Σύμφωνα με το Bloomberg η κρίση στην παγκόσμια αγορά λιπασμάτων φέρνει την υφήλιο αντιμέτωπη με το πρόβλημα της επισιτιστικής ασφάλειας.

Οι τιμές των λιπασμάτων που είναι αναγκαία για την παραγωγή βασικών ειδών διατροφής έχουν διπλασιαστεί ή τριπλασιαστεί μόνον μέσα στο περασμένο έτος. Οι τιμές ανεβαίνουν για περισσότερο από ένα χρόνο για μια σειρά από λόγους: από την ανεξέλεγκτη τιμολόγηση του φυσικού αερίου, της κύριας πρώτης ύλης για το μεγαλύτερο μέρος των αζωτούχων λιπασμάτων παγκοσμίως έως τις κυρώσεις στη Λευκορωσία ( που αποτελεί έναν μεγάλο παραγωγό φωσφορικών αλάτων), και από τις διαδοχικές καταιγίδες στα τέλη του καλοκαιριού στην ακτή του Κόλπου των ΗΠΑ, που έκλεισαν προσωρινά την παραγωγή στην περιοχή, έως τους περιορισμούς λόγω του κορονοϊού που έχουν διαταράξει κάθε παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένων των χημικών.

Χωρίς αμφιβολία, συνεχίζει το Bloomberg, τα τρόφιμα που παράγονται θα είναι ακριβότερα. Οι παγκόσμιες τιμές των τροφίμων αυξάνονται ήδη με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει σημειωθεί ποτέ, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία πλήττει τις προμήθειες των καλλιεργειών, με τον δείκτη των Ηνωμένων Εθνών για το παγκόσμιο κόστος των τροφίμων να εκτοξεύεται κατά 13% τον Μάρτιο.

Ωστόσο το μεγαλύτερο πρόβλημα αφορά την ίδια τη μείωση της παραγωγής.

«Πιθανότατα οι αγρότες θα καλλιεργήσουν αρκετά για να τραφούν. Αλλά το ερώτημα είναι τι θα μείνει για να θρέψουν τις πόλεις», δήλωσε ο Patrice Annequin, ανώτερος ειδικός στην αγορά λιπασμάτων για το IFDC με έδρα την Ακτή Ελεφαντοστού. Παρόμοιες είναι οι εκτιμήσεις των ειδικών και για άλλες περιοχές του πλανήτη.

Ορισμένοι αγρότες, ως απάντηση στην κρίση, απομακρύνονται ακόμη και εντελώς από καλλιέργειες με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπάσματα, όπως το καλαμπόκι, προς όφελος φυτεύσεων με χαμηλότερη ζήτηση, όπως τα φασόλια. Άλλοι δοκιμάζουν εναλλακτικές μορφές καλλιέργειας, προσπαθώντας να απεξαρτηθούν από την ανάγκη των λιπασμάτων.

Τα έως τώρα πορίσματα ωστόσο δεν είναι ευοίωνα. Σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Ρυζιού, για παράδειγμα, οι σοδειές ενδέχεται να μειωθούν κατά 10% μέσα στην επόμενη σεζόν συγκομιδής και το ποσοστό αυτό ισοδυναμεί με μείωση της συνολικής παραγωγής κατά 36 εκατ. τόνους ρυζιού.

πηγη: https://thepressproject.gr