Loading...

Κατηγορίες

Παρασκευή 09 Οκτ 2020
Νίκολας Κονσταντίνοβιτς Ρέριχ, Ρώσος συμβολιστής ζωγράφος
Κλίκ για μεγέθυνση






 
 
 
Ο Νίκολας Κονσταντίνοβιτς Ρέριχ (9 Οκτωβρίου, 1874 – 13 Δεκεμβρίου, 1947) ήταν Ρώσος συμβολιστής ζωγράφος, ο πρωτότοκος γιος του δικηγόρου και συμβολαιογράφου Κονσταντίν Ραίριχ και της συζύγου του Μαρίας. Μεγαλωμένος στο άνετο περιβάλλον μιας μεσοαστικής ρωσικής οικογένειας, ο Νίκολας είχε το πλεονέκτημα της συχνής επαφής με συγγραφείς, καλλιτέχνες και επιστήμονες που επισκέπτονταν συχνά την οικογένεια, από τα παιδικά του μόλις χρόνια.
 
 
Μόλις σε ηλικία 9 ετών ακολουθεί τον αρχαιολόγο Ιβανόφσκι στις ανασκαφές του σε ερείπια της περιοχής της Ιζβάρα. Τούτη η περιπέτεια της αποκάλυψης των μυστηρίων του παρελθόντος ανάβει μέσα του μια σπίθα ενδιαφέροντος για την αρχαιολογία, η οποία θα κρατήσει για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Σε νεαρή ηλικία ακόμη έχει τη δική του συλλογή προϊστορικών αντικειμένων, νομισμάτων και ορυκτών και χτίζει το δικό του εργαστήρι για τη μελέτη των φυτών και των δέντρων. Την ίδια εποχή περίπου αποκαλύπτεται και το ταλέντο του στο σχέδιο. Στην ηλικία των 16 σκέπτεται πολύ σοβαρά να μπει στη Σχολή Καλών Τεχνών και να συνεχίσει την καριέρα του ως καλλιτέχνης. Ωστόσο, τούτη η επιθυμία του προσωρινά ανακόπτεται, καθώς η άποψη του πατέρα του είναι ότι πρέπει να ακολουθήσει τα δικά του βήματα στη Nομική Σχολή. Ο δρόμος του καλλιτέχνη δεν είναι ο κατάλληλος για ένα υπεύθυνο μέλος της κοινωνίας. Τελικά πατέρας και γιος καταλήγουν σε συμβιβασμό κι έτσι το φθινόπωρο του 1893 ο Νίκολας μπαίνει ταυτόχρονα στη Σχολή Καλών Τεχνών και τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης.
 
Το 1895 ο Ρέριχ συνάντησε το σημαντικό συγγραφέα, κριτικό και ιστορικό Βλαντιμίρ Στασόφ. Ο Στασόφ τον σύστησε σε πολλούς συνθέτες και καλλιτέχνες της εποχής του -τον Μουσόργκσκι, τον Ρίμσκι-Κορσακόφ, τον Στραβίνσκι και τον Φίοντορ Τσαλιάπιν. Στα κοντσέρτα του Κονσερβατορίου της Αυλής άκουσε έργα των Γκλάζουνοφ, Λιάντοφ, Αρένσκι, Βάγκνερ, Σκριάμπιν και Προκόφιεφ, γεγονός που αύξησε τον ενθουσιασμό του για τη μουσική. Φαίνεται πως του άρεσε ιδιαίτερα ο Βάγκνερ, γιατί αργότερα ως σκηνογράφος παράγει σχέδια για τις περισσότερες από τις όπερες του μεγάλου συνθέτη. Στα τέλη της δεκαετίας του 1890 υπήρξε μια άνθηση των τεχνών στη Ρωσία, ιδιαίτερα στην Αγ. Πετρούπολη, όπου η αβάν-γκαρντ σχολή σχημάτιζε αρκετές διαφορετικές ομάδες, καθοδηγούμενη από το νεαρό τότε Σεργκέι Ντιάγκιλεφ. Ο Ντιάγκιλεφ είχε μπει στη Νομική δύο xρόνια πριν από τον Ραίριχ και ήταν από τους πρώτους που εκτίμησαν τα ταλέντα του ως ζωγράφου και ερευνητή του ρωσικού παρελθόντος.
Μόλις τελείωσε την πτυχιακή του στο πανεπιστήμιο, ο Ρέριχ σχεδίασε ένα ταξίδι στην Ευρώπη για ένα χρόνο, προκειμένου να επισκεφθεί τα διάσημα μουσεία της και τα καλλιτεχνικά εργαστήρια του Βερολίνου και του Παρισιού. Λίγο πριν φύγει, όμως, γνώρισε την Έλενα Σαποσνίκοβα, κόρη του αρχιτέκτονα Σαποσνίκοφ και ανιψιά του συνθέτη Μουσόργκσκι. Οι δύο νέοι ένιωσαν μια αμοιβαία έλξη και όταν ο Νίκολας γύρισε από το ταξίδι του, ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου. Η Έλενα Pέριχ ήταν μια χαρισματική γυναίκα, ταλαντούχα πιανίστρια και συγγραφέας αρκετών βιβλίων, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνεται το Θεμέλια του Βουδισμού και η ρωσική μετάφραση του έργου της Ε. Π. Μπλαβάτσκι Μυστική Δοξασiα. Η συλλογή της Γράμματα σε δύο τόμους είναι ένα παράδειγμα των στοχασμών που αντάλλαξε με αρκετούς φίλους, εχθρούς και συνεργάτες αντάμα. Αργότερα ο Νίκολας και η Έλενα Pέριχ ίδρυσαν τον Οργανισμό της Άγκνι Γιόγκα, με τον οποίο φιλοδοξούσαν να αγκαλιάσουν και να συνθέσουν τις φιλοσοφίες και τις θρησκευτικές διδασκαλίες όλων των εποχών.
 
Ωστόσο, το νέο νοικοκυριό χρειαζόταν και σταθερό επάγγελμα. Έτσι, ο Νίκολας έκανε αίτηση και πήρε τη θέση του Γραμματέα της Σχολής που διέθετε η Εταιρία για την Ενθάρρυνση της Τέχνης. Αργότερα έγινε πρόεδρος και τούτη ήταν η πρώτη από τις πολλές θέσεις που κατέλαβε ο Pέριχ ως δάσκαλος και ομιλητής για τις τέχνες. Με τη δουλειά του κατόρθωσε να βγάλει τη Σχολή από την ακαδημαϊκή μετριότητα, εισάγοντας ένα σύστημα εκπαίδευσης στην τέχνη επαναστατικό ακόμη και για τα σημερινά δεδομένα.
 
Σύμφωνα με αυτό το σύστημα η διδασκαλία των τεχνών -όπως η ζωγραφική, η μουσική, το τραγούδι, ο χορός, το θέατρο- και οι αποκαλούμενες «βιομηχανικές τέχνες» -όπως η κεραμική, η ζωγραφική σε πορσελάνη και το μηχανικό σχέδιο- γίνεται κάτω από την ίδια στέγη σε ένα ευέλικτο και αποδοτικό πρόγραμμα σπουδών. Τούτη η γονιμοποιητική διασταύρωση των τεχνών είναι ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο σκεπτόταν ο Νίκολας Ρέριχ.
 
Η τάση του ήταν να εναρμονίζει και να βρίσκει αντιστοιχίες σε φαινομενικά αντίθετα πράγματα σε όλους τους τομείς της ζωής. Αυτό ήταν το έμβλημα της σκέψης του και το ανακαλύπτει κανείς σε όλες τις δραστηριότητές του. Σε κάθε περίπτωση προσπαθούσε να σπάσει το φαινόμενο της εξειδίκευσης, συνδέοντας τα ηθικά προβλήματα με την επιστημονική γνώση του περιβάλλοντος κόσμου. ‘Οπως το θέτει ο Γκάραμπεντ Μπέλιαν στο βιβλίο του Νίκολας Ρέριχ, «…μάθαινε πράγματα που οι άλλοι τα αγνοούσαν. Aντιλαμβανόταν σχέσεις ανάμεσα σε φαινομενικά απομονωμένα φαινόμενα και ασυνείδητα ένιωθε την παρουσία ενός άγνωστου θησαυρού».
 
Το 1902 οι Ρέριχ γιόρτασαν τη γέννηση του πρώτου γιου τους, Γεώργιου, ενώ τα καλοκαίρια του 1903 και 1904 έκαναν εκτεταμένες περιοδείες στη ρωσική επαρχία, προκειμένου να συγκρίνει ο Νίκολας τα αρχαία μνημεία, τις εκκλησίες και τα τείχη των πόλεων και να καταγράψει το ιστορικό πλαίσιο της ρωσικής αρχιτεκτονικής. Τότε ακριβώς συνέλαβε το σχέδιό του για τη διατήρηση της παγκόσμιας πολιτιστικής κλήρονομιάς, καθώς στα ταξίδια του συνάντησε την αδιαφορία των αρχών για τη συντήρηση των τοπικών αρχιτεκτονικών μνημείων. Την ίδια εποχή ζωγράφισε και τα πρώτα του θρησκευτικά θέματα. Aνάμεσά τους τον Τελευταίο Άγγελο και τη Φλεγόμενη Kάμινο, θέματα στα οποία επέστρεψε αρκετές φορές σε μεταγενέστερες περιόδους. Σε πολλές περιπτώσεις, επίσης, αναφέρεται στο «θησαυρό», όπως στο Θησαυρός του Βουνού, ή το Kρυμμένος Θησαυρός κ.λπ. Είναι ξεκάθαρο πως ο θησαυρός του δεν είναι υλικός. Αναφέρεται σε κρυμμένους πνευματικούς θησαυρούς, διαθέσιμους ωστόσο σε εκείνους που επιθυμούν να τους ξεθάψουν.
 
Ταξίδια
 
Από τούτη την εποχή και μετά η επερχόμενη παγκόσμια αναστάτωση και η βαριά πνευμονία του τον αναγκάζουν να μετακομίσει στη Σορταβάλα της Φινλανδίας, όπου θα μείνει για δύο χρόνια. Η παγκόσμια αγωνία και το παγωμένο περιβάλλον του βορρά αποτυπώνονται στα έργα του, (Αιώνια Προσδοκία, Η Γυναίκα που Περιμένει), μαζί με μια αίσθηση βαθιάς νοσταλγίας. Το ξέσπασμα της επανάστασης εμποδίζει την επιστροφή του. Αντί για αυτήν, έρχεται μια πρόσκληση από το Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο να επισκεφθεί την Αμερική. Η περιοδεία του ξεκινά επιτυχημένα από την Γκαλερί Κίνγκορ, στη Νέα Υόρκη, το 1920. Εκεί, και σε πολλές πόλεις της Αμερικής, ο Ρέριχ έδειξε περισσότερα από 400 έργα του, ενώ παράλληλα εργάστηκε ως σκηνογράφος για τις παραγωγές Νεράιδα του Χιονιού και Tριστάνος και Ιζόλδη, για την Όπερα του Σικάγο. Στα διάφορα ταξίδια του ζωγράφιζε ανελλιπώς, φιλοτεχνώντας μια σειρά έργων στο Νέο Μεξικό και τη σειρά Ωκεαvός στο Μονχέγκαν, Μέιν, όπου η οικογένεια έμεινε ένα καλοκαίρι.
 
Το 1921 στη Νέα Υόρκη ίδρυσε το Ινστιτούτο Εvωμένωv Tεχνών, στο οποίο σχεδίαζε να πραγματοποιήσει τις εκπαιδευτικές ιδέες του από την εποχή ήδη της Αγ. Πετρούπολης. Σε αυτό το Ινστιτούτο δίδαξαν ταλαντούχοι δάσκαλοι Ανάμεσά τους ο Ντιμς Τέιλορ στη μουσική θεωρία και σύνθεση, ο Ρόμπερτ ‘Εντμουντ Τζόουνς και ο Λι Σίμονσον στη θεατρική σκηνογραφία και πλήθος άλλων σε μουσικά όργανα, σχέδιο, γλυπτική, αρχιτεκτονική, μπαλέτο, δράμα, δημοσιογραφία και γλώσσες. Στο ίδιο Ινστιτούτο έδωσαν διαλέξεις άτομα όπως ο Τζορτζ Μπέλοους, ο Κλοντ Μπράγκτον, ο Νόρμαν Μπελ Γιαντς και ο Σταρκ Γιανγκ. Παρόλο που το Ινστιτούτο άνθισε γρήγορα ως πρωτοποριακή δύναμη στο χώρο των τεχνών, δεν κατόρθωσε να επιβιώσει πέρα από το 1937. Οι αναταραχές στην Αμερική, η απουσία της οικογένειας Ρέριχ και η πλήρης διακοπή των επιδοτήσεων επέφεραν την ολοκληρωτική κατάρρευση του οργανισμού, για τον οποίο μόχθησαν πολύ ο Ρέριχ μαζί με τους συνεργάτες του. Πολύ αργότερα, υπό την καθοδήγηση του Σάινα Φόσντικ, ενός από τα ιδρυτικά μέλη του πρώτου οργανισμού, ο οργανισμός ξαναγεννήθηκε ως Mουσείο Νίκολας Ρέριχ, παρόν ακόμη και σήμερα με τη μεγαλύτερη συλλογή έργων του καλλιτέχνη.
 
Πέρα από αυτό ανάμεσα στο 1916 και το 1919 ο Ρέριχ έγραψε μια συλλογή ποιημάτων, η οποία εκδόθηκε στη ρωαική γλώσσα στο Βερολίνο με τίτλο Άνθη του Μορύα. Στην αγγλική μετάφραση του έργου δόθηκε ο τίτλος Φλόγα στο Δισκοπότηρο. Σε αυτούς τους στίχους είναι χαρτογραφημένη η πνευματική αναζήτηση και το εσωτερικό ταξίδι του Ραίριχ. Εδώ, επίσης, βρίσκονται κρυμμένες οι εικόνες που χρησιμοποίησε αργότερα για την τέχνη του. Στο δοκίμιό της Άvθn του Μορύα: Το Ζήτημα του Πvευματικού Προσκυνήματος στnv Ποίηση του Νίκολας Ρέριχ, η Ιρίνα Κόρτεν γράφει: “Στον πυρήνα της πίστης του Ραίριχ βρίσκεται η ινδουϊστική ιδέα ενός σύμπαντος δίχως αρχή και τέλος, το οποίο εκδηλώνεται σε διαδοχικούς κύκλους δημιουργίας και διάλυσης των υλικών μορφών εξαιτίας του παλμού της θείκής ενέργειας. Σε ανθρώπινο επίπεδο τούτο συμβαίνει στην άνοδο και πτώση των πολιτισμών ή στην επανενσάρκωση μιας ψυχής».
 
Το Ταξίδι στην lνδία
 
Το Μάιο του 1923 οι Ρέριχ ξεκίνησαν το ταξίδι τους για την Ινδία. Το Δεκέμβριο του 1923 άρχισαν μια περιοδεία σε πολιτιστικά κέντρα, συνάντησαν ινδούς επιστήμονες, ακαδημαϊκούς, καλλιτέχνες και συγγραφείς. Τέλος Δεκεμβρίου βρίσκονταν ήδη στο Σικίμ, στις νότιες πλαγιές των Ιμαλαϊων. Και μόνο από την ταχύτητα προσέγγισής τους φαίνεται πως τα Ιμαλάια ήταν εξαρχής το πρωταρχικό ενδιαφέρον τους. Από εκεί ξεκίνησαν τις εξερευνήσεις που τους έφεραν στο κινεζικό Τουρκεστάν, τα Αλτάι Όρη, τη Μογγολία και το Θιβέτ. Ήταν μια αποστολή σε αχαρτογράφητες περιοχές, στις οποίες σχεδίαζαν να μελετήσουν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, τις γλώσσες και τον πολιτισμό των ιθαγενών κατοίκων.
 
Οι εντυπώσεις του Ρέριχ για αυτή την πρώτη αποστολή στην Κεντρική Ασία βρίσκονται στο βιβλίο του Η Καρδιά της Ασίας. Με τη ζωντανή του αφήγηση δημιουργεί έντονες εικόνες στον αναγνώστη για τα θαύματα αυτής της χώρας. Όμως, οι εικόνες πουθενά δεν είναι τόσο ζωντανές, όσο στους 500 πίνακες που προέκυψαν από τούτη τη διαδρομή. Στο έργο του Το Μεγάλο Πvεύμα τωv Ιμαλαΐωv και σε άλλα της ίδιας σειράς συναντάμε σύμβολα και φιλοσοφικές έννοιες που αποκαλύπτουν το μεγαλείο της Β. Ινδίας και της οροσειράς των Ιμαλαΐων. Στο Mονοπάτι η μορφή του Χριστού οδηγεί μέσα από τις κορφές και τα απόκρημνα βράχια της οροσειράς, όντας μια μεταφορά για τα επικίνδυνα εμπόδια που συναντά ο ταξιδιώτης στο πνευματικό του ταξίδι Με τον ίδιο τρόπο σε άλλα έργα του εμφανίζονται μορφές όπως ο Κύριος Μαϊτρέγια, ο Ρίγκτεν Τζιέπο της Μογγολίας ή ο Λευκός Μπουριάν των Αλτάι. Όλες αυτές οι μορφές είναι συνδεδεμένες με το μύθο του Κυβερνήτη της Σαμπάλα, «ο οποίος είναι προορισμένος να εμφανιστεί στη γη για την τελική αναμέτρηση, την ανανέωση της δημιουργίας και την αποκατάσταση της αγνότητας».
 
Το μονοπάτι ήταν σκληρό και επικίνδυνο. Ο Ρέριχ διέσχισε 36 ορεινά περάσματα, κινούμενος σε υψόμετρο 6.000 έως 7.000 μ., πολύ κοντά στην αποκαλούμενη «ζώνη θανάτου». Όμως, ένιωθε πως ήταν γεννημένος για τέτοιου είδους προκλήσεις. Πίστευε πως η τραχύτητα των βουνών βοηθούσε τον άνθρωπο να βρει το χαμένο του κουράγιο και να αναπτύξει πνευματική δύναμη. Παρόλα τα εμπόδια, όπου κι αν βρέθηκαν, η πίστη των Ρέριχ στην ουσιαστική καλοσύνη της ζωής και την πνευματικότητα του ανθρώπου ενισχύθηκε. Τα Λάβαρα της Aνατολής, μια σειρά από 19 πίνακες, απεικονίζουν τους παγκόσμιους θρησκευτικούς ηγέτες, τον Μωάμεθ, τον Χριστό, τον Μωυσή, τον Βούδα, τους χριστιανούς και ινδούς άγιους ή σοφούς, δίνοντας έμφαση στην ενότητα του θρησκευτικού μόχθου και των κοινών ριζών της ανθρώπινης πίστης.
 
Κεντρική μορφή των θεμάτων του Ρέριχ φαντάζει επίσης η γυναίκα και ο ρόλος της στην επερχόμενη νέα εποχή για την ανθρωπότητα. Οι απόψεις του αντανακλώνται σε αυτά που έγραψε η Έλενα Ρέριχ σε ένα φίλο το 1937: «…η γυναίκα θα έπρεπε να συνειδητοποιήσει ότι μέσα της υπάρχουν όλες οι δυνάμεις. Από τη στιγμή που θα αποτινάξει την αρχαία ύπνωση της φαινομενικά νόμιμης υποταγής της και νοητικής κατωτερότητας και ασχοληθεί με τη σφαιρική εκπαίδευσή της, σε συνεργασία με τον άνδρα θα δημιουργήσει ένα νέο κόσμο…ο Κόσμος επιβεβαιώνει το μεγαλείο της δημιουργικής αρχής στη γυναίκα. Η γυναίκα είναι η προσωποποίηση της φύσης και είναι η φύση που διδάσκει τον άνθρωπο και όχι το αντίθετο».
 
Ο Νίκολας Ρέριχ απεικόνισε τις μεγάλες θηλυκές θεότητες σε πίνακες όπως Η Μητέρα του Κόσμου, ή Οι Ωδίνες της Mαντόvα. Η Μητέρα του Κόσμου είναι μια ιδέα ισοδύναμη της Λάκσμι και της Κάλι των Ινδιών, μια εμπνευστική εικόνα που απέδωσε ο Νίκολας με βαθείς τόνους του μπλε και του βιολετί. Στο τέλος αυτής της μεγάλης εξερεύνησής της η οικογένεια εγκαταστάθηκε το 1928 στην κοιλάδα Κούλου, σε υψίπεδο 2.000 μέτρων, σε ένα σημείο με εκπληκτική θέα της κοιλάδας και των κορυφών που την περιέβαλαν. Εκεί εγκατέστησαν το νοικοκυριό τους και την έδρα του Ινστιτούτου Έρευνας των Ιμαλαίων Ουρουσβάτι, το οποίο οργανώθηκε για να μελετήσει τα αποτελέσματα των ερευνών της αποστολής, καθώς και των οποιωνδήποτε μελλοντικών αποστολών. Οι δραστηριότητες του Ινστιτούτου περιελάμβαναν βοτανικές και εθνολογικές-γλωσσολογικές σπουδές, καθώς και τηνεξερεύνηση αρχαιολογικών τόπων. Υπό την καθοδήγηση του πατέρα τους οι δύο γιοι του Ρέριχ, ο Γεώργιος και ο Σβέτοσλαβ, δημιούργησαν μια συλλογή φαρμακευτικών βοτάνων, κάνοντας παράλληλα εκτεταμμένες μελέτες στη βοτανική και την παραδοσιακή ιατρική, όπως και για τη θιβετανική και κινεζική φαρμακοποιία.
 
Στο επόμενο χρόνο ο Ρέριχ επέστρεψε στη Νέα Υόρκη για το άνοιγμα του Μουσείου Ρέριχ. Εκεί, χρησιμοποιώντας τον Ερυθρό Σταυρό ως παράδειγμα, πρότεινε μια παγκόσμια συνθήκη για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και κατά τη διάρκεια της ειρήνης και κατά τη διάρκεια του πολέμου. Συμβουλευόμενος δικηγόρους έφτιαξε το προσχέδιο μιας Διεθνούς Σύμβασης και ενός συμβόλου, του Λάβαρου της Ειρήνης. Το Λάβαρο της Ειρήνης δείχνει τρεις σφαίρες που περιβάλλονται από έναν κύκλο. Οι τρεις σφαίρες συμβολίζουν τη Θρησκεία, την Τέχνη και την Επιστήμη ως όψεις του Πολιτισμού, ο οποίος συμβολίζεται με τον περιβάλλοντα κύκλο. Τούτο το σύμβολο υπάρχει στη σφραγίδα του Ταμερλάνου, στη θιβετανική, καυκασιανή και σκανδιναβική κοσμηματοποιία, όπως επίσης σε ρωμαϊκά και βυζαντινά έργα τέχνης. Σε τούτο το σύμβολο και τη ρήση Pax Cultura (Πολιτιστική Ειρήνη), αποτυπώνεται το όραμα του Ραίριχ για την ανθρωπότητα. Όπως έγραψε:
 
«Ας είμαστε ενωμένοι! Θα ρωτήσετε με ποιον τρόπο; Θα συμφωνήσετε μαζί μου, με τον απλούστερο τρόπο της κοινής και ειλικρινούς γλώσσας. Ίσως στην Ομορφιά και τη Γνώση».
 
Οι προσπάθειές του οδήγησαν τελικά, τον Απρίλιο του 1936, στην υπογραφή της Συνθήκης Ρέριχ από όλα τα μέλη-κράτη της Παναμερικανικής Ένωσης στον Λευκό Οίκο της Ουάσινγκτον. Τούτη η συνθήκη είναι ακόμη εν ισχύ, ενώ πολλά άτομα, ομάδες και οργανισμοί προσπαθούν να προωθήσουν την κεντρική ιδέα της. Μάλιστα, για όλες αυτές τις προσπάθειές του προτάθηκε και ως υποψήφιος για το Νομπέλ Ειρήνης. Αργότερα ο μεγάλος ταξιδευτής επέστρεψε στο Κούλου. Πέθανε στις 13 Δεκεμβρίου του 1947. Το σώμα του αποτεφρώθηκε και οι στάκτες του θάφτηκαν σε μια πλαγιά των βουνών που τόσο αγάπησε και απεικόνισε στα περισσότερα από τα 7.000 έργα που άφησε πίσω του.
 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου