Loading...

Κατηγορίες

Τρίτη 18 Ιαν 2022
Τζόζεφ Ράντγιαρντ Κίπλινγκ: Θεωρείται «πρωτοπόρος στην τέχνη του διηγήματος»
Κλίκ για μεγέθυνση

 

 
 
  




Ο Τζόζεφ Ράντγιαρντ Κίπλινγκ [Joseph Rudyard Kipling‎, 30 Δεκεμβρίου 1865 – 18 Ιανουαρίου 1936] ήταν Βρετανός διηγηματογράφος, ποιητής και μυθιστοριογράφος, κυρίως γνωστός για τις παιδικές του ιστορίες και τις ιστορίες και τα ποιήματα για τους Βρετανούς στρατιώτες στην Ινδία. Γεννήθηκε στη Βομβάη της βρετανικής Ινδίας και μετακόμισε με την οικογένειά του στην Αγγλία όταν ήταν 6 ετών.

Είναι ιδιαίτερα γνωστός για τα έργα μυθοπλασίας, όπως Το Βιβλίο της Ζούγκλας (μία συλλογή ιστοριών που περιλαμβάνει και το “Ρίκκι-Tίκκι-Tάβι”) (1894) και Κιμ (μία ιστορία περιπέτειας) (1901), διηγήματα, όπως “Ο Άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς” (1888), και ποιήματα όπως το “Αν…” (1910). Θεωρείται σημαντικός “πρωτοπόρος στην τέχνη του διηγήματος”. Τα δε παιδικά του βιβλία είναι κλασικά έργα της παιδικής λογοτεχνίας και τα καλύτερά του έργα παρουσιάζουν “ένα ευέλικτο και φωτεινό αφηγηματικό χάρισμα”.

Ο Κίπλινγκ ήταν ένας από τους πιο δημοφιλείς συγγραφείς στην Αγγλία, τόσο στην πεζογραφία όσο και στο στίχο, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Ο Χένρι Τζέιμς είπε ότι ο Κίπλινγκ είναι ο πιο ολοκληρωμένος ιδιοφυής άνθρωπος που γνώρισε ποτέ. Το 1907, ο Κίπλινγκ τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας και έγινε ο πρώτος αγγλόφωνος συγγραφέας που κέρδισε το βραβείο αυτό αλλά και ο νεαρότερος αποδέκτης του. Μεταξύ άλλων τιμητικών διακρίσεων, είχε βολιδοσκοπηθεί σε αρκετές περιπτώσεις για να λάβει τιμές Ιππότη, τις οποίες αρνήθηκε.

Η μετέπειτα φήμη του Κίπλινγκ έχει αλλάξει σύμφωνα με το πολιτικό και το κοινωνικό κλίμα της εποχής και οι αντικρουόμενες απόψεις γι’ αυτόν συνεχίστηκαν για μεγάλο μέρος του 20ου αιώνα. Ο Τζορτζ Όργουελ τον αποκάλεσε “προφήτη του βρετανικού ιμπεριαλισμού”. Ο λογοτεχνικός κριτικός Ντάγκλας Κερ έγραψε: “[Ο Κίπλινγκ] εξακολουθεί να είναι ένας συγγραφέας που μπορεί να εμπνεύσει παθιασμένες διαφωνίες και η θέση του στη λογοτεχνική και πολιτιστική ιστορία δεν θεωρείται ακόμη δεδομένη. Αλλά καθώς η εποχή των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών υποχωρεί, αναγνωρίζεται ως ένας ασύγκριτος, αν και αμφιλεγόμενος, διερμηνέας των εμπειριών από την αυτοκρατορία. Αυτό, καθώς και η αυξανόμενη αναγνώριση του εξαιρετικού αφηγηματικού του ταλέντου, τον καθιστούν μία υπολογίσιμη δύναμη”.

Τα παιδικά χρόνια του Κίπλινγκ

Γονείς του ήταν η Άλις ΜακΝτόναλντ και ο Τζον Λόκγουντ Κίπλινγκ. Η Άλις (μία από τις τέσσερις αξιόλογες βικτωριανές αδελφές) ήταν μία ζωηρή γυναίκα για την οποία ένας μελλοντικός αντιβασιλέας της Ινδίας θα έλεγε: “Η νωθρότητα και η κα Κίπλινγκ δεν μπορούν να υπάρξουν στο ίδιο δωμάτιο”. Ο Τζον Λόκγουντ Κίπλινγκ ήταν γνωστός γλύπτης και αγγειοπλάστης, καθώς και διευθυντής και καθηγητής αρχιτεκτονικής γλυπτικής σε νεοσύστατη σχολή τέχνης στη Βομβάη.

Ο Τζον Λόκγουντ και η Άλις γνωρίστηκαν το 1863 και φλέρταραν στη λίμνη Ράντγιαρντ στο Στάφορντσερ της Αγγλίας. Παντρεύτηκαν και μετακόμισαν στην Ινδία το 1865. Ήταν τόσο συγκινημένοι από την ομορφιά της περιοχής της λίμνης Ράντγιαρντ ώστε όταν γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί, έδωσαν σ’ αυτό το όνομα της λίμνης. Η αδελφή της Άλις, Τζωρτζιάνα, παντρεύτηκε το ζωγράφο Έντουαρντ Μπερν – Τζόουνς και η άλλη της αδελφή, Άγκνες, παντρεύτηκε το ζωγράφο Έντουαρντ Πόυντερ. Ο πιο διάσημος συγγενής του Κίπλινγκ ήταν ο πρώτος του ξάδελφος, Στάνλεϊ Μπάλντουιν, ο οποίος εκλέχθηκε τρεις φορές πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου με το Συντηρητικό Κόμμα, τις δεκαετίες του 1920 και του 1930.

Η Ινδία του Κίπλινγκ. Χάρτης της Βρετανικής Ινδίας

Οι γονείς του Κίπλινγκ θεωρούσαν τους εαυτούς τους “Αγγλοϊνδούς” (ένας όρος που χρησιμοποιούταν κατά το 19ο αιώνα για τους βρετανικής καταγωγής κατοίκους της Ινδίας) και το ίδιο έκανε και ο γιος τους, αν και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του αλλού. Τα σύνθετα ζητήματα της ταυτότητας και της εθνικής αναφοράς θα αποτελούσαν ένα από τα εξέχοντα χαρακτηριστικά της μυθιστοριογραφίας του Κίπλινγκ.

Οι ημέρες του “δυνατού φωτός και του σκότους” στη Βομβάη τελείωσαν για τον Κίπλινγκ όταν ήταν 6 ετών. Όπως συνηθιζόταν στη Βρετανική Ινδία, ο Κίπλινγκ και η 3 ετών αδελφή του, Άλις (αποκαλούμενη και Τριξ), στάλθηκαν στην Αγγλία, και συγκεκριμένα στο Πόρτσμουθ, για να ζήσουν μ’ ένα ζευγάρι που αναλάμβανε παιδιά Βρετανών υπηκόων που υπηρετούσαν στην Ινδία. Για τα επόμενα 6 χρόνια, από τον Οκτώβριο του 1871 έως τον Απρίλιο του 1877, τα δύο παιδιά ζούσαν στο σπίτι του αξιωματικού του εμπορικού ναυτικού Πριζ Άγκαρ Χόλογουεϊ και της σύζυγού του, Σάρα Χόλογουεϊ. H άσχημη μεταχείριση και παραμέληση του Κίπλινγκ μέχρι τα 12 του χρόνια θα πρέπει να επηρέασε τη γραφή του, και ιδιαίτερα τη συμπόνοια του για τα παιδιά. Στην αυτοβιογραφία του, που δημοσιεύτηκε 65 χρόνια αργότερα, ο Κίπλινγκ θυμάται τη διαμονή του εκεί με φρίκη και αναρωτιέται ειρωνικά μήπως ο συνδυασμός της σκληρότητας και της παραμέλησης που έζησε εκεί στα χέρια της κας Χόλογουεϊ επιτάχυνε την έναρξη της λογοτεχνικής του ζωής: «Αν ανακρίνεις ένα παιδί επτά οκτώ ετών για τις δραστηριότητές του της ημέρας – ιδίως όταν νυστάζει και θέλει να κοιμηθεί – θα πέσει σε αντιφάσεις. Αν κάθε αντίφαση εκληφθεί ως ψέμα και ανακοινωθεί την ώρα του πρωινού, η ζωή δεν είναι εύκολη […] Αυτό με έκανε όμως να δίνω ιδιαίτερη προσοχή στα ψέματα, που πολύ σύντομα διαπίστωσα ότι ήταν αναγκαίο να λέω. Και αυτό, υποθέτω, ήταν το θεμέλιο της λογοτεχνικής προσπάθειας».

