Loading...

Κατηγορίες

Κυριακή 29 Αύγ 2021
Ένα υπουργείο... κέντρο διερχομένων
Κλίκ για μεγέθυνση





Η μακροβιότερη και πλέον αναγνωρισμένη σε Ελλάδα και εξωτερικό υπουργός Πολιτισμού



29.08.2021, 12:21

 

 
Αφιέρωμα για τα πενήντα χρόνια του υπουργείου Πολιτισμού ▶ Ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1971 από τη χούντα και έκτοτε κάθισαν στον θώκο του 37 υπουργοί, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν ελάχιστη σχέση ή ενδιαφέρον για τον πολιτισμό ● Αρκετών η θητεία διήρκεσε μόνο μερικούς μήνες ● Στην ουσία το κυβερνητικό ενδιαφέρον για τον πολιτισμό καταφαίνεται από το γεγονός ότι χρηματοδοτείται με κάτι λιγότερο από τη μισή μονάδα του κρατικού προϋπολογισμού.

Συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από τότε (25 Αυγούστου 1971) που η χούντα (με πρωθυπουργό-καρικατούρα τον Σπύρο Μαρκεζίνη) ίδρυσε το υπουργείο Πολιτισμού. Ενα υπουργείο του οποίου οι δραστηριότητες ώς τότε ήταν στην αρμοδιότητα άλλων υπουργείων (Παιδείας, Προεδρίας, Βιομηχανίας –λόγω κινηματογράφου– κ.ά.), με πρώτο υπουργό τον αρχιτέκτονα-πολεοδόμο Κωνσταντίνο Παναγιωτάκη. Αν προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι το υπουργείο Πολιτισμού δημιουργήθηκε επί χούντας, που καταδυνάστευε το πνεύμα και τους ανθρώπους της Τέχνης, η απάντηση είναι ότι με την ίδρυση του εν λόγω ήθελε να καταδείξει το αντίθετο!

Η χούντα, όπως είναι γνωστό, τρία χρόνια αργότερα ήταν παρελθόν, το υπουργείο Πολιτισμού όμως (το οποίο αρχικά συνοδεύτηκε με το «και Επιστημών» για να καταλήξει στο «και Αθλητισμού») κρατήθηκε από τις μεταδικτατορικές κυβερνήσεις, λειτουργώντας λίγο-πολύ, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ως πολιτιστικό άλλοθι. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σε αυτά τα 50 χρόνια πέρασαν 37 υπουργοί (συμπεριλαμβανομένου και του πρώτου χουντικού). Πέρασαν κυριολεκτικά δηλαδή, δεδομένου ότι είχαν ελάχιστη σχέση –ή ενδιαφέρον– με τον πολιτισμό, στον βαθμό που είχαν και κάποιο χρόνο να ενημερωθούν για τα καθήκοντά τους, που διαρκούσαν κάποιους μήνες. Ενίοτε (όταν έπεφτε… πολλή δουλειά) συνοδεύονταν από αναπληρωτή υπουργό, υφυπουργό ή γενικό γραμματέα. Στην ουσία, το κυβερνητικό ενδιαφέρον για τον πολιτισμό καταφαίνεται από το γεγονός ότι χρηματοδοτείται με κάτι λιγότερο από τη μισή μονάδα του κρατικού προϋπολογισμού.

Το πρόσωπο που παρέμεινε περισσότερο στο υπουργείο Πολιτισμού είναι η Μελίνα Μερκούρη – κοντά οκτώ έτη (από 21/10/1981 μέχρι 2/7/1989 και από 12/10/1993 μέχρι 6/3/1994), λόγω κυρίως της διεθνούς ακτινοβολίας της ως σταρ του σινεμά, πολέμιας της χούντας και αποτελεσματικής ως υπουργού, σε δραστηριότητες που δεν απαιτούσαν χρήματα. Ενδεικτικά: η καμπάνια για την επιστροφή των λεηλατημένων γλυπτών του Παρθενώνα, που μαραζώνουν στο Βρετανικό Μουσείο, οι θεσμοί των Πολιτιστικών Πρωτευουσών και των Δημοτικών Περιφερειακών Θεάτρων. Κυρίως όμως, λόγω της διεθνούς αναγνώρισης ότι η Ελλάδα διαθέτει ένα δραστήριο υπουργείο Πολιτισμού.

Το υπουργείο Πολιτισμού είχε την… τιμή για ένα μικρό χρονικό διάστημα να έχει επικεφαλής αυτοπροσώπως τον πρωθυπουργό της χώρας. Ηταν ο Κώστας Καραμανλής – από 10/3/2004 έως 15/2/2006. Και ήταν… συμπτωματικά η χρονιά (2004) που η Ελλάδα είχε αναλάβει την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων. Είχε τότε δημιουργηθεί η (φρούδα, εν τέλει) ελπίδα ότι θα προέκυπτε κάτι καλύτερο για τον Πολιτισμό. Ο πρωθυπουργός πήγε τρεις φορές όλες κι όλες στο υπουργείο –την τρίτη υπό τις αποδοκιμασίες προσωπικού του υπουργείου– και απήλθε… Ανάλογες (αλλά μικρότερες) ελπίδες είχε δημιουργήσει η ανάληψη του υπουργείου από την Ντόρα Μπακογιάννη (3/12/1992-12/10/1993), όταν ο πατέρας της ήταν πρωθυπουργός. Το μοναδικό της επίτευγμα ήταν η θεσμοθέτηση του πολύπαθου νόμου για τα πνευματικά δικαιώματα (2121/1993), που ωστόσο εξακολουθεί να ταλανίζει τους ενδιαφερόμενους.

Από τους 37 που χρημάτισαν υπουργοί Πολιτισμού στα 50 χρόνια της διαδρομής του, οι 7 (συμπεριλαμβανομένης και της νυν), μια μικρή μειονότητα δηλαδή, ήταν γυναίκες. Προτελευταία, η Μυρσίνη Ζορμπά (30/6/2018-9/7/2019).


Και τι δεν είχαν τάξει

Εργα και ημέρες των οικογενειών Μητσοτάκη και Καραμανλή, εκλεκτά μέλη των οποίων ανέλαβαν κατά καιρούς το υπουργείο Πολιτισμού, υποσχέθηκαν λαγούς με πετραχήλια για να αποχωρήσουν στο τέλος απελπιστικά άπραγοι.

«Πολιτισμός, ο απόβλητος…» ήταν ο τίτλος κειμένου μου στην παρούσα εφημερίδα πριν από τρία και κάτι χρόνια (30/6/2018). Προεκλογική περίοδος γαρ, και η Νέα Δημοκρατία διεκδικούσε και πάλι την εξουσία – την οποία τελικά κατέλαβε (και βιώνουμε πώς την ασκεί...). Στο οποίο (τότε) κείμενο δινόταν έμφαση στην απουσία του πολιτισμού από το προεκλογικό πρόγραμμα του εν λόγω κόμματος. Βέβαια, στα χρόνια που είχαν προηγηθεί είχαν δημιουργηθεί κάποια έργα υποδομής, όπως το Μουσείο Ακρόπολης, αλλά αυτά συνδέονται με την ανάληψη από την Ελλάδα της Ολυμπιάδας του 2004 – αρκετά, δυστυχώς, από τα οποία παραμένουν αναξιοποίητα και ρημαγμένα.

Δήμαρχος Αθηναίων ήδη (2019) ο γιος της Ντόρας, Κώστας Μπακογιάννης (ο οποίος, εκτός των άλλων, είχε τη φαεινή ιδέας να μετατρέψει το ένα τρίτο της οδού Πανεπιστημίου σε περίπατο χωρίς περιπατητές, πλαισιωμένο από ημιθανή φοινικόδεντρα). Είχε προηγηθεί η εκλογή (2003) της Ντόρας Μπακογιάννη, επίσης ως δημάρχου Αθηναίων, όπου και τι (βαρύγδουπο) δεν είχε υποσχεθεί προεκλογικά!

Ενδεικτικά:

Ανάδειξη της Αθήνας σε σημαντικό πολιτιστικό κέντρο. Προβολή της Αθήνας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Εκδηλώσεις διεθνούς κύρους που να προβάλλουν την πόλη. Θεσμοθέτηση της «Σχολής των Αθηνών», με την οποία η Αθήνα θα γίνει τόπος συνάντησης ανά διετία διεθνών προσωπικοτήτων, με σκοπό την έρευνα και συζητήσεις θεμάτων παγκοσμίου ενδιαφέροντος (!).

Προβολή της Αθήνας, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Ιδρυση οργανισμού συνολικής προβολής και ανασυγκρότησης της Αθήνας. Εκδοση περιοδικού της πόλης. Ενημερωτικό περίπτερο για τις «Διαδρομές στην Αθήνα», σε πέντε γλώσσες. Διεθνής τριενάλε εικαστικών τεχνών. Ετήσιο βραβείο της πόλης των Αθηνών για αρχιτεκτονικές δημιουργίες νέων (μέχρι 35 ετών). Εμφαση σε νέους συνθέτες σοβαρής –και όχι μόνο– μουσικής.

Χρήση σχολικών κτιρίων το καλοκαίρι για δωρεάν μαθήματα χορού, μουσικής, ζωγραφικής κ.λπ., για όλες τις ηλικίες, με έμφαση σε νέους αλλά και ηλικιωμένους.

Την επομένη υπήρξε απάντηση από τη δήμαρχο, η οποία αναφερόταν σε κάποιες εκδηλώσεις που είχαν πραγματοποιηθεί. Καταλήγοντας, βεβαίωνε ότι θα εξαντλήσει την τετραετία της ως δήμαρχος, οπότε, προφανώς, θα είχε τον χρόνο να πραγματοποιήσει τις υποσχέσεις της. Με τις εκλογές όμως του 2004, την κυβέρνηση ανέλαβε ο Κώστας Καραμανλής, με την Ντόρα Μπακογιάννη να μεταπηδά (2006) στο υπουργείο Εξωτερικών…

Είχε προηγηθεί η ανάληψη του υπουργείου Πολιτισμού –καταφανώς λόγω Ολυμπιάδας– από τον τότε πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, ο οποίος έταξε κι αυτός ουκ ολίγα («Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 27 Ιουλίου 2004), όπως: Ιδρυση Συμβουλίου Γραμμάτων και Τεχνών, το οποίο θα συγκροτούσαν «μορφές-σύμβολα», εντός κι εκτός ελληνικής επικράτειας (!). Υλοποίηση της προγραμματικής δέσμευσης της Ν.Δ. για την ίδρυση τριών Ακαδημιών Τέχνης (Κινηματογράφου, Μουσικής, Χορού). Διοργάνωση Παγκόσμιου Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος (!). Βιβλιοθήκες σε κάθε ελληνικό σχολείο.

Το υπουργείο Πολιτισμού ήταν, προφανώς, πάρεργο για τον Κώστα Καραμανλή. Ετσι, μόλις τελείωσε το ολυμπιακό νταβαντούρι εξαντλήθηκε το (…πλατωνικό) ενδιαφέρον του και σε κάποιο ανασχηματισμό το εγκατέλειψε, χωρίς, εννοείται, να πραγματοποιηθεί τίποτε απ’ όσα είχε υποσχεθεί. Το υπουργείο Πολιτισμού είχε αναλάβει (1992) για μικρό διάστημα και η Ντόρα Μπακογιάννη, επί πρωθυπουργίας του πατέρα της Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, όπου εκεί τουλάχιστον προώθησε τον νόμο (2121/1993) για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων.

Είναι βέβαια και η περίπτωση του Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (1990-1993) δέχτηκε να συμμετάσχει στην κυβέρνηση –την οποία συμμετοχή χαρακτήρισε σε συνέντευξή του στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» (24 Απριλίου 2009) ως την «κορύφωση των παθών» του. Πώς έγινε και ενέδωσε;

«Μου είπε να μπω στο υπουργικό συμβούλιο […] “Θα έχεις μια θέση επιτελική. Θα γίνεις υπουργός Επικρατείας. Θα γίνει μια επιτροπή όπου θα είναι οι υπουργοί Πολιτισμού, Παιδείας κι εγώ, αλλά εσύ θα έχεις τον πρώτο λόγο σε θέματα πολιτισμού. Θα έχεις μια τιμητική θέση”. Και με έπεισε».

Tελικά, δεν έγινε τίποτα, καθώς το πράγμα πήγαινε από αναβολή σε αναβολή, με τον συνθέτη να αναλώνεται σ’ ένα άδειο γραφείο, χωρίς καθήκοντα. Ωσπου κάποια στιγμή, μπαϊλντισμένος, παραιτήθηκε.

«Δεν με ενέπαιξε, γιατί όχι μόνο ήθελε να γίνει αυτό που μου υποσχέθηκε, αλλά και να στελεχώσει τη Ν.Δ. με νομάρχες, γενικούς γραμματείς, αλλά και υπουργούς από την Αριστερά. Αλλά οι δυνάμεις οι αντίθετες ήταν μεγάλες. Δεν μπορούσε να το κάνει…» ήταν η εξήγηση του Μίκη Θεοδωράκη.

πηγη: https://www.efsyn.gr

 
© Copyright 2011 - 2024 Στύξ - Ανεξάρτητη Πολιτισμική και Πολιτική Εφημερίδα της Βόρειας Πελοποννήσου