Loading...

Κατηγορίες

Τρίτη 08 Δεκ 2020
Καμίλ Κλοντέλ (Camille Claudel): Σπουδαία γλύπτρια…
Κλίκ για μεγέθυνση

Ταλαντούχα γλύπτρια με τραγικό τέλος. Η Camille Claudel (Καμίγ Κλοντέλ) είναι περισσότερο γνωστή ως ερωμένη και μούσα του σπουδαίου γλύπτη Ογκίστ Ροντέν (1840-1917). Αδελφός της ήταν ο διπλωμάτης και λογοτέχνης Πολ Κλοντέλ (1868-1955), εκ των κορυφαίων προσωπικοτήτων των γαλλικών γραμμάτων του πρώτου μισού του 20ού αιώνα, από τα γραπτά του οποίου αντλούνται οι όποιες πληροφορίες για την ζωή της.

Η Camille Claudel γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1864 στο Βιλνέβ-σιρ-Φερ της βόρειας Γαλλίας. Δεν έλαβε τυπική μόρφωση, αλλά μελετούσε πολύ στην πλούσια βιβλιοθήκη του πατέρα της.

Στα εφηβικά της χρόνια ήταν ήδη μια ταλαντούχα γλύπτρια, αναγνωρισμένη από ομοτέχνους του καιρού της. Όταν η οικογένειά της μετακόμισε στο Παρίσι γράφτηκε στην Σχολή Καλών Τεχνών «Académie Colarossi».

Η γνωριμία της Camille Claudel με τον Ροντεν

Το 1883 γνώρισε τον Ροντέν και έγινε μαθήτρια του, βοηθός, μοντέλο και ερωμένη του. Έζησε κάτω από την επιρροή του και δέχτηκε την επίδρασή του σε έργα της όπως «Η Εγκατάλειψη» (« L’ Abandon», μάρμαρο, 1888) και «Το βαλς» («La Valse», μπρούντζος, 1893).

Η σχέση τους κλονίστηκε το 1893 και από το 1898 η Κλοντέλ διέρρηξε κάθε σχέση μαζί του. Ο γεμάτος πάθος και οδύνη δυναμισμός των τελευταίων της έργων, όπως «Η ώριμη ηλικία«» («L' Âge mûr», μπρούντζος, 1899), εκφράζει το προσωπικό της δράμα.

Ο τραγικός θάνατος της Claudel

Η Claudel ένιωσε προδομένη από την στάση του Ροντέν και της έγινε έμμονη ιδέα ότι αυτός και η «κλίκα» του την καταδίωκαν. Άρχισε τότε να καταστρέφει ό,τι γλυπτό είχε στο εργαστήριό της και να απομονώνεται από τον κύκλο της, ακόμη και από τον αδελφό της Πολ, που της συμπαραστεκόταν με κάθε τρόπο.

Τα τελευταία τριάντα χρόνια της ζωής της τα πέρασε σε θλιβερή απομόνωση, από άσυλο σε άσυλο, ώσπου εγκατέλειψε τα εγκόσμια στις 19 Οκτωβρίου 1943, σε ηλικία 78 ετών.

Καμίλ Κλοντέλ: Σπουδαία γλύπτρια…

 

Η Καμίλ Κλοντέλ [Camille Claudel, 8 Δεκεμβρίου 1864 – 19 Οκτωβρίου1943] ήταν Γαλλίδα γλύπτρια με σημαντικό έργο. Από πολύ νεαρή ηλικία έδειξε ιδιαίτερη κλίση στη γλυπτική και τα πρώτα της έργα χρονολογούνται ήδη στα 1876 ενώ αποτελούν κυρίως μικρές φιγούρες. Το 1879 η Κλοντέλ γνωρίζεται με τον γλύπτη Alfred Boucher, ο οποίος αναγνωρίζει το ταλέντο της και πείθει την οικογένεια της να ακολουθήσει μια ακαδημαϊκή εκπαίδευση. Το 1881 εγκαθίσταται με την μητέρα και τα αδέλφια της στο Παρίσι όπου ξεκινά σπουδές σχεδίου και ανατομίας στην ιδιωτική Ακαδημία Colarossi, που αποτελεί μία από τις λιγοστές σχολές όπου γίνονται αποδεκτές και γυναίκες σπουδάστριες. Κατά την διάρκεια των σπουδών της, με δάσκαλο τον Boucher, το ενδιαφέρον της εστιάζεται σε πορτρέτα αν και ελάχιστα έργα αυτής της περιόδου διασώζονται, μεταξύ αυτών μια προτομή του αδελφού της σε ηλικία 13 ετών.

Το 1882 η Κλοντέλ ενοικιάζει ένα εργαστήριο όπου μπορεί να επεξεργαστεί τα έργα της ενώ ο Boucher την παρουσιάζει στον διευθυντή της Σχολής Καλών Τεχνών, Paul Dubois. Τον επόμενο χρόνο καταγράφεται και η πρώτη της γνωριμία με τον Ωγκύστ Ροντέν, ο οποίος αντικαθιστά τον Boucher για ένα διάστημα στη διάρκεια των μαθημάτων της Ακαδημίας.

Ερωτικές επιστολές του Ροντέν προς την Κλοντέλ, γραμμένες την Άνοιξη του 1883, αποδεικνύουν πως μεταξύ τους αναπτύχθηκε μια πολύ στενή σχέση. Την ίδια χρονιά, η Κλοντέλ συμμετέχει για πρώτη φορά στο Σαλόν της Société des Artistes français, ενώ στον κατάλογο της έκθεσης αναφέρεται ως μαθήτρια των Ροντέν και Dubois.