Η Άλις έτυχε καλύτερης μεταχείρισης καθώς η κα Χόλογουεϊ ήλπιζε ότι θα την πάντρευε με το γιο της. Τα δύο αδέλφια, ωστόσο, είχαν στην Αγγλία συγγενείς, τους οποίους μπορούσαν να επισκεφτούν. Κάθε Χριστούγεννα περνούσαν ένα μήνα με τη θεία τους Τζωρτζιάνα και το σύζυγό της στο σπίτι τους, στο Φούλαμ του Λονδίνου, το οποίο ο Κίπλινγκ θα αποκαλούσε αργότερα “έναν παράδεισο, ο οποίος πιστεύω πραγματικά ότι με έσωσε”. Το 1877, η μητέρα τους επέστρεψε από την Ινδία και πήρε τα παιδιά από το σπίτι της Χόλογουεϊ. Ο Κίπλινγκ θυμάται: “Συχνά η αγαπημένη μου θεία με ρωτούσε γιατί δεν είπα ποτέ σε κανέναν για το πως μου συμπεριφέρθηκαν. Τα παιδιά μιλάνε λίγο περισσότερο από τα ζώα, για ό,τι συμβαίνει το αποδέχονται ως αιώνια προκαθορισμένο. Επίσης, τα κακομεταχειρισμένα παιδιά έχουν μία σαφή ιδέα για το τι μπορεί να πάθουνε αν προδώσουν τα μυστικά ενός σπιτιού-φυλακής πριν να είναι οριστικά μακριά απ’ αυτό”.

Τον Ιανουάριο του 1878 ο πατέρας του Κίπλινγκ τον έγραψε σ’ ένα κολλέγιο του Ντέβον, το οποίο ιδρύθηκε λίγα χρόνια νωρίτερα με σκοπό την εκπαίδευση αγοριών για το βρετανικό στρατό. Στην αρχή το σχολείο αποδείχθηκε σκληρό για τον Κίπλινγκ, αλλά στη συνέχεια δημιούργησε φιλίες και αποτέλεσε και το σκηνικό για τις μαθητικές ιστορίες που αφηγήθηκε αργότερα στην Εταιρεία Στάλκι και Σία (1899). Την ίδια περίοδο γνώρισε κι ερωτεύτηκε τη Φλόρενς Γκάραρντ, η οποία ζούσε μαζί με την Άλις στο Πόρτσμουθ (στο οποίο είχε επιστρέψει η Άλις). Η Φλόρενς αποτέλεσε το πρότυπο για τη Μέιζι στο πρώτο μυθιστόρημα του Κίπλινγκ, Το Φως Που Έσβησε (1891).

Προς το τέλος της παραμονής του στο σχολείο, αποφασίστηκε ότι δεν είχε τη δυνατότητα να μπει στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης με υποτροφία και οι γονείς του δεν είχαν τα μέσα για να τον χρηματοδοτήσουν. Έτσι, ο Τζον Λόκγουντ Κίπλινγκ βρήκε στον Ράντγιαρντ δουλειά στη Λαχόρη (σήμερα ανήκει στο Πακιστάν), όπου ο Τζον Λόκγουντ ήταν πλέον διευθυντής του Κολλεγίου Τέχνης και επιμελητής του Μουσείου Λαχόρης. Ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ θα γινόταν βοηθός συντάκτη σε μία μικρή τοπική εφημερίδα, την Πολιτική και Στρατιωτική Εφημερίδα (Civil & Military Gazette), κι έτσι έφυγε από την Αγγλία στις 20 Σεπτεμβρίου 1882.

Στην Πολιτική και Στρατιωτική Εφημερίδα, την οποία ο Κίπλινγκ θα αποκαλούσε “ερωμένη και την πιο αληθινή αγάπη”, πήγαινε έξι μέρες την εβδομάδα όλο το χρόνο, εκτός από μία μονοήμερη άδεια που έπαιρνε κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα. Αν και εργαζόταν σκληρά, η ανάγκη του να γράψει ήταν ασταμάτητη. Το 1886 δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή ποιημάτων, με τίτλο Επαρχιακά Τραγούδια (Departmental Ditties). Την ίδια χρονιά έγιναν αλλαγές στο επιτελείο της εφημερίδας. Ο νέος συντάκτης έδωσε περισσότερη δημιουργική ελευθερία και ο Κίπλινγκ κλήθηκε να συμβάλει δημοσιεύοντας στην εφημερίδα διηγήματα. Στα 21 του χρόνια δημοσίευσε μικρές δωδεκασέλιδες ιστοριούλες προς ένα ρούπι το φυλλάδιο. Τ’ όνομά του σαν συγγραφέα άρχισε ν’ ακούγεται στην Ινδία και την Αγγλία. Σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Chums (No. 256, τ. 5, 4 Αυγούστου 1897, σελίδα 798), ένας πρώην συνάδελφος του Κίπλινγκ αποκάλυψε ότι ο Κίπλινγκ βύθιζε την πένα του στο μελάνι τόσο επιθετικά, ώστε το περιεχόμενό του εκσφεδονίζονταν σ’ όλο το γραφείο κι ήταν σχεδόν επικίνδυνο να τον πλησιάσει κανείς. Και το άρθρο συνέχιζε λέγοντας ότι όταν έκανε ζέστη, ο Κίπλινγκ φορούσε λευκό παντελόνι κι ένα λεπτό γιλέκο κι έμοιαζε περισσότερο με σκυλί Δαλματίας παρά με ανθρώπινο ον επειδή ήταν γεμάτος από στίγματα μελανιού.

Τα πρώτα ταξίδια

Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 1883, ο Κίπλινγκ επισκέφθηκε την πόλη Σίμλα, καλοκαιρινή πρωτεύουσα της Βρετανικής Ινδίας. Εκείνη την εποχή, ήταν καθιερωμένη πρακτική για τον αντιβασιλιά της Ινδίας και την κυβέρνηση να μετακομίζει για 6 μήνες στη δροσερή πόλη Σίμλα κι έτσι η πόλη έγινε κέντρο εξουσίας αλλά και αναψυχής. Η οικογένεια Κίπλινγκ πήγαινε εκεί κάθε χρόνο και ο Λόκγουντ Κίπλινγκ κλήθηκε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην τοπική χριστιανική εκκλησία. Ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ επέστρεψε εκεί κατά τις ετήσιες άδειες του από το 1885 έως το 1888 και η πόλη κατέλαβε περίοπτη θέση σε πολλές από τις ιστορίες που δημοσίευσε στην εφημερίδα. Από το Νοέμβριο του 1886 έως τον Ιούνιο του 1887 δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα περίπου 39 ιστορίες. Τις περισσότερες από αυτές ο Κίπλινγκ τις συμπεριέλαβε στις Απλές Ιστορίες από τους Λόφους (Plain Tales from the Hills), την πρώτη συλλογή πεζών του, που εκδόθηκε στην Καλκούτα τον Ιανουάριο του 1888, ένα μήνα μετά τα 22α γενέθλιά του. Ωστόσο, το Νοέμβριο του 1887, ο Κίπλινγκ έφυγε από τη Λαχόρη καθώς μεταφέρθηκε σε πολύ μεγαλύτερη εφημερίδα, τη The Pioneer, στο Αλλαχαμπάντ.

Ο Κίπλινγκ συνέχισε να γράφει σε ξέφρενους ρυθμούς. Το 1888 εξέδωσε έξι συλλογές διηγημάτων: Τρεις Στρατιώτες (Soldiers Three), Η Ιστορία των Γκάτσμπι (The Story of the Gadsbys), Μαύρο και Άσπρο (In Black and White), Υπό τους Κέδρους (Under the Deodars), Το Φάντασμα Ρίκσοου (The Phantom Rickshaw) και Ουίλλι Ουίνκι (Wee Willie Winkie), περιλαμβάνοντας συνολικά 41 ιστορίες, μερικές εκ των οποίων αρκετά μεγάλες. Επιπλέον, ως ειδικός απεσταλμένος της Pioneer, έκανε ταξίδια και έγραψε πολλές ιστορίες που αργότερα εκδόθηκαν στο Από Θάλασσα σε Θάλασσα και Άλλες Ιστορίες, Ταξιδιωτικά Γράμματα (From Sea to Sea and Other Sketches, Letters of Travel).

Στις αρχές του 1889, ο Κίπλινγκ απολύθηκε από την Pioneer μετά από μία διαφωνία. Εκείνη την εποχή σκεφτόταν όλο και περισσότερο το μέλλον του. Πούλησε τα δικαιώματα των έξι συλλογών διηγημάτων για 200 λίρες κι ένα μικρό ποσοστό, και τις Απλές Ιστορίες από τους Λόφους για 50 λίρες. Επιπλέον, από την Pioneer, έλαβε αποδοχές έξι μηνών. Ο Κίπλινγκ αποφάσισε να χρησιμοποιήσει αυτά τα χρήματα για να πάει στο Λονδίνο, το λογοτεχνικό κέντρο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Στις 9 Μαρτίου 1889, έφυγε από την Ινδία, ταξιδεύοντας πρώτα στο Σαν Φρανσίσκο μέσω Ραγκούν, Σιγκαπούρης, Χονγκ Κονγκ και Ιαπωνίας. Στη συνέχεια ταξίδεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες γράφοντας άρθρα που αργότερα δημοσιεύθηκαν στο Από Θάλασσα σε Θάλασσα και Άλλες Ιστορίες, Ταξιδιωτικά Γράμματα. Ξεκινώντας από το Σαν Φρανσίσκο, ο Κίπλινγκ κατευθύνθηκε βόρεια στο Πόρτλαντ και στο Σιάτλ, συνέχισε στον Καναά, πηγαίνοντας στη Βικτωρία και στο Βανκούβερ, επέστρεψε στις Η.Π.Α. πηγαίνοντας στο Εθνικό Πάρκο Γιέλοουστοουν, μετά νότια προς το Σολτ Λέικ Σίτι, και στη συνέχεια ανατολικά, στην Ομάχα (Νεμπράσκα) και το Σικάγο. Μετά πήγε στο Μπίβερ (Πενσιλβάνια) για να επισκεφτεί την οικογένεια Χιλ και αργότερα στους Καταρράκτες του Νιαγάρα, στο Τορόντο, στην Ουάσινγκτον, τη Νέα Υόρκη και τη Βοστόνη. Κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού, συνάντησε στην πόλη Ελμάιρα τον Μαρκ Τουαίην και ήταν πολύ εντυπωσιασμένος. Στη συνέχεια πέρασε τον Ατλαντικό και τον Οκτώβριο του 1889 έφτασε στο Λίβερπουλ. Σύντομα, έκανε το ντεμπούτο του στο λογοτεχνικό κόσμο του Λονδίνου, με μεγάλη επιτυχία.

Σταδιοδρομία ως συγγραφέας

Στο Λονδίνο, ο Κίπλινγκ βρήκε ένα μέρος για να ζήσει, στην οδό Βίλιερς στο Στραντ του Λονδίνου, απέναντι από το Τσάρινγκ Κρος. Επίσης είδε αρκετές από τις ιστορίες του να γίνονται δεκτές από διάφορους εκδότες περιοδικών.

Πορτραίτο του Κίπλινγκ από τον Τζων Κόλιερ (περ. 1891)

Κατά τα επόμενα δύο χρόνια, δημοσίευσε ένα μυθιστόρημα, Το Φως Που Έσβησε, είχε ένα νευρικό κλονισμό, και συνάντησε έναν Αμερικανό συγγραφέα και εκδοτικό παράγοντα, τον Μπαλεστιέρ, με τον οποίο συνεργάστηκε σ’ ένα μυθιστόρημα, το Ναουλάκα – Μια Ιστορία Ανατολής και Δύσης. Το 1891, μετά από συμβουλή των γιατρών του, πραγματοποίησε άλλο ένα θαλάσσιο ταξίδι επισκέπτοντας τη Νότια Αφρική, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και, για άλλη μια φορά, την Ινδία. Ωστόσο, ακύρωσε τα σχέδιά του να περάσει τα Χριστούγεννα με την οικογένειά του στην Ινδία και αποφάσισε να επιστρέψει αμέσως στο Λονδίνο, όταν έμαθε τον αιφνίδιο θάνατο, από τυφοειδή πυρετό, του Μπαλεστιέρ. Πριν την επιστροφή του, έκανε μέσω τηλεγραφήματος πρόταση γάμου στην αδελφή του Μπαλεστιέρ, την Κάρολιν Σταρ Μπαλεστιέρ (1862-1939), την οποία αποκαλούσε “Κάρι” και την οποία είχε γνωρίσει ένα χρόνο νωρίτερα. Εν τω μεταξύ, στα τέλη του 1891, η συλλογή διηγημάτων του για τους Βρετανούς στην Ινδία, Οι Αναποδιές της Ζωής (Life’s Handicap), εκδόθηκε στο Λονδίνο.

Στις 18 Ιανουαρίου 1892, η Κάρι Μπαλεστιέρ (ηλικίας 29 ετών) και ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ (ηλικίας 26 ετών) παντρεύτηκαν στο Λονδίνο “εν μέσω μίας επιδημίας γρίπης, όταν οι νεκροθάφτες είχαν ξεμείνει από μαύρα άλογα και οι νεκροί έπρεπε να είναι ευχαριστημένοι με τα καφέ”. Ο γάμος πραγματοποιήθηκε στην εκκλησία Ολ Σόουλς στο Λάνγκαμ Πλέις του Λονδίνου. Τη νύφη παρέδωσε ο Χένρι Τζέιμς.

Ο Κίπλινγκ στις Ηνωμένες Πολιτείες

Το ζευγάρι οργάνωσε το μήνα του μέλιτος έτσι ώστε να πάνε πρώτα στις Ηνωμένες Πολιτείες (συμπεριλαμβανομένης και μίας στάσης στο σπίτι της οικογένειας Μπαλεστιέρ στο Βερμόντ) και στη συνέχεια στην Ιαπωνία. Ωστόσο, όταν έφτασαν στη Γιοκοχάμα της Ιαπωνίας, ανακάλυψαν ότι η τράπεζά τους στην Ινδία χρεωκόπησε. Έτσι, επέστρεψαν στο Βερμόντ -τότε η Κάρι ήταν έγκυος στο πρώτο τους παιδί- και νοίκιασαν ένα μικρό εξοχικό σπίτι σ’ ένα αγρόκτημα για 10 δολάρια το μήνα.

Σ’ αυτό το σπίτι γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί, η Τζόζεφιν, τη νύχτα της 29ης Δεκεμβρίου του 1892, “με τα γενέθλια της μητέρας της στις 31 και τα δικά μου στις 30, τη συγχαρήκαμε για την αίσθηση της καταλληλότητας των πραγμάτων…”.

Στο ίδιο σπίτι ο Κίπλινγκ εμπνεύστηκε τα πρώτα σχέδια των Βιβλίων της Ζούγκλας. Με την άφιξη της Τζόζεφιν, το σπίτι θεωρήθηκε ανεπαρκές κι έτσι το ζευγάρι αγόρασε γη -σε μία βραχώδη πλαγιά με θέα στον ποταμό Κονέκτικατ- από τον αδελφό της Κάρι, Μπίτι Μπαλεστιέρ, και έχτισαν το δικό τους σπίτι.

Ο Κίπλινγκ ονόμασε το σπίτι “Ναουλάκα”. Από τα πρώτα του χρόνια στη Λαχόρη (1882-1887), ο Κίπλινγκ είχε ενθουσιαστεί με την τοπική αρχιτεκτονική και ιδιαίτερα με το περίπτερο Ναουλάκα, το οποίο έγινε τελικά η έμπνευση για τον τίτλο του ομώνυμου μυθιστορήματος αλλά και του σπιτιού. Η απομόνωσή του στο Βερμόντ, σε συνδυασμό με την υγιεινή και καθαρή ζωή, έκανε τον Κίπλινγκ τόσο εφευρετικό όσο και παραγωγικό.

Ο επιχρυσωμένος τίτλος της πρώτης αμερικάνικης έκδοσης του βιβλίου Επαρχιακά Τραγούδια και Μπαλάντες από το Δωμάτιο Ενός Στρατώνα, το οποίο περιελάμβανε τα ποιήματα “Μανταλέι” και “Γκάγκα Ντιν”

Στο σύντομο χρονικό διάστημα των τεσσάρων ετών, έγραψε, εκτός από τα Βιβλία της Ζούγκλας, μία συλλογή διηγημάτων (The Day’s Work), ένα μυθιστόρημα (Δαίμονες των Κυμάτων ή αλλιώς Γενναίοι Καπετάνιοι) και πολλά ποιήματα, συμπεριλαμβανομένων και των Επτά Θαλασσών. Η συλλογή Μπαλάντες Από Το Δωμάτιο Ενός Στρατώνα, οι περισσότερες εκ των οποίων δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά ξεχωριστά το 1890, εκδόθηκε το Μάρτιο του 1892. Στη συλλογή αυτή περιλαμβάνονται τα ποιήματα “Μανταλέι” και “Γκάνγκα Ντιν”. Ο Κίπλινγκ απόλαυσε ιδιαίτερα τη συγγραφή των Βιβλίων της Ζούγκλας -και τα δύο αποτελούν αριστουργήματα της φανταστικής λογοτεχνίας- και απόλαυσε, επίσης, την αλληλογραφία με πολλά παιδιά που του έγραψαν γι’ αυτά τα βιβλία.

Η συγγραφική ζωή στο Ναουλάκα περιστασιακά διακοπτόταν από επισκέπτες, μεταξύ των οποίων ο πατέρας του συγγραφέα, ο οποίος τον επισκέφθηκε αμέσως μετά τη συνταξιοδότησή του το 1893, καθώς και ο Σκωτσέζος συγγραφέας Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, ο οποίος έμεινε δύο μέρες και παρέδωσε στον Κίπλινγκ ένα εκτεταμένο μάθημα γκολφ. Το γκολφ φαίνεται πως άρεσε στον Κίπλινγκ αφού έπαιζε ακόμα και με κόκκινες ζωγραφισμένες μπάλες όταν το έδαφος ήταν καλυμμένο με χιόνι. Πάντως, από κάθε άποψη, ο Κίπλινγκ αγαπούσε την ύπαιθρο.

Το Φεβρουάριο του 1896 γεννήθηκε η δεύτερη κόρη του, Έλσι Κίπλινγκ. Εκείνη την εποχή, σύμφωνα με πολλούς βιογράφους του, η οικογενειακή σχέση του ζεύγους Κίπλινγκ δεν ήταν πλέον αμέριμνη και αυθόρμητη. Αν και θα παρέμεναν πάντα πιστοί ο ένας στον άλλο, φαίνεται πως καθένας αφοσιώθηκε στο δικό του ρόλο.

Το ζεύγος Κίπλινγκ αγαπούσε τη ζωή στο Βερμόντ και θα μπορούσε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του εκεί αν δεν συνέβαιναν δύο περιστατικά -το ένα από την παγκόσμια πολιτική και το άλλο από την οικογενειακή διχόνοια- που τερμάτισαν βιαστικά τη διαμονή τους εκεί. Στις αρχές της δεκαετίας του 1890, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Βενεζουέλα βρίσκονταν σε διαμάχη σχετικά με τη βρετανική Γουιάνα. Οι Η.Π.Α. είχαν κάνει μερικές προτάσεις για να διευθετηθεί το πρόβλημα, αλλά το 1895 ο νέος υπουργός Εξωτερικών των Η.Π.Α., Ρίτσαρντ Όλνεϊ, επιχειρηματολόγησε για το αμερικανικό “δικαίωμα” να διαιτητεύει σε θέματα κυριαρχίας στην ήπειρο (ως επέκταση του Δόγματος Μονρόε). Η κατάσταση εξελίχθηκε σε σημαντική αγγλο-αμερικανική κρίση, με τις δύο πλευρές να κάνουν λόγο ακόμα και για πόλεμο.

Παρά το γεγονός ότι η κρίση οδήγησε τελικά σε μεγαλύτερη συνεργασία των Η.Π.Α. και της Μεγάλης Βρετανίας, εκείνη την εποχή ο Κίπλινγκ αισθανόταν μπερδεμένος από το επίμονο αντιβρετανικό κλίμα στις Ηνωμένες Πολιτείες και ιδιαίτερα στον Τύπο. Τελικά, τον Ιανουάριο του 1896, αποφάσισε να τερματίσει την “καλή και υγιεινή ζωή” της οικογένειας στις Ηνωμένες Πολιτείες και να αναζητήσει την τύχη τους αλλού.

Μία οικογενειακή διαφορά αποτέλεσε τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Για αρκετό καιρό, οι σχέσεις της Κάρι και του αδελφού της, Μπίτι Μπαλεστιέρ, ήταν τεταμένες λόγω του προβλήματός του με το αλκοόλ και της αφερεγγυότητάς του. Το Μάιο του 1896 ο Μπίτι μεθυσμένος συνάντησε στο δρόμο τον Κίπλινγκ και τον απείλησε. Το περιστατικό οδήγησε στη σύλληψη του Μπίτι αλλά στη δίκη, και την επακόλουθη δημοσιότητα, η προστασία της ιδιωτικής ζωής του Κίπλινγκ καταστράφηκε και ο συγγραφέας αισθανόταν δυστυχισμένος και εξαντλημένος. Τον Ιούλιο του 1896, μία εβδομάδα πριν την επανάληψη της ακροαματικής διαδικασίας, οι Κίπλινγκ πακετάρισαν τα πράγματά τους, άφησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες και επέστρεψαν στην Αγγλία.

Το σπίτι του Κίπλινγκ στο Τόρκι του Ντέβον

Το Σεπτέμβριο του 1896 οι Κίπλινγκ έμεναν στο Τόρκι του Ντέβον, στη νοτιοδυτική ακτή της Αγγλίας, σε μία πλαγιά με θέα στη Μάγχη. Παρά το γεγονός ότι ο Κίπλινγκ δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για το νέο του σπίτι, του οποίου η διακόσμηση, όπως ο ίδιος υποστήριζε, άφηνε στους ενοίκους ένα αίσθημα κατήφειας και μελαγχολίας, κατάφερε να παραμείνει παραγωγικός και κοινωνικά ενεργός. Ο Κίπλινγκ ήταν πλέον ένας διάσημος άνθρωπος και κατά τα προηγούμενα δύο με τρία χρόνια έκανε όλο και περισσότερες πολιτικές δηλώσεις στα γραπτά του. Τον Αύγουστο του 1897, οι Κίπλινγκ καλωσορίσανε τον πρώτο τους γιο, τον Τζον. Ο Κίπλινγκ είχε ήδη αρχίσει να δουλεύει πάνω σε δύο ποιήματα, το “Recessional” (1897) και το “The White Man’s Burden” (1899), τα οποία προκάλεσαν διαμάχες όταν δημοσιεύτηκαν. Μερικοί τα θεωρήσανε ως ύμνους για την πεφωτισμένη αυτοκρατορία που συνέλαβαν την ατμόσφαιρα της βικτοριανής εποχής, ενώ άλλοι τα θεώρησαν ως προπαγάνδα υπέρ του ιμπεριαλισμού και των επακόλουθων ρατσιστικών συμπεριφορών. Ωστόσο, υπήρξαν κι αυτοί που διέκριναν ειρωνεία στα ποιήματά του και προειδοποιήσεις για τους κινδύνους της αυτοκρατορίας.

Όντας παραγωγικός κατά τη διάρκεια που έμενε στο Τόρκι, ο Κίπλινγκ έγραψε επίσης την Εταιρεία Στάλκι και Σία, μία συλλογή σχολικών ιστοριών, της οποίας οι νεαροί πρωταγωνιστές αντιμετωπίζουν κυνικά τον πατριωτισμό και την εξουσία. Σύμφωνα με την οικογένειά του, ο Κίπλινγκ απολάμβανε να διαβάζει μεγαλόφωνα ιστορίες από την Εταιρεία Στάλκι και Σία και συχνά γελούσε έντονα με τα δικά του αστεία.

Ο Κίπλινγκ στη Νότια Αφρική

Στις αρχές του 1898, η οικογένεια Κίπλινγκ ταξίδεψε στη Νότια Αφρική για τις χειμερινές της διακοπές, ξεκινώντας μία ετήσια παράδοση που -με εξαίρεση το επόμενο έτος- κράτησε μέχρι το 1908. Πάντα έμεναν σ’ ένα σπίτι στο Χρούτε Σκιρ, ιδιοκτησίας του Σέσιλ Ρόουντς (σήμερα είναι φοιτητική εστία του Πανεπιστημίου του Κέιπ Τάουν), σε κοντινή απόσταση από το αρχοντικό του Ρόουντς. Με τη νέα του φήμη ως Ποιητής της Αυτοκρατορίας, ο Κίπλινγκ έτυχε θερμής αποδοχής από μερικούς από τους πιο σημαίνοντες πολιτικούς της αποικίας, όπως τον Σέσιλ Ρόουντς, τον Σερ Άλφρεντ Μίλνερ και τον Λιάντερ Σταρ Τζέιμσον. Ο Κίπλινγκ καλλιέργησε τη φιλία τους και έφτασε να θαυμάσει τους άντρες και τις πολιτικές τους. Η περίοδος 1898-1910 ήταν ζωτικής σημασίας για την ιστορία της Νότιας Αφρικής καθώς περιελάμβανε τον Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερς (1899-1902), την επακόλουθη συνθήκη ειρήνης και τη δημιουργία της Νοτιοαφρικανικής Ένωσης το 1910. Πίσω στην Αγγλία, ο Κίπλινγκ έγραψε ποιήματα για την υποστήριξη των Βρετανών στον πόλεμο των Μπόερς και στην επόμενη επίσκεψή του στη Νότια Αφρική, στις αρχές του 1900, βοήθησε να ξεκινήσει μία εφημερίδα, The Friend (Ο Φίλος), για τα βρετανικά στρατεύματα που κατέλαβαν το Μπλουμφοντέιν, την πρωτεύουσα του Ελεύθερου Κράτους της Οράγγης. Αν και η δημοσιογραφική του θητεία επρόκειτο να διαρκέσει μόλις δύο εβδομάδες, ήταν η πρώτη απασχόληση του Κίπλινγκ σε εφημερίδα από τότε που έφυγε από την Pioneer στο Αλλαχαμπάντ πριν από περισσότερα από 10 χρόνια. Στην εφημερίδα The Friend δημιούργησε μακροχρόνιες φιλίες με άλλους συγγραφείς. Έγραψε επίσης άρθρα εκφράζοντας τις απόψεις του για τον πόλεμο. Ο Κίπλινγκ έγραψε επίσης μία επιγραφή για το Μνημείο Πεσόντων στο Κίμπερλι.

Το 1897, ο Κίπλινγκ μετακόμισε από το Τόρκι στο Ρότινγκντιν, στο ανατολικό Σάσεξ, πρώτα στο Νορθ Εντ Χάουζ και αργότερα στο Ελμς. Το 1898 ενεπλάκη στη συζήτηση για τη βρετανική απάντηση στην ολοένα αυξανόμενη ναυτικη δύναμη της Γερμανίας, δημοσιεύοντας μία σειρά άρθρων που συγκεντρώθηκαν στο A Fleet in Being. Σε μία επίσκεψη στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1899, ο Κίπλινγκ και η κόρη του, Τζόζεφιν, έπαθαν πνευμονία, από την οποία πέθανε η Τζόζεφιν. Το 1901 εκδόθηκε το μυθιστόρημα του Κίπλινγκ, Κιμ. Το 1902, ο Κίπλινγκ αγόρασε το Μπέιτμανς, ένα σπίτι που χτίστηκε το 1634 και βρίσκεται στο ανατολικό Σάσεξ της Αγγλίας. Το Μπέιτμανς ήταν το σπίτι του Κίπλινγκ από το 1902 έως το θάνατό του το 1936. Το σπίτι, μαζί με τα γύρω κτίρια, το μύλο και 130.000 τετραγωνικά μέτρα, αγοράστηκε για 9.300 λίρες.

Το αποκορύφωμα της σταδιοδρομίας του

“Μια μέρα, παρά τις στρατιωτικές διαταγές, ο Κιμ σκαρφάλωσε πάνω σε ένα μεγάλο κανόνι που βρισκόταν απέναντι από το Μουσείο της Λαχόρης” (Κιμ)

Η πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα βρήκε τον Κίπλινγκ στο αποκορύφωμα της δημοτικότητάς του. Ο Κίπλινγκ άρχισε να συλλέγει υλικό για άλλο ένα κλασικό παιδικό βιβλίο, τις Απλές Ιστορίες Μόνον (Just So Stories), που εκδόθηκε το 1902, ένα χρόνο μετά την έκδοση του Κιμ.

Επίσης, έγραψε δύο διηγήματα επιστημονικής φαντασίας, το With the Night Mail (1905) και το As Easy As A. B. C (1912), τα οποία αμφότερα διαδραματίζονται στον 21ο αιώνα και διαβάζονται ως σύγχρονη σκληρή επιστημονική φαντασία. Το 1906 έγραψε το τραγούδι “Land of our Birth, We Pledge to Thee”.

Το 1907, απονεμήθηκε στον Κίπλινγκ το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τα βραβεία Νόμπελ είχαν θεσμοθετηθεί το 1901 και ο Κίπλινγκ ήταν ο πρώτος αγγλόφωνος παραλήπτης του βραβείου. Κατά την τελετή της απονομής στη Στοκχόλμη, η Σουηδική Ακαδημία εξήρε τόσο τον Κίπλινγκ όσο και τους τρεις αιώνες Αγγλικής Λογοτεχνίας:

[…] Ο Κίπλινγκ μάς έχει δώσει περιγραφές πολλών διαφορετικών χωρών σε έντονες αποχρώσεις. Αλλά το γλαφυρό επιφαινόμενο δεν υπήρξε το κύριο στοιχείο του. Είχε πάντα, σε όλους τους τόπους, ένα ανδροπρεπές ιδανικό μπροστά του: πάντα να είναι «έτοιμος, αενάως έτοιμος στην κλήση του καθήκοντος» και στη συνέχεια, εν ευθέτω χρόνω, να «πάει στο Θεό σαν στρατιώτης». Η Σουηδική Ακαδημία, με την απονομή του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας, για το τρέχον έτος, στον Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, επιθυμεί να αποτίσει φόρο τιμής στη λογοτεχνία της Αγγλίας, τόσο πλούσια σε πολύπλευρα κλέη, και στη σημαντικότερη ιδιοφυία στο χώρο της αφήγησης που γέννησε αυτή η χώρα στους καιρούς μας.

Ο Κίπλινγκ εξέδωσε επίσης δύο συλλογές ποιημάτων και διηγημάτων: Puck of Pook’s Hill (Ο Πακ από το Λόφο Πουκ, 1906) και Rewards and Fairies (1910). Η τελευταία περιείχε το ποίημα “Αν…”. Το 1995, σε μία δημοσκόπηση του BBC, ψηφίστηκε ως το αγαπημένο ποίημα του Ηνωμένου Βασιλείου. Αυτή η προτροπή αυτοελέγχου και στωικότητας είναι αναμφισβήτητα το πιο διάσημο ποίημα του Κίπλινγκ.

Ο Κίπλινγκ έβλεπε με συμπάθεια τη στάση των Ιρλανδών Ενωτικών. Ήταν φίλος με τον Έντουαρντ Κάρσον, τον γεννημένο στο Δουβλίνο ηγέτη των Ενωτικών, ο οποίος σχημάτισε τη Δύναμη Εθελοντών του Όλστερ που αντιδρούσε στην αυτονομία της Ιρλανδίας και ζητούσε να παραμείνουν βρετανικές οι έξι κομητείες του Όλστερ. Το 1912, ο Κίπλινγκ έγραψε το ποίημα “Όλστερ” (Ulster) αντικατοπτρίζοντας αυτό το γεγονός. Επίσης, ο Κίπλινγκ ήταν ένθερμος αντίπαλος του Μπολσεβικισμού, θέση την οποία μοιράστηκε με το φίλο του, Χένρυ Ράιντερ Χάγκαρντ. Οι δυο τους είχαν συνδεθεί με στενή φιλία, σε μεγάλο βαθμό χάρη στις κοινές τους απόψεις, από τον καιρό που ο Κίπλινγκ έφτασε στην Αγγλία το 1889 και παρέμειναν φίλοι μέχρι το τέλος.

Ελευθεροτεκτονισμός

Σύμφωνα με το αγγλικό περιοδικό Masonic Illustrated (Τεκτονικά Εικονογραφημένα), ο Κίπλινγκ έγινε μασόνος περίπου το 1885, πριν από τη συνήθη ελάχιστη ηλικία των 21. Μυήθηκε στη Στοά Ελπίδας και Εγκαρτέρησης Νο 782 στη Λαχόρη. Αργότερα έγραψε στους Times: “Για μερικά χρόνια ήμουν Γραμματέας της Στοάς…, που περιελάμβανε Αδελφούς τουλάχιστον τεσσέρων δογμάτων. Μπήκα [ως μαθητευόμενος] από έναν Βραχμάνο Ινδό, πέρασα [στο βαθμό του Εταίρου] από έναν Μωαμεθανό και ανέβηκα [στο βαθμό του Διδάσκαλου] από έναν Άγγλο. Ο Εξωτερικός Φρουρός ήταν Ινδός Εβραίος”. Ο Κίπλινγκ δεν έλαβε μόνο τους τρεις βαθμούς της πρώτης τάξης της Μασονίας αλλά και τους παράπλευρους τίτλους του Διδάσκαλου Τέκτονος του Σήματος και του Ναυτίλου της Βασιλικής Κιβωτού. Ο Κίπλινγκ αγάπησε τόσο τη μασονική του εμπειρία, ώστε απαθανάτισε τα ιδανικά του στο διάσημο ποίημά του “Η Μητέρα Στοά” (The Mother Lodge).

Ο θάνατος του γιου του στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Κατά την έναρξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ο Κίπλινγκ, όπως και πολλοί άλλοι συγγραφείς, έγραψε φυλλάδια όπου υποστήριζε με ενθουσιασμό τους στόχους του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο Κίπλινγκ περιφρονούσε εκείνους που απέφευγαν το στρατιωτικό τους καθήκον στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στάση που αποτύπωσε και στο “The New Army in Training” (“Ο Νέος Στρατός”, 1915).

Η αγαλλίαση και ο θρίαμβος ήταν αυτά που είχε στο μυαλό του ο Κίπλινγκ όταν ενθάρρυνε ενεργά το νεαρό γιο του να πάει στον πόλεμο. Ο γιος του Κίπλινγκ, Τζον, σκοτώθηκε το 1915 στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη Γαλλία, σε ηλικία 18 ετών. Ο Τζον αρχικά ήθελε να καταταγεί στο Βασιλικό Ναυτικό αλλά καθώς η αίτησή του απορρίφθηκε μετά από μία αποτυχημένη ιατρική εξέταση, που οφειλόταν στην κακή του όραση, επέλεξε να κάνει αίτηση να εκπληρώσει τη στρατιωτική του θητεία ως αξιωματικός. Αλλά και πάλι, η όρασή του αποτέλεσε θέμα κατά τη διάρκεια της ιατρικής του εξέτασης. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, προσπάθησε δύο φορές να στρατολογηθεί αλλά απορρίφθηκε. Ο πατέρας του ήταν μακροχρόνιος φίλος με τον Λόρδο Ρόμπερτς, διοικητή του βρετανικού στρατού και συνταγματάρχη των Ιρλανδών Φρουρών, και, μετά από αίτημα του Ράντγιαρντ, ο Τζον έγινε δεκτός στους Ιρλανδρούς Φρουρούς. Στάλθηκε σε μία μάχη στη Γαλλία, όπου τον είδανε για τελευταία φορά να παραπατάει τυφλά μέσα στη λάσπη, ουρλιάζοντας με αγωνία μετά από έκρηξη ενός βλήματος που του έσκισε το πρόσωπο. Ένα σώμα που προσδιορίστηκε επίσημα ως δικό του βρέθηκε το 1992, παρόλο που η αναγνώριση αυτή έχει αμφισβητηθεί.

Μετά το θάνατο του γιου του, ο Κίπλινγκ έγραψε: “If any question why we died / Tell them, because our fathers lied.” (“Αν ρωτάτε γιατί πεθάναμε / πείτε τους, επειδή οι πατέρες μας είπαν ψέματα”). Πιθανολογείται ότι αυτά τα λόγια μπορεί να αποκαλύπτουν τα αισθήματα ενοχής του Κίπλινγκ για το ρόλο που έπαιξε στη στρατολόγηση του Τζον στους Ιρλανδούς Φρουρούς. Ο θάνατος του Τζον συνδέθηκε με το ποίημα του Κίπλινγκ “My Boy Jack” (1916) και κυρίως με το ομώνυμο θεατρικό έργο (1997) και την επακόλουθη τηλεοπτική μεταφορά (2007), καθώς και το ντοκιμαντέρ Ράντγιαρντ Κίπλινγκ: Μια Ιστορία Μνήμης (Rudyard Kipling: A Remembrance Tale, 2006). Ωστόσο, το ποίημα δημοσιεύθηκε αρχικά σε μία ιστορία για τη Ναυμαχία της Γιουτλάνδης και φαίνεται να αναφέρεται σε ένα θάνατο στη θάλασσα, ενώ το όνομα “Τζακ” πιθανόν να αποτελεί αναφορά στον “Τζακ Ταρ”, που ήταν ένας κοινός αγγλικός όρος για τους ναυτικούς, ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Λέγεται ότι ο Κίπλινγκ προσπάθησε να κατευνάσει τη θλίψη του για το θάνατο του γιου του, διαβάζοντας μυθιστορήματα της Τζέιν Όστεν στη γυναίκα του και την κόρη του. Επιπλέον, έγραψε το βιβλίο The Fringes of the Fleet, περιλαμβάνοντας δοκίμια και ποιήματα πάνω σε διάφορα ναυτικά θέματα του πολέμου. Μερικά από τα ποιήματα μελοποιήθηκαν από τον Άγγλο συνθέτη Έντουαρντ Έλγκαρ.

Εν μέρει ως απάντηση στο θάνατο του Τζον, ο Κίπλινγκ εντάχθηκε στην Επιτροπή Πολεμικών Ταφών που ίδρυσε ο Φάμπιαν Γουέαρ, που είναι υπεύθυνη για τους βρετανικούς πολεμικούς τάφους που μοιάζουν με κήπους και βρίσκονται διάσπαρτοι κατά μήκος του πρώην Δυτικού Μετώπου αλλά και σε άλλες τοποθεσίες σ’ όλο τον κόσμο, όπου έχουν ταφεί Βρετανοί στρατιώτες. Η πιο σημαντική συμβολή του Κίπλινγκ είναι η επιλογή της φράσης “Their Name Liveth For Evermore” (πρόκειται για την αγγλική απόδοση της βιβλικής φράσης “Το όνομα αυτών ζη εις γενεάς” από τη “Σοφία Σειράχ”, κεφάλαιο ΜΔ 14), που είναι χαραγμένη στους Λίθους της Μνήμης των μεγαλύτερων πολεμικών ταφών, και της φράσης “Known unto God” για τις ταφόπλακες των άγνωστων στρατιωτών. Επέλεξε, επίσης, τη φράση “The Glorious Dead” στο Κενοτάφιο, στο Γουάιτχολ του Λονδίνου. Το διήγημα του Κίπλινγκ “Ο Κηπουρός” (“The Gardener”) αναφέρεται σε επισκέψεις στα πολεμικά νεκροταφεία, και το ποίημα “Το Προσκύνημα του Βασιλιά” (1922) αναφέρεται σ’ ένα ταξίδι που έκανε ο βασιλιάς Γεώργιος Ε΄ του Ηνωμένου Βασιλείου, περιοδεύοντας τα νεκροταφεία και τα μνημεία που ήταν υπό κατασκευή από την Επιτροπή Πολεμικών Ταφών. Ο Κίπλινγκ έγραψε και μία δίτομη ιστορία των Ιρλανδών Φρουρών, του συντάγματος όπου υπηρέτησε ο γιος του, που εκδόθηκε το 1923.

Ο Κίπλινγκ έγινε φίλος μ’ ένα Γάλλο στρατιώτη, τον Μορίς Αμονό (Maurice Hammoneau), ο οποίος σώθηκε από βέβαιο θάνατο στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο όταν μία σφαίρα σταμάτησε πάνω στο βιβλίο Κιμ που είχε στην αριστερή τσέπη του στήθους του. Ο στρατιώτης παρουσιάστηκε στον Κίπλινγκ με το βιβλίο (και τη σφαίρα ακόμα ενσωματωμένη) και το Σταυρό του Πολέμου (γαλλικό στρατιωτικό παράσημο) ως ένδειξη ευγνωμοσύνης. Συνέχισαν να αλληλογραφούν, και όταν ο Αμονό απέκτησε γιο ο Κίπλινγκ επέμενε να του επιστρέψει το βιβλίο και το παράσημο.

Με την αυξανόμενη δημοτικότητα του αυτοκινήτου, ο Κίπλινγκ έγινε ανταποκριτής στο βρετανικό Τύπο, γράφοντας με ενθουσιασμό για τα ταξίδια του στην Αγγλία και το εξωτερικό, παρόλο που συνήθως δεν οδηγούσε ο ίδιος αλλά σοφέρ. Καθώς σε μερικά από τα ποιήματά του και τα γραπτά του έκανε αναφορά στο έργο των μηχανικών, το 1922 αποδέχθηκε ενθουσιασμένος μία πρόταση από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο και βοήθησε στην ανάπτυξη μίας αξιοπρεπούς τελετής και υποχρέωσης για την αποφοίτηση των φοιτητών εφαρμοσμένης μηχανικής. Η τελετή πήρε επίσημα τον τίτλο “The Ritual of the Calling of an Engineer” και σήμερα απόφοιτοι μηχανικοί σε όλο τον Καναδά παρουσιάζονται με ένα σιδερένιο δαχτυλίδι στην τελετή ως υπενθύμιση της υποχρέωσής τους στην κοινωνία. Το 1922, ο Κίπλινγκ έγινε επίσης πρύτανης του Πανεπιστημίου Σεντ Άντριους στη Σκωτία, θέση τριετούς θητείας, και το 1927 βραβεύτηκε με το Χρυσό Μετάλλιο της Βασιλικής Λογοτεχνικής Εταιρείας.

Το 1934 δημοσίευσε ένα διήγημα στο περιοδικό Στραντ (Strand), με τίτλο “Proofs of Holy Writ”, όπου θεωρούσε ότι ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ είχε βοηθήσει στη συγγραφή της αναθεωρημένης Βίβλου που εκδόθηκε επί Ιακώβου Α’.

Πολλοί έχουν αναρωτηθεί γιατί δεν του προσφέρθηκε ποτέ η θέση του Τιμημένου Ποιητή. Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η θέση αυτή του προσφέρθηκε κατά τη διάρκεια της μεσοβασιλείας 1892-1896 και την αρνήθηκε.

Θάνατος

Ο Κίπλινγκ συνέχισε να γράφει μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1930, αλλά με βραδύτερο ρυθμό και με πολύ λιγότερη επιτυχία απ’ ό,τι πριν. Πέθανε σε ηλικία 71 ετών από διάτρητο πεπτικό έλκος στις 18 Ιανουαρίου 1935. Πριν το θάνατό του, ένα περιοδικό είχε ανακοινώσει εσφαλμένα το θάνατο του Κίπλινγκ και ο συγγραφέας έγραψε στο περιοδικό: “Μόλις διάβασα ότι είμαι νεκρός. Μη ξεχάσετε να με διαγράψετε από τη λίστα των συνδρομητών”.

Ανάμεσα στους ανθρώπους που σήκωσαν το φέρετρο του Κίπλινγκ ήταν ο ξάδελφός του και πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Στάνλεϊ Μπάλντουιν, ενώ το μαρμάρινο φέρετρο ήταν καλυμμένο με τη βρετανική σημαία. Ο Κίπλινγκ αποτεφρώθηκε στο κρεματόριο Γκόλντερς Γκριν, στο βορειοδυτικό Λονδίνο, και οι στάχτες του θάφτηκαν στη Γωνιά των Ποιητών, μέρος του νότιου εγκάρσιου κλίτους του Αββαείου του Ουέστμινστερ, δίπλα από τους τάφους του Κάρολου Ντίκενς και του Τόμας Χάρντι.

Το 2010 η Διεθνής Αστρονομική Ένωση ενέκρινε να δοθεί το όνομα του Κίπλινγκ σε έναν κρατήρα του πλανήτη Ερμή. Το 2012 ένα εξαφανισμένο είδος κροκόδειλου ονομάστηκε Goniopholis kiplingi, προς τιμήν του Κίπλινγκ “σε αναγνώριση για τον ενθουσιασμό του για τις φυσικές επιστήμες”.

Η φήμη του μετά θάνατον

Διάφοροι συγγραφείς, και κυρίως ο Έντμουντ Κάντλερ, επηρεάστηκαν έντονα από τη γραφή του Κίπλινγκ. Ο Τόμας Στερνς Έλιοτ, ένας πολύ διαφορετικός ποιητής, επιμελήθηκε του A Choice of Kipling’s Verse (1943), αν και σχολίασε ότι ο Κίπλινγκ “θα μπορούσε να γράψει σπουδαία ποίηση σε ορισμένες περιπτώσεις, έστω κι αν μόνο κατά λάθος”. Οι ιστορίες του Κίπλινγκ τυπώνονται ακόμα και σήμερα και έχουν κερδίσει επαίνους από διαφορετικούς συγγραφείς, όπως ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, ο Τζορτζ Όργουελ και ο Ράνταλ Τζάρελ, ο οποίος έγραψε ότι “Αφού έχεις διαβάσει τις 50 ή 75 καλύτερες ιστορίες του Κίπλινγκ, συνειδητοποιείς ότι λίγοι άνθρωποι έχουν γράψει τόσες πολλές ιστορίες μεγάλης αξίας και ότι πολύ λίγοι έχουν γράψει περισσότερες και καλύτερες ιστορίες”.

Οι παιδικές του ιστορίες παραμένουν δημοφιλείς και τα Βιβλία της Ζούγκλας έχουν γυριστεί σε ταινίες. Η πρώτη γυρίστηκε με παραγωγό τον Σάντορ Κόρντα ενώ άλλες ταινίες γυρίστηκαν με παραγωγό την Walt Disney Company. Ένας αριθμός ποιημάτων του μελοποιήθηκαν από τον Πέρσι Γκρέιντζερ. Μία σειρά ταινιών μικρού μήκους βασίστηκε σε κάποιες από τις ιστορίες του και μεταδόθηκε από το BBC το 1964. Το έργο του Κίπλινγκ εξακολουθεί να είναι δημοφιλές σήμερα.

Το όνομά του αναφέρεται συχνά στις συζητήσεις των σύγχρονων πολιτικών και κοινωνικών θεμάτων. Στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει σημειωθεί ένα διαρκές ενδιαφέρον για τον Κίπλινγκ από τότε που η χώρα έχει εμπλακεί στο Αφγανιστάν και σε άλλες περιοχές για τις οποίες έγραψε.

Σχέσεις με τον προσκοπισμό

Οι συνδέσεις του Κίπλινγκ με τα κινήματα του Προσκοπισμού ήταν ισχυρές. Ο Ρόμπερτ Μπέηντεν-Πάουελ, ο ιδρυτής του Προσκοπισμού, χρησιμοποίησε πολλά θέματα από τα Βιβλία της Ζούγκλας και τον Κιμ για τη δημιουργία των Λυκόπουλων. Αυτές οι συνδέσεις εξακολουθούν να υπάρχουν και σήμερα. Η κίνηση των Λυκόπουλων πήρε το όνομά της από την οικογένεια των λύκων που υιοθέτησε το Μόγλη και οι ενήλικοι βοηθοί των Λυκόπουλων υιοθετούν ονόματα παρμένα από Το Βιβλίο της Ζούγκλας, και ιδιαίτερα ο αρχηγός των ενήλικων που ονομάζεται Ακέλας, από τον αρχηγό της αγέλης των λύκων.

Το Μπέιτμανς, το σπίτι του Κίπλινγκ στο ανατολικό Σάσεξ, σήμερα είναι δημόσιο μουσείο αφιερωμένο στο συγγραφέα.

Μετά το θάνατο της συζύγου του Κίπλινγκ το 1939, το σπίτι του, το “Μπέιτμανς” στο ανατολικό Σάσσεξ της Αγγλίας, όπου έζησε από το 1902 μέχρι το 1936, κληροδοτήθηκε στην Εθνική Πίστη για Μέρη Ιστορικού Ενδιαφέροντος ή Φυσικού Κάλλους (National Trust for Places of Historic Interest or Natural Beauty) και τώρα είναι δημόσιο μουσείο αφιερωμένο στο συγγραφέα. Η Έλσι, το μόνο παιδί του που έζησε μέχρι τα γεράματα, πέθανε άτεκνη το 1976 και κληροδότησε τα πνευματικά δικαιώματά της στη National Trust.

Ο μυθιστοριογράφος και ποιητής Κίνγκσλεϊ Έιμις έγραψε ένα ποίημα με τίτλο “Ο Κίπλινγκ στο Μπέιτμανς” μετά την επίσκεψή του στο σπίτι του Κίπλινγκ (ο πατέρας του Έιμις είχε ζήσει για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην ίδια περιοχή κατά τη δεκαετία του 1960). Ο Έιμις και ένα τηλεοπτικό συνεργείο του BBC πήγαν να κάνουν μία ταινία μικρού μήκους για μία σειρά ταινιών για συγγραφείς και τα σπίτια τους.

Το 2003, ο ηθοποιός Ρέιφ Φάινς διάβασε αποσπάσματα από έργα του Κίπλινγκ από το γραφείο του συγγραφέα στο Μπέιτμανς, συμπεριλαμβανομένων του “Βιβλίου της Ζούγκλας“, “Κάτι Από τη Ζωή Μου“, “Κιμ” και “Απλές Ιστορίες Μόνον“, και ποιημάτων, συμπεριλαμβανομένου του “Αν…” και του “My Boy Jack“, για ένα CD που εκδόθηκε από τη National Trust.

Η φήμη του στην Ινδία

Στη σύγχρονη Ινδία, απ’ όπου ο Κίπλινγκ εμπνεύστηκε μεγάλο μέρος του υλικού του, η φήμη του παραμένει αμφιλεγόμενη, ιδίως μεταξύ των σύγχρονων εθνικιστών και μερικών μετα-αποικιακών κριτικών. Άλλοι σύγχρονοι Ινδοί διανοούμενοι έχουν μια πιο διαφοροποιημένη άποψη για το έργο του. Ο Τζαβαχαρλάλ Νεχρού, ο πρώτος πρωθυπουργός της ανεξάρτητης Ινδίας, περιέγραφε πάντα το βιβλίο του Κίπλινγκ “Κιμ” ως το αγαπημένο του βιβλίο.

Η σβάστικα σε παλιές εκδόσεις

Αριστερόστροφος αγκυλωτός σταυρός
 

Εξώφυλλα δύο βιβλίων του Κίπλινγκ από το 1919 (αριστερά) και 1930 (δεξιά)

Πολλές παλιότερες εκδόσεις βιβλίων του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ έχουν μία σβάστικα τυπωμένη στο εξώφυλλο, συνδυασμένη με την εικόνα ενός ελέφαντα που φέρει ένα λουλούδι. Η χρήση της σβάστικας από τον Κίπλινγκ βασίστηκε στο ινδικό σύμβολο του ήλιου που φέρνει καλή τύχη και στην αντίστοιχη σανσκριτική λέξη που σημαίνει “τυχερός” και “ευημερία”. Ο Κίπλινγκ χρησιμοποιούσε το σύμβολο της σβάστικας και με τους δύο προσανατολισμούς (αριστερόστροφη και δεξιόστροφη). Όταν στη Γερμανία ήρθαν στην εξουσία οι Ναζί και σφετερίστηκαν τη σβάστικα, ο Κίπλινγκ έδωσε την εντολή να μην κοσμεί πλέον τα βιβλία του. Στις 6 Μαϊου του 1935, ο Κίπλινγκ έδωσε μία ομιλία (με τίτλο “Μία Ανυπεράσπιστη Νήσος”) στη Βασιλική Εταιρεία του Αγίου Γεωργίου προειδοποιώντας για τον κίνδυνο που αποτελούσε για τη Μεγάλη Βρετανία η Ναζιστική Γερμανία.

Κριτική

Οι ιδέες του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ όχι μόνο έκαναν αίσθηση στο λογοτεχνικό κόσμο, αλλά παρώτρυναν και επηρέασαν το βρετανικό ιμπεριαλισμό. Ο Κίπλινγκ επιδόθηκε τόσο στον έμμετρο λόγο όσο και στον πεζό. Η επιτυχία του σαν μυθιστοριογράφου οφείλεται στις ζωντανές του περιγραφές και στο δημιουργικό μυαλό του. Περιβάλλει τις ιστορίες του με μια μυστηριώδη μαγική ατμόσφαιρα, είτε αυτές διαδραματίζονται στην Ινδία ή στην Αφρική, είτε στην Αγγλία ή στους ωκεανούς. Οι ήρωές του έχουν ποικίλους χαρακτήρες και αυτό είναι αποτέλεσμα της γνωριμίας του με πολλούς ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο. Ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ ταξίδεψε πολύ. Όμως δεν επισκέφτηκε απλώς αυτά τα μέρη, αλλά φεύγοντας πήρε μαζί του ένα κομμάτι από το καθένα μέσα στη ψυχή του. Ο κόσμος για τον Κίπλινγκ ήταν ένας αργαλειός, πάνω στον οποίο ύφαινε τα διηγήματά του γύρω από ανθρώπους, ζώα, πελάγη και τόπους.

Ο Κίπλινγκ θεωρείται από τους κορυφαίους στιλίστες της αγγλικής γλώσσας. Τα ποιήματά του είναι αριστοτεχνικός συνδυασμός λέξεων και ρυθμών, γεμάτα μελωδικούς τόνους και πατριωτικές δονήσεις. Η ποίησή του διαπνέεται από πνεύμα μυστικισμού, όμως αγγλοσαξωνικού μυστικισμού, που υπαγορεύει θετική ενέργεια προς επικράτηση των Βρετανών ως εκλεκτού λαού του Θεού. Στα δε μυθιστορήματά του συναντάται η αποικιοκρατική έπαρση βλέμματος με την τρυφερότητα λόγου και την ανάγκη καθημερινής δικαιοσύνης και ρυθμικής αντοχής που επιβάλλει στον άνθρωπο η ζωή έξω από τα τοπία των πόλεων.

Παρόλο που πολλοί καταλογίζουν στο έργο του, όχι παντελώς αναίτια, σοβινισμό και διάθεση εξωραϊσμού της αποικιοκρατίας, στην πραγματικότητα δεν λείπουν οι κριτικές βολές του Κίπλινγκ κατά του αποικιοκρατικού συστήματος.

Βιβλιογραφία του Κίπλινγκ

  • Schoolboy Lyrics (1881, ποιήματα)
  • Echoes (1884, ποιήματα). Με την αδελφή του, Άλις.
  • Quartette (1885, διηγήματα). Με τον πατέρα του, τη μητέρα του και την αδελφή του.
  • The City of Dreadful Night (1885, διήγημα)
  • Departmental Ditties (Επαρχιακά Τραγούδια, 1886, ποίηση)
  • Plain Tales from the Hills (Απλές Ιστορίες από τους Λόφους, 1888, διηγήματα)
  • Soldiers Three (Τρεις Στρατιώτες, 1888, διηγήματα)
  • The Story of the Gadsbys (Η Ιστορία των Γκάτσμπι, 1888, διηγήματα)
  • In Black and White (Μαύρο και Άσπρο, 1888, διηγήματα)
  • Under the Deodars (Υπό τους Κέδρους, 1888, διηγήματα)
  • The Phantom ‘Rickshaw and other Eerie Tales (Το Φάντασμα Ρίκσοου, 1888, διηγήματα). Αυτή η συλλογή περιέχει το διήγημα The Man Who Would Be King (Ο Άνθρωπος Που Θα Γινόταν Βασιλιάς).
  • Wee Willie Winkie and Other Child Stories (Ο Ουίλλι Ουίνκι και Άλλες Παιδικές Ιστορίες, 1888, διηγήματα). Αυτή η συλλογή περιέχει το διήγημα Baa Baa, Black Sheep (Μπεε Μπεε, Μαύρο Πρόβατο).
  • The Light that Failed (Το Φως που Έσβησε, 1890, μυθιστόρημα)
  • Life’s Handicap (Οι Αναποδιές της Ζωής, 1891, διηγήματα)
  • American Notes (1891)
  • Barrack-Room Ballads (Μπαλάντες Από το Δωμάτιο Ενός Στρατώνα, 1892, ποιήματα)
  • The Naulahka – A story of West and East (Ναουλάκα, 1892)
  • Many Inventions (Πολλαπλά Επινοήματα, 1893)
  • The Jungle Book (Το Βιβλίο της Ζούγκλας, 1894)
  • The Second Jungle Book (To Δεύτερο Βιβλίο της Ζούγκλας, 1895)
  • The Seven Seas (Επτά Θάλασσες, 1896, ποιήματα)
  • Captains Courageous (Δαίμονες των Κυμάτων ή Γενναίοι Καπετάνιοι, 1896, μυθιστόρημα)
  • The Day’s Work (Η Εργασία της Ημέρας, 1898, διηγήματα)
  • A Fleet in Being (1898)
  • An Almanac of Twelve Sports (1898, ποιήματα)
  • Stalky & Co. (Η Εταιρεία Στάλκι και Σία, 1899)
  • From Sea to Sea – Letters of Travel (Από Θάλασσα σε Θάλασσα, 1899)
  • Kim (Κιμ, 1901, μυθιστόρημα)
  • Just So Stories (Απλές Ιστορίες Μόνον, 1902)
  • The Five Nations (Τα Πέντε Έθνη, 1903, ποιήματα).
  • Traffics and Discoveries (1904, διηγήματα)
  • With the Night Mail (1905, μία ιστορία που διαδραματίζεται το 2000)
  • Puck of Pook’s Hill (Ο Πακ από το Λόφο Πουκ, 1906, φαντασίας)
  • The Brushwood Boy (1907)
  • Collected Verse (1907, ποιήματα)
  • Actions and Reactions (Δράσεις και Αντιδράσεις, 1909)
  • A Song of the English (1909)
  • Abaft the Funnel (1909, διηγήματα)
  • Rewards and Fairies (1910)
  • A History of England (1911)
  • Songs from Books (1912, ποιήματα)
  • As Easy as A.B.C. (1912, διήγημα επιστημονικής φαντασίας)
  • The Fringes of the Fleet (1912, δοκίμια και ποιήματα)
  • France at War (Η Γαλλία και ο Πόλεμος, 1915)
  • The New Army in Training (Ο Νέος Στρατός, 1915)
  • Sea Warfare (Ο Κατά Θάλασσαν Πόλεμος, 1916)
  • The Eyes of Asia (1917)
  • A Diversity of Creatures (1917)
  • The War in the Mountains (1917)
  • The Years Between (Ενδιάμεσα Χρόνια, 1919, ποιήματα)
  • The Graves of the Fallen (1919)
  • Letters of Travel: 1892-1913 (Ταξιδιωτικά Γράμματα, 1920)
  • Land and Sea Tales for Scouts and Guides (Παραμύθια της Ξηράς και της Θάλασσας, 1923)
  • The Irish Guards in the Great War (1923)
  • Debits and Credits (1926)
  • A Book of Words (1928)
  • Thy Servant a Dog (1930)
  • Limits and Renewals (1932)
  • Souvenirs of France (1933)
  • Tales of India: the Windermere Series (1935)
  • Something of Myself (Κάτι από τη Ζωή μου, 1937, αυτοβιογραφία)
  • The Muse among the Motors (ποίηση)
  • Brazilian Sketches: 1927 (1940)
  • Rudyard Kipling’s Verse: Definitive Edition (1940, ποιήματα)
  • Rudyard Kipling’s Uncollected Speeches: A Second Book of Words (2008)

Επιλεκτική βιβλιογραφία στα Ελληνικά

  • Ο Μόγλης
  • Κιμ
  • Το Ωραιότερο Διήγημα του Κόσμου
  • Η εταιρεία Στάλκι και Σία
  • Ιστορίες της Ζούγκλας
  • Δαίμονες των Κυμάτων (εκδόθηκε και με τους τίτλους Γενναίοι Καπετάνιοι, Οι Θαλασσόλυκοι και Οι Μικροί Θαλασσόλυκοι)
  • Ιστορίες Όπως Τις Είπα
  • Το Βιβλίο της Ζούγκλας
  • Η Πεταλούδα Που Χτυπούσε το Πόδι της
  • Η Γάτα Που Πήγαινε Μόνη
  • Αν (μπορείς)
  • Μπρος Γκρεμός και Πίσω Ρέμα
  • Μπεε μπεε, Μαύρο Πρόβατο / Ο Κηπουρός
  • Η Πύλη των Εκατό Θλίψεων και άλλα διηγήματα
  • Ναουλάκα
  • Ο Άνθρωπος Που Κάποτε Υπήρξε
  • Ο Άνθρωπος Που Θα Γινόταν Βασιλιάς
  • Απλές Ιστορίες από τους Λόφους
  • Κάτι από τη Ζωή μου
  • Από Στόμα Σε Στόμα
  • Πώς Γράφτηκε η Πρώτη Επιστολή

Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου