταδεικνύει επιρροές από άλλους σύγχρονους του Καμπέν ζωγράφους, όπως ο νεότερος σε ηλικία Γιαν βαν Άικ (1390-1441), ήδη διάσημο για έργα όπως η «Αγία Τράπεζα της Γάνδης» (1425-1432) και το περίπλοκο «Πορτραίτο των Αρνολφίνι» (1434, Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο).

Λεπτομέρεια από το «Πορτρέτο των Αρνολφίνι» (1434), του Γιαν Βαν Άικ.
 
Λεπτομέρεια από το αριστερό φύλλο του «Τρίπτυχου Werl», το οποίο και φιλοτεχνήθηκε από τον Καμπέν τέσσσερα χρόνια αργότερα.

Το αριστερό φύλλο απεικονίζει το δωρητή Heinrich von Werl να προσεύχεται γονατιστός με τη συντροφιά του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, μπροστά στο κεντρικό λατρευτικό τμήμα το οποίο παραμένει χαμένο και μη καταγεγραμμένο. Ο καθρέπτης στον τοίχο πίσω από τις μορφές αποτελεί αναφορά στο «Πορτραίτο των Αρνολφίνι» που είχε φιλοτεχνηθεί τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Το δεξί φύλλο απεικονίζει την ενάρετη Αγία Βαρβάρα, απορροφημένη στην ανάγνωση ενός ιερού κειμένου, καθιστή μπροστά σε ένα τζάκι που σκορπά μια χρυσή λάμψη στο δωμάτιο. Ο πάγκος στον οποίο κάθεται η Αγία και η προοπτική στο σχέδιο αποτελούν δάνειο από τον «Ευαγγελισμό» του Μητροπολιτικού Μουσείου. Έχουν αντιγραφεί επίσης η λευκή πετσέτα και η κανάτα με το νερό, που συμβολίζουν την αγνότητα της Παναγίας, παρόλο που δεν αποτελούν σύμβολα της Αγίας Βαρβάρας. Ωστόσο το δικό της σύμβολο, ο πύργος όπου και φυλακίστηκε, διακρίνεται από το παράθυρο στο βάθος, με τον τυπικό τρόπο που η πρώιμη Ολλανδική Σχολή εκλογίκευε αφηρημένα σύμβολα με νατουραλιστικό τρόπο.

Αποτίμηση

Οι συνθέσεις του Δασκάλου του Φλεμάλ έχαιραν μεγάλης εκτίμησης και αντιγράφηκαν σε πολλές περιστάσεις. Ορισμένες, μάλιστα, είναι μόνο γνωστές μέσω αντιγράφων. Ορισμένες από αυτές είναι: «Η Παρθένος και το Θείο Βρέφος σε μία Αψίδα», «Η Λειτουργία του Αγίου Γρηγορίου», «Η Προσκύνηση των Μάγων», «Η Εκδίκηση της Τομύριδος», «Η Ιαήλ Θανατώνει τον Σισάρα», «Ο Λουκάς Ζωγραφίζει την Παναγία», «Η Παρθένος και το Θείο Βρέφος με Αγίους και Δωρητές» και «Η Σταύρωση». Αυτά τα γεμάτα ένταση έργα δεν θα μπορούσαν ποτέ να καταταγούν μεταξύ των πρώιμων του Ροχήρ βαν ντερ Βέιντεν, εκτός κι αν δεχτούμε πως συνέβη κάποια ριζική αλλαγή στο πνεύμα του έργου του σε κάποια στιγμή της ζωής του.[4] Στα έργα αυτά δεν απαντάται η λεπτότητα και η αρμονία των εύπλαστων, καλά ισορροπημένων γραμμών του Ροχήρ βαν ντερ Βέιντεν, καθώς ο Δάσκαλος του Φλεμάλ αποσκοπεί συνεχώς στο να παράγει όλο και ισχυρότερες μεθόδους έκφρασης. Οι μορφές στερούνται τη χάρη, αποπνέοντας κάτι το βάναυσο και το άξεστο. Η συμβολή του υπήρξε καθοριστικής σημασίας στην ανάπτυξη της ολλανδικής ζωγραφικής σε καμβά κατά το 15ο αιώνα, καθώς και στη γενική κατεύθυνση της βορειοευρωπαϊκής αναγεννησιακής ζωγραφικής.

Δείτε επίσης

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου