Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο πρώτος πρωθυπουργός που παίρνει δημόσια θέση κατά της απεργίας. Είτε το έπραξε σκοπίμως και με στόχευση το περαιτέρω ξήλωμα των εργασιακών δικαιωμάτων, είτε με πολιτική – και την συνήθη πλέον επικοινωνιακή – ελαφρότητα, η χθεσινή του δήλωση κατά των απεργιών των «λίγων» και των «επαγγελματιών συνδικαλιστών» καταγράφεται ως μείζον, και επικίνδυνο, αντιδημοκρατικό ατόπημα.
«Για μία ακόμη φορά, απεργούν οι λίγοι και ταλαιπωρούνται οι πολλοί! Κι αυτό γιατί μερικοί επαγγελματίες του συνδικαλισμού αντιδρούν στη διαφάνεια», έγραψε ο πρωθυπουργός στο Facebook και, αφού επιχειρηματολόγησε υπέρ των νέων συνδικαλιστικών διατάξεων που προωθεί η κυβέρνηση, κατέληξε: «Στέκομαι στο πλευρό των εκατομμυρίων πολιτών που σήμερα δοκιμάζονται γιατί έτσι το θέλησε μια μειοψηφία. Οι Έλληνες κουράστηκαν, πλέον, να δοκιμάζονται από πρακτικές περασμένων δεκαετιών. Είναι καιρός να πάμε μπροστά. Και θα πάμε!»
Ηταν μια τοποθέτηση που, εκ των υστέρων, στελέχη της κυβέρνησης και της ΝΔ επιχείρησαν να «στρογγυλέψουν», λέγοντας πως ο πρωθυπουργός αναφερόταν στο «έλλειμμα αντιπροσώπευσης των εργαζομένων» όταν τα συνδικάτα παίρνουν αποφάσεις για απεργίες. «Ιερό το δικαίωμα στην απεργία!» έγραψε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης για να προσθέσει: «Ας δούμε όμως γιατί έγινε η απεργιακή κινητοποίηση! Επειδή στο Υπ.Εργασίας 1)Νομοθετούμε ηλεκτρονικό μητρώο που θα αποβάλλει για πάντα τις σφραγίδες & μαϊμού συνδικαλιστικές οργανώσεις 2)Νομοθετούμε την ηλεκτρονική ψηφοφορία για όλα & τους πολλούς!»
Στην πραγματικότητα όμως ήταν μια τοποθέτηση που υπερέβη κάθε δημοκρατικό μέτρο και έδειξε την πραγματική αντίληψη και προσέγγιση μιας Δεξιάς κυβέρνησης στα εργασιακά κεκτημένα, στον συνδικαλισμό και στο δικαίωμα στην απεργία. «Ούτε ο Όρμπαν στην Ουγγαρία, δε θα το έγραφε καλύτερα» ήταν το σχόλιο – απάντηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος πρόσθεσε: «Δυσανεξία στις απεργίες, δυσανεξία στη διαφορετική άποψη, δυσανεξία στα εργασιακά δικαιώματα, δυσανεξία και στη Δημοκρατία. Όλα αυτά είναι σημάδια καθεστωτικής νοοτροπίας». «Θα μπορούσε να είναι ανακοίνωση του ΣΕΒ», σχολίασε από την πλευρά του εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Χαρίτσης επισημαίνοντας: « Όμως είναι δήλωση του κ. Μητσοτάκη, του πρώτου Πρωθυπουργού της χώρας που απροκάλυπτα εναντιώνεται στο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην απεργία.
Με αλαζονεία και αυταρχισμό.».
Πέραν της κριτικής περί καθεστωτικής νοοτροπίας, στελέχη της αντιπολίτευσης τόνιζαν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, την ώρα που με τον άκρως αμφιλεγόμενο αναπτυξιακό νόμο ξηλώνει συλλογικές συμβάσεις, εργασιακά δικαιώματα και καταργεί την διαιτησία, επιλέγει να λειτουργήσει ως «κοινός προβοκάτορας»: Επικαλείται το παλιό αντιδημοκρατικό επιχείρημα της «σιωπηλής πλειοψηφίας» για να προκαλέσει συνθήκες κοινωνικού αυτοματισμού – να στρέψει, εν ολίγοις συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες εναντίον άλλων. Είναι μια πρακτική που, όπως εκτιμούν στην αξιωματική αντιπολίτευση, εξυπηρετεί τον στρατηγικό σχεδιασμό της κυβέρνησης για πλήρη υποβάθμιση των εργασιακών δικαιωμάτων και επιστροφή σε εργασιακό μοντέλο εποχής Μνημονίων και ΔΝΤ.
Η δήλωση Μητσοτάκη προκάλεσε την σκληρή αντίδραση και του ΚΚΕ το οποίο κάλεσε τον πρωθυπουργό να αναζητήσει τους επαγγελματίες του συνδικαλισμού στο κόμμα του: «Πάει πολύ ο πρωθυπουργός, που εκλέγεται με λιγότερο από το 30% των εχόντων δικαίωμα ψήφου Ελλήνων πολιτών, να μιλάει για μειοψηφίες απεργών», τόνισε το ΚΚΕ προσθέτοντας: «Όσο για τους επαγγελματίες του συνδικαλισμού, ας τους αναζητήσει στο κόμμα του, στους νόθους και τους ανθρώπους των επιχειρήσεων μέσα στα συνδικάτα, με τους οποίους συναντιέται ο κ. Μητσοτάκης».
«Δυστυχώς με την πολιτική που προωθεί στα εργασιακά ο κ. Μητσοτάκης την πληρώνουν οι πολλοί. Γιατί το νομοθέτημά του οδηγεί σε καταστρατήγηση των συλλογικών συμβάσεων, απαξιώνει τις αμοιβές και τα δικαιώματα των εργαζομένων» σχολίασε από την πλευρά του και το Κίνημα Αλλαγής.