Το 1884 αποτελεί πρακτικά μαθήτρια του Ροντέν με τον οποίο συνεργάζεται στενά στο εργαστήριο του, ως μαθητευόμενή του αλλά και μοντέλο, ενώ τον επόμενο χρόνο γίνεται επισήμως συνεργάτιδα του. Την περίοδο αυτή και για τα επόμενα χρόνια θα αποτελέσει σημαντική πηγή έμπνευσης για τον Ροντέν και είναι βέβαιο πως μεταξύ τους υπάρχει μεγάλη αλληλεπίδραση. Παράλληλα εξελίσεται η ταραχώδης ερωτική σχέση τους που εμπλέκεται από το γεγονός της παράλληλης και σταθερής σχέσης του Ροντέν με την σύντροφό του Rose Beuret. Υπάρχουν αρκετές αναφορές πως ο Ροντέν και η Κλοντέλ απέκτησαν ένα ή δύο παιδιά αν και τέτοιου είδους υποθέσεις δεν επιβεβαιώνονται.

Η σχέση της Κλοντέλ με τον Ροντέν διακόπτεται μετά από δική της πρωτοβουλία περίπου το 1894 αν και οριστικά τερματίζεται τελικά το 1898, ενώ παράλληλα επιχειρεί να ακολουθήσει μια ανεξάρτητη καλλιτεχνική πορεία με μια σειρά από σημαντικά έργα και διακρίσεις. Από το 1898 εκθέτει έργα της σε διάφορα Σαλόν αλλά οι συμμετοχές της διακόπτονται ξαφνικά το 1905, χρονιά από την οποία παρατηρείται μία έντονη απομόνωση της Κλοντέλ σε συνδυασμό με ψυχολογικές διαταραχές που την οδηγούν στην συστηματική καταστροφή πολλών έργων της αλλά και κατηγορίες εναντίον του Ροντέν σχετικά με κλοπή από μέρους του δικών της ιδεών.

Τον Οκτώβριο του 1907 η Κλοντέλ συμμετέχει σε δημόσια έκθεση ενώ η εφημερίδα La Fronde φιλοξενεί μία προσωπική της συνέντευξη. Τον επόμενο χρόνο πραγματοποιείται η τελευταία ατομική της έκθεση, συνολικά έντεκα γλυπτών, στη Gallery Blot. Η ψυχική της υγεία παραμένει άστατη, γεγονός που αποδεικνύεται και από τα ημερολόγια του αδελφού της, στα οποία περιγράφει την Κλοντέλ ως διαταραγμένη. Σταδιακά απομονώνεται ολοένα και περισσότερο ενώ η οικονομική της κατάσταση είναι πλέον πολύ κακή.

Το 1913 σημειώνεται ο θάνατος του πατέρα της, ωστόσο η Κλοντέλ δεν ενημερώνεται για το γεγονός από την οικογένειά της. Οκτώ ημέρες μετά την κηδεία του, μετά από υποκίνηση του αδελφού της, η Κλοντέλ εισάγεται στην ψυχιατρική κλινική Maison de Santé. Θεωρείται πιθανό πως για την εισαγωγή της υπέγραψε η μητέρα της. Σε μια επιστολή της προς τον ξάδελφό της η ίδια γράφει την ίδια χρονιά: “[…] πιστεύω ότι είμαι στα πρόθυρα ενός κακού τέλους […]. Ήταν χωρίς νόημα η τόση εργασία και το ταλέντο με μία ανταπόδοση όπως αυτή.”. Η τοπική εφημερίδα L’ Avenir de L’ Aisne δημοσιοποιεί τον εγκλεισμό της Κλοντέλ ενώ και πολλά δημοσιεύματα που ακολουθούν, κατηγορούν την οικογένειά της για το χαμό μιας διάνοιας της τέχνης.

Το 1914 ο Ροντέν αποστέλει χρήματα για την κάλυψη της νοσηλείας της ενώ κατόπιν παρότρυνσης του Mathias Morhardt, διατηρεί και ένα δωμάτιο στο ξενοδοχείο Biron όπου διαμένει για την προστασία και φύλαξη των έργων της.

Στα επόμενα χρόνια, η Κλοντέλ μεταφέρεται σε διάφορα ιδρύματα και άσυλα, ενώ δέχεται επισκέψεις μόνο από τον αδελφό της. Σε επιστολή της, του 1915, προς τον διευθυντή της κλινικής όπου τότε νοσηλευόταν η Κλοντέλ, η μητέρα της γράφει πως δεν επιθυμεί να την επισκεφτεί ξανά καθώς έχει προκαλέσει πολύ κακό στην οικογένεια. Στις αρχές του 1920 ο γιατρός της, Dr. Brunet, στέλνει επιστολή στη μητέρα της ζητώντας τη βοήθειά της για τη σταδιακή επανένταξη της Κλοντέλ στο οικογενειακό περιβάλλον, βοήθεια που όμως αρνείται.

Μετά από περίπου τριάντα χρόνια εγκλεισμού σε ψυχιατρικές κλινικές, η Κλοντέλ πέθανε στις 19 Οκτωβρίου1943 και η σορός της βρίσκεται σήμερα στο κοιμητήριο του Monfavet.

Αν και η ίδια κατέστρεψε σημαντικό μέρος του καλλιτεχνικού έργου της, έχουν διασωθεί έως σήμερα περίπου 90 γλυπτά και σχέδια. Το 1951, ο αδελφός της οργάνωσε μία έκθεση στο Μουσείο Ροντέν και έκτοτε, το μουσείο έχει ενσωματώσει στη συλλογή του τον κύριο όγκο των έργων της. Τα υπόλοιπα γλυπτά της φιλοξενούνται σε διάφορα μουσεία ανά τον κόσμο.



ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ

·         Μουσείο Καμίγ Κλοντέλ
 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